Η Λίνδος: Από τους προϊστορικούς χρόνους έως την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου

Η Λίνδος: Από τους προϊστορικούς χρόνους έως την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου

Η Λίνδος: Από τους προϊστορικούς χρόνους έως την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 732 ΦΟΡΕΣ

Σε γενικές γραμμές η ιστορική της πορεία

Γράφει ο Κυριάκος Ι. Φίνας


«... Το σπουδαιότερο από τα μεγάλα ροδιακά ιερά σε όλη την ιστορική πορεία της Ρόδου είναι το Ιερό της Λινδίας Αθηνάς...»
Ηρώ Ζερβουδάκη, Αρχαιολόγος


Α’ ΜΕΡΟΣ

Η Ρόδος, ένα από τα μεγαλύτερα νησιά του Αιγαίου κατέχει μια θέση, που στο Αιγαίο δεσπόζει: βορρά, νότου, ανατολής και δύσης. Ιδιαίτερα οι Ροδίτες-Λίνδιοι εκμεταλλεύθηκαν από πολύ νωρίς τους 4 ναυτικούς δρόμους, που ξεκινούσαν από το νησί τους. Ο πρώτος προς βορρά, που παρέπλεε τις Μικρασιατικές ακτές και κατέληγε στον Εύξεινο Πόντο.

Ο δεύτερος προς βορειοδυτικά διακλαδιζόταν προς τρεις κατευθύνσεις: προς τον Εύριπο και προς τους κόλπους του Σαρωνικού και του Αργολικού. Ο τρίτος, προς νοτιοδυτικά οδηγούσε στην Κρήτη και ο τέταρτος προς νότια και νοτιοανατολικά προς την Κύπρο, την Κιλικία, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο (Μαΐλης, «Ρόδος: Χαρακτηριστικά από το 15ο ως το 17ο αιώνα», ό.π.).

* * *

Στις 24.3.1997, πραγματοποιήθηκε στη Ρόδο συγκέντρωση αυτοδιοικητικών παραγόντων της Δωδεκανήσου υπό την Προεδρία του τότε Υπουργού Εσωτερικών Αλ. Παπαδόπουλου για το σχέδιο “Καποδίστριας” και ο Υπουργός άκουσε τις απόψεις των αυτοδιοικητικών παραγόντων, μεταξύ των οποίων και τη δική μου. Τότε, 1995-1998, Πρόεδρος της Κοινότητας Λίνδου.

Στη δευτερολογία ο Υπουργός Εσωτειρκών αναφέρθηκε στα πλεονεκτήματα του “Καποδίστρια” ταυτόχρονα, όμως, τόνισε ότι έχει δίκαιο ο Κοινοτάρχης Λίνδου και ανέφερε, «...η Λίνδος για ιστορικούς κ.λπ. λόγους, πρέπει να γίνει Δήμος...».

Δυστυχώς, τότε, για πολιτικούς-κομματικούς λόγους, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ αντέδρασαν και δεν άφησαν τον Υπουργό να πραγματοποιήσει τη διαπίστωσή του. “Η Ροδιακή”, 25.3.1997).

Η Λίνδος εξακολουθεί να είναι από τα λίγα κέντρα, που συγκεντρώνουν πολυτιμότατους θησαυρούς πολιτιστικής-πολιτισμικής κληρονομιάς: Ακρόπολη 2.800 χρόνων π.Χ., Ναό της Λινδίας Αθηνάς, Τύμβος Κλεοβούλου, Αρχαίο Θέατρο, Αρχαίο Υδραγωγείο, δώρα του Μεγάλου Αλέξανδρου στη Λινδία Αθηνά, Μοναστήρι του Αποστόλου των Εθνών Παύλου, με την ιστορική αναφορά ότι ο Απόστολος της Αγάπης, ο Θεόγλωσσος Παύλος στη Λίνδο κήρυξε τον Χριστιανισμό κ.λπ.

Επίσης, από τα στοιχεία που ανακοινώνει κατά διαστήματα το Υπουργείο Πολιτισμού προκύπτει ότι επί συνόλου των οκτώ αρχαιολογικών χώρων που είναι επισκέψιμοι στο νησί της Ρόδου, η Ακρόπολη της Λίνδου, έρχεται πρώτη στη σειρά κατάταξης, σε εισπράξεις εισιτηρίων.

Εξάλλου, στους κύκλους των Αρχαιολόγων αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι, παρόλο που για τη Λίνδο έχουν γραφτεί αρκετά κείμενα, εντούτοις ολοκληρωμένη, κατά κάποιον τρόπο, ιστορία της Λίνδου μέχρι πρόσφατα δεν είδε το φως της δημοσιότητας.

Όπως, δε, αναφέρει στην ενδιαφέρουσα Μελέτη του περί Λίνδου και ο μακαρίτης Έφορος Αρχαιοτήτων Γρηγόρης Κωνσταντόπουλος: «...Δυστυχώς η Ρόδος, κατά μείζονα λόγο η Λίνδος, δεν ηυτύχησαν να εύρουν ένα περιηγητή, ως ο Παυσανίας, του οποίου το σημαντικότερο έργο είναι: «...το Ελλάδος περιήγησις», που θα είχε περισώσει και την εξιστόρισιν των παραδόσεων και των ιστορικών γεγονότων κατά την επιγραφήν των Μνημείων».
Τα ευρήματα που έφερε στο φως της δημοσιότητας η αρχαιολογική σκαπάνη μαρτυρούν ότι ένα μεγάλο μέρος του νησιού της Ρόδου ήταν κατοικημένο, τουλάχιστον, στο τέλος της Νεολιθικής περιόδου, η οποία τοποθετείται στα 7.000-2.800 π.Χ.

Την άποψη αυτή επιβεβαιώνουν και οι ανασκαφές που έγιναν, κατά διαστήματα, στις περιοχές της Λίνδου και Ιαλυσού.

Ωστόσο, υπονεολιθικά αντικείμενα βρέθηκαν στις ανασκαφές της Λίνδου και της Νοτιοανατολικής πλευράς της Ρόδου και από τους Δανούς Αρχαιολόγους Kinch και Blinkenberg, την πρώτη δωδεκαετία του 20ού αιώνα (1902-1914).

Ο γνωστός ιστορικός της αρχαίας Ελλάδας, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, ο οποίος ήκμασε τον 1ο π.Χ. αιώνα γράφει ότι οι πρώτοι κάτοικοι της Ρόδου ήταν οι Τελχίνες, τους οποίους αποκαλεί υιούς της θάλασσας.

Οι Τελχίνες ήταν καλοί ναυτικοί, κυρίως όμως, ήταν επιδέξιοι τεχνίτες στη μεταλλουργία. Κατά τα παραδείγματα ακολούθησαν οι Αχαιοί και στη συνέχεια οι Δωριείς. Όλοι τους ελληνικής καταγωγής και αντιστοιχούν στη Μινωική, (Κρητική), την Αχαϊκή και τη Δωρική εγκατάσταση. Χωρίς, δε, καμία αμφιβολία και οι Αχαιοί, αλλά και οι Δωριείς βρήκαν παλαιότερους κατοίκους του Αιγαίου και της Κρήτης με τις συνήθειες, τον Πολιτισμό και τη Θρησκεία τους: «...Χρονικά οι Αχαιοί ήλθαν στη Ρόδο περίπου το 1.500 π.Χ. και οι Δωριείς την κατοίκησαν, περίπου, το 1.000 π.Χ.».

Σύμφωνα με όσα γίνονται αποδεκτά, η Λίνδος πρέπει να θεωρείται, ως η μάλλον αρχαία των τριών πόλεων της Ρόδου, ακολουθεί η Ιαλυσός και τελευταία ιδρύθηκε η Κάμιρος. Υποστηρίζεται ότι ρυμοτομικά η Λίνδος δεν άλλαξε από τη γεωμετρική περίοδο ίσως εποχή (1.000-700 π.Χ.), μέχρι σήμερα.

Τα τρία αυτά Κράτη ζούσαν σε πλήρη αρμονία μεταξύ τους, εφόσον, επιπλέον, και η ιστορία δεν κάνει μνεία σε κανένα τοπικό πόλεμο. Εξάλλου, και στην πολιτική ακολουθύσαν μία κοινή πορεία, η οποία προετοίμασε το 408 π.Χ., την ενοποίησή τους και από κοινού συμμετείχαν στη Δωρική Εξάπολη, με πιθανή προσέγγιση ίδρυσής της τα 660 π.Χ.

Οι τρεις Ροδίτικες Πολιτείες κατείχαν οικονομική και πρωτοποριακή θέση ανάμεσα στα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου με προεξάρχοντες παραγωγικούς τομείς: τη ναυτιλία, το εμπόριο, τη γεωργία και τη χειροτεχνία.

Πλέον συγκεκριμένα, η οικονομική διάρθρωση των τριων αρχαίων Ροδιακών πόλεων ήταν χωρισμένη σε δύο βασικές κατηγορίες: η Λίνδος είχε εμπορική και ναυτική διάσταση, ενώ η Ιαλυσός και Κάμιρος είχαν, κυρίως, αγροτικό-αριστοκρατική διαμόρφωση. Στη διαμόρφωση αυτή συνετέλεσε και το κλίμα των περιοχών τους.

Επιστρέφοντας στην αφετηρία της ανάπτυξής μας, που περιστρέφεται ειδικότερα ότι κατά τις ανασκαφές της περιόδου 1902-1914 εντοπίστηκε, μεταξύ των άλλων, και επιγραφή στην οποία εμφαίνεται ότι η Λίνδος ήταν Κέντρο Διοίκησης, που υπάγονταν δέκα τρεις Δήμοι, συμπεριλαμβανομένης και της Λάρδου, τον οποίο, ωστόσο, ορισμένοι δεν μνημονεύουν ως χωριστό Δήμο.

Η Λινδία καταλάμβανε το 55% περίπου της έκτασης της Ρόδου, το νοτιοανατολικό, το πιο εκτεταμένο τμήμα του νησιού. Να σημειωθεί, δε ότι η προσωνυμία “Λινδία” παρέμεινε μέχρι των Βυζαντινών χρόνων εναργής.

Οι Ρόδιοι με προεξάρχοντες τους Λινδίους και προτού ακόμη οικοδομηθεί η πρωτεύουσα, διοχέτευαν και πέραν των συνόρων τους τις παραγωγικές τους δραστηριότητες. Με τα ευκίνητα καράβια της εποχής εκείνης διασχίζουν τη Μεσόγειο, ταξιδεύουν σε μακρινές χώρες και γίνονται θαλασσοπόροι: «Ημείς δέκα Ρόδιοι δέκα νήες», έλεγαν με δίκαιη υπερηφάνεια, δηλαδή: ένας Ροδίτης μπορούσε να κυβερνήσει ένα πλοίο, μία “ναυς”.

Οι Λίνδιοι ήσαν οι εφοπλιστές-οι αειναύτες της Ρόδου κατά τον 8ο, 7ο και 6ο π.Χ. αιώνα και ταυτόχρονα η Λινδία έδινε τους καλύτερους ναυτικούς. Διατηρούσε, δε, και Ναυπηγείο.
Στη Λίνδο κατασκευαζόταν ένα ειδικού τύπου πλοίο, “το Λινδικόν”.

Η ναυτική παράδοση των Λινδίων θα συνεχιστεί και τα μετέπειτα χρόνια, παρά τις κατά χρονικά διαστήματα δυσπραγίες που πέρασε, η άλλοτε Αρχαία Κωμόπολη. Θα κατορθώνει, όμως, να παραμένει, κατά το κοινώς λεγόμενο “όρθια”. Η φήμη της διατηρήθηκε. Έτσι, στα μέσα του 19ου αιώνα, παρόλο που η ναυτιλιακή κίνηση στο λιμάνι της Ρόδου ήταν υποτονική, καθόσον οι ντόπιοι είχαν υποκύψει στον ανταγωνισμό των ευρωπαϊκών ατμοπλοίων, μόνο στη Λίνδο υπήρχαν ακόμη μερικά εμπορικά πλοία ντόπιων Χριστιανών πλοιοκτητών, οι οποίοι ταξίδευαν στα νησιά του Αιγαίου, στην Αλεξάνδρεια και τη Σμύρνη.

Έχοντας και προσωπική γνώμη αναφέρουμε ότι μέχρι τη δεκαετία του 1930 υπήρχαν στη Λίνδο τρία ιστιοφόρα (καΐκια) ιδιοκτησίας Λινδίων καραβοκύρηδων: Γεωργίου Ιακωβίδη, Δημητρίου Κούρου και Ιωάννη Κούρου (Μουσάνη).

Και τα τρία πραγματοποιούσαν μεταφορές ανθρώπων και εμπορευμάτων από και προς την πόλη της Ρόδου, ως και “πατελιά” από τον Αρχάγγελο, τόσο για τις ανάγκες της Λίνδου, όσο και των γειτονικών χωριών (πατελιά=αργιλώδες χώμα, με το οποίο καλύπτονται οι στέγες των σπιτιών (τα δωμάτια), ούως ώστε να μην περνά το νερό της βροχής).

Υπήρχαν και αποθήκες στην προκυμαία του λιμανιού, όπου φυλάσσονταν τα εμπορεύματα, με κυριότερη εκείνη του Γεωργίου Π. Ιωαννίδη και τμηματικά μεταφέρονταν με υποζύγια στα καταστήματα της Κωμόπολης τα εμπορεύματα.

Εξάλλου, η Λίνδος, όπως και τα άλλα δύο Ροδίτικα Κράτη, η Ιαλυσός και η Κάμειρος χρησιμοποιούσαν και δικά τους νομίσματα, τα οποία, ήδη, κυκλοφορούσαν από τα αρχαϊκά χρόνια του 7ου και 6ου π.Χ. αιώνα.
Εν τω μεταξύ, ιστορικό πολυσήμαντο γεγονός, το οποίο, τηρουμένων ορισμένων αναλογιών, αποτελούν και οι αποικίες που δημιούργησαν οι Ρόδιοι, με πρωτοπόρους τους Λινδίους, τόσο στη Μικρά Ασία, καθώς και στην Κάτω Ιταλία, εξού και η προσωνυμία, που αποδίδεται στην τελευταία, αν και πέρασαν 25 περίπου αιώνες: Magna Grecia-Μεγάλη Ελλάδα.

Οι αποικίες αυτές, ως και της Ιωνίας, σημάδεψαν κορυφαία εκδήλωση στην πολυκύμαντη διαδρομή της Ελληνικής Ιστορίας και κατ’ επέκταση και της Παγκόσμιας. Και δικαιωματικά, υπό την έννοια αυτή θεωρείται μεγάλο βήμα στην εξέλιξη του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού.

Στην αρχαία εποχή κάθε αποικία αποτελούσε Κράτος ανεξάρτητο και με στρατό δικό της, οι δε άποικοι δεν πήγαιναν ανά ένας ή ανά δέκα, κι έτσι μετανάστευαν πολλοί συγχρόνως και οικογενειακώς. Μία από τις αποικίες αυτές, η Γέλα, αργότερα και μέχρι σήμερα ονομάζεται “Λίνδιοι”.

Ένα από τα αρχαία Μνημεία, που έχουν διασωθεί στη Λίνδο είναι και η Ακρόπολή της, της οποία η ανέγερση χρονολογείται εδώ και 38 αιώνες, ήτοι από το 1.500 π.μΧ., με το Ναό της Αθηνάς. Ενδεικτική της φήμης του Ιερού Ναού είναι και η ανεύρεση επιγραφής στην Κριμαία, τιμητικής πλακέτας της Αθηνάς Λινδίας και του Διός Πολιέως. Την εποχή, δε, των Ιπποτών, η Λίνδος έγινε πυργόδεσποινα και το ισχυρό Κάστρο της διέθεσε Υπηρεσία από 12 Ιππότες και μία Ελληνική φρουρά. Επιπλέον, η Λινδία Αθηνά λατρευόταν με κανονικές αιματηρές θυσίες βοών, προβάτων κ.λπ., όπως σε όλο τον Ελληνικό κόσμο. Αναφέρεται, μάλιστα, ότι υπήρχε και βωμός, έξω από το Ναό.

Το γεγονός της αναμφισβήτητης σημασίας του Ναού της Λινδίας Αθηνάς από θρησκευτικής και πολιτιστικής άποψης: ότι οι Λίνδοι στη μεγάλη μάχη των Γαυγαμήλων, το 331 π.Χ., πρόσφεραν στο Μεγάλο Αλέξανδρο χρυσοΰφαντο μανδύα από το θησαυροφυλάκιο του Ναού τους. Επίσης, κατά τους αρχαίους και άλλους μετέπειτα ιστορικούς: Ήλθε ο ίδιος (ο Μέγας Αλέξανδρος) στη Ρόδο, επισκέφθηκε το Ναό της Λινδίας Αθηνάς στη Λίνδο και προ της εκστρατείας εμπιστεύθηκε, κατά τον Διόδωρο του Σικελιώτη, την “εαυτού διαθήκη στο Ναό”.

«...Ότε ο Ηγεμών Αλέξανδρος ο Μακεδών ώρμησεν επί την Ασίαν, όπως υποτάξη αυτήν, δέχθηκαν (οι Ρόδιοι), Μακεδονικήν φρουράν. Ένεκα, δε, τούτου απήλαυσαν πάσης της ευνοίας του, καταστήσαντες αυτούς θεματοφύλακες της εαυτού διαθήκης. Ο των Ροδίων στόλος εξυπηρέτησε αυτόν κατά την πολιορκίαν της Τύρου, ής η καταστροφή ανέπτυξεν σπουδαίων την εμπορίαν αυτών». (Εδουάρδος Μπιλιώτης και Αββά Κατρέ. «Η νήσος Ρόδος» 1881).

Και μετά τη νικηφόρα μάχη των Γαυγαμήλων, έστειλε με ειδική αποστολή χρυσά νομίσματα, “βοκέφαλα”, που ήταν νομίσματα με κεφαλήν του αχώριστου αλόγου, του Βουκεφάλα, αφιέρωμα στον προαναφερθέντα Ναό της Λινδίας Αθηνάς, ως και μερικά όπλα, λάφυρα από τη μάχη των Γαυγαμήλων.

Το παραπάνω αφιέρωμα αναγράφεται στη μαρμάρινη πλάκα, το “Χρονικό του Ναού της Λίνδου”, το κείμενο του οποίου είναι γραμμένο σε στήλη εκ λίθου Λαρτίου (από πέτρα της Λάρδου), δημοτικό διαμέρισμα της αρχαίας Λινδίας από τον φιλόλογο Λίνδιο Τιμαχίδα του 1ου αιώνα π.Χ. και περιλαμβάνει των “αρχαιοτάτων χρόνων” αναθημάτων του Ναού και των αναθετών τους, καθώς και την εξιστόρηση τριών σπουδών επιφανών της Θεάς.

Δυστυχώς και οι δύο αυτές επιγραφές βρίσκονται από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα παράνομα στο Εθνικό Μουσείο της Κοπεγχάγης.

Μέσα στα αρχαία Μνημεία της Λίνδου συγκαταλέγεται και το Αρχαίο Υδραγωγείο. Βρίσκεται στην περιοχή “Κράνα”.

Η τοπωνυμία “Κράνα”, εκτός της Λίνδου αναφέρεται και σε δύο άλλα χωριά της Ρόδου. Απαντά στα Καλαβάρδα, αλλά και ως υποκοριστικό “Κρανί’ στη Μαλώνα, ως όνομα πηγής νερού. Σύμφωνα, δε, με τα αναφερόμενα από τον Έφορο Αρχαιοτήτων Γρηγόρη Κωνσταντόπουλο, η λέξη “Κράνα” είναι ο Δωρικός τύπο της Κρήνης. Από την Κρήνη ονομάστηκε “Κράνα” και όλος ο βραχώδης όγκος και ο χώρος της υδρομάστευσης.

Εκ της όλης κατασκευής του Υδραγωγείου Λίνδου συμπεραίνεται ότι για τον εκσυγχρονισμό του, θα πρέπει να δαπανήθηκαν μεγάλα ποσά, τα οποία μόνο η “νοικοκυρεμένη” διαχείριση και η φήμη του Κλεόβουλου του Λινδίου μπορούσε να εξοικονομήσει. Αναφέρεται ότι προς τον σκοπό αυτό στη διάθεση του Κλεόβουλου, εκτός από το Ταμείο του Δήμου Λινδίων, συνέδραμαν και πολλές πόλεις της Μικράς Ασίας, της Αιγύπτου, της Συρίας, ως και της Αρχαίας Ελλάδας. Και καθώς αναφέρεται κατασκευάστηκε την εποχή του Ευαγόρα, πατέρα του Σοφού Κλεόβουλου, κατά το 600 π.Χ.

Στην προαναφερθείσα αυτή τοποθεσία ορισμένοι τοποθετούν την Αγορά της Αρχαίας Λίνδου, η οποία, όμως, μέχρι σήμερα δεν έχει εντοπιστεί.

Κατά τη γνώμη πολλών Αρχαιολόγων η Αγορά θα πρέπει να βρίσκεται κάτω από την Κεντρική Πλατεία της Κωμόπολης, δίπλα στην Κρήνη, μέσα στο περιβόλι, ιδιοκτησίας της Εκκλησίας Λίνδου, ως και στα εκεί υπάρχοντα σπίτια. Είναι, πάντως γεγονός ότι, εάν εντοπιστεί με βεβαιότητα ο πλήρης εντοπισμός της Αρχαίας Αγοράς της Λίνδου θα χύσει νέο φως στον Πολιτισμό της Αρχαίας Κωμόπολης και κατ’ επέκταση και της Ρόδου.

Υπάρχει και η άποψη ότι ο ιστορικός Λαβύρινθος δεν βρισκόταν στην Κνωσό της Κρήτης, αλλά ότι είναι το Υδραγωγείο της Λίνδου.

Πράγματι, απόσα αναφέρουν τα σχετικά δημοσιεύματα και οι Εγκλυκλοπαίδειες, τα Ανάκτορα της Κνωσού δεν έχουν καμιά σχέση με Λαβύρινθο και παραπέμπουν στη Μυθολογία. Και παρόλες τις προσπάθειες και τις ανασκαφές του Έβανς και άλλων Άγγλων και δικών μας Αρχαιολόγων, δεν κατέστη δυνατόν να βρεθεί κάτι, που να πείθει για Λαβύρινθο.

Απεναντίας, καθώς αναφέρει ο μακαρίτης γιατρός και ιστοριοδίφης Θ. Κωνσταντινίδης: «...Εν παρόδω αναφέρω ότι για το περιγραφέν Υδραγωγείον της Λίνδου υποστηρίζεται σθεναρώς υπό τινων Αρχαιολόγωνότι είναι αυτόχρημα-όντως-αυτός ο Λαβύρινθος της Κρήτης προς την οποίαν είχεν τόσην συνάφειαν η Ρόδος αποικισθείσα, άλλωστε, το πρώτον δια των της Κρήτης ορμηθέντων Τελχινών και Κουρητών, ωνομάσθη, δε, ούτω προς τιμήν της Κρήτης.. (Θ. Κωνσταντινίδης: “Ροδιακόν Ημερολόγιον” 1929, σελ. 91-99).

Η Λίνδος ευτύχησε να έχει Αρχηγό της τον 6ο π.Χ. αιώνα τον Κλεόβουλο το Λίνδιο, ο οποίος εκτός των άλλων κατατάσσεται και μεταξύ των Επτά Σοφών της Αρχαίας Ελλάδας, δηλαδή, σ’ έναν μικρό κύκλο εκλεκτών ανθρώπων, που αποτέλεσαν για τους Αρχαίους πρότυπο στο φρόνημα, στο λόγο και στα έργα.

Γεννήθηκε στη Λίνδο, γιος του Ευαγόρα, συγχρόνως του Σόλωνα και κυβέρνησε τη Λινδία επί 40 χρόνια περίπου, έχοντας ως αρχή της διοίκησής του:«ότι σωφρονεί ο Δήμος όπου τον ψόγον μάλλον οι πολιτευόμενοι δεδοίκασιν ή τον Νόμον». Μπορεί ο Δήμος να παίρνει τις πιο σώφρονες αποφάσεις, όταν οι πολιτευόμενοι φοβούνται περισσότερο την κατάκριση των πολιτών από το Νόμο».

ΑΥΡΙΟ ΤΟ Β’ ΜΕΡΟΣ

Διαβάστε ακόμη

Ηλίας Καραβόλιας: Οι νέοι μεγάλοι πόλεμοι

Κυριάκος Μιχ. Χονδρός: 109 χρόνια από ένα μεγάλο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού

Χρήστος Γιαννούτσος: Ψηφίζουμε στις Ευρωεκλογές επειδή δεν υπάρχει Planet B

Πάνος Δρακόπουλος: «Καρέ της ζωής - Καρέ της μη ζωής και το ανάμεσό τους»

Ιωάννης Βολανάκης: Χαμαικέρασος η λεπτή (Fragaria vesca),κοινώς φράουλα

Φίλιππος Ζάχαρης: Εισβολή στην Ουκρανία: Η δοκιμασμένη σοβιετική προπαγάνδα ως «καταστροφική επιρροή στα μυαλά των ανθρώπων»

Γεώργιος Παπαγεωργίου: Ο αριθμός των ελαφιών μπορεί να υπολογισθεί μόνο με αυτοψίες στα καταφύγιά τους

Mαρία Kαρίκη: Όταν νιώθεις ότι δεν σε καταλαβαίνουν...