Το καθεστώς πτώχευσης του 1922, όταν έγινε η διχοτόμηση του χαρτονομίσματος

Το καθεστώς πτώχευσης του 1922, όταν  έγινε η διχοτόμηση του χαρτονομίσματος

Το καθεστώς πτώχευσης του 1922, όταν έγινε η διχοτόμηση του χαρτονομίσματος

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 548 ΦΟΡΕΣ

Η χώρα μας χρεοκόπησε τέσσερις φορές ενώ υπό καθεστώς πτώχευσης 50

Γράφει ο Κυριάκος Ι. Φίνας

Για όσους παρακολουθούν την πορεία των διαπραγματεύσεων του δημοσίου χρέους με την τρόικα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στη δυσκολία που βρίσκεται η ομάδα υπό τον υπουργό Οικονομικών κ. Τσακαλώτο να έλθει σε κάποια συμφωνία δικαιώνονται, ως προς την κατάσταση που θα φθάναμε του αδιεξόδου.

Ακόμη και μεταξύ υπουργών παρατηρείται κάποια ασυνεννοησία, ως προς την τηρητέα οικονομική πολιτική.

Τελευταία, μάλιστα, έχουμε και τους «δραχμιστές», δηλαδή, να φύγουμε από το ευρώ και να επανέλθουμε στη Δραχμή. Και όλα αυτά μέσα σ’ ένα δημόσιο χρέος της χώρας που έφθασε στο απίθανο ποσοστό 183% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) από 159% του 2012.

Εξάλλου, μείωση καταθέσεων κατά 2,7 δισ. ευρώ από τις αρχές του έτους· διαμορφώθηκαν στα 129,09 δισ. στα μέσα Φεβρουαρίου, και εκτιμάται ότι ο μήνας θα κλείσει ανοδικά δισ.ευρώ. Ενώ 107 δισ. ευρώ-ή στο 45% του συνόλου των χορηγήσεων- φτάνουν τα «κόκκινα» δάνεια.

Κάθε, δε, μήνα προστίθενται ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω του ενός δισ. ευρώ προς την Εφορία και τουλάχιστο 300 εκατ. ευρώ προς τα ασφαλιστικά ταμεία.

Επί του προκειμένου πολλοί ξένοι Οικονομολόγοι διαπιστώνουν πως πρέπει να σβήσει το μισό, περίπου, του χρέους και, διαφορετικά για δέκα γενιές ακόμα η Ελλάδα θα αγωνίζεται για να πληρώνει.

Ενώ δέκα τέσσερις κορυφαίοι Έλληνες Οικονομολόγοι από κορυφαία ξένα Πανεπιστήμια με άρθρο τους στην προχθεσινή (19-2-2017) «Καθημερινή» εξηγούν γιατί η έξοδος από το ευρώ θα αποτελούσε καταστροφή για τη χώρα μας και ότι η διαπραγμάτευση με τους πιστωτές για αξιολόγηση καθυστερεί επικίνδυνα.

Εν τω μεταξύ, ο οικονομικός αναλυτής Tony Barber των «Financial Times» στο άρθρο του χαρακτηρίζει την Ελλάδα, ως ασθενή για όγδοη συνεχόμενη χρονιά στο Νοσοκομείο, ενώ για τους οικονομικά πληγωμένους της Ευρωζώνης, υποστηρίζοντας ότι η χώρα βρίσκεται καθ’ οδόν για μια τέταρτη «οικονομική μετάγγιση το 2018.

Τέσσερις φορές χρεοκόπησε η Ελλάδα (1827, 1843, 1896, 1932), ενώ υπό καθεστώς πτώχευσης για περισσότερες από 50 χρόνια. Ένα από το καθεστώς πτώχευσης εκδηλώθηκε το 1922, λόγω δημοσιονομικού αδιεξόδου κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας.

Σήμερα θα ασχοληθούμε πώς το καθεστώς πτώχευσης αντιμετωπίστηκε κατά το 1922.

Καθόλη την 11ετία 1912-1922 η Ελλάδα βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση. Αρχικά με τους δύο βαλκανικούς πολέμους, στη συνέχεια με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και ακολούθως με τη Μικρασιατική εκστρατεία. Έτσι, καθόλη την 11ετία, πολλές κλάσεις Ελλήνων οπλιτών βρίσκονταν με το όπλο παρά πόδα.

Η αρνητική νομισματική και δημοσιονομική πορεία
Η ενδεκάχρονη αυτή πολεμική περιπέτεια της χώρας, είχε και τα ευχάριστα, αλλά και δυσάρεστα αποτελέσματα. Από τη μια μεριά οι βαλκανικοί πόλεμοι διπλασίασαν σε έκταση και πληθυσμό την Ελλάδα, όμως απ’ εκεί και πέρα, «η αιώνια ελληνική διχόνοια η δολερή», (Βενιζελικοί-Κωνσταντινικοί), είχε σαν αποτέλεσμα την πέραν του δέοντος εξάντληση οικονομικών πόρων, αλλά και την απροθυμία των Αγγλο-Γάλλων να μάς παράσχουν ανάλογο δανεισμό, ενώ αυτοί αρχικά, το 1919, μάς παρότρυναν να αποβιβαστούμε στη Σμύρνη.

Έτσι, σε μια απελπισμένη προσπάθεια το Φεβρουάριο του 1922, ενώ ο πόλεμος στη Μικρά Ασία βρισκόταν στο αποκορύφωμά τους, ο πρωθυπουργός Δημήτριος Γούναρης και ο Υπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Μπαλτατζής περιόδευσαν τη Γηραιά Ήπειρο, την Ευρώπη, προσπαθώντας να αποσπάσουν οικονομική και ηθική βοήθεια συνέχισης της Μικρασιατικής εκστρατείας αλλά, δυστυχώς, χωρίς κανένα αποτέλεσμα.

Και τούτο, επειδή δεν συμφωνούσαν με την επαναφορά του Βασιλιά Κωνσταντίνου, δηλαδή, δεν αναγνώριζαν την τότε θέληση του Ελληνικού λαού, που εκφράστηκε με Δημοψήφισμα. Και όπως ανέφερε κατά την γραπτή 60σέλιδη απολογία του ενώπιον του Εκτάκτου Στρατοδικείου ο Δημήτριος Γούναρης: «... Το Δημοψήφισμα είναι εκδήλωσις της λαϊκής. Ουδείς υπάρχει, όστις θα θέση εαυτόν υπεράνω της λαϊκής βουλήσεως και να θελήσει να χαρακτηρίσει έγκλημα το υπ’ αυτής αποφασισθέν...». («Η Δίκη των Έξ. Εστενογραφημένα Πρακτικά» 31 Οκτωβρίου 1922, Αθήνα 1931).

Ο πρωθυπουργός Δημήτριος Γούναρης με την επιστροφή του από Ευρώπη με την αδυναμία σύναψης εξωτερικού δανείου, ενημέρωσε το Υπουργικό Συμβούλιο επί του προκειμένου. Τότε Υπουργός Οικονομικών ήταν ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, Καθηγητής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου και συνέχεια εκλεγόμενος από το 1902 μαζί με τον Στέφανο Δραγούμη και Δημήτριο Γούναρη και άλλους της «Ομάδας των Ιαπώνων» (1906-1908), όπως ονομάστηκε τότε επηρεασμένοι οι ιδρυτές της από τον πρόσφατο Ρωσοϊαπωνικό πόλεμο.

Σήμερα, πλέον, μπορούμε να πούμε ότι ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης πραγματοποίησε το Α’ Αναγκαστικό Δάνειο διχοτομώντας τα κυκλοφορούντα το 1922 τραπεζογραμμάτια.

Όσον, δε, αφορά το σημερινό μας θέμα, που αφορά το θέμα το αναγκαστικό δάνειο του 1922-τη διχοτόμηση του χαρτονομίσματος, δεν ασχολήθηκαν τόσο πολύ ούτε τα μέσα ενημέρωσης της εποχής εκείνης, αλλ’ ούτε και οι μετέπειτα ιστορικοί, δοθέντος, μάλιστα, ότι και οι εφημερίδες που πρόσκεινταν στην κυβέρνηση Γούναρη καταλήφθησαν εξαπίνης, όπως παρουσιάστηκε και δεν ήξεραν πώς να χειριστούν το θέμα.

Ο πολιτικός και ιστορικός Σπύρος Β. Μαρκεζίνης, στην τετράτομη Πολιτική Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας, αφιερώνει μερικές πληροφορίες, ενώ πρόσφατα, το 2010, ο Βασίλειος Τσίχλης εξέδωκε βιβλίο με τον τίτλο: «Μικρασιατική εκστρατεία και αναγκαστικό δάνειο». Επίσης, το 1931, και η εφημερίδα «Πρωία» εις μνήμην των θυμάτων (εννοεί τους καταδικασθέντες εις θάνατο Έξι»), κυκλοφόρησε σε βιβλίο τα εστενογραφημένα πρακτικά της Δίκης των Έξι».

Ο Πρωτοπαπαδάκης βρήκε τα λεπτά
Μετά το πέρας του Υπουργικού Συμβουλίου υπό την προεδρία του Δημητρίου Γούναρη, παρέμειναν για αναλυτική συζήτηση του θέματος ο Πρωθυπουργός και ο αρμόδιος Υπουργός των Οικονομικών Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης.

Επί του προκειμένου, ο Σπύρος Μαρκεζίνης, αντλώντας στοιχεία και από τον βιογράφο του Πρωτοπαπαδάκη Αλέξανδρο Οικονόμου, είπεν ο Υπουργός των Οικονομικών απευθυνόμενος στο Γούναρη: «Δημητράκη τα ηύρα τα λεπτά». Ο Γούναρης, συνεχίζει ο Μαρκεζίνης, έμεινεν εμβρόντητος και τον εκοίταζε με ολάνυκτα και ακίνητα τα μάτια, χωρίς να αρθρώσει λέξη.

Ο Πρωτοπαπαδάκης αντί άλλης εξηγήσεως, έβγαλε από το πορτοφόλι του ένα εκατοντάδραχμο χαρτονόμισμα, το έκοψε στα δύο και επέδειξε τα τεμάχια, κρατώντας αυτά προ των εκστατικών οφθαλμών του φίλου του.

Ο Γούναρης δεν εκαταλάβαινε τι συμβαίνει. «Ενόμισα πως τρελλάθηκε», έλεγε αργότερα. Άρα λοιπόν, ο Πρωτοπαπαδάκης με μειδίαμα απόλαυσε το θέαμα, το οποίον παρείχε ο άναυδος φίλος του και αποφάσισε να τού εξηγήσει το σχέδιόν του.

Πλήρης θαυμασμού ο Γούναρης, δια την εφυά και απλούστατη επινόηση προσπάθησε εν τούτοις να εύρει κάθε δυνατή αντίρρηση διά την ορθότητα της εφαρμογής της. Και ηύρε, ως έλεγε, πολλάς, αλλ’ ουδεμία ηδύνατο να σταθεί προ των επιχειρημάτων του Πρωτοπαπαδάκη. Αμφότεροι εκράτησαν απόλυτη εχεμύθεια...».

Η πρόταση του Πρωτοπαπαδάκη για διχοτόμηση του χαρτονομίσματος, έβγαλε από την τσέπη του τα χαρτονομίσματα των 100 δραχμών -τα επέδειξε στους βουλευτές που παρακολουθούσαν τη συνεδρίαση της Βουλής, λέγοντας: «...Ιδού, κύριοι, ένα εκατοντάδραχμον. Προς τα δεξιά είναι η εικών του Γεωργίου Σταύρου, προς την αριστερά το Βασιλικόν Στέμμα. Ευθύς ως το Νομοσχέδιον ψηφισθεί θα διχοτομήσουν το εκατοντάδραχμον (ο Υπουργός βγάζει από το χαρτοφυλάκιό μίαν ψαλίδα γραφείου και προ της εκθάμβου Βουλής κόπτει εις δύο το εις χείρας του χαρτονόμισμα).

«Και το τεμάχιον το φέρον την εικόνα του Γεωργίου Σταύρου θα εξακολουθεί να κυκλοφορεί ως νόμισμα 50 δραχμών. Και το πράγμα ετελείωσε».

Η προαναφερθείσα ανακοίνωση του Πρωτοπαπαδάκη ακούστηκε από τους βουλευτές με διαφορετικά συναισθήματα: και όπως αναφέρουν τα πρακτικά της Βουλής, από διαμαρτυρίες, γέλωτες, ραγδαία χειροκροτήματα.

Εν τω μεταξύ, και ο Βασίλειος Τσίχλης, στη που προαναφέρουμε, σχολιάζοντας το πρωτότυπο αυτό αναγκαστικό δάνειο, εντοπίζει μεν ορισμένα μειονεκτήματα, αλλά ισχυρά στην εφαρμογή του, απόδειξη, δε, ότι και προχώρησε κανονικά, αφού ψηφίστηκε και ως Νόμος του Κράτους. «Το επιτόκιο των ομολόγων ήταν αρκετά υψηλό, στο 7& (έναντι 4% των καταθέσεων ταμιευτηρίου), και αργότερα κατέβηκε στο 6,5% ώστε με τα χρήματα που εξοικονομούνταν μοιράζονταν μέσω κλήρωσης.

Πράγματι, κάθε ομολογία αντιπροσώπευε έναν κλήρο, μόνο λίγοι τυχεροί θα ελάμβαναν μεγάλα ποσά. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν τυχερά παιχνίδια κι έτσι η κλήρωση αυτή είχε θετική απήχηση στο λαϊκό κοινό». (Βασίλειος Τσίχλης. «Μικρασιατική εκστρατεία και αναγκαστικό δάνειο». Αθήνα 2010).

Ναι μεν ορισμένοι καταθέτες έσπευσαν στην τράπεζα να σηκώσουν τις καταθέσεις τους, ωστόσο, το ποσοστό δεν ήταν μεγάλο τόσο που να γίνει αισθητό στην τραπεζική αγορά. Σύμφωνα, δε, με τους υπολογισμούς του «Ελεύθερου Βήματος» την εποχή εκείνη κυκλοφορούσαν 3.000 εκατομμύρια δραχμές, εκ των οποίων τα 1.500 εκατομμύρια θα τα δανειστεί η κυβέρνηση για τις ανάγκες της, επομένως δεν θα αποσυρθούν.

Παράλληλα θα κυκλοφορήσουν 1.500 εκατομμύρια δραχμές σε ομολογίες, οι οποίες επί τρίμηνο, κατά το Νομοσχέδιο, θα χρησιμοποιούνταν ως χαρτονόμισμα. Επομένως η πραγματική νομισματική κυκλοφορία θα ανέρχεται σε 4.500 εκατομμύρια δραχμές. Ο δε Εμμανουήλ Τσουδερός από την Αντιπολίτευση, ως έμπειρος στα οικονομικά, αν και ήταν επικριτικός, «χαρακτήρισε την πρωτοβουλία Πρωτοπαπαδάκη, ότι το αναγκαστικό δάνειο ήταν καλύτερα μελετημένο από παρόμοια ευρωπαίκά συστήματα».

Το αναγκαστικό δάνειο απέφερε τελικά 1.300 εκατομμύρια δραχμές και υπολογίζεται ότι τα 500 εκατομμύρια κατευθύνθησαν προς το Μικρασιατικό μέτωπο.

Ο Σπύρος Μαρκεζίνης σχολιάζοντας το εν λόγω αναγκαστικό δάνειο αναφέρει τα εξής: «...Γεγονός είναι ότι ανεξαρτήτως διαμαρτυριών, αντιδράσεων, ενδεχομένως, δε, και ορισμένων αδυναμιών, το σχέδιο εκείνο, συνδυάζον φαντασίαν και τόλμην όχι μόνο έσωσε την ώραν εκείνην το Μέτωπον από την κατάρρευσιν, αλλά και παρέσχε χρόνον δια κάποιαν αντιμετώπισιν του αδιεξόδου.

Και αν τελικώς δεν απεφεύχθη η καταστροφή, βέβαιο είναι ότι πάντως το οικονομικόν θέμα δεν μετέχει ούτε ως αφορμή, ούτε ως άμεσος αιτία εις την ευθύνην της καταρρεύσεως».

***

Τελικά, η Μικρασιατική καταστροφή επήλθε αρχές Σεπτεμβρίου 1922. Σχηματίστηκε, σχεδόν, άμεσα εντός του μηνός Στρατιωτική Επανάσταση με επικεφαλής τους Συνταγματάρχες Νικόλαο Πλαστήρα και Στυλιανό Γονατά, με προορισμό, που έπληξε ξανά μετά την Άλωση της Πόλης το Μάιο του 1453 τον Ελληνισμό, να σωθεί η Θράκη, να ανασυγκροτηθεί ο Στρατός, να αντιμετωπιστούν οι υπερφίαλες τουρκικές αξιώσεις, να αποκατασταθούν 1,5 περίπου εκατομμύριο προσφύγων, να ευρεθούν χρήματα για να καλυφθούν δαπάνες για την ανασυγκρότηση του Στρατού και να υπογραφεί σύντομα η Συνθήκη Ειρήνης και να καταλογιστούν οι ευθύνες για τη Μικρασιατική καταστροφή.

Το Έκτακτο Στρατοδικείο που σχηματίστηκε, ύστερα από δεκαπενθήμερη ακροαματική διαδικασία, καταδίκασε παμψηφεί σε θάνατο τους: Δ. Γούναρη, τον Ν. Στράτο, Ν. Θεοτόκη, Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, Γ. Μπαλτατζή και Γ. Χατζηανέστη και σε ισόβια δεσμά τους Ξεν. Στρατηγό και Μ. Γούδα.

Οι καταδικασθέντες εις θάνατον εκτελέστηκαν την ίδιαν ημέρα της καταδικαστικής απόφασης, καθόσον δεν προβλεπόταν κανένα τακτικό ή έκτακτο ένδικο μέσο προσφυγής.

Παρά ταύτα, ο Υποστράτηγος Θεόδωρος Πάγκαλος, Πρόεδρος της Ανακριτικής Επιτροπής και υπέρμαχος καταδίκης εις θάνατον των κατηγορηθέντων, σε συνέντευξη που έδωσε τον Ιανουάριο του 1949 παραδέχθηκε ότι οι καταδικασθέντες, «δεν διέπραξαν συνειδητήν προδοσίαν, ως κατηγορήθηκαν, αλλά υπήρξαν μοιραία και αναγκαία θύματα εις τον βωμόν της Πατρίδος κατά τους κρίσιμους εκείνας στιγμάς».

Εξάλλου, και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, σε επιστολή που απέστειλε τον Ιανουάριο του 1929 στον Αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος Παναγή, Τσαλδάρη «αποκαλούσε την εκτέλεση σφάλμα, αλλά εδέχετο ότι ήτο μοιραίον και ότι το σφάλμα τούτο είχεν εξουδετερωθεί από τας υπηρεσίας προσέφεραν η Επανάστασις του 1922 εις το Έθνος». (Γ. Δαφνής, «Η Ελλάς, μεταξύ δύο πολέμων», Αθήνα 1955).

***

Στα τωρινά, πλέον, χρόνια που πρωτοβουλία του εγγονού του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη έγινε επανεξέταση της Δίκης των Έξι και μακριά από τον άκρατο επιζήμιο κομματισμό που κυριαρχούσε τη δεκαετία του 1910 το Ανώτατο Δικαστήριο της Χώρας αποφάνθηκε ότι οι κατηγορηθέντες το 1922 άδικα εκτελέστηκαν, πρέπει να παραδεχθούμε ότι τότε έγιναν δύο μεγάλα σφάλματα- ενώ στους βαλκανικούς πολέμους 1911-1913 διπλασιάσαμε την Ελλάδα πληθυσμιακά και εδαφικά), που δεν άφηνε να διακρίνουμε: πρώτο, ότι ήταν σφάλμα του Ελευθερίου Βενιζέλου, εν μέσω εσωτερικής αναταραχής τις εκλογές το Νοέμβριο, δεύτερο, ότι και σφάλμα ότι η Κυβέρνηση που ηγείτο ο Δημήτριος Γούναρης (ύστερα από την ήττα των Φιλελευθέρων) που πραγματοποίησε Δημοψήφισμα για επαναφορά, ή μη του Βασιλιά Κωνσταντίνου.

Γιατί η Ελλάδα δεν πήγε το 1919 στη Μικρά Ασία για να κάνει πόλεμο, αλλά ως εντολοδόχος των Δυνάμεων της Αντάντ (Αγγλοι-Γάλλοι) και υπό την προστασίαν τούτων. Οπόταν, η στρατιωτική παρουσία της Ελλάδας στη Μικρά Ασία, με εντολή της Αντάντ ήταν ένα διπλωματικό χαρτί, που στη χειρότερη εξέλιξη θα μπορούσε να εξαργυρωθεί με άλλα ανταλλάγματα και ίσως να μην είχαμε και τις σημερινές «περιπέτειες» με τη γείτονα Τουρκία. «Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα».

Διαβάστε ακόμη

Δρ. Μελίνα Φιλήμονος - Τσοποτού: Τα νησιά, τα μουσεία και οι φύλακες

Σπύρος Σπυρόπουλος: "Δωριέας: Ο αρχιτέκτονας του πολιτικού μεγαλείου μιας διαχρονικής πόλης"

Φίλιππος Ζάχαρης "«Δικαίωμα στη Λήθη»: H ασφαλιστική κάλυψη των ασθενών που επιβίωσαν από καρκίνο"

Γιάννης Παρασκευάς: Οι ενστάσεις και η ουσία του πολιτικού προβλήματος

Φίλιππος Ζάχαρης: Ο πολύπλευρος άνθρωπος σε μία πολύπλοκη ζωή

Ηλίας Καραβόλιας: «Η επικίνδυνη εμμονή»

Θανάσης Καραναστάσης: Με τους... κράχτες στην Ευρωβουλή

Σωτήρης Ντάλης: "Iσραήλ- Ιράν: Από τον σκιώδη πόλεμο στην απόλυτη σύγκρουση;"