Τα έθιμα της Μεγάλης Εβδομάδας

Τα έθιμα της Μεγάλης Εβδομάδας

Τα έθιμα της Μεγάλης Εβδομάδας

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1365 ΦΟΡΕΣ

Γράφει η
Eλευθερία Μουρσελλά-Δράκου

Η υψηλότερη μορφή άνοιξης που ξέρω:
Μια ελληνική Μεγάλη Εβδομάδα
Γεώργιος Σεφέρης

Πάντα εμείς τα παιδιά καρτερούσαμε να έρθει το Πάσχα και ιδίως η Μεγάλη Εβδομάδα. Αγαπούσαμε πολύ τις ανοιξιάτικες ημέρες που όλα μοσχοβολούσαν. Αρχίζει το Σάββατο του Λαζάρου. Η Ανάσταση του Λαζάρου συμβολίζει την ανάσταση της φύσης από τη χειμερία νάρκη. Ο Λάζαρος ο αγαπημένος φίλος του Χριστού που ο Χριστός σαν τέλειος άνθρωπος τον έκλαψε όταν έμαθε σχετικά με τον θάνατό του.

Την ημέρα αυτή πολλά έθιμα σχετίζονται με τον θάνατο και την Ανάσταση του Λαζάρου. Ακόμα και σήμερα διατηρούνται σε πολλές αγροτικές ελληνικές περιοχές. Πολλά παιδιά περιέρχονται στις γειτονιές ανήμερα του Λαζάρου. Ένα παιδί ντυμένο μ’ άσπρο ρούχο και στολισμένο με μαργαρίτες (αμαράγκους) παριστάνει τον Λάζαρο. Τα άλλα παιδιά ψάλλουν τα πάθη και τη νεκρανάστασή του και λένε:

«Λάζαρε, πες μας τι είδες εις τον Άδη που επήγες; Είδα φόβους, είδα τρόμους, είδα βάσανα και πόνους, δώστε με λίγο νεράκι, να ξεπλύνω το φαρμάκι της καρδίας των χειλέων και μη μ’ αρωτάτε πλέον».
Η Κυριακή των Βαΐων για μας τα παιδιά ήταν διαφορετική. Νοερά βλέπαμε τον Χριστό με τη θριαμβευτική είσοδό του στα Ιεροσόλυμα πάνω στο γαϊδουράκι να μας ευλογεί και να ψάλλουμε το μυρωδάτο «Ωσαννά ευλογημένος ο ερχόμενος...». Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο ιερέας μοίραζε στο εκκλησίασμα τον βάγενο σταυρό τον οποίο φυλάγαμε για να μας φυλάει από «παν κακό». Η οικογένενεια το μεσημέρι απολάμβανε το φαγητό με ψάρι που ήταν καθιερωμένο από τη Εκκλησία μας. Το λέει και το τραγούδι:

Βάγια-βάγια των Βαγιών
τρώνε ψάρι και κολιό
κι ως την άλλη Κυριακή
τρώσι κόκκινο αυγό

Το βράδυ η εκκλησία φωτιζόταν μόνο με κεριά που φώτιζαν τον «Νυμφίο» με το παράπονο ζωγραφισμένο στο γλυκό πρόσωπό του. Ένα κατανυκτικό μισοσκόταδο απλωνόταν στον ναό που ήταν ντυμένος με σκουρόχρωμα πανιά. Όλα μανουάλια, Άμβωνας, Αγία Τράπεζα, αναλόγια και το παραπέτασμα από μαύρο βελούδο.

Έτσι προετοίμαζαν κάθε ψυχή να δεχθεί με θλίψη το θείο Πάθος. Οι ψάλτες με αργό και μεγαλοπρεπή τρόπο ψάλλουν το γεμάτο πάθος τροπάριο: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται...» σαν αρνίο επί σφαγή αγόμενο. Προσκυνούμε με κατάνυξη την εικόνα Του στολισμένη με τα μυρωδάτα ζουμπούλια και τριαντάφυλλα.

Τη Μεγάλη Τρίτη ψάλλεται το υπέροχο τροπάριο της Κασσιανής μοναχής: «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή...». Η εκτέλεσή του από τον δεξιό ψάλτη σε καθηλώνει, ιδίως στο άκουσμα της λέξης «κρότος»: «Εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη». Η λέξη αυτή αυθόρμητα μας μεταφέρει στα ουράνια. Η σπουδαία βυζαντινή ποιήτρια εγκαταλείπουσα τα γήινα αγαθά στόλισε την ψυχή της με τα υπέροχα πνευματικά αγαθά.

Ακούγοντας το υπέροχο αυτό ποίημά της μάς δυναμώνει την ελπίδα και την πίστη μας. Όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα διατηρώντας τις παραδόσεις που οι γονείς μας, παρ’ όλες τις δυσκολίες της τότε ζωής τους, κράτησαν και μας τις παρέδωσαν και κατόρθωσαν ώστε η ψυχή μας με ιδιαίτερη περισυλλογή να ανεβεί σε ανώτερες πνευματικές σφαίρες.

Τις πρώτες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, οι νοικοκυρές άσπριζαν και καθάριζαν τα σπίτια τους και έφτιαχναν τα βουτυρένια και ζαχαρένια κουλούρια και τις τυρόπιτες και μοσχοβολούσε η γειτονιά. Όλες αυτές οι εργασίες μέχρι τη Μεγάλη Τετάρτη. Το πρωί γινόταν και το ευχέλαιο.

Τη Μεγάλη Πέμπτη βάφαμε και τα αυγά με κόκκινο χρώμα που συμβολίζει το αιματοβαμμένο σώμα του Χριστού. Τη Μεγάλη Πέμπτη με τη Θεία Λειτουργία την πρωινή του Μεγάλου Βασιλείου μετείχαμε συνήθως στη Θεία Μετάληψη και κρατούσαμε το αντίδωρο. Στο τραπέζι η οικογένεια απολάμβανε το μεσημεριανό νηστίσιμο φαγητό, τα γιαπράκια (ντολμαδάκια), «παραϊμοστά», όπως τα λέμε, φτιαγμένα από τη νοικοκυρά με τ’ ανοιξιάτικα αμπελόφυλλα. Το βράδυ παρακολουθούσαμε τα δώδεκα Ευαγγέλια και με την κλωστή κάναμε έναν κόμπο στο άκουσμα κάθε Ευαγγελίου.

Συγκίνηση και πόνο νιώθαμε όταν ο ιερέας με τρεμάμενη φωνή κρατώντας πάνω στον ώμο τον Εσταυρωμένο ζωγραφισμένο πάνω στον σταυρό έψαλλε το «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου...». Αδυνατούσαμε και αδυνατούμε να συγκρατήσουμε τα δάκρυά μας, αντικρίζοντας τον πονεμένο και αδίκως σταυρωθέντα Χριστό που έλαβε τη μορφή δούλου για τη δική μας ελευθερία.

Η ανοιχτή αγκαλιά Του πάνω στον σταυρό γίνεται καταφύγιο και λιμάνι κάθε πονεμένης ψυχής. Το άλικο αίμα του ξεπλύνει τις αμαρτίες μας. Γυναίκες ντυμένες στα μαύρα ρούχα έψαλλαν το τραγούδι της Παναγιάς: «Σήμερον μαύρος ουρανός, σήμερον μαύρη μέρα, σήμερον εσταυρώσανε τον Πάντων Βασιλέα».

Ξημερώματα της Μεγάλης Παρασκευής οι ενορίτισσες με τα λολουδια που προσέφεραν από τις αυλές τους στόλιζαν τον Επιτάφιο. Ο Άγγελος Σικελιανός στο ποίημά του («Το αντίδωρο», 1935) μιλάει για τις γυναίκες των χωριών που στόλιζαν τον Επιτάφιο και μοιρολογούσαν τον Χριστό άγρυπνες μέχρι τα ξημερώματα του Μεγάλου Σαββάτου και θρηνούσαν το σώμα του Χριστού σκεπασμένο μ’ άνθη. Οι πληγές σαν ανεμώνες φάνταζαν στα χέρια και στα πόδια Του που τα σκέπαζαν με πολλά ανοιξιάτικα άνθη. Με την πρέπουσα τάξη και κατάνυξη γινόταν η Αποκαθήλωση του Χριστού.

Η Μεγάλη Παρασκευή είναι μία ξεχωριστή ημέρα. Είναι η πιο πένθιμη ημέρα της Ορθοδοξίας μας. Εμείς τα κορίτσια με τις μαύρες ποδιές του Γυμνασίου μας ψάλλαμε τροπάρια σχετικά με την Αποκαθήλωση που μας έμαθε ο αείμνηστος ψάλτης μας Μ. Σαρής. Στη συνέχεια, ο ιερέας βοηθούμενος από έναν επίτροπο και ραίνοντας το σώμα του Χριστού το τύλιγε σε ένα καθαρό άσπρο σεντόνι. Μετά τοποθετούσε τη χρυσοκέντητη εικόνα του νεκρού Χριστού στον Επιτάφιο όπου ήταν το στρώμα του Χριστού σκεπασμένο με ροδοπέταλα. Δίπλα του τοποθετούσε το Ιερό Ευαγγέλιο. Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η πιο λυπητερή ημέρα για κάθε Χριστιανό.

Πολλές φορές και η φύση εκδηλώνει τη θλίψη της με συννεφιά που παρουσιάζει. Εμείς συμμετέχουμε την ημέρα αυτή με πόνο. Τρώμε βραστή φακή με ξύδι και μαρούλι για να θυμόμαστε το ξύδι που έδωσαν στον Χριστό όταν είπε «διψώ». Δεν τρώμε γλυκά. Μια πολύ ωραία συνήθειά μας είναι όταν τη Μεγάλη Πέμπτη και τη Μεγάλη Παρασκευή επισκεπτόμαστε το νεκροταφείο και βάζουμε ένα στεφάνι και λουλούδια και θυμιάζουμε τους νεκρούς μας. Θέλουμε μ’ αυτή την κίνησή μας να τους στείλουμε ένα μήνυμα· να τους πούμε ότι κι αν έφυγαν από κοντά μας στα ουράνια πάντα τους σκεφτόμαστε και προσευχόμαστε για τις ψυχές τους.

Το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής μετά τα εγκώμια γίνεται η περιφορά του Επιταφίου στις γειτονιές της ενορίας. Κάθε σπίτι μ’ αναμμένα τα φώτα και τις νοικοκυρές να κρατούν το θυμιατό αναμμένο με το μοσχολίβανο να θυμιάζουν και με το κανί με το ανθόνερο να ραίνουν τον Επιτάφιο και τον κόσμο που τον ακολουθεί. Τα παιδιά ευχαριστιούνται όταν περνούν κάτω από τον Επιτάφιο. Αισθάνονται πως ο Χριστός τα ευλογεί.

Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου κατά τη Θεία Λειτουργία ο ιερέας κρατώντας ένα ψάθινο πανέρι με φύλλα νεραντζιάς και άνθη από τον Επιτάφιο ραντίζει το εκκλησίασμα. Η χαρά μας δεν περιγράφεται όταν ο ιερέας μ’ έντονη φωνή λέει: «Ανάστα ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού». Τότε όλο το εκκλησίασμα με ιδιαίτερη δύναμη κτυπά τα θρονιά, τα στασίδια. Ένα τρανό δείγμα χαράς για το συγκλονιστικό ευχάριστο μήνυμα.

Το βράδυ της Ανάστασης ο ιερέας κρατώντας τη λαμπάδα του αναμμένη με το Άγιο Φως μπροστά στην Ωραία Πύλη καλεί τους Χριστιανούς και ψάλλει: «Δεύτε λάβετε φως...». Με προσοχή ανάβουμε τις λαμπάδες μας και σε ειδικά φαναράκια παίρνουμε το Άγιο Φως στα σπίτια μας όταν τελειώσει η Θεία Λειτουργία. Μ’ αυτό ανάβουμε το καντήλι μας και προσπαθούμε να το κρατήσουμε ακοίμητο όσο μπορούμε.

Με το «Χριστός Ανέστη» η διπλοσφραγισμένη χαρά μας έδινε άλλο χρώμα στο σκηνικό της γιορτής. Τα βεγγαλικά, τα φιλιά και οι αγκαλιές έδιναν χαρά στο εκκλησίασμα. Γονείς, αδέλφια και φίλοι έδιναν και έπαιρναν το φιλί της Αγάπης, όπως έλεγε και ο ποιητής μας ο Κωστής Παλαμάς.

Χριστός Ανέστη, ανοίγουν και υμνολογούν τα χείλη. Εχθροί και φίλοι σμίγουν και γίνονται όλοι φίλοι
Αριστομένης Προβελέγγιος (Χριστός Ανέστη)

Είθε να αξιωθούμε να νιώσουμε τα Πάθη και την Ανάσταση του Χριστού όχι σαν εορτή, αλλά σαν εσωτερική Ανάσταση. Ένα δικό μας πέρασμα από την αμαρτία στη σωτηρία μας και να νιώσουμε με την Ανάσταση του

Χριστού πως νικήθηκαν οι δυνάμεις του σκότους.
Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς επί μνήματος

(Κατηχητικός Λόγος Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου)

Αξιόλογοι ζωγράφοι όπως και ο δικός μας ο Θεοτοκόπουλος (ο γνωστός Ελ Γκρέκο) και τόσοι άλλοι και σπουδαίοι ποιητές και πεζογράφοι εμπνευσμένοι από το Θείο Δράμα και την Ανάσταση του Χριστού με τα έργα τους μπόρεσαν να εκφράσουν τα συναισθήματά τους με αξιόλογα αθάνατα έργα.

Ο Νίκος Καρούζος έγραφε: «Τίποτα δεν αγγίζει τις απριλιάτικες βιολέτες; Τίποτα - Μονάχα ο ακάνθινος Ιησούς».
Το μοναδικό υπέροχο μήνυμα του Τάφου και της Ανάστασης του Χριστού, αιωνίως θα ζωογονεί τις καρδιές μας. Οι λέξεις «Τάφος», «Ανάσταση» και «Φως» θα είναι βαθιά χαραγμένες στην ψυχή κάθε Χριστιανού. Πόσο σπουδαία και σοφά είναι τα λόγια του Σκιαθίτη Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη όταν έγραφε ότι εμείς έχουμε την Ανάσταση. Αυτή είναι η βασίλισσα των εορτών, η πανήγυρη των πανηγύρεων. Το Έαρ συνεορτάζεται μετά της εκκλησίας. Η φύση συναγάλλεται μετά της Πίστεως.

Καλή Ανάσταση!

Διαβάστε ακόμη

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες

Δημήτρης Κατσαούνης: Αυτές οι Eυρωεκλογές χτίζουν γέφυρα με τον Ελληνισμό της Διασποράς

Γιάννης Σαμαρτζής: Τα τεκμήρια διαβίωσης των φορολογουμένων και η δυνατότητα αποφυγής τους

Φίλιππος Ζάχαρης: Εσωτερικός κόσμος, εικόνες και ορισμός του χρόνου