Λεξιστορείν: Ο προπηλακισμός!
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 743 ΦΟΡΕΣ
Η λέξη προπηλακισμός και το ρήμα προπηλακίζω σημαίνει πως εκστομίζω ύβρεις εναντίον κάποιου σε δημόσια εμφάνισή του, τον χλευάζω, τον διασύρω.
Πρόκειται για μια σύνθετη λέξη από το προ + πηλακίζω (από το ουσιαστικό πήλαξ = η λάσπη) με πρώτη σημασία «ρίχνω σε κάποιον λάσπη», έννοια που εξελίχθηκε όχι πια στο ρίξιμο λάσπης αλλά στο «ρίξιμο» ύβρεων και χλευασμού.