Μεσαιωνολόγιο: Ιστορίες που γίνανε παροιμίες

Μεσαιωνολόγιο:  Ιστορίες που γίνανε παροιμίες

Μεσαιωνολόγιο: Ιστορίες που γίνανε παροιμίες

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 610 ΦΟΡΕΣ

Γράφει η Άννα Αχιολά

info@medievalfestival.gr

ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ …
Η ελληνική γλώσσα είναι πλούσια από γνωμικά που έλκουν την καταγωγή τους από την ποικιλόμορφη λαϊκή μας παράδοση (αρχαία – βυζαντινά – νεότερα χρόνια). Φράσεις που έφτασαν ως τις μέρες μας αναλλοίωτες ή τουλάχιστον με κάποιες μετατροπές, χωρίς βέβαια ν’ αλλάξει ουσιαστικά το περιεχόμενό τους.

Ο γραπτός και ο προφορικός μας λόγος είναι κατάσπαρτος από παροιμιώδεις φράσεις που περικλείουν μέσα τους εμπειρίες και γεγονότα ιστορικών εποχών, που κατάφεραν να ταξιδέψουν ανέπαφα, μέσα από διάφορες εναλλαγές πολιτισμών, κατακτητών και δυσκολιών, στις μεταγενέστερες γενιές. Ας δούμε κάποιες από αυτές και πώς προέκυψαν…

Του έβαλε τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι
Όπως και πολλές άλλες φράσεις που χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας, έχει τις ρίζες της στο Βυζάντιο και ειδικότερα στο είδος τιμωρίας που επιβαλλόταν στους νάνους που είχαν οι αυτοκράτορες, όπως και οι βασιλιάδες της Δύσης.

Τους νάνους τους είχαν για να τους διασκεδάζουν στα συμπόσιά τους. Αυτοί ονομάζονταν «τζουτζέδες» και ασκούσαν μεγάλη επιρροή στους άρχοντές τους. Οι τελευταίοι τους είχαν φοβερή αδυναμία και ποτέ δεν τους χαλούσαν το χατίρι. Τους είχαν ως μυστικοσυμβούλους και κατάσκοπους. Όμως, όταν έπεφταν σε βαρύ παράπτωμα τρεις φορές, τιμωρούνταν κι αυτοί με μια περίεργη τιμωρία.

Τους έβαζαν τα δυο πόδια μέσα στο ίδιο υπόδημα και τους άφηναν να κυκλοφορούν … χοροπηδώντας. Η τιμωρία αυτή κρατούσε από τέσσερις μέχρι έξι μήνες. Στο τέλος, ο νάνος δεν μπορούσε να κρατήσει περισσότερο το αφάνταστο αυτό μαρτύριο και έπεφτε στα πόδια του αυτοκράτορα, για να του ζητήσει έλεος. Έτσι, από την περίεργη τιμωρία αυτή των νάνων στο Βυζάντιο, μας έμεινε η φράση: «Μου έβαλε ή του έβαλε τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι».

Δεν περνά η μπογιά της
Ο Νικήτας Χανιώτης γράφει πως όταν οι Φράγκοι πήραν τη θεοφύλακτη Πόλη κι αντίκρισαν τις βυζαντινές δέσποινες, έμειναν κυριολεκτικά με το στόμα ανοικτό. Αυτές, για να φαίνονται «γαϊτανοφρύδες», ξύριζαν τα φρύδια τους και τα ζωγράφιζαν από πάνω. Έβαζαν μπλε σκιές στα μάτια και κόκκινο στα νύχια.

Ξεκολλούσαν τις τρίχες των ποδιών τους μ’ ένα μίγμα καραμέλας και μαστίχας και ξάνθαιναν τα μαλλιά τους με ένα άγνωστο υγρό.

Στην αγορά της Κωνσταντινούπολης υπήρχαν πολλά μαγαζιά που πουλούσαν διάφορες αλοιφές για το πρόσωπο και το σώμα. Οι καλύτερες όμως αλοιφές ήταν εκείνες που έφτιαχναν οι γυναίκες του λαού με βότανα, γάλα, μέλι και μεδούλι. Τα παράξενα όμως καλλυντικά δεν τ’ αγόραζαν μόνο παστρικές, αλλά κι αυτοκράτειρες, που προσπαθούσαν να διατηρήσουν με κάθε τρόπο την ομορφιά τους, για να μη χάσουν την αγάπη του συζύγου τους.

Ό,τι κι αν έκαναν όμως, όταν περνούσε η πρώτη τους νεότητα, δεν υπήρχε πια ελπίδα να ξαναγίνουν ωραίες και οι αυτοκράτορες έτρεχαν να βρουν αλλού την … εσωτερική τους χαρά. Ο λαός ωστόσο, που τα παρατηρεί και τα σατιρίζει όλα, όταν έβλεπε τον άρχοντά του να πηγαίνει με άλλες γυναίκες, έλεγε ειρωνικά για την αρχόντισσα: «Δεν περνά πια η μπογιά της». Δηλαδή οι αλοιφές και τα χρώματα που έβαζε, δεν την ωφελούσαν πια ...

Ασ’ τον να κουρεύεται
Στα Βυζαντινά χρόνια ήταν συνηθισμένο το θέαμα της διαπόμπευσης. Οι Βυζαντινοί το είχαν ένα από τα καλύτερά τους θεάματα να πηγαίνουν στις πλατείες και στους δρόμους, για να παρακολουθήσουν μια διαπόμπευση. Οι τιμωρούμενοι ήταν κλέφτες, δειλοί, μεθυσμένοι, αντάρτες, αλλά πολλές φορές και εξέχοντα πρόσωπα.

Η πρώτη δουλειά ήταν να κουρέψουν αυτόν που επρόκειτο να διαπομπευτεί. Ήταν μεγάλη προσβολή τότε να κουρέψεις κάποιον, έτσι όπως στα χρόνια της Επανάστασης του 1821, ήταν βρισιά να απειλήσεις κάποιον ότι θα του ξυρίσεις το μουστάκι. Είναι εύκολο λοιπόν τώρα να εξηγήσουμε τις φράσεις: «άει κουρέψου» ή «άστον να κουρεύεται».

Χρησιμοποιείται συνήθως σε μια λεκτική αντιπαράθεση που καταλήγει σε αδιέξοδο. Είναι σαν να καταδικάζουμε κάποιον, επειδή είπε κάτι που λέει προσκρούει στη δεοντολογία μας και του αξίζει η διαπόμπευση ...

Τα έβγαλε στη φόρα
Στη Βυζαντινή εποχή, υπήρχε ένα είδος «κηρύκων», που έκαναν μια πολύ περίεργη δουλειά. Όταν κατηγορούσαν κάποιον για κλοπή, για λεηλασία ή και για φόνο ακόμα –χωρίς, όμως, αυτός που τον κατηγορούσε να έχει χειροπιαστά στοιχεία - ο «κήρυκας» αναλάμβανε να τον κατηγορήσει δημόσια, παίρνοντας πάνω του όλη την ευθύνη.

Έβγαινε, λοιπόν, σε μια κεντρική πλατεία, ανέβαινε σ’ ένα πεζούλι κι όταν το πλήθος συγκεντρωνόταν για να τον ακούσει, άρχιζε με δυνατή φωνή το κατηγορητήριο: «Αδελφοί του Χριστού», έλεγε, «ο τάδε έκανε αυτή την κακή πράξη και πρέπει να τιμωρηθεί από το Θεό και τους νόμους.

Επειδή, όμως, δεν υπάρχουν στοιχεία ικανά εναντίον του, για να τον παραδώσουμε στο δικαστήριο, γι’ αυτό, όσοι γνωρίζουν κάτι σχετικό με την υπόθεση, να ’ρθουν να μας το πουν. Αυτοί που δεν τολμούν να παρουσιαστούν μπροστά μας να το καταγγείλουν, θα είναι καταραμένοι στη ζωή και στο θάνατο. Το κορμί τους θα βγάλει τις πληγές του Φαραώ και τα παιδιά τους, όπως και τα παιδιά των παιδιών τους, θα διψούν και δε θα βρίσκουν νερό...» κ.λπ.

Οι «κήρυκες» αυτοί είχαν καταντήσει ο φόβος και ο τρόμος του λαού! Όπως ήταν επόμενο, ύστερα από τις φοβερές αυτές κατάρες, σε εκείνη τη γεμάτη προκαταλήψεις εποχή, εκείνος που ήξερε κάτι για τον ένοχο, έτρεχε να τον καταγγείλει στην αγορά (στα λατινικά: «φόρουμ» - πληθυντ. «φόρα»), για να έχει ήσυχη τη συνείδησή του. Δηλαδή, «του τα έβγαλε στα φόρα → στη φόρα», όπως κατέληξε να λέγεται.

Τα ψήσανε
Κατά τον βυζαντινολόγο Φ. Κουκουλέ, η φράση αυτή πιθανόν ξεκίνησε από το ψήσιμο των κουκιών. Αυτό μπορεί να στηριχθεί στη μαρτυρία ότι οι Ελληνίδες του Τάραντα, της Κάτω Ιταλίας, όσες φορές επρόκειτο να δεχτούν τον αγαπημένο τους, του πρόσφεραν «κουτσία ψημένα», δηλαδή ψημένα κουκιά. Έτσι πιθανόν να προέκυψε η λαϊκή έκφραση «τα ψήνει με τον τάδε» ή «τα ψήσανε». Αλλά και στην Κρήτη, για να προκαλέσουν την ερωτική διάθεση του αγαπημένους τους, χρησιμοποιούν το… ψήσιμο. Σε μερικά μέρη του νησιού μάλιστα λένε: «του’ ψησε την μπριζόλα».

Πηγές:
Τάκη Νατσούλης, «3.000 λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις», Εμπειρία Εκδοτική, Δεκ. 2011
Φαίδων Κουκουλές, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», Εκδ. Παπαζήσης, Δεκ. 1955
http://navi-patra.blogspot.com
https://rethemnosnews.gr
www.posna.net
www.slang.gr

Διαβάστε ακόμη

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου (Γ' Μέρος)

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου (β' μέρος)

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου

Η Ρόδος, ο Γρίβας και ο απελευθερωτικός αγώνας της Κύπρου

Δωδεκάνησα: Η Ενσωμάτωση, η ημερομηνία που δεν άλλαξε και μια προσωπική μαρτυρία

Η ιστορία της Αρχαγγελίτισσας Παρασκευής Γιακουμάκη: Στη Στράτα του Προφήτη Ηλία

Σελίδες Ιστορίας: Ο δρόμος των Παθών με τα γλυπτά, ο Σταυρός του Φιλερήμου και η κατάληψη της Μονής στις 20 Σεπτεμβρίου 1947

Τήλος: Οι πρώτοι γάμοι ομοφύλων το 2008, όπως τους έζησαν 3 από τους πρωταγωνιστές τους