Οι Τρεις Ιεράρχες της Παιδείας και της Ορθοδοξίας

Οι Τρεις Ιεράρχες της Παιδείας και της Ορθοδοξίας

Οι Τρεις Ιεράρχες της Παιδείας και της Ορθοδοξίας

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 697 ΦΟΡΕΣ

Τρεις φωτισμένες μορφές στο θολό πανόραμα της εποχής μας


Γράφει η
Στέλλα Π. Βουτσά
Φιλόλογος Γυμνασίου Καλυθιών Ρόδου,
Διδάκτωρ Λογοτεχνίας

Σήμερα γιορτάζουμε και τιμούμε τρεις κορυφαίες μορφές του Χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας, τρεις κορυφαίες φυσιογνωμίες της Παιδείας και των ελληνικών γραμμάτων: το Μέγα Βασίλειο από την Καισάρεια της Καππαδοκίας (330-379), το Γρηγόριο το Ναζιανζηνό ή Θεολόγο από την Αριανζό, επίσης της Καππαδοκίας (329-390) και τον Ιωάννη Χρυσόστομο από την Αντιόχεια της Συρίας (345-407).

Και οι τρεις οφείλουν πολλά στις μητέρες τους για το ήθος και τη χριστιανική τους ανατροφή: στην Εμμέλεια ο Μέγας Βασίλειος, στη Νόννα ο Γρηγόριος και στην Ανθούσα ο Χρυσόστομος. Σχετικά με αυτό, ο Λιβάνιος, εθνικός (ειδωλολάτρης) δάσκαλος του Ιωάννη του Χρυσοστόμου έλεγε χαρακτηριστικά: «Ίδετε ποίας θαυμαστάς γυναίκας έχουν οι χριστιανοί!».

Η μόρφωση και των τριών πολύπλευρη, η ευρυμάθειά τους αξιοθαύμαστη: εντρύφησαν στα αρχαία ελληνικά γράμματα, στη ρητορική και στη φιλοσοφία. Ο Μέγας Βασίλειος, μάλιστα, προχώρησε ακόμη πιο πέρα, σπουδάζο­ντας όλες τις γνωστές επιστήμες της εποχής του: φιλολογία, ρητορική, φιλοσοφία, γεωμετρία, αστρονομία και ιατρική, ήταν δηλαδή ο κατεξοχήν πανεπιστήμονας, homo universalis της εποχής του.

Όλοι οι δρόμοι προς την επαγγελματική ανέλιξη και καταξίωση πρόβαλλαν μετά από τέτοιες σπουδές εμπρός του. Εκείνος, όμως, επέλεξε τον στενό δρόμο της ασκήσεως μαζί με τον συσπουδαστή του, τον άγιο Γρηγόριο τον θεολόγο. Διέκοψε την άσκηση για να υπηρετήσει την Εκκλησία, η οποία δοκιμαζόταν από τις αιρέσεις. Και όσο για τον επισκοπικό θρόνο που κατέλαβε, αυτόν δεν τον θεώρησε ποτέ ως ένδειξη κοινωνικής προβολής, γι’ αυτό και δε δίστασε να έλθει σε σύγκρουση με τον αιρετικό αυτοκράτορα, ο οποίος δια του απεσταλμένου του τον εκβίαζε να αποδεχθεί την αιρετική διδασκαλία.

Ο διάλογος του Αγίου Βασιλείου με τον ύπαρχο της Ανατολής Μόδεστο, εκπρόσωπο της κοσμικής εξουσίας, αποτελεί μνημείο ελευθερίας λόγου και ανδρείας. (Στη Γ’ Λυκείου διδάσκεται στη Νεοελληνική Γλώσσα στο Κεφάλαιο ‘Δίκαιος-Άδικος Λόγος’ και πάντα εντυπωσιάζει τους μαθητές.)

Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός σπούδασε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας. Εκεί, στην Αθήνα, γνώρισε τον Ιουλιανό (το μετέπειτα αυτοκράτορα Ιουλιανό τον Παραβάτη), καθώς και το Μέγα Βασίλειο. Οι δύο άνδρες, Γρηγόριος και Βασίλειος, συνδέθηκαν από τότε με βαθιά φιλία. Ο Βασίλειος, μάλιστα, χειροτόνησε το φίλο του Γρηγόριο επίσκοπο το 372.

O Ιωάννης ο Χρυσόστομος, μαθήτευσε, όπως προαναφέρθηκε, σε έναν από τους μεγαλύτερους λογίους και πνευματικούς ανθρώπους της εποχής του, το σοφιστή Λιβάνιο, ο οποίος του δίδαξε ρητορική και αρχαία ελληνική φιλολογία. Ο Λιβάνιος, λέγεται, ότι ήθελε τον Ιωάννη διάδοχό του, σύμφωνα όμως με τα λεγόμενά του, του τον «εσύλων οι χριστιανοί», του τον άρπαξαν δηλαδή οι χριστιανοί.

Η φήμη του Ιωάννη ως κληρικού σύντομα ξεπέρασε τα όρια της πατρίδας του, της Αντιόχειας, κι έφτασε ως την Κωνσταντινούπολη. Τέτοια ήταν η ρητορική ικανότητα του Χρυσοστόμου, ώστε οι σύγχρονοί του τον αποκάλεσαν «Δημοσθένη της Εκκλησίας». Ο αυτοκράτορας Αρκάδιος τον κάλεσε τότε στην πρωτεύουσα και τον διόρισε το 397 Πατριάρχη. Ως Πατριάρχης ο Χρυσόστομος υπήρξε δριμύς επικριτής κάθε κακώς κειμένου τόσο στο χώρο της εκκλησίας όσο και του κράτους. Από τις αυστηρές επικρίσεις του δεν εξαιρέθηκε ούτε η αυτοκράτειρα Ευδοξία. Η ελευθεροστομία του αυτή και η παρρησία του κόστισε στο Χρυσόστομο τον οριστικό εκτοπισμό του στον Πόντο, όπου και πέθανε.

Οι Τρεις Ιεράρχες ήταν πεπεισμένοι ότι τα αρχαία ελληνικά γράμματα είναι δυνατό να συνυπάρξουν με το χριστιανισμό. Εδώ ακριβώς έγκειται και η μοναδική προσφορά τους: στο γεγονός, δηλαδή, ότι μετά τις αρχαιόπληκτες ουτοπίες του Ιουλιανού του Παραβάτη για επαναφορά του δωδεκάθεου και των αρχαίων μυστηρίων, αλλά και μπροστά στις υπερβολές ενός αυτοκράτορα Θεοδόσιου για συλλήβδην καταδίκη της αρχαιοελληνικής παιδείας, επειδή είχε συνδεθεί με την αρχαία θρησκεία (από την οποία καταδίκη και κατάργηση δε γλίτωσαν ούτε οι Ολυμπιακοί Αγώνες), οι τρεις αυτοί Πατέρες της Εκκλησίας στάθηκαν στη μέση κι έβαλαν τα πράγματα στη θέση τους.

Σύμφωνα με τους σοφούς αυτούς λογίους, λοιπόν, δε θα απορρίψουμε άκριτα το αρχαιοελληνικό παρελθόν, με την κατηγορία ότι είναι ειδωλολατρικό, αλλά θα κρατήσουμε από αυτό τα διαμάντια του, ό,τι αξίζει από την αρχαία ελληνική σκέψη και διανόηση, ακριβώς όπως η μέλισσα πηγαίνει σε όλα τα λουλούδια, επιλέγει όμως προσεκτικά από αυτά τη γύρη που χρειάζεται.

Ας μας επιτραπεί να παραστήσουμε σχηματικά την εξέλιξη αυτή: δράση-αντίδραση-σύνθεση. Μετά από κάθε δράση (Ιουλιανός), υπάρχει μια αντίδραση (Θεοδόσιος), για να επέλθει τελικά η σύνθεση και να ισορροπήσει το εκκρεμές. Τη σύνθεση αυτή, που έφερε την οριστική λύση στη σύγκρουση μεταξύ της παλαιάς και της νέας θρησκείας, αντιπροσωπεύουν οι τρεις Ιεράρχες.

Η προσφορά όμως των Τριών Πατέρων της Εκκλησίας μας δεν εξαντλείται εδώ. Καθοριστική υπήρξε η συμβολή τους και στην αντιμετώπιση των αιρέσεων. Συγκεκριμένα, ο Άγιος Γρηγόριος κλήθηκε από τους κατοίκους της Κωνσταντινουπόλεως να αναλάβει την υπεράσπισή της ορθοδοξίας εναντίον του Αρειανισμού.

Τότε, μέσα στο ναό της Αγίας Αναστασίας υποστήριξε με πέντε ένθερμους λόγους του τη θεότητα «του Υιού και Λόγου του Θεού», δηλαδή του Χριστού, ενάντια στις δογματικές αποκλίσεις των Αρειανών, οι οποίοι πρέσβευαν ότι ο Υιός είναι δημιούργημα του Πατρός, αμφισβητώντας τη θεότητά του. Έπειτα από αυτούς τους λόγους, ο Άγιος Γρηγόριος πήρε την προσωνυμία «Θεολόγος», ενώ ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος τον τίμησε ανεβάζοντάς τον στον αρχιεπισκοπικό θρόνο.

Τέλος, αναμφισβήτητη υπήρξε η προσφορά των τριών Ιεραρχών στον τομέα της φιλανθρωπίας και της κοινωνικής προσφοράς. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρούσε τη φιλανθρωπία ως τη βασίλισσα των αρετών, ενώ συνήθιζε να λέει: «Δώσε ψωμί και πάρε Παράδεισο!». Ο δε Μέγας Βασίλειος δίδαξε με το προσωπικό του παράδειγμα την αλληλεγγύη, αφού ως επίσκοπος έζησε βίο ασκητικό, μοιράζοντας την περιουσία του στους φτωχούς και κρατώντας για τον εαυτό του μόνο ένα μικρό μέρος της.

Με δική του πρωτοβουλία, μάλιστα, ιδρύθηκαν διάφορα κοινωφελή ιδρύματα, πτωχοκομείο, γηροκομείο, νοσοκομείο, λεπροκομείο, ορφανοτροφείο, τα οποία αποτέλεσαν τη μετέπειτα «Βασιλειάδα», δηλαδή τη φιλάνθρωπο πόλη του Μεγάλου Βασιλείου, η οποία φιλοξενούσε 30.000 ανθρώπους κατατρεγμένους και αναξιοπαθούντες.

Τι να πρωτοπεί κανείς για τους τρεις Ιεράρχες; Φωτισμένοι Πατέρες, αντιπρόσωποι της υγιούς χριστιανικής ορθόδοξης διανόησης, εκκλησιαστικοί συγγραφείς πολυγραφότατοι (με θεολογικά έργα, επιστολές, λειτουργίες), δεινοί ρήτορες, εμπνευσμένοι φιλόλογοι και λόγιοι, φιλάνθρωποι αρωγοί με κοινωνικές ευαισθησίες, αντιπροσωπεύουν τον «χρυσουν αιώνα του Χριστιανισμού». Εμείς, η εκπαιδευτική κοινότητα, τόσο οι διδάσκοντες όσο και οι διδασκόμενοι, ζητούμε ταπεινά από τις σεβάσμιες αυτές μορφές την πολύτιμη φώτιση και καθοδήγησή τους στο έργο μας, ιδιαίτερα στους δύσκολους και κρίσιμους καιρούς που διανύουμε.

Κλείνουμε με ένα απόσπασμα από το μνημειώδη λόγο του Μεγάλου Βασιλείου «ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ, ΟΠΩΣ ΑΝ ΕΞ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΩΦΕΛΟΙΝΤΟ ΛΟΓΩΝ», όπου ο Μέγας Ιεράρχης αναφέρεται στη δυσκολία αλλά και στην ομορφιά του δρόμου της αρετής. Στο λόγο αυτό φαίνεται πολύ καθαρά το πάντρεμα που προαναφέραμε, το οποίο πέτυχε ο Μέγας Βασίλειος -όπως και οι άλλοι Ιεράρχες- ανάμεσα στο αρχαίο ελληνικό πνεύμα και τη χριστιανική διδασκαλία:

Όταν οι ψυχές των νέων εξοικειωθούν κάπως και συνηθίσουν την αρετή, η ωφέλεια είναι μεγάλη γιατί όσα μαθαίνουν οι άνθρωποι από νέοι μένουν αμετακίνητα· οι ψυχές των νέων είναι απαλές, γι’ αυτό και χαράζονται βαθιά μέσα τους όσα μαθαίνουν. […]

Ο δρόμος που οδηγεί στην αρετή είναι στην αρχή τραχύς και δυσκολοδιάβατος. Είναι ανηφορικός και χρειάζεται πολύ ιδρώτα και κόπο. Ακόμη και να τον πλησιάσει κανείς αυτό το δρόμο είναι δύσκολο, γιατί είναι απόκρημνος.

Αλλά και αν τον πλησιάσει, δε θα φτάσει εύκολα στην κορφή του· όταν όμως φτάσει εκεί, θα δει πόσο ομαλός και πόσο ωραίος είναι αυτός ο δρόμος, πόσο ευκολοδιάβατος και πόσο πιο εύκολος από τον άλλο εκείνο δρόμο που οδηγεί στην κακία και που, καθώς είπε ο ίδιος ο ποιητής, ο Ησίοδος, μπορεί να τον διαβεί κανείς μονομιάς γιατί είναι πιο κοντινός.

Εγώ πραγματικά πιστεύω πως αυτά μας τα ιστόρησε ο Ησίοδος όχι για τίποτε άλλο παρά μονάχα για να μας προτρέψει προς την αρετή επιδιώκοντας να γίνουμε καλοί, να μη δειλιάζουμε μπροστά στους κόπους και να μην υποχωρούμε πριν φτάσουμε στο τέρμα του δρόμου.

(Απόδοση στα νέα ελληνικά Άλκη Τροπαιάτη)

Διαβάστε ακόμη

Δρ. Μελίνα Φιλήμονος - Τσοποτού: Τα νησιά, τα μουσεία και οι φύλακες

Σπύρος Συρόπουλος: "Δωριέας: Ο αρχιτέκτονας του πολιτικού μεγαλείου μιας διαχρονικής πόλης"

Φίλιππος Ζάχαρης "«Δικαίωμα στη Λήθη»: H ασφαλιστική κάλυψη των ασθενών που επιβίωσαν από καρκίνο"

Γιάννης Παρασκευάς: Οι ενστάσεις και η ουσία του πολιτικού προβλήματος

Φίλιππος Ζάχαρης: Ο πολύπλευρος άνθρωπος σε μία πολύπλοκη ζωή

Ηλίας Καραβόλιας: «Η επικίνδυνη εμμονή»

Θανάσης Καραναστάσης: Με τους... κράχτες στην Ευρωβουλή

Σωτήρης Ντάλης: "Iσραήλ- Ιράν: Από τον σκιώδη πόλεμο στην απόλυτη σύγκρουση;"