Η Αγιά Σοφιά, οι Ελληνορθόδοξοι της Τουρκίας και οι Μουσουλμάνοι της Ελλάδας

Η Αγιά Σοφιά, οι Ελληνορθόδοξοι της Τουρκίας και οι Μουσουλμάνοι της Ελλάδας

Η Αγιά Σοφιά, οι Ελληνορθόδοξοι της Τουρκίας και οι Μουσουλμάνοι της Ελλάδας

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 517 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο
Κώστας Ε. Σκανδαλίδης

Το ότι κάποια χρονική στιγμή η Αγιά Σοφιά στα χέρια του Ταγίπ Ερντογάν θα μετατρεπόταν σε τζαμί, ήταν αναμενόμενο.

Το ότι η ιερόσυλη αυτή πράξη θα του βγει ξινή, είναι προβλέψιμο και επίσης αναμενόμενο. Θα το επαληθεύσει ή θα το διαψεύσει ο αμείλικτος χρόνος. Η άλωση της Πόλης μπορεί να έγινε το 1453, η Αγία Σοφία όμως στις καρδιές και στις σκέψεις της παγκόσμιας κοινότητας θα παραμένει πάντα η Αγιά Σοφιά.

Το ουσιαστικό βέβαια θέμα στην πολιτική που ασκεί η Άγκυρα εδώ και δεκαετίες και η Ελλάδα προφανώς δεν «απαντά» κατά πώς θα έπρεπε, είναι αλλού. Έχει ονοματεπώνυμο και παρελθόν.

Ο Ελληνισμός της Τουρκίας
Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Λίγο πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή και πιο συγκεκριμένα το 1920, ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης αριθμούσε 350.000 άτομα. Όταν στις 30.1.1923 ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Ισμέτ Ινονού υπέγραψαν τη Σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών (πράξη που εμπεριέχεται στη Συνθήκη της Λωζάννης), 103.000 ομογενείς (73.000 με τουρκική ιθαγένεια και 30.000 με ελληνική υπηκοότητα) θεωρήθηκαν μη ανταλλάξιμοι. Το ίδιο συνέβη και με τους 8.300 Έλληνες της Ίμβρου και της Τενέδου. Το σύνολο λοιπόν αυτό των 111.300 ομογενών θεωρήθηκε ενιαία ελληνορθόδοξη θρησκευτική μειονότητα με βάση τη Συνθήκη της Λωζάννης. Το ίδιο συνέβη και με τους 106.000 Μουσουλμάνους της ελληνικής Θράκης που θεωρήθηκαν και αυτοί μη ανταλλάξιμοι και παρέμειναν εκεί.


Θα πρέπει μάλιστα να τονισθεί πως η ίδια Συνθήκη προέβλεπε όχι μόνον ίσα δικαιώματα και ίση μεταχείριση με τους Τούρκους υπηκόους, αλλά επιπροσθέτως ελεύθερη εκπαίδευση στα μειονοτικά σχολεία, ελεύθερη άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων, δικαίωμα ιδιοκτησίας και οικονομικής δραστηριότητας, καθώς και διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της Ελληνικής Κοινότητας.


Η προσέγγιση στη συνέχεια Βενιζέλου και Ατατούρκ στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ευνόησε τους Έλληνες της Τουρκίας, οι οποίοι στην τουρκική απογραφή του 1935 αριθμούσαν 125.046 άτομα.
Παρά ταύτα όμως η επίσημη Τουρκία ακολουθώντας αντιμειονοτική πολιτική, καθώς έβλεπε το Ελληνορθόδοξο στοιχείο ως ξένο σώμα, δεν δίστασε να καταπατά τα δικαιώματα των μη Μουσουλμάνων και κυρίως των Χριστιανών, όταν μάλιστα τον Μάιο του 1941 επιστράτευσε το σύνολο των μη Μουσουλμάνων της Κωνσταντινούπολης ηλικίας από 20 έως 45 ετών σε στρατόπεδα της Ανατολίας. Οι Έλληνες που έμειναν για ένα χρόνο σε αυτά τα στρατόπεδα ήταν περίπου 15.000.


Παρά τη βαριά φορολογία που επιβλήθηκε κατά το 1942 στον μη μουσουλμανικό πληθυσμό με έκτακτο φόρο περιουσίας με αποτέλεσμα η ελληνορθόδοξη μειονότητα να επιβαρυνθεί με το 20% περίπου της συνολικής φορολογίας, εν τούτοις και στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το 1952 η Ελλάδα και η Τουρκία εντάχθηκαν στη δυτική συμμαχία του ΝΑΤΟ ο εκεί Ελληνισμός γνώρισε σημαντική οικονομική πρόοδο.


Αποδείχθηκε όμως στη συνέχεια ότι αυτές οι δύο περίοδοι του 1930 με τους Βενιζέλο και Ατατούρκ και του 1950 με την ένταξη των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ ήταν περιστασιακές, αλλά και μικρής χρονικής διάρκειας.
Το Κυπριακό ζήτημα το 1954-1955 ήταν εκείνο που πυροδότησε μια μακρά περίοδο σοβαρών κρίσεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Οι διαδηλώσεις στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη στις 6 και 7 Σεπτεμβρίου 1955 μετά το ναυάγιο της τριμερούς Διάσκεψης του Λονδίνου για το Κυπριακό (Ελλάδα, Βρετανία, Τουρκία), είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 16 ομογενών, 200 βιασμών, την καταστροφή 73 Ορθόδοξων ναών, 26 ελληνόφωνων σχολείων, 5 ελληνικών συλλόγων, 1.004 οικιών, 4.348 καταστημάτων, 27 φαρμακείων, 21 εργοστασίων και 110 ξενοδοχείων και εστιατορίων.


Και μόνον η άποψη του μεγάλου Τούρκου συγγραφέα και διανοητή Αζίζ Νεσίν πως «η νύχτα εκείνη έμοιαζε με τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου», είναι αρκετή για να επιβεβαιώσει την αγριότητα των γεγονότων.
Έκτοτε κυρίαρχα στοιχεία στην Κωνσταντινούπολη και τη λοιπή Τουρκία κυρίως ήταν η σκλήρυνση της τουρκικής πολιτικής απέναντι στον Ελληνορθόδοξο πληθυσμό με συλλήψεις, διώξεις, κλείσιμο εφημερίδων και πολιτιστικών συλλόγων, απελάσεις, αλλά επίσης και μια ψυχολογία εξόδου η οποία και οδηγούσε συνεχώς την εγκατάλειψη της Τουρκίας από τους Έλληνες.


Παρά και πάλι μια μικρή και μόνο χρονική περίοδο βελτίωσης των διμερών σχέσεων με την υπογραφή των Συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου και την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960, το φυλλορρόημα των Ελλήνων της Τουρκίας θα συνεχιστεί το 1964-1965 με την ομαδική απέλαση 12.592 ομογενών με ελληνική υπηκοότητα από την Κωνσταντινούπολη, κατά παράβαση βέβαια της Συνθήκης της Λωζάννης. Συγχρόνως και πιο συγκεκριμένα το 1964, η Τουρκία δέσμευσε όλες τις ακίνητες περιουσίες των Ελλήνων υπηκόων, ύψους περίπου 200 εκατομμυρίων δολαρίων, οι οποίες περιήλθαν στο τουρκικό Δημόσιο, αφού προηγουμένως χαρακτηρίστηκαν ως εγκαταλειμμένες. Στη δεκαετία που ακολούθησε, μέχρι το 1975, το κύμα διώξεων συνεχίστηκε με απολύσεις εκπαιδευτικών, την απαγόρευση εισόδου κληρικών στα σχολεία και περιορισμό της ελληνικής γλώσσας σε αυτά. Έκλεισαν επίσης το Ελληνικό Ορφανοτροφείο στην Πρίγκηπο και το 1971 τη θεολογική Σχολή της Χάλκης.


Η μείωση του ελληνικού στοιχείου στα επόμενα χρόνια υπήρξε ραγδαία ως φυσικό επακόλουθο.
Το 1965 αριθμούσε 76.122, το 1978 7.822 και σήμερα (2020) περίπου 3.000 σε Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο. Όσοι δε απέμειναν ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη, συνεχίζουν να υφίστανται επιθέσεις εθνικιστικών ισλαμιστικών οργανώσεων, βομβιστικών ενεργειών εναντίον των ορθόδοξων εκκλησιών τους, των σχολείων και άλλων ιδρυμάτων, συλήσεις νεκροταφείων κ.λπ. Υπολογίζεται ότι περίπου 90.000 Έλληνες της Τουρκίας ζουν σήμερα στην Ελλάδα, ενώ άλλοι 30.000 μετανάστευσαν στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία και τη Δυτική Ευρώπη.

Η μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα
Η μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα (περιοχή Θράκης) αριθμεί σήμερα περίπου 120.000 άτομα, σύμφωνα με την απογραφή του 2011. Αυτή η μειονότητα αποτελείται από τρεις εθνοτικές ομάδες: Τούρκους ή τουρκόφωνους, Πομάκους και Ρομά. Υπάρχουν και 3.000 περίπου Αλεβίτες (κυρίως ορεινοί Πομάκοι) που ισχυρίζονται ότι καταπιέζονται από την πλειονότητα των Σουνιτών.


Διαπιστώνει, λοιπόν, κανείς ότι οι 106.000 μη ανταλλάξιμοι Μουσουλμάνοι του 1923 στην ελληνική Θράκη απαριθμούν σήμερα περί τα 120.000 και πλέον άτομα, ενώ από τους 350.000 μη ανταλλάξιμους Ελληνορθόδοξους στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, την Ίμβρο και την Τένεδο έμειναν σήμερα περίπου 3.000 άτομα!


Και μπορεί για την κοινή λογική τα συμπεράσματα να είναι περισσότερο και από εύκολα, φαίνεται όμως πως για την παγκόσμια κοινότητα, τις μεγάλες δυνάμεις, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά κράτη η κοινή λογική διευκολύνει τα στρατηγικά και τα οικονομικά τους συμφέροντα, κανένας τους δεν ομολογεί την πάσα αλήθεια και ως εκ τούτου δεν καταδικάζει τις εσαεί προκλητικές πρακτικές τη Τουρκίας. Όταν τα αριθμητικά στοιχεία ομιλούν από μόνα τους, θα περιμέναμε τουλάχιστον από τους συμμάχους μας να ομολογούν την αλήθεια με βάση το διεθνές δίκαιο και να μην ευλογούν το άδικο. Και αν μη τι άλλο, να παίρνουν έντιμη θέση απέναντι στην ιστορία.


Κατά τα άλλα ο κ. Ταγίπ Ερντογάν και σύμφωνα με τη βαρύγδουπη δήλωσή του… επανέφερε την Αγία Σοφία στις ρίζες της! Αιδώς για όλους όσοι αισθάνονται Αργείοι και σιωπούν απέναντι στο φαινόμενο Ερντογάν, για το οποίο εύχομαι ολοψύχως να μην το πληρώσει πολύ ακριβά όχι μόνον η μικρή Ελλάδα, αλλά και σύμπασα η Ευρωπαϊκή Ένωση που παριστάνει τον Πόντιο Πιλάτο και «τιμωρεί» καθημερινά την Τουρκία με…αβγά Αγκύρας!


Υ.Γ: 1) Αν έκανα όλη αυτή την ιστορική αναδρομή, το έκανα απλώς και μόνον: α. για να μην αιτιάται η Τουρκία τη Συνθήκη της Λωζάννης μόνο για την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών και β. για να μην ξεχνούμε το παρελθόν και την ιστορία και προπαντός τα συνεχή «καμώματα» της Τουρκίας, (βλέπε Κύπρο, Συρία, Λιβύη, Αιγαίο, Νοτιοανατολική Μεσόγειο και τώρα Αρμενία) γιατί το χθες πάντα μας δείχνει το αύριο.

2) Το πλήθος των στοιχείων αντλήθηκε από: Αλεξανδρής Α. «Βόρειος Ήπειρος, Κωνσταντινούπολη, διασπορά», στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΣΤ’ εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000, σ.σ. 510-517

Διαβάστε ακόμη

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες

Δημήτρης Κατσαούνης: Αυτές οι Eυρωεκλογές χτίζουν γέφυρα με τον Ελληνισμό της Διασποράς

Γιάννης Σαμαρτζής: Τα τεκμήρια διαβίωσης των φορολογουμένων και η δυνατότητα αποφυγής τους

Φίλιππος Ζάχαρης: Εσωτερικός κόσμος, εικόνες και ορισμός του χρόνου