«Αυτοί που έχουν λεφτά και δεν τα ξοδεύουν είναι μεγάλα κορόιδα…!»

«Αυτοί που έχουν λεφτά  και δεν τα ξοδεύουν  είναι μεγάλα κορόιδα…!»

«Αυτοί που έχουν λεφτά και δεν τα ξοδεύουν είναι μεγάλα κορόιδα…!»

Pοδούλα Λουλουδάκη

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 5925 ΦΟΡΕΣ

Ο Μιχάλης Μπούκουρης, στην ιστορία της ζωής του

Έπρεπε να ΄χουμε δυό ζωές, τη μια για να μαθαίνουμε και την άλλη για να ζούμε! Εμείς οι υπόλοιποι, γιατί ο Μιχάλης Μπούκουρης το είχε πιάσει το υπονοούμενο από την αρχή. Τη βίωνε τη χαρά του, τα έπαιρνε τα ρίσκα του, κι όταν έχανε δεν άρχιζε την κλάψα, μέχρι και σήμερα!

«Και σε παρακαλώ στον ενικό γιατί αισθάνομαι μειονεκτικά στον πληθυντικό», μου είπε όταν του ζήτησα να μιλήσει για τη ζωή του, ένας από τους ελάχιστους στη Ρόδο που φέρει επάξια τον τίτλο «φυσιογνωμία», από παιδί ακόμα! Που έκανε παιδιά στα 17 του χρόνια, που άνοιγε τις δισκοθήκες και τα μπαρ, κι έπαιζε και μουσική, που έκανε σοβαρά μαγαζιά με γούνες, και την «Παλιά Ιστορία»- την εποχή που είχε την κοτσίδα και φορούσε τις τιράντες- το ιστορικό εστιατόριο που δεν έβρισκες τραπέζι, κι ας το ξεκίνησε, απλά για να τρώει καλά ο ίδιος και μετά όλη η Ρόδος.

Πέτυχα την ημέρα των γενεθλίων του, είχε γενέθλια το Σάββατο και θα ΄ταν έξω με φίλους. Λίγο πριν όμως στο σπίτι με τα χαλιά που έφερνε απ΄ τα ταξίδια του και τα σκυλιά να φυλάνε τη μονοκατοικία, αναγνώρισα τον έφηβο που έκλεβε στα 15 του το αυτοκίνητο του πατέρα του τις νύχτες, φόρτωνε τους φίλους απ’ το Νιοχώρι και γύριζαν πίσω το πρωί!

Υπήρξατε ατίθασο παιδί!
Ναι, τα κλισέ δεν τα γούσταρα. Ήμουν παιδί όταν έγινε η παγκόσμια επανάσταση, Φλάουερ πάουερ, η απελευθέρωση της γυναίκας, η έκρηξη του τουρισμού στη Ρόδο… Πολύ Σκανδιναβία… Την έζησα από την αρχή της εγώ.

Φοράγατε τα στενά τζιν με ζώνη που είχε αγκράφα, μπότες καουμπόικες…
Περπάταγα στο Νιοχώρι και μύριζα τα γιασεμιά, τα φούλια, τα νυχτολούλουδα, μοσχοβόλαγε το Νιοχώρι. Κάναμε καντάδες με τους φίλους μου σε κορίτσια, κάναμε απαγορευμένα πάρτι, απαγορευμένα απ΄ το σχολείο, αφού φοράγαμε πηλίκιο.

Και κάνατε και βόλτες τη νύχτα με τ΄ αυτοκίνητο που κλέβατε απ΄ τον πατέρα σας, και το φέρνατε πίσω ξημέρωμα!
Έ, βέβαια, κι όταν το έβρισκε παρκαρισμένο λίγο διαφορετικά το πρωί, του έλεγε η μάνα μου, «άντε καλέ, αφού έτσι το πάρκαρες». Δεν είχε και πολλά αυτοκίνητα τότε η Ρόδος, και το ένα το οδηγούσε 15χρονος. Κι έπαιρνα και τους άλλους της γειτονιάς. Ένας τροχονόμος που κυκλοφορούσε το ήξερε.

Και πού πηγαίνατε;
Και πού δεν πηγαίναμε. Σε χωριά, σε ταβέρνες, σε ό,τι είχε τότε η Ρόδος.

Δεν ήσασταν από τη Ρόδο εσείς!
Στην Αθήνα γεννήθηκα. Έτυχε ο πατέρας μου να μετοικήσει στη Ρόδο. Έμπορος ήταν, είχε έρθει πολύ πριν από μένα. Το πρώτο του μαγαζί το άνοιξε το 1952 στην Ερμού, τον κατεξοχήν εμπορικό δρόμο της Παλιάς Πόλης, που ξεκινάει από την Εθνική τράπεζα και φτάνει μέχρι το μεγάλο σιντριβάνι. Είδη προικός και υφάσματα. Ο Μαμαλίγκας, ο Ασπράκης, ο Βαλσάμης, ο Αντωνιάδης… ό,τι είχε καλό τότε η Ρόδος ήταν εκεί. Και μετά φύγανε όλοι μαζί και μετακόμισαν στην πλατεία Κύπρου και δημιουργήθηκε η Νέα Αγορά. Εκεί πήγε ο πατέρας μου το 1958 και ήταν στη γωνία Γαλλίας και Χαϊλέ Σελασιέ, τη σημερινή οδό Καρπάθου.

Αδέλφια είχατε;
Δύο παιδιά στην οικογένεια. Μια αδελφή 7 χρόνια μικρότερη. Εγώ ήρθα το 1956 στη Ρόδο, κι έκανα την Ε΄ και την ΣΤ΄ Δημοτικού. Μέναμε 50 μέτρα από την Ακαδημία. Νιοχωρίτης μεγάλωσα.

Και στο σχολείο όμως, δεν ήσασταν το πιο ήσυχο παιδί!
Τι να σου πω από τα χρόνια τα γυμνασιακά; Τις αποβολές που έχω φάει;
Ήρθε ο γέρος Παπανδρέου στο Ακταίον να μιλήσει, το 1965 θα ΄τανε, κι εγώ έφτιαξα πανό μ΄ ένα σεντόνι που έκλεψα απ΄ τον πατέρα μου και το γράψαμε σ΄ ένα βαφείο αυτοκινήτων, στη Ψαροπούλα: «Παπανδρέου ανίκατε μάχαν». Βάλαμε πάνω τα πηλίκια του σχολείου, κι έφαγα 8 μέρες αποβολή. Μου λέει ο Ζίγδης, ο μπάρμπα Γιάννης «δεν πειράζει παιδί μου».. .Αυτή η αποβολή ήταν άδικη, τις άλλες έπρεπε να τις φάω.

Οι άλλες γιατί ήτανε;
Σκασιαρχεία, μας πιάνανε με τίποτα κορίτσια στη Λίνδο… να, η αποβολή. Κι από τα 14 κάπνιζα αρειμανίως.

Είχατε λεφτά, μου έχουν πει, ξοδεύατε πολλά!
Είχα λεφτά, κι έκανα ό,τι ήθελα. Και αργότερα είχα λεφτά. Τώρα είναι που το μήνα παίρνω σύνταξη όσα ξόδευα τότε την ημέρα.

Τα δίδυμα πότε τα κάνατε;
Στα 17 μου έκανα τα παιδιά μου. Δίδυμα. Ανήλικος εγώ, η κοπέλα Αμερικάνα, 25 χρονών, ενήλικη!

Τι είπε ο πατέρας σας;
Το έμαθε μετά, όταν γεννήθηκαν τα παιδιά. Ήμουν φαντάρος εγώ, έκανα 3 χρόνια στο στρατό. Η θητεία ήταν 28 μήνες, αλλά ξέσπασε το Κυπριακό, το πραξικόπημα του Κωνσταντίνου, ήταν πολλές οι επιφυλακές, κι έκανα 34 μήνες.

Μετά το στρατό δουλέψατε ως γουναράς;
Δούλεψα ένα καλοκαίρι σε γουναράδικο ως πωλητής και την έκανα μετά, έφυγα. Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα. Βρέθηκα στη Σουηδία. Δούλευα, σπούδαζα ταυτόχρονα. Δύο οκτάωρα δούλευα στη Σουηδία. Ήτανε χούντα εδώ. Για να μπορέσω να δουλέψω εκεί, ζήτησα από τους Σουηδούς πολιτικό άσυλο. Γύρισα στη Ρόδο, άνοιξα μια δισκοθήκη μαζί με το φίλο μου το Γιώργο, τη Milord, απέναντι από το Θέρμαι, στη γωνία.

Οταν τα γουναράδικα του Μπούκουρη ήταν από τα πιο δυνατά στην Παλιά ΠόληΟταν τα γουναράδικα του Μπούκουρη ήταν από τα πιο δυνατά στην Παλιά Πόλη

Ποιες δισκοθήκες υπήρχαν στη Ρόδο εκείνη την εποχή;
Η Step by Step στην Παπαλουκά, η Blue Bay στην πλατεία Κύπρου, κάτω από την Άλφα Bank σήμερα, το Fat Albert πίσω από το Ακταίον, το Κιλιμάντζαρο στη Ψαροπούλα και πολλά νάιτ κλαμπ είχε η Ρόδος στις αρχές του ΄70, ΄71, ΄72… Έγινα και ιδιοκτήτης, έπαιζα και μουσική. Τσακώθηκα με τον συνέταιρο, έφυγα, δούλεψα κανά δυό χρόνια στην Ακουάριους, στη Βορείου Ηπείρου που τότε ακόμα την είχαν δύο Άγγλοι, με άλλο όνομα. Ωραία εποχή! Έπαιζα μουσική και το πρωί στις γούνες, στο γουναράδικο ενός φίλου, στην Παλιά Πόλη, στο Ρολόι. Υπήρχαν και νάιτ κλαμπ καλά. Το Kings, από το 1966, στο σημείο που είναι σήμερα οι “Δροσουλίτες”, με live μουσική. Δίπλα στο Kings ήταν το Θέρμαι, ακόμα μεγαλύτερο αυτό. Υπήρχε βραδιά που πήγα τρεις φορές στο σπίτι να κάνω ντους και ν΄ αλλάξω ρούχα, απ΄ τον ιδρώτα και τον χορό. Ήταν και κοντά στο σπίτι αυτά.

Ξενυχτούσατε και πηγαίνατε για δουλειά το πρωί;
Μετά από τη Disco, πηγαίναμε μπουζούκια εμείς, γιατί, εντάξει, εκεί ήτανε το νταραβέρι το καλό. Έχουμε αφήσει περιουσίες κορίτσι μου, σ΄ αυτά τα πολιτιστικά κέντρα, όπως τα έλεγε ο Γιαννόπουλος. Μετά, μια δυό ώρες ύπνο, γιατί δεν πηγαίναμε και κατευθείαν για ύπνο, και στις 10 το πρωί στο γουναράδικο. Δύο ώρες ύπνο δηλαδή και δύο το μεσημέρι. Καλά είναι! Το απόγευμα στο γουναράδικο και πάλι απ΄ την αρχή. Στη ζωή το καλύτερο πράγμα που πρέπει να ΄χεις είναι υγεία και ελεύθερο χρόνο. Κι άλλα πρέπει να ΄χεις βέβαια… Ύπνο δεν είχαμε τότε, δεν μας έμενε χρόνος για ύπνο. Μ΄ αρέσει η νύχτα. Εκείνη την εποχή είχα 70 κοστούμια και γύρω στα 400 πουκάμισα. Τα λεφτά αυτό το νόημα έχουν, να τα ξοδεύεις. Άμα δεν τα ξοδεύεις πώς θα κυκλοφορήσει το χρήμα; Αυτοί που τα ΄χουνε και δεν τα ξοδεύουν είναι μεγάλα κορόιδα. Κάποιοι θα γελάνε για την πάρτι τους!

Μετά ανοίξατε πολλά γουναράδικα, μπήκατε για τα καλά στην αγορά!
Δούλεψα μία 10ετία ως πωλητής ώσπου αποφάσισα ν΄ ανοίξω δικά μου γουναράδικα. Άρχισα με ένα, πήρα το δίπλα, το ένωσα, πήρα το πίσω, πήρα το δίπλα το ένωσα, κι έκανα κι εργαστήριο. Τις γούνες μας εμείς τις ράβαμε εδώ, δεν τις φέρναμε έτοιμες. Κουταμάρα, δαπανηρό. Είχα 20 άτομα προσωπικό, 18, ανάλογα. Πήγαινα στην Ευρώπη, κι αγόραζα υπέροχα επώνυμα μοντέλα και τα αντέγραφα εδώ. Πουλάγαμε γούνες με 40 βαθμούς Κελσίου. Από τη θάλασσα ερχόταν ο άλλος. Μέσα φουλ το αιρκοντίσιον. Και να σου πω και την αλήθεια, μεταξύ μας, δεν ήταν πιο φθηνές οι γούνες εδώ. Έβλεπαν οι τουρίστες τόσα πολλά μαγαζιά μαζεμένα, έλεγαν, κάτι γίνεται εδώ! Υπήρχαν και οι πειρατές, μπορεί να ήταν από τα χωριά, που έρχονταν και άνοιγαν και σ΄ ένα καλοκαίρι ήθελαν να βγάλουν και χρήματα!

Το 1977 όταν πουλούσε γούνες και είχε δισκοθήκες και μπαρΤο 1977 όταν πουλούσε γούνες και είχε δισκοθήκες και μπαρ

Πόσα ήταν τα γουναράδικα τότε;
Μπορεί να ήταν και 200, δεν ξέρω, δεν τα ΄χα μετρήσει. Είχε παντού, και στο Νιοχώρι, και στη Νέα Αγορά, και στην Ιξιά, και σε ξενοδοχεία μέσα είχε πολλά.

Ποιοι αγόραζαν τις γούνες;
Όλοι αυτοί που ζούσαν σε κρύα κλίματα: Γερμανοί, Σουηδοί, Δανοί, Αμερικανοί, Καναδοί. Κι οι Έλληνες!

Λένε ότι η γούνα ήθελε και αγαπητηλίκι για να πουληθεί!
Ότι το κάνανε, το κάνανε. Να είσαι όμως 20 και 25 χρονών και να την πέφτεις σε γριές, για ν΄ αγοράσουν γούνα… Εγώ είχα σοβαρά μαγαζιά.

Το μπαρ πότε τ΄ ανοίξατε εκεί;
Το 1993-94, έκανα μπαρ-καφέ το μεγάλο γουναράδικο και το ονόμασα Grand Masters. Όπως ανεβαίνεις, δεξιά στη Σωκράτους. Τι να σου πρωτοπώ τώρα εσένα απ΄ τη ζωή μου; Θα γεμίσεις τετράδια. Η ζωή είναι πολύ όμορφη και στενοχωριέμαι που δεν είμαι 40 χρονών. Χθες είχα γενέθλια, έκλεισα τα 69 και μπήκα στα 70. Η ψυχή μου όμως είναι 40άρη. Είμαι μονίμως ερωτευμένος. Με τη φύση, με τη ζωή, με τα πουλιά… Μου είπαν να κόψω το τσιγάρο, αλλά εγώ ό,τι μου λένε κάνω τα αντίθετα.

Την Παλιά Ιστορία ένα από τα πιο διάσημα εστιατόρια της πόλης,πότε την δημιουργήσατε;
Η Παλιά Ιστορία! Θέλαμε να κάνουμε κάτι να τη βρίσκουμε, να φάμε καλά. Δεν βρίσκαμε να φάμε καλά! Το αγοράσαμε, το ανοίξαμε.

Η Παλιά Ιστορία, το εστιατόριο που άφησε εποχή  στην πόλη της ΡόδουΗ Παλιά Ιστορία, το εστιατόριο που άφησε εποχή στην πόλη της Ρόδου

Και το όνομα που του δώσατε; Σήμαινε κάτι;
Έτσι μου ήρθε ένα βράδυ. Μου ρθε γιατί όλοι έχουνε μια παλιά ιστορία, που τους αφορά. Όλοι θα αισθάνονταν ότι αυτό κάτι θέλει να πει για πάρτι τους. Ήταν και το κτήριο παλιό, λιθόκτιστο, καμιά κατοστάρα χρόνια. Το δουλέψαμε από το 1986 μέχρι το 2010. Πήρα σύνταξη, το κλεισα. Μου άρεσε και η κουζίνα, ήξερα έπιανα τηγάνι και κατσαρόλες. Δεν κοροϊδεύαμε τον κόσμο με καταψυγμένα και βλακείες. Το καλύτερο φιλέτο στη Ρόδο, πουλάγαμε. Είχα την τύχη να συνεταιριστώ, μ΄ έναν έξοχο άνθρωπο, ακέραιο χαρακτήρα και στις γούνες και στην Παλιά Ιστορία, τον Πέτρο και είμαστε πολύ φίλοι. Να είσαι 30 χρόνια συνέταιρος με κάποιον και να διατηρείς τη φιλία, να είσαι φίλος… Τώρα το μαγαζί είναι κλειστό. Μπήκαν οι τσιγγάνοι, μου κάνανε δύο διαρρήξεις μέσα σ΄ ένα μήνα. Μου πήραν τα μπακίρια, τα τηλέφωνα τα παλιά του τοίχου… Τριάντα κηροπήγια μπρούτζινα, μου πήραν.

Φοράτε σκουλαρίκι, γιατί;
Μεγάλος το βαλα. Ήθελα να δείξω μικρός, πλάκα έκανα. Τώρα στο σπίτι ακούω τα παλιά βινύλια, της δεκαετίας του ΄60 και του ΄70. Μπλουζ, ροκ, τζαζ ακούω, ελληνικά… Κολυμπάω χειμώνα, καλοκαίρι, ασχολούμαι με τα σκυλιά μου, χορεύω…

Τι χορεύετε;
Ζεϊμπέκικο.

Στη Ρόδο ζείτε μόνος τώρα!
Με τη γυναίκα που παντρεύτηκα, κι έκανα μαζί της άλλα δύο παιδιά, έζησα 15 χρόνια. Πέθανε ξαφνικά, από ανεύρυσμα. Είναι 21 χρόνια που την έχασα. Έχω τέσσερα παιδιά, τα δίδυμα είναι στην Αμερική. Τέσσερα παιδιά, επτά εγγόνια, κι ένα δισέγγονο. Στη Ρόδο δεν είναι κανείς. Στη ζωή είχα πολλά ταξίδια, όλα πολλά τα είχα. Λίγα ήταν μόνο τα μεζεδάκια στο πιατάκι. Ευτυχισμένος δεν είναι αυτός που έχει ό,τι θέλει, αλλά αυτός που θέλει ό,τι έχει.

Τι θα αλλάζατε;
Τίποτα.! Μακάρι να τη ξαναζούσα. Εγώ θέλω όσο ζήσω ακόμα να περνάω καλά. Κι όταν είναι να φύγω, να φύγω μπαμ, μπαμ!

Διαβάστε ακόμη

Γιάννης Παππάς: «Οι Eυρωεκλογές δεν είναι επίδειξη επαναστατικής γυμναστικής»

Νίκος Παντελής: Ο κωμικός από τη Ρόδο, είναι το πιο «φρέσκο» πρόσωπο της ελληνικής stand-up σκηνής

Αυξημένοι οι ατμοσφαιρικοί ρύποι στο κέντρο της Ρόδου το καλοκαίρι

Άφησε την Αδελαΐδα για να μεγαλώσει την οικογένειά της στη Λαχανιά

Όλγα Κεφαλογιάννη: Το 2024 θα είναι ακόμα μία εξαιρετική χρονιά για τον ελληνικό Tουρισμό

Γ. Χατζής: Πρέπει να καθίσουμε όλοι σε ένα τραπέζι και να συνθέσουμε ένα εθνικό σχέδιο υποδομών

Αντώνης Ζερβός: Ξεκίνησε ως «παιχνίδι» και κατέληξε ως στοίχημα με τον εαυτό μου

Ο ελληνικός Τουρισμός χρειάζεται εθνικό σχέδιο για να διατηρηθεί στην κορυφή, δηλώνει ο Γιάννης Ρέτσος