Σχολικές αναμνήσεις στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς

Σχολικές αναμνήσεις στα  δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς

Σχολικές αναμνήσεις στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 301 ΦΟΡΕΣ

Από τις εφημερίδες και το internet μαθαίνουμε ότι στην Ελλάδα 120.000 δάσκαλοι και καθηγητές διδάσκουν 1.200.000 μαθητές Δημοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης και αρκετά σχολεία δεν άνοιξαν εφέτος από έλειψη διδακτικού προσωπικού.

Για τον ίδιο λόγο, σχολεία και Γυμνάσια με ένα-δυο δεκάδες μαθητές, έχουν μεν καθηγητή Αγγλικών, αλλά στερούνται καθηγητές Γαλλικών, Γερμανικών και μερικών άλλων ειδικοτήτων, που δεν τις βρίσκεις ούτε σε Αμερικανικά δευτεροβάθμια σχολεία 5.000 μαθητών. Με αυτές τις σκέψεις το μυαλό μου πάει επτά δεκαετίες πίσω, στα μαθητικά μου χρόνια.

Τον Σεπτέμβρη του 1943, με την συνθηκολόγηση της Ιταλίας, την κατάληψη της Δωδεκανήσου από τους Γερμανούς και των πολιτικο-στρατιωτικών γεγονότων που ακολούθησαν δεν άνοιξαν ούτε τα Ιταλικά σχολεία στα Δωδεκάνησα, που μας είχαν υποχρεώσει να φοιτούμε οι Ιταλοί. Είχαν περάσει τα Χριστούγεννα και κόντεψε να τελειώσει το 1943, όταν ο γερμανός υπολοχαγός Hans Vogeler ξεκίνησε από την Ρόδο με το καΐκι Laurana και 60 Γερμανούς στρατιώτες για να ενισχύσει την Γερμανική φρουρά της Καρπάθου.

Αλλά μόλις ξεκίνησε από τη Ρόδο έπιασε φουρτούνα και αναγκάστηκε να μείνει στην Χάλκη, μια εβδομάδα, μέχρι να φτιάξει ο καιρός. Ευχαριστημένος από τις περιποιήσεις των Χαλκιτών τους ρώτησε τι μπορούσε να τους προσφέρει και αυτοί του ζήτησαν να επιτρέψει να ανοίξουν τα Ελληνικά σχολεία και, παρά τις σπασμωδικές αντιδράσεις των Ιταλών, τα σχολεία άνοιξαν.

Στις 6 Ιανουαρίου, ο Vogeler έφτασε στην Κάρπαθο και εκτός των στρατιωτικών του καθηκόντων ανέλαβε χρέη πολιτικού μεσολαβητή μεταξύ των Γερμανών και των κατοίκων του νησιού. Μόλις έγινε γνωστό, από Καρπάθιους ναυτικούς που υπηρετούσαν στο Laurana, το περιστατικό της Χάλκης τον πλησίασε ο δάσκαλος Χριστόφορος Σακελλαρίδης, γραμματέας της Μητρόπολης Καρπάθου-Κάσου, και του ζήτησε να επιτρέψει να ξανανοίξουν τα Εληνικά σχολεία. Εκ των υστέρων διαπιστώσαμε τα φιλελληνικά τους αισθήματα, εμποτισμένος με τα ιδανικά της Αρχαίας Ελλάδας.

Σαν μάνα από τον ουρανό δέχτηκαν οι Καρπάθιοι το άνοιγμα των Ελληνικών, οι οποίοι κινητοποιήθηκαν και σε δυο τρεις μέρες ξανάνοιξαν τα Ελληνικά σχολεία, σ' όλα τα χωριά της Καρπάθου. Εμείς τα Πηγαδιωτάκια πήγαμε στο σχολείο του Απερίου, όπου είχαν μετακομίσει οι οικογένειες μας λόγω των πολεμικών γεγονότων. Όλοι οι δάσκαλοι που τους είχαν παύσει οι Ιταλοί και δεν τους είχαν εξορίσει, δέχτηκαν να διδάξουν αφιλοκερδώς. Στο Απέρι το σχολείο λειτούργησε με διευθυντή τον Χριστόφορο Σακελλαρίδη και δασκάλους τους Μανώλη Λάμπρο, Νικόλαο Μαυράκη, Γιώργο Χιωτάκη, Ευανθία Μοσχονά και τη Μαρίτσα της Χαριστούλας.

Οι δάσκαλοι χώρισαν τους μαθητές σε δύο κατηγορίες: στους γεννημένους στην δεκαετία του 1920 που πρόφθασαν να φοίτησαν στα Ελληνικά σχολεία, προτού τα κλείσουν οι Ιταλοί το 1937, και στους γεννημένους στην δεκαετία του 1930 που δεν φοίτησαν στα Ελληνικά σχολεία.

Η κατάταξη στις διάφορες τάξεις γινόταν ανάλογα με την ηλικία και τη γνώση της Ελληνικής γλώσσας. Παρά τις απαγορεύσεις των Ιταλών, ορισμένα παιδιά είχαν διδαχθεί Ελληνικά στο "κρυφό σχολείο της Δωδεκάνήσου", από τους δασκάλους που είχαν παύσει οι Ιταλοί και από τους γονείς τους. Όλα τα παιδιά μιλούσαν άπταιστα Ελληνικά.

Το πρώτο μάθημα άρχιζε με το Ελληνικό αλφάβητο. Η διδασκαλία ήταν, κυρίως προφορική, γιατί δεν υπήρχε γραφική ύλη και τα βιβλία ήταν λιγοστά. Υπήρχαν πίνακες αλλά δεν είχαμε κιμωλίες. Πέρναμε μικρά κομάτια γύψου, τα ψήναμε στο φούρνο και τα τρίβαμε μέχρι να γίνουν σκόνη, την οποία ανακατεύαμε με νερό και αφήναμε το μείγμα να ξεραθεί, μέχρι να γίνει κάτι που έμοιαζε με κιμωλία, αλλά κακής ποιότητας. Μας έμαθαν Ελληνικά πατριωτικά τραγούδια και πρώτα απ' όλα τον Εθνικό μας ύμνο, τον οποίο εκτός στο σχολείο τραγουδούσαμε μέσα στο δρόμο όταν συναντούσαμε κάποιον Ιταλό.

Πολλοί από τους Γερμανούς που υπηρετούσαν στην Κάρπαθο ήταν πρώην πολιτικοί κρατούμενοι με καλλιτεχνικά προσόντα, οι οποίοι δημιούργησαν ένα θεατρικό θίασο. Ο Θίασος έφτιαξε μια παιδική κωμωδία και την παρουσίασαν στο σχολείο μας. Ένωσαν τις δυο πιο μεγάλες αίθουσες, χωρέσαμε όλα τα παιδιά και άρχισε η παράσταση. Ήταν κάποιος που τον κυνηγούσε η αστυνομία μέσα σ' ένα μουσείο και δεν έβρισκε τρόπο να διαφύγει.

Στην απελπισία του έβγαλε τα ρούχα του, έμεινε με το σώβρακο και παρίστανε το άγαλμα. Πέρασαν δυο αστυνομικοί που τον κυνηγούσαν αλλά δεν πήραν είδηση τη μεταμφίεση. Σε λίγο πέρασε η καθαρίστρια με ένα σφουγγάρι και έναν κουβά νερό, δεν αντιλήφθηκε και αυτή τη μεταμφίεση και περιέλουσε το "άγαλμα" με κρύο νερό για να το πλύνει. Ο δραπέτης τουρτούριζε από το κρύο αλλά προσπαθούσε να μη το δείχνει, τα παιδιά ξεκαρδίστηκαν στο γέλιο. Για μια στιγμή ξέχασαν τον πόλεμο, την πείνα και τον φόβο των Γερμανών και τους ένιωσαν σαν ανθρώπους.

Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους απελευθερώθηκε η Κάρπαθος και μόλις ήλθαν οι Άγγλοι άρχισαν τα σχολεία να λειτουργούν κανονικά, με τα μέσα της εποχής. Το σχολείο μας στα Πηγάδια είχε 165 μαθητές και τρεις δασκάλους. Τις δυο πρώτες τάξεις δίδασκε η Μαρία Μακρή, την Τρίτη και Τετάρτη η Φωτεινή Πιττά και τις δυό τελευταίες ο Βάσος Οικονομίδης, που ήταν και ο Διευθυντής του Σχολείου.

Βιβλία δεν υπήρχαν, προσπαθήσαμε να οικονομηθούμε με αυτά που μπόρεσαν να κρύψουν οι δασκάλοι και γονείς μας, όταν οι Ιταλοί απαγόρευσαν την διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας. Την επόμενη χρονιά μας έφεραν οι Άγγλοι από την Κύπρο Ελληνικά αναγνωστικά και βιβλία αριθμητικής. Τον επόμενο χρόνο μας έστειλαν μεταχειρισμένα βιβλία από την Αθήνα, δωρεά μαθητών προηγουμένων ετών. Σε αρκετά βιβλία υπήρχαν συγκινητικά γράμματα με την διεύθυνση του αποστολέα. Πολλά παιδιά έπιασαν αλληλογραφία που κράτησε χρόνια.

Η εξεύρεση γραφικής ύλης ήταν το άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζαμε, δεν υπήρχαν τετράδια, μολύβια και μελάνι. Οι πιό ενεργητικοί από τους μαθητές έμπαιναν, από ένα φεγγίτη, στο υπόγειο του Διοικητηρίου, όπου οι Ιταλοί φύλαγαν τα αρχεία τους και ψάχναμε για μισογραμμένες κόλες. Όσες βρισκαμε τις κόβαμε στο ίδιο μέγεθος και με βελόνι και κλωστή τις ράβαμε και τις κάναμε τετράδιο. Για μελάνι χρησιμοποιούσαμε μολύβια της κόπιας (έτσι τα λέγανε). Τα σχίζαμε στη μέση και με ένα ξυραφάκι κάναμε σκόνη το περιεχόμενο, το οποίο ανακατεύαμε με νερό για να το κάνουμε μελάνι. Τον επόμενο χρόνο λύθηκε κι αυτό το πρόβλημα. Ο Μανώλης Λάμπρος έστειλε στο σχολείο μας από την Αμερική δέκα μεγάλες βαλίτσες γεμάτες γραφική ύλη.

Επειδή στα Πηγάδια δεν υπήρχε σχολικό κτίριο, οι δυο τελευταίες τάξεις έκαναν μάθημα στον Γυναικωνίτη της Βαγγελίστρας και οι υπόλοιπες τάξεις σε δυό μεγάλες αίθουσες, στο σπίτι του Μπρα που ήταν ακατοίκητο. Τον επόμενο χρόνο το σχολείο μετακόμισε στο κτίριο του Αλέξη Μανωλάκη, που το χρησιμοποιούσαν οι Ιταλοί για σχολείο.

Ένα χρόνο αργότερα, ο Δήμος ζήτησε από τον Αυστραλιακής καταγωγής Βρετανό λοχαγό Charles J. Bonnington, υπεύθυνο πολιτικών υποθέσεων, να παραχωρήσει το πρώην Ιταλικό στρατιωτικό κτίριο "Κονάκι", για να στεγάσει το σχολείο. Μετά την θετική απάντηση του Bonnington, η "Σχολική Επιτροπή Πηγαδιωτών Αμερικης" έστειλε τα αναγκαία χρήματα για την μετατροπή του κτιρίου σε σχολείο.

Μετά την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου και με χρήματα του "Marshall Plan" μας πρόσφεραν βιταμίνες, σταφιδόψωμο και κακάο, γιατί πολλά παιδιά έπασχαν από υποβιταμίνωση και υποσιτισμό. Με το ίδιο πρόγραμμα έστειλαν γιατρούς και μας εμβολίασαν για φυματίωση και άλλες μεταδοτικές ασθένιες. Θυμάμαι μια νοσοκόμα, Αλέκα Κατσέλη την λέγανε, που με πόση αγάπη μας περιέβαλε και ρωτούσε να μάθει, από μας τα παιδιά, τι υποφέραμε στα χρόνια της Φασιστικής Ιταλοκρατίας και του πολέμου στα Δωδεκάνησα.

Το 1948, όταν πρωτοπήγα στο Γυμνάσιο, περπατούσαμε οκτώ χιλιόμετρα το πρωΐ και άλλα τόσα το απόγευμα από τα Πηγάδια στο Απέρι. Τα περισσότερα παιδιά ήταν ξυπόλητα και όσα είχαν παπούτσια τα φορούσαν όταν έφθαναν στο σχολείο και τα 'βγαζαν όταν έφευγαν. Τέσσερις καθηγητές δίδασκαν 350 μαθητές που φοιτούσαν σε πέντε τάξεις (τον επόμενο χρόνο προστέθηκε και η έκτη τάξη). Ήταν οι φιλόλογοι Αριστοτέλης Σταυράκης (που ήταν και ο Γυμνασιάρχης) και Ιωάννης Σκαρδάσης, ο θεολόγος Αντώνης Μαστρογιάννης και ο μαθηματικός Ανδρέας Κατσάνης, ο οποίος δίδασκε μαθηματικά, φυσική και γεωγραφία και στις πέντε τάξεις.

Από 50 ως 90 παιδιά φοιτούσαν στην κάθε τάξη και αντί για δυό, τρία παιδιά κάθονταν στο κάθε θρανίο και πολλοί μαθητές στέκονταν όρθιοι. Επειδή πολλοί μαθητές ήταν υπερήλικοι, γιατί οι Ιταλοί είχαν απαγορεύσει την διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας, δυο τρεις φορές το χρόνο γινόντουσαν οι λεγόμενες κατατακτήριες εξετάσεις. Υπήρχαν υπερήλικοι μαθητές που μέσα σε ένα χρόνο κάλυψαν δυο και τρεις τάξεις. Παρ' όλες τις ελείψεις και τις αντιξοότητες που αντιμετωπίσαμε στα Δωδεκάνησα, όπως και όλα τα παιδιά της υπόλοιπης Ελλάδας, που φοίτησαν με παρόμοιες συνθήκες. μάθαμε γράμματα, αν κρίνουμε από τα αποτελέσματα.

Μετά το Γυμνάσιο, πολλοί συνέχισαν τις σπουδές και άλλοι ασχολήθηκαν με τις επιχειρήσεις, τις τέχνες και άλλα επαγγέλματα, με μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και δεν είναι λίγοι όσοι κατέλαβαν πανεπιστημιακές έδρες σε φημισμένα πανεπιστήμια. Κάθε οικογένεια, πλούσια ή φτωχή, θεωρούσε μεγάλη της τιμή όταν αρίστευαν τα παιδιά τους. Σε πολλά παιδιά εκείνης της εποχής έκλεισε ο κύκλος της ζωής τους και όσοι βρίσκονται στο ηλιοβασίλεμα της διηγούνται με αγάπη τα δύσκολα χρόνια που πέρασαν και εύχονται ο Θεός να αναπαύει τις ψυχές αυτών που βοήθησαν να μάθουν γράμματα, κάτω υπό πολύ δύσκολες συνθήκες.

Γράφει ο Mανώλης Κασσώτης

Διαβάστε ακόμη

Πάνος Δρακόπουλος: «Στη θέση των διωκόμενων εκπαιδευτικών – ο καθένας»

Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Λονικέρα η ιαπωνική (Lonicera japonica), κοινώς αιγόκλημα, αγιόκλημα

Δημήτρης Προκοπίου: Θαλάσσιος τουρισμός

Ηλίας Καραβόλιας: Το συμβάν που έγινε σημείο

Αργύρης Αργυριάδης: Απορίες για μία φαραωνική μεταρρύθμιση στον χώρο της Δικαιοσύνης

Ηλίας Καραβόλιας: Οι νέοι μεγάλοι πόλεμοι

Κυριάκος Μιχ. Χονδρός: 109 χρόνια από ένα μεγάλο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού

Χρήστος Γιαννούτσος: Ψηφίζουμε στις Ευρωεκλογές επειδή δεν υπάρχει Planet B