Δ. Χατζηγιακουμής: Η εγκατάλειψη και οι βανδαλισμοί στις κατασκηνώσεις του Προφήτη Ηλία
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1996 ΦΟΡΕΣ
Γράφει ο
Δημήτρης Χατζηγιακουμής
Την Κυριακή 22 Ιανουαρίου επισκεφθήκαμε με τη σύζυγο μου τις πρώην κατασκηνώσεις του Προφήτη Ηλία.
Είχαμε πολλά χρόνια να πάμε και αποφασίσαμε να περπατήσουμε από το ξενοδοχείο έως τις κατασκηνώσεις.
Η ημέρα καταπληκτική, ο καιρός σύμμαχος μας, πάρα το προχωρημένο του Γενάρη. Η φύση απόλαυση, χάρμα οφθαλμών.
Κάποια στιγμή, μετά μια απίστευτου κάλλους διαδρομή, φτάσαμε στις κατασκηνώσεις.
Τα συναισθήματα και τις εικόνες παραδείσου της διαδρομής διαδέχθηκε, καθώς πλησιάζαμε, η εικόνα των κτηρίων της κατασκήνωσης. Πριν φτάσουμε κοντά, η αλπική αρχιτεκτονική των κτηρίων, σοφά τοποθετημένα ανάμεσα σε όλες τις αποχρώσεις του πρασίνου του δάσους και του μπλε του ουρανού μας προδιάθεσε μόνο για μια αντίστοιχη της προηγούμενης εμπειρία.
Οι αναμνήσεις από το παρελθόν ξεπήδησαν ασταμάτητες, με χιλιάδες χρώματα, εικόνες, ακούσματα, μυρωδιές και εμπειρίες. Φωνές παιδιών, τραγούδια, παιχνίδια, το μαγειρείο, αντίσκηνα, οι σημαία υπερήφανη στον ιστό.
Η έξαψη στα ύψη, αδημονούμε να φτάσουμε κοντά.
Φτάνουμε επιτέλους στην πύλη... Πρώτη απογοήτευση μας κυριεύει, η πύλη άλλοτε αγέρωχη, τώρα σάπια πεσμένη στο έδαφος. Αντίστοιχες εικόνες ακολουθούν. Ο δρόμος που οδηγεί στα κτήρια αρχίζει να καλύπτεται από τη φύση και τα περιττώματα ζώων.
Πλησιάζουμε στο πρώτο κτήριο: το αρχηγείο και σταθμός Α' βοηθειών. Αποτροπιασμός, φρίκη. Εικόνα τριτοκοσμικής χώρας μετά από εμφύλιο ή εισβολή.
Οι βάνδαλοι έχουν κάνει εισβολή και η επιδρομή τους έχει αφήσει μόνο ερείπια και χάος. Καταστροφή, βρωμιά, δυσωδία, περιττώματα, μούχλα, σπασμένες πόρτες, σπασμένα έπιπλα, σπασμένα παράθυρα, στο έδαφος χαρτιά, έγγραφα πεταμένα παντού. Κρεβάτια και στρώματα ανάκατα.
Εναλλαγή συναισθημάτων, έκπληξη, οργή, τελικά μόνο θλίψη, μια απέραντη θλίψη, όση και το μέγεθος της εγκατάλειψης και της καταστροφής.
Προχωράμε στα υπόλοιπα κτήρια. Η ίδια εικόνα και στους κοιτώνες το εστιατόριο, στο μαγειρείο, παντού!
Ένα ζευγάρι νέων παιδιών περπατά κοντά μας, έκπληκτο για αυτά που βλέπει. Τους ρωτάμε αν ξέρουν πως ήταν κάποτε ο χώρος, δεν ξέρουν, είναι η πρώτη φορά που έρχονται και η απογοήτευση μαζί με έκπληξη είναι εμφανής στα πρόσωπα τους.
Οι ζημιές είναι τεράστιες, η εγκατάλειψη εμφανής, τα ζώα και η φύση ολοκληρώνουν αργά αυτό που ο βάνδαλος, ο απολίτιστος, ο ανάξιος να έχει την ανθρώπινη ιδιότητα προκάλεσε σε ένα στολίδι του νησιού μας. Ένα από τα στολίδια που άφησαν οι κακοί κατακτητές και που εμείς οι πατριώτες δεν προστατεύσαμε και δεν αξιοποιήσαμε. Αδιαφορήσαμε και συνεχίζουμε να αδιαφορούμε, χωρίς ντροπή.
Ευτυχώς, είμαστε τώρα ελεύθεροι από κατακτητές.
Ελεύθεροι να ασεβούμε και να αδιαφορούμε, χωρίς να ντρεπόμαστε, αυτοκαταστρεφόμαστε ελεύθερα...
Ντροπή, περίεργο αρνητικό συναίσθημα ενοχής. Υπάρχει;
Όταν γίνει αντιληπτό κάποια στιγμή από όλους, ίσως τότε να είναι αργά για δάκρυα.
Μέχρι τότε ας ρίξουμε το ανάθεμα σε άλλους, σε τωρινούς και σε προηγούμενους και ας αναβάλουμε τη ντροπή μας. Μπορεί να περιμένει και αυτή τη φορά.
«Ες αύριον τα σπουδαία...»