Η αναπροσαρμογή της δραχμής το 1953

Η αναπροσαρμογή της δραχμής το 1953

Η αναπροσαρμογή της δραχμής το 1953

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 8730 ΦΟΡΕΣ

Η κατά χρονικά διαστήματα δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, το τωρινό Μνημόνιο, οι γνώμες που διατυπώνονται τον τελευταίο καιρό, ως προς την τύχη του ευρώ, της δραχμής κ.α.

Η κατά χρονικά διαστήματα δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, το τωρινό Μνημόνιο, οι γνώμες που διατυπώνονται τον τελευταίο καιρό, ως προς την τύχη του ευρώ, της δραχμής κ.ά. φέρνει στις μνήμες παλαιότερες οικονομικές κρίσεις, καθώς και την υποτίμηση της δραχμής του 1953 από την κυβέρνηση του «Ελληνικού Συναγερμού» με πρωθυπουργό τον Αρχιστράτηγο Αλέξανδρο Παπάγο και αρμόδιο για το θέμα, τον υπουργό Συντονισμού Σπύρο Β. Μαρκεζίνη. Είναι, δε γνωστό ότι το θέμα της αναπροσαρμογής της δραχμής, ήδη από τις αρχές της πρώτης πενταετίας του 1950, ιδιαίτερα από το 1951, βρισκόταν στα υπόψη της οικονομικής ηγεσίας. Και όταν αρχές του 1952 η κυβέρνησις του Κέντρου με πρωθυπουργό τον Νικόλαο Πλαστήρα και υπουργό Συντονισμού τον Γεώργιο Καρτάλη ανάθεσαν στον διεθνούς φήμη οικονομολόγο Κυριάκο Βαρβαρέσο να συντάξει έκθεση για τη θεραπεία των αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας, ο τελευταίος σε απόρρητο παράρτημα της έκθεσής του αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα της αναπροσαρμογής της δραχμής. Επί του προκειμένου, στην ενέργεια αυτή ήταν σύμφωνη και η αμερικανική οικονομική αποστολή, η οποία, όπως και η τωρινή τρόικα, κατά την περίοδο 1947-1952 με το Σχέδιο Μάρσαλ, όταν οι Αμερικανοί απαιτούσαν να ελέγχουν και την πιο μικρή λεπτομέρεια που πήγαιναν τα χρήματά τους... *** Όπως αναφέρεται σε έκδοση της Τράπεζας της Ελλάδας του 1978, από πολύ καιρό, τα πρώτα χρόνια μετά το τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, η αγοραστική αξία της δραχμής στο εσωτερικό ήταν πολύ κατώτερη από τις επίσημες ισοτιμίες της σε ξένο συνάλλαγμα. Τα πολύπλοκα συστήματα, τα σχετικά με τις εισφορές, τις επιδοτήσεις και τις παθητικότητες, που είχε αναγκαστεί να επιβάλει το κράτος για να αντιμετωπίσει αυτή την ανισότητα, προκαλούσαν σοβαρές ανωμαλίες και παρενέργειες. Στην πράξη, όπως εκτιμούσε η Τράπεζα της Ελλάδας, με τα προαναφερθέντα «εμβαλωματικά» συστήματα η τιμή του δολαρίου για ορισμένα, τουλάχιστον, είδη έφτανε μέχρι και 40.000 δραχμές, αντί της επίσημης των 15.000 δραχμών. Ως εκ τούτου, προκειμένου να επιτύχει η νέα μελετώμενη αναπροσαρμογή της δραχμής, θα έπρεπε να εξασφαλιστούν πρωτύτερα όλες οι αναγκαίες προϋποθέσεις, αλλά που θα συνοδεύονταν άμεσα από όλα τα μέτρα εκείνα, που ήταν απαραίτητα, ώστε να επιτευχθεί μια πραγματική νομισματική σταθεροποίηση και όχι απλά για να αντιμετωπιστεί μια προσωρινή νομισματική κατάσταση. Επομένως, με βάση τα τότε δεδομένα η αύξηση της τιμής του συναλλάγματος φαινόταν πλέον, αναπότρεπτη, εκ των ουκ άνευ. ʼλλωστε, κατά αντικειμενικές διαπιστώσεις Πανεπιστημιακών και Ακαδημαϊκών της εποχής εκείνης, Κυρ. Βαρβαρέσου, Ξεν. Ζολώτα, Δημ. Καλιτσουνάκη, Πίνδαρου Χριστοδουλόπουλου, Ιωάννη Μαρίνας Γουδή κ.ά. συνέπιπταν, ως προς την αναγκαιότητα του μέτρου, και διέφεραν μόνο, τόσο μεταξύ τους, όσο και με την τελική κυβερνητική απόφαση, ως προς την έκταση της αναπροσαρμογής. Επιπλέον, και ο χρόνος ήταν κατάλληλος, ύστερα από την αντιπληθωριστική πολιτική που ασκήθηκε το 1951-1952. (Τα πρώτα 50 χρόνια, (1928-1978), της Τραπέζης της Ελλάδος. Αθήνα 1978). Εξάλλου, μεταφερόμενοι στην τότε εποχή θα παρατηρήσουμε ότι, τόσο από τον ελληνικό τύπο, ημερήσιο και περιοδικό, όσο και από τις μονογραφίες που είχαν εκδοθεί, υπήρχαν δύο τάσεις για τη βιωσιμότητα της Ελληνικής Οικονομίας. Η πρώτη, εξέφραζε την άποψη, ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να επιβιώσει οικονομικά και η ανασυγκρότηση θα έπρεπε να στηριχθεί, κατά κύριο λόγο, στον πρωτογενή τομέα γεωργία- κτηνοτροφία- τα μεταναστευτικά και ναυτιλιακά εμβάσματα. Η άλλη, όμως, τάση την οποία εξέφραζαν νέοι επιστήμονες, υποστήριζαν, ότι η Ελλάδα είχε, εκτός των άλλων, και αξιόλογο ορυκτό πλούτο, όπως, επίσης, και υδάτινο, που της παρείχε τη δυνατότητα να προχωρήσει στην εκβιομηχάνιση, καθώς και στην ορθολογική αναδιάρθρωση της αγροτικής της οικονομίας. Αργότερα, προστέθηκε και ο τουρισμός, από τη δεύτερη πενταετία της δεκαετίας του 1950, εντονότερα, δε, από τις αρχές του 1960, με όλα τα θετικά για την ελληνική οικονομία αποτελέσματα μέχρι σήμερα. Ο δικός μας πολιτικός, ο Γιάννης Ζίγδης, ήταν ένθερμος υποστηρικτής της ορθολογικής αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου της Ελλάδας, ώστε η εκβιομηχάνιση να γίνει πραγματικότητα. Και υπό την ιδιότητα του Οικονομικού Συμβούλου της UNRRA, νεαρός για τέτοιες υπεύθυνες θέσεις, τέθηκε επικεφαλής ομάδας κορυφαίων επιστημόνων, τεχνικών και οικονομολόγων, για τη σύνταξη προγράμματος εκβιομηχάνισης της χώρας. Υπό την εποπτεία, δε, συντάχθηκε η γνωστή εξάτομη Μελέτη για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της. Επίσης, από τότε, μπήκαν και οι βάσεις για τον εξηλεκτρισμό της Ελλάδας. *** Εν πάση περιπτώσει, από τον Οκτώβριο του 1951, με υπουργό Συντονισμού το Γεώργιο Καρτάλη άρχισε το τελικό στάδιο προετοιμασίας· και από το Νοέμβριο του 1952 επί Υπουργίας, πλέον, του Σπύρου Β. Μαρκεζίνη, με άκρα μυστικότητα προγραμματιζόταν η επίσημη εξαγγελία. Οι αποκλειστικά ενήμεροι στις διαδικασίες για την αναπροσαρμογή ήσαν λίγοι: οι υπουργοί Σπύρος Β. Μαρκεζίνης, Θάνος Καψάλης, ο καθηγητής Οικονομίας Ξενοφών Ζολώτας, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Μαντζαβίνος, ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και ο Αμερικανός εκπρόσωπος στη Νομισματική Επιτροπή Αλ. Κοστάνζο. Για την επιτυχία της υποτίμησης επιβαλλόταν να ληφθούν τα δημοσιονομικά μέτρα ισοσκέλισης του 1953, καθώς επίσης να καθοριστεί και η νέα τιμή του δολαρίου σε τολμηρά επίπεδα. Ο Κυριάκος Βαρβαρέσος και πολλοί Έλληνες οικονομολόγοι συμφωνούσαν σε μια τιμή του δολαρίου 22.500 δρχ., αντί των 15.000, που ίσχυε μέχρι τότε. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης απέβλεπε στις 40.000, πράγμα που εσήμαινε, ότι η αγγλική λίρα, με την οποία ήταν συνδεδεμένη η δραχμή, θα έφτανε τις 100.000. Ο πρεσβευτής των ΗΠΑ επικοινώνησε έγκαιρα με τον Μαρκεζίνη και τού είπε ανήσυχος: «Μην επιμείνεις στις 40.000 δρχ. Σκέψου, ότι μία πιθανή αποτυχία θα αποτελέσει καταστροφή...». («Η Καθημερινή», 21-3-1998). Ως προς το έλλειμμα του προϋπολογισμού: Πλησίαζε να περάσει το πρώτο τρίμηνο του 1953 και το έλλειμμα ήταν σημαντικό. Επί του προκειμένου, ο Σπύρος Μαρκεζίνης, ύστερα από χρόνια θα αναφέρει: «...Παρετήρησα απροθυμία από τους αρμοδίους του υπουργείου Οικονομικών, ως προς την κατεύθυνση μελέτης ισοσκελισμού του προϋπολογισμού. Συνεκάλεσα σύσκεψη στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, στην οποία παρίστατο ο υπουργός Οικονομικών Κ. Παπαγιάννης, ο υφυπουργός Λ. Ευταξίας, ανώτεροι υπάλληλοι του Δημοσίου Λογιστικού, ο Γ. Μαντζαβίνος, ο Κοστάνζο και οι αρμόδιοι του υπουργείου Συντονισμού. Μετά από δίωρη συζήτηση, ο γενικός διευθυντής του Δημοσίου Λογιστικού Ζαφειρόπουλος συνεπέρανε, ότι δεν μπορούσε να γίνει τίποτε για την ισοσκέλιση του προϋπολογισμού πριν από το Πάσχα. Εδήλωσα, ότι η σύσκεψη θα επαναλαμβάνετο μετά από μία εβδομάδα και πρόσθεσα: «Αν δεν έχουν ευρεθεί μέχρι τότε τα αναγκαία μέσα, θα τα εξεύρουν άλλοι». Η προειδοποίηση, έμμεση αλλά σαφής, υπήρξε αποτελεσματική. Στη νέα σύσκεψη, ο Ζαφειρόπουλος εδήλωσε, ότι θα εξασφαλίζοντο πόροι τριπλάσιοι των αιτουμένων. Παρετήρησα, ότι θα χρησιμοποιηθούον μόνον όσοι εχρειάζοντο για την ισοσκέλιση του προϋπολογισμού πριν από το Πάσχα. Εδήλωσα, ότι η σύσκεψη θα επαναλαμβάνετο μετά από μια εβδομάδα και πρόσθεσα: «Αν δεν έχουν ευρεθεί μέχρι τότε τα αναγκαία μέσα, θα τα εξεύρουν άλλοι». Η προειδοποίηση, έμμεση αλλά σαφής, υπήρξε αποτελεσματική. Στη νέα σύσκεψη ο Ζαφειρόπουλος εδήλωσε, ότι θα εξασφαλίζοντο πόροι τριπλάσιοι των αιτουμένων. Παρετήρησα, ότι θα χρησιμοποιηθούν μόνον όσοι εχρειάζοντο για την ισοσκέλιση του προϋπολογισμού». *** Αφού, πλέον, κατά τρόπον απόλυτα μυστικό ετοιμάστηκαν όλες οι λεπτομέρειες, ο υπουργός Συντονισμού, ανήγγειλε την αναπροσαρμογή διά του ραδιοφώνου από το σπίτι του, το βράδυ της 9ης Απριλίου 1953. Καθώς, δε, αποκάλυψε ο Μαρκεζίνης, μέχρι το πρωί της ημέρας εκείνης, κανένας, πλην του πρωθυπουργού εγνώριζε το παραμικρό. Ήταν, ωστόσο, τόσον επιτυχημένη η προετοιμασία της αναγγελίας της υποτίμησης, ώστε διαδόθηκε σκόπιμα, ότι επιλέγηκε η 9η Απριλίου και η 9η βραδινή, διότι συνέπιπτε την ημέρα των γενεθλίων μου. (9 Απριλίου 1909). Η αλήθεια, όμως, όπως θα εξηγήσει αργότερα ο τότε υπουργός Συντονισμού, ήταν διαφορετική. Η 9η Απριλίου ήταν Μεγάλη Πέμπτη και οι επόμενες πέντε ημέρες ήσαν ημέρες αργίας. Έτσι, θα αποφευγόταν ενδεχόμενη άμεση αντίδραση, χωρίς να χρειαστεί να κλείσει το Χρηματιστήριο, πράξη που περιέκλειε τους δικούς της κινδύνους. Έδωκα, μάλιστα, περαίνει ο Μαρκεζίνης πανηγυρικό τόνο στην εξαγγελία, ενώ στην πραγματικότητα το νόμισμα έχανε αξία, καθόσον έκρινα, πως δεν υπήρχε λόγος να μελαγχολήσει η κοινή γνώμη· αντίθετα, έπρεπε να δει με αισιοδοξία το μέλλον. (ʼλλοι καιροί, άλλες ευαισθησίες, άλλοι τρόποι σκέψης και ενέργειας των πολιτικών μας!). Εν τω μεταξύ, η προκριθείσα και επιβεβλημένη μυστική προετοιμασία, ως και αιφνίδια αναγγελία της υποτίμησης είχε και τα επακόλουθά της. Το γεγονός το έφερε στο φως της δημοσιότητας ο ίδιος ο Μαρκεζίνης το 1994, όπου γράφει επί του προκειμένου: «...Την επόμενη της εξαγγελίας εζήτησε να με δει ο Βασιλεύς Παύλος. Διεμαρτυρήθη, διότι δεν το είχα ενημερώσει προηγουμένως, επί ενός τόσον σημαντικού οικονομικού μέτρου. Πράγματι, είχα αποφύγει να το πράξω, διότι δεν εμπιστευόμουν το Ανακτορικό περιβάλλον. «Μεγαλειότατε, το δικό μου καθήκον ήταν να ενημερώσω εγκαίρως τον πρωθυπουργό. Αυτό και έπραξα. Τα παράπονά σας, συνεπώς, θα έπρεπε να τα απευθύνετε σε κείνον». Ο Παπάγος, στον οποίο μετέφερα τον διάλογο, έδειξε ευχαριστημένος από την απάντηση. Ο Βασιλεύς, όμως, απέφυγε να τον καλέσει. (Σ.Β. Μαρκεζίνης. Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος. Τόμος τρίτος, σελ. 13. Αθήνα 1994). Έτσι, η ισοτιμία της δραχμής προς το δολάριο των ΗΠΑ ορίσθηκε από της 9ης εσπερινής ώρας της 9ης Απριλίου 1953 σε τριάντα χιλιάδες (30.000) δραχμές κατά δολάριο, καθώς, επίσης και η ισοτιμία της δραχμής προς την αγγλική λίρα και τα λοιπά νομίσματα ορίστηκε από την Τράπεζα της Ελλάδας, με βάση της σχέσης εκάστου προς το δολάριο των ΗΠΑ. Χωρίς υπερβολή, η αναπροσαρμογή εκείνη, (9-4-1953), της αξίας της δραχμής σε συνάλλαγμα αποτέλεσε ορόσημο στη μεταπολεμική οικονομία της Ελλάδας, καθόσον, εκτός των άλλων, συνδυάστηκε με την αποκατάσταση ελευθερίας των εισαγωγών και έδωκε ώθηση στη βαθμιαία απελευθέρωση της οικονομικής δραστηριότητας από πολλές κρατικές ρυθμίσεις, εκτός του ότι και τα μέτρα που καθιερώθηκαν για την κατοχύρωση της νομισματικής σταθερότητας προκάλεσαν αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο εθνικό νόμισμα. Στα Δωδεκάνησα, ύστερα από τη συναλλαγματική αναπροσαρμογή, σε συνάρτηση και με το υφιστάμενο ειδικό δασμολογικό εισαγωγής, η κατάσταση άλλαξε ριζικά. Η ελευθερία των εισαγωγών για το εμπόριο και γενικότερα για τη δωδεκανησιακή οικονομία υπήρξε ένας σοβαρός σταθμός στην αύξηση του τουρισμού, γιατί η συναλλαγματική μεταβολή ενίσχυσε το τουριστικό ρεύμα προς την περιοχή, στην αρχή με την προσέλκυση του εσωτερικού τουρισμού και, με την πάροδο του χρόνου, σε μεγαλύτερη, μάλιστα, κλίμακα του εξωτερικού τουρισμού. Σε ένα χρόνο από την υποτίμηση, από 1ης Μαΐου 1954, περικόπησαν τα τελευταία τρία μηδενικά από τους αριθμούς, που έδειχναν τις νομισματικές αξίες. Το ίδιο έγινε και για όλες τις απαιτήσεις και οφειλές, που ήταν υπολογισμένες σε νομισματικές μονάδες. Ο μακαρίτης Αθανάσιος Κανελλόπουλος, έγραφε τον Αύγουστο του 1961 στον Οικονομικό Ταχυδρόμο: «Κατά την 4ετία 1953-1956, συνεπεία της υποτίμησης του Εθνικού νομίσματος, εσημειώθησαν άμεσοι ευνοϊκοί αντίκτυποι επί της ακαθαρίστου εγχωρίου παραγωγής, ιδία, δε, εις τους κυριοτέρους τομείς, τη γεωργία και τη μεταποίηση, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν πλέον του 50% του συνολικού όγκου του ακαθαρίστου εγχωρίου προϊόντος. Η ποσοστιαία αύξησις έφθασε το 43% περίπου, ο δε ετήσιος ρυθμός αυξήσεως το 7,6%». * Γράφει ο Κυριάκος Ι. Φίνας

Διαβάστε ακόμη

Δρ. Μελίνα Φιλήμονος - Τσοποτού: Τα νησιά, τα μουσεία και οι φύλακες

Σπύρος Συρόπουλος: "Δωριέας: Ο αρχιτέκτονας του πολιτικού μεγαλείου μιας διαχρονικής πόλης"

Φίλιππος Ζάχαρης "«Δικαίωμα στη Λήθη»: H ασφαλιστική κάλυψη των ασθενών που επιβίωσαν από καρκίνο"

Γιάννης Παρασκευάς: Οι ενστάσεις και η ουσία του πολιτικού προβλήματος

Φίλιππος Ζάχαρης: Ο πολύπλευρος άνθρωπος σε μία πολύπλοκη ζωή

Ηλίας Καραβόλιας: «Η επικίνδυνη εμμονή»

Θανάσης Καραναστάσης: Με τους... κράχτες στην Ευρωβουλή

Σωτήρης Ντάλης: "Iσραήλ- Ιράν: Από τον σκιώδη πόλεμο στην απόλυτη σύγκρουση;"