Έξι άτομα θα καθίσουν σήμερα στο εδώλιο για ναρκωτικά και διακίνηση μεταναστών
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 573 ΦΟΡΕΣ
Οι 5 εξ αυτών έχουν καταδικαστεί σε πολυετείς ποινές κάθειρξης
Από το Πενταμελές Εφετείο Δωδεκανήσου θα δικαστούν σήμερα τέσσερις Έλληνες και δύο αλλοδαποί που κατηγορούνται ως μέλη του κυκλώματος διακίνησης ναρκωτικών και παράτυπων μεταναστών που εξαρθρώθηκε το καλοκαίρι του 2017 από την Ασφάλεια Αττικής με συντονισμένες επιχειρήσεις στην Κω, στην Αττική και στην Κορινθία!
Η υπόθεση εκδικάστηκε σε πρώτο βαθμό από το Τριμελές Εφετείο επί Κακουργημάτων Δωδεκανήσου τον Οκτώβριο του 2018 και ένα μήνα αργότερα, το δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του επιβάλλοντας πολυετείς ποινές κάθειρξης που ξεπέρασαν τα 200 χρόνια αλλά και χρηματικά πρόστιμα συνολικού ύψους 972.000 ευρώ και στους πέντε εκ των κατηγορουμένων (συνολικά ήταν επτά άτομα) και μόνο σε έναν εξ αυτών αποφάσισε η έφεση είχε αναστέλλουσα δύναμη υπό όρους.
Ειδικότερα, ένοχος κρίθηκε από το δικαστήριο 61χρονος Κώος στον οποίο επιβλήθηκε συνολική ποινή κάθειρξης 54 ετών και συνολικό χρηματικό πρόστιμο 260.000 ευρώ με την έφεση να μην έχει αναστέλλουσα δύναμη, ενώ συνολική ποινή κάθειρξης 49 ετών και συνολικό χρηματικό πρόστιμο 232.000 ευρώ με την έφεση να μην έχει αναστέλλουσα δύναμη επιβλήθηκε 51χρονο από την Κω.
Με απόφαση του ίδιου δικαστηρίου πρωτόδικα, κρίθηκε αθώος 49χρονος από τον Πειραιά που διαμένει στην Κω και του επιβλήθηκε συνολική ποινή κάθειρξης 7 ετών και χρηματικό πρόστιμο 10.000 ευρώ με την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη υπό τον όρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, ενώ 69χρονος από την Κω, καταδικάστηκε σε συνολική ποινή κάθειρξης 47 ετών και συνολικό χρηματικό πρόστιμο 230.000 ευρώ με την έφεση να μην έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Τέλος, το δικαστήριο έκρινε ένοχο για όλες τις κατηγορίες 41χρονο αλλοδαπό Αλβανικής καταγωγής που αναζητείται με ένταλμα που έχει εκδοθεί σε βάρος του και του επέβαλε συνολική ποινή κάθειρξης 49 ετών και συνολικό χρηματικό πρόστιμο 240.000 ευρώ με την έφεση να μην έχει αναστέλλουσα δύναμη.

Σε ό,τι αφορά τους λοιπούς δύο κατηγορούμενους, ο ένας 30 ετών αλλοδαπός Αλβανικής καταγωγής αθωώθηκε και η 31χρονη αλλοδαπή Βουλγαρικής καταγωγής κρίθηκε ένοχη με ελαφρυντικό μόνο για μία κατηγορία (απλής συνέργειας στην πώληση ναρκωτικών ουσιών κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση τελεσθείσα στην Κω από τον Δεκέμβριο του 2016 μέχρι και την ημέρα εξιχνίασης της υπόθεσης δηλαδή στις 5 Ιουνίου 2017,) «πέφτοντας» έτσι στα μαλακά αφού της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 3 ετών με τριετή αναστολή.
Κατά των αποφάσεων αυτών οι έξι εμπλεκόμενοι άσκησαν εφέσεις οι οποίες θα εξεταστούν αύριο από το Πενταμελές Εφετείο Δωδεκανήσου.
Συνήγοροι υπεράσπισης στην υπόθεση είναι οι κ.κ. Αχιλλέας Δασκαλάκης και Στέλιος Κιουρτζής, Παναγιώτης Αβρίθης, Μανώλης Χατζηάμαλλος, Βάνα Περή, Σάκης Κεχαγιόγλου, Απόστολος Τσέας και Ιωάννης Αλαβάνος.
Η ανακοίνωση της αστυνομίας
Υπενθυμίζεται πως σύμφωνα με όσα είχαν ανακοινωθεί από την αστυνομία, στο εγκληματικό δίκτυο διακίνησης ναρκωτικών, αρχηγός ήταν συλληφθείς υπήκοος Αλβανίας, ο οποίος διαχειριζόταν το σύνολο των υπό διακίνηση ναρκωτικών, και για το λόγο αυτό τα υπόλοιπα μέλη τον προσφωνούσαν «αφεντικό» ή «εργοστάσιο».
Το εγκληματικό δίκτυο, υπό τον συντονισμό του αρχηγού, προμηθευόταν, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, μεγάλες ποσότητες κοκαΐνης και κάνναβης από την Αλβανία, οι οποίες εισάγονταν στην Ελλάδα και τοποθετούνταν σε ειδικούς χώρους αποθήκευσης «καβάτζες» σε περιοχή της Αττικής. Στη συνέχεια, τα ηγετικά μέλη που διέμεναν στην Αττική, προέβαιναν στη διακίνηση των ναρκωτικών εντός Αττικής και στην Κω.
Στην Κω, τα ναρκωτικά μεταφέρονταν σταδιακά (100 γραμμάρια κοκαΐνη και 10 κιλά κάνναβη τη φορά) από στρατολογημένα μέλη, συνήθως γυναίκες που συνοδεύονταν από ανήλικα παιδιά, τα οποία χρησιμοποιούσαν για τη μετακίνησή τους το πλοίο της γραμμής Πειραιάς – Κω. Με την άφιξη των ναρκωτικών στην Κω, τα εκεί διαμένοντα μέλη, ενεργώντας πάντοτε υπό τον συντονισμό και τις εντολές του σκληρού πυρήνα της Αθήνας, προέβαιναν στην παραλαβή και αποθήκευση των ποσοτήτων, συνήθως σε ξενοδοχεία ή ενοικιαζόμενα δωμάτια, τα οποία μίσθωνε το εγκληματικό δίκτυο, για να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά ως «καβάτζες».
Η περαιτέρω διακίνηση των ναρκωτικών, λάμβανε χώρα μέσα από ένα δαιδαλώδες δίκτυο προμηθευτών και διακινητών μικρής εμβέλειας, «βαποράκια», ενώ σε ό,τι αφορά τις τιμές πώλησης των ναρκωτικών, ήταν πολύ υψηλότερες σε σχέση με την Αττική, καθώς το ένα κιλό κάνναβη κόστιζε (1.500) ευρώ και το ένα γραμμάριο κοκαΐνη από (80) έως (100) ευρώ.


Η διακίνηση παράνομων προσφύγων και μεταναστών
Όσον αφορά τη διεθνική εγκληματική οργάνωση διακίνησης μεταναστών, τα διαμένοντα στην Τουρκία μέλη, εντόπιζαν αλλοδαπούς που επιθυμούσαν να προωθηθούν παράνομα από τους οποίους λάμβαναν, προκαταβολικά και εξ ολοκλήρου τοις μετρητοίς, το αντίτιμο διακίνησης, το οποίο κυμαινόταν από 3.000 ευρώ έως 12.000 ευρώ, ανάλογα με τον επιθυμητό τελικό προορισμό.
Κατά την ημέρα της διακίνησης, επιβίβαζαν τους διακινούμενους στο σκάφος, το οποίο άμεσα κατέπλεε με προορισμό την Κω. Το σκάφος της οργάνωσης ήταν χωρητικότητας δέκα (10) περίπου ατόμων και στις περιπτώσεις που οι διακινούμενοι ήταν υπεράριθμοι, το ίδιο σκάφος πραγματοποιούσε διαδοχικά δρομολόγια από τα Τουρκικά παράλια στην Κω και αντιστρόφως.
Στην Κω αποβιβάζονταν σε περιοχή κοντά σε ξενοδοχειακά συγκροτήματα και μετά από σχετική συνεννόηση παραλαμβάνονταν από τα μέλη της οργάνωσης στην Κω. Η μεταφορά πραγματοποιούνταν από «οδηγούς» της εγκληματικής οργάνωσης, εκ των οποίων ο ένας επαγγελματίας οδηγός ΤΑΧΙ, σε «συνεργαζόμενα» ξενοδοχεία.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής των διακινουμένων στην Κω και μέχρι την έναρξη της περαιτέρω προώθησής τους στην Ηπειρωτική Ελλάδα, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης μεριμνούσαν, μεταξύ άλλων, για τη σίτισή τους και την πληρωμή των ξενοδοχείων, όπου κατέλυαν προσωρινά. Η κάλυψη αυτών των εξόδων γινόταν με χρήματα τα οποία έστελναν τα μέλη της οργάνωσης στην Τουρκία, μέσω εταιρείας χρηματικών συναλλαγών. Παράλληλα, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης στην Κω προετοίμαζαν την περαιτέρω προώθηση των διακινούμενων στην Ηπειρωτική Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Αττική, με τα πλοία της γραμμής. Ειδικότερα, επέλεγαν το καταλληλότερο δρομολόγιο, ώστε να μην γίνουν αντιληπτοί οι διακινούμενοι από τους λιμενικούς ή τους αστυνομικούς.
Μετά την επιλογή του καταλληλότερου δρομολογίου ένα από τα μέλη της οργάνωσης παραλάμβανε τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, χωρίς να παρίστανται οι διακινούμενοι. Δεδομένου ότι οι αλλοδαποί δεν κατείχαν τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα για την έκδοση των εισιτηρίων, η εγκληματική οργάνωση τους εφοδίαζε με βουλγαρικά δελτία ταυτότητας (προφανώς πλαστά), ενώ η επιλογή του καταλληλότερου δελτίου γινόταν με κριτήριο το βαθμό ομοιότητας μεταξύ του εικονιζόμενου (πραγματικού κατόχου) και του διακινούμενου. Για το λόγο αυτό και φρόντιζαν για την εξωτερική εμφάνιση των διακινούμενων, έτσι ώστε αφενός να μοιάζουν με Ευρωπαίο πολίτη (ευπρεπής ενδυμασία, γυαλιά κ.λπ.) και αφετέρου να προσομοιάζουν στον πραγματικό κάτοχο του δελτίου ταυτότητας που θα χρησιμοποιούσαν (βάψιμο μαλλιών, κούρεμα κ.λπ.). Στη συνέχεια τους έδιναν τις κατάλληλες πληροφορίες και οδηγίες ώστε να καταφέρουν να ολοκληρωθεί με επιτυχία το σχέδιο, δηλαδή η επιτυχής επιβίβαση των διακινουμένων στο πλοίο και η άφιξη τους στην Αττική.