Ιω. Βολανάκης | Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Ελλάδας: Συκή η καρική (Ficus carica), κοινώς συκιά

Ιω. Βολανάκης | Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Ελλάδας: Συκή η καρική (Ficus carica), κοινώς συκιά

Ιω. Βολανάκης | Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Ελλάδας: Συκή η καρική (Ficus carica), κοινώς συκιά

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1414 ΦΟΡΕΣ

Γράφει o
Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης
Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων

 

Η Συκή η καρική (Ficus carica), κοινώς συκιά, είναι είδος δικοτυληδόνου φυτού, το οποίον ανήκει στο γένος Φίκος (Ficus), της οικογενείας Μορεϊδες (Moraceae). Είναι δένδρο πολύ κοινό στην Ελλάδα. Είναι η συκέη ή συκή των αρχαίων Ελλήνων.

Η συκιά είναι γνωστή από τους Προϊστορικούς χρόνους. Στην περιοχή του Παρισιού (Γαλλία) απεκαλύφθησαν απολιθώματα φύλλων και καρπών συκιάς, τα οποία προέρχονται από την εποχή του Πλειστοκαίνου της Τεταρτογενούς περιόδου, πράγμα το οποίο βεβαιώνει την πάρα πολύ πρώιμη ύπαρξη του φυτού αυτού στην Ευρώπη.

Η συκιά εκαλλιεργείτο κατά την αρχαιότητα ευρύτατα. Κατά τις ανασκαφές σε αρχαιολογικούς χώρους της Κρήτης, απεκαλύφθησαν μεταξύ άλλων και απανθρακωμένα σύκα, τα οποία προέρχονται από την Μινωϊκή Εποχή ( 2000-1500 π. Χ. περίπου).

Επίσης στην Αττική εκαλλιεργείτο κατά τους αρχαίους χρόνους ευρύτατα η συκή, οι καρποί αυτής ήσαν περιζήτητοι και απηγορεύετο αυστηρώς η εξαγωγή των (πρβλ. την λέξη «συκοφάντης»).

Η συκιά καλλιεργείται στις θερμές παραθαλάσσιες περιοχές, όπως στις παρά την Μεσόγειο Θάλασσα χώρες (Τουρκία, Ελλάδα, Ιταλία, νότια Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Βόρεια Αφρική), Κανάρια νησιά, την Βόρειο Αμερική (Καλιφόρνια, Βιρτζίνια, Κόλπο του Μεξικού), Αφρική, Ινδία, Αυστραλία και αλλαχού.

Η Συκή η καρική είναι δένδρον φυλλοβόλο (ύψους 3,00-8,00 μ. περίπου και σπανίως 10,00 μ.). ΄Εχει χυμό πυκνό, γαλακτώδη, ο οποίος ρέει σε κάθε τομή ή πληγή του κορμού ή των κλάδων του φυτού. Τα φύλλα της συκιάς είναι εναλλασσόμενα, παλαμοειδώς έλλοβα, με βαθείς λοβούς, παχειά, τραχέα και έμμισχα.

Η συκιά είναι φυτό δίοικο, ήτοι υπάρχουν χωριστά τα άρρενα δένδρα και χωριστά τα θήλεα. Η συκιά έχει πολλά μονογενή άνθη, τα οποία φύονται στο εσωτερικό αχλαδόμορφης, μασχαλιαίας, ταξιανθικής ανθοδόχης. Η ανθοδόχη κατά την ωρίμανση είναι πρασινοκίτρινη ή ώχρωμη, με μικρό άνοιγμα στην κορυφή.

Ο καρπός είναι «κοινοκάρπιον», το οποίον αποτελείται από πολλά αχαίνια, σφηνωμένα στα παχειά, μαλακά και γλυκά τοιχώματα της ώριμης ανθοδόχης. Το κοινοκάρπιον αυτό είναι το γνωστό μας σύκο, το οποίον στην πραγματικότητα είναι μία ταξικαρπία.

Ο πολλαπλασιασμός της συκιάς γίνεται με μοσχεύματα κατά τον χειμώνα ή ενωρίς την άνοιξη. Η καρποφορία αρχίζει κατά το τέταρτο ή κατά το πέμπτο έτος. Η απόδοση είναι πλήρης από τον δέκατο έτος και διαρκεί περίπου πενήντα (50) έτη. Στη συνέχεια τα δένδρα θα πρέπει να ανανεώνονται, προκειμένου η απόδοσή των να είναι ικανοποιητική.

Η Συκή η καρική περιλαμβάνει, σύμφωνα με ορισμένους βοτανολόγους, τρεις (3) κύριες ποικιλίες, ήτοι:

1) Συκή η καρική, ποικιλία αγρία (Ficus carica, var. sylvestris)
Η ποικιλία αυτή είναι η αγριοσυκιά, «ο ερινεός» των αρχαίων, η οποία εκαλείτο και «όλυνθος» ή «όρνος», ονόματα προελληνικά. Οι καρποί της δεν είναι βρώσιμοι, τα αγριόσυκα αποτελούν τα άρρενα άνθη της συκιάς και είναι απολύτως απαραίτητα για τη γονιποποίηση των εδωδίμων σύκων.

Τα δένδρα γονιμοποιούνται με το λεγόμενον «όρνιασμα», ήτοι: τα αγριόσυκα ή όρνοι συλλέγονται, συνδέονται μεταξύ των με βρούλα ή νήμα, ώστε να σχηματίζουν μικρά στεφάνια και κρεμούνται στα θηλυκά δένδρα, για να διευκολυνθεί η επικονίαση.

Επίσης η επικονίαση πραγματοποιείται με την βοήθεια ενός μικρού υμενοπτέρου, του «Βλαστοφάγου ο ψηνός» (Blastophaga psenes). Τα υμενόπτερα αυτά ζουν κατά εκατοντάδες μέσα στα άγρια ή αρσενικά σύκα. Το γονιμοποιημένο θηλυκό έντομο πηγαίνει να αποθέσει τα ωά του μέσα στα ήμερα (θηλυκά) σύκα και έτσι βοηθά την γονιμοποίηση αυτών με την γύρη, την οποίαν μεταφέρει. Τα αυγά και τα έντομα νεκρώνονται μέσα στα ήμερα σύκα και έτσι δεν επιφέρουν καμία ζημία ή αλλοίωση σε αυτά.

Τους καρπούς του αρσενικού δένδρου ή όρνους επίσης τους συλλέγουν και ύστερα από κατάλληλη επεξεργασία παρασκευάζεται από αυτούς εύγεστο γλυκό κουταλιού.

2) Συκή η καρική, ποικιλία σμυρναϊκή (Ficus carica, var. smyrniaca)
Πρόκειται για τη σμυρναϊκή ποικιλία, από την Σμύρνη (πόλη της Ιωνίας, της δυτικής Μικράς Ασίας). Όλες οι μορφές αυτής δίδουν αρίστης ποιότητος, νωπά ή ξηρά σύκα.
Στην περιοχή της Σμύρνης, της Εφέσου, του Αϊδινίου, σε ολόκληρη την εύφορη κοιλάδα του Μαιάνδρου και σε άλλες περιοχές κυρίως της δυτικής Τουρκίας, η ποικιλία αυτή καλλιεργείται ευρύτατα και πολύ εντατικά.

Μεγάλες πεδινές και εύφορες εκτάσεις καλύπτονται μόνον με συκές, τις οποίες περιποιούνται ιδιαιτέρως. Τα δένδρα κλαδεύονται καταλλήλως, οι αγροί καλλιεργούνται, λιπαίνονται και κατά τους θερινούς μήνες ποτίζονται.

Η συλλογή των ώριμων σύκων γίνεται κατά στο τέλος του θέρους και στις αρχές του φθινοπώρου (Αύγουστο – Σεπτέμβριο). Για πολλές περιοχές τα σύκα αποτελούν το κύριο προϊόν γεωργικής παραγωγής των κατοίκων.

3) Συκή η καρική, ποικιλία κηπευτική ( Ficus carica, var. hortensis)
Πρόκειται για τη Συκή την καρική, ποικιλία κηπευτική, η οποία δεν χρειάζεται τεχνιτή επικονίαση.

Σημειωτέο, ότι η επίσημη βοτανολογική ονομασία του φυτού «Συκή η καρική» (Ficus carica) προέρχεται από το γεγονός, ότι το δένδρο αυτό καλλιεργείται από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα στη χερσόνησο της Καρίας (απέναντι από τη Ρόδο και την Κω) και θεωρείται ιθαγενές.

Η συκιά καλλιεργείται για τα νωπά και ξηρά σύκα, τα οποία χρησιμοποιούνται ποικιλοτρόπως. Αυτά καταναλώνονται νωπά, αλλά και ξηρά. Επίσης χρησιμοποιούνται στη Ζαχαροπλαστική (γλυκά κουταλιού, μαρμελάδες), καθώς και στην οινοπνευματοποιία (παραγωγή οινοπνεύματος με απόσταξη και την παραγωγή συκόρακης (Κρήτη – Σύμη Δωδεκανήσου).

Σημειωτέον, ότι οι καρποί της συκιάς, τα γνωστά μας σύκα (νωπά και ξηρά), το ελαιόλαδο, ο οίνος και τα διάφορα δημητριακά (σιτάρι, κριθάρι, κ.λπ.) απετέλεσαν και αποτελούν τα βασικά εκείνα προϊόντα των χωρών, που κείνται παρά τη Μεσόγειο Θάλασσα και οι λαοί αυτών των χωρών τα εχρησιμοποίουν και συνεχίζουν να τα χρησιμοποιούν για την κάλυψη των καθημερινών των αναγκών, από την απωτάτη αρχαιότητα διαχρονικώς μέχρι και σήμερα.

Χωρίς τα φυτά: ελιά, συκιά, άμπελο και τα δημητριακά και τα προϊόντα αυτών, δεν θα ήτο πιθανώς δυνατόν να αναπτυχθούν οι αρχαίοι υψηλοί πολιτισμοί στις περιοχές αυτές και οπωσδήποτε η ζωή θα ήτο πολύ δύσκολη.

Η αρχαία Γραμματεία αναφέρεται συχνά στη συκιά και στα προϊόντα της, τα σύκα.

Ενδεικτικά παρατίθενται τα επόμενα παραδείγματα:
Παλαιά Διαθήκη
1. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη οι Πρωτόπλαστοι Αδάμ και Εύα, αμέσως μετά το προπατορικό αμάρτημα και την πτώση αυτών:
«...έγνωσαν ότι γυμνοί ήσαν και έρραψαν φύλλα συκής και εποίησαν αυτοίς περιζώματα». (Γένεσις Γ΄, 7).

Συνεπώς, σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, η συκιά ήτο γνωστή από την αρχή της δημιουργίας του κόσμου και του ανθρώπου.

2. Σε άλλο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης αναφέρονται σχετικά τα επόμενα:
Οι Εβραίοι, μετά την έξοδόν των από την Αίγυπτον και διατρίβοντες στην έρημο, όπου υφίστανται παντοίες ταλαιπωρίες, διαμαρτύρονται λέγοντες :
«Αναγάγετε ημάς εξ Αιγύπτου παραγενέσθαι εις τον τόπον τον πονηρόν τούτον (την έρημον του Σινά), τόπος ου, ου σπείρονται, ουδέ συκαί, ουδέ άμπελοι, ούτε ροαί, ούτε ύδωρ εστί πιείν». (Αριθμοί Κ΄, 5).

3.«...και οίνον και σταφυλήν και σύκα...». (Νεεμίας ΙΓ΄, 15).

4. « Έδειξέ μοι ο Κύριος ( ο Θεός) δύο καλάθους σύκων κειμένους κατά πρόσωπον Ναού Κυρίου...». (Ιερεμίας ΚΔ΄, 1 κ.ε.).

Καινή Διαθήκη
Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται περισσότερες φορές η συκή και οι καρποί αυτής. 1. Είναι πολύ γνωστή η αναφορά του Ιησού Χριστού στην παραβολή της ακάρπου συκής. (Ματθαίου 21, 18-22).

2. Στην Αποκάλυψη του Ιωάννου αναφέρονται μεταξύ άλλων και τα εξής:
« Και οι αστέρες του ουρανού έπεσαν εις την γην, ως συκή βάλλει τους ολύνθους αυτής υπό ανέμου μεγάλου σειομένη». (Αποκ. 6, 13).

Αρχαία ελληνική γραμματεία
1.Ο Όμηρος στην Οδύσσεια, αναφερόμενος στην χώραν των Φαιάκων, όπου εβασίλευε ο Αλκίνοος, γράφει :
«Ένθα δε δένδρα μακρά πεφύκασι τηλεθόωντα, όγχναι και ροιαί και μηλέαι αγλαόκαρποι, συκέαι τε γλυκεραί και ελαίαι τηλεθόωσαι». (Όμηρος, Οδύσσεια η, 114-116).

2. «Όγχνας μοι δώκας τρισκαίδεκα και δέκα μηλέας, συκέας τεσσαράκοντα..». (Όμηρος, Οδύσσεια ω, 340-341).

3. Οι αρχαίοι ΄Ελληνες επίστευαν, ότι η θεά Δήμητρα – θεά της γεωργίας - έκανε να βλαστήσει η συκή στην γη της Αττικής, όπως η θεά Αθηνά έκανε να βλαστήσει στην ίδια γη η ελαία. Στην πόλη των αρχαίων Αθηνών ανήκαν στο καθημερινό διαιτολόγιο των ανθρώπων το ψωμί, οι ελιές, τα σταφύλια και τα σύκα (νωπά ή ξηρά).
Το ίδιο περίπου εξακολουθεί να ισχύει, ιδιαίτερα στην ελληνική ύπαιθρο ακόμη και σήμερα. Σημειωτέο, ότι ο φιλόσοφος Πλάτων αγαπούσε τόσον πολύ τα σύκα, ώστε έφερε το παρωνύμιο «συκόφιλος».

4. Σύμφωνα με υπάρχουσα παράδοση, κάποτε παρετέθησαν στον Μεγάλο βασιλέα της Περσίας Ξέρξη σύκα, τα οποία προήρχοντο από την περιοχή της Αττικής. Και αυτά τόσο πολύ του άρεσαν, ώστε αφού επληροφορήθηκε σχετικώς με τον τόπο της προέλευσής των, απεφάσισε να κατακτήσει την χώραν, όπου αυτά παρήγοντο.

5. Ο Θεόφραστος ο Ερέσιος αναφέρει σχετικώς τα εξής:
«Δένδρον μεν ούν εστιν το από ρίζης μονοστέλεχες πολύκλαδον οζωτόν ουκ ευαπόλυτον, οίον ελαία, συκή, άμπελος». (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 1, 3, 1).

6. « Περί γαρ Ελεφαντίνην (Αιγύπτου) ουδέ τας αμπέλους, ουδέ τας συκάς φασι φυλλοβολείν». (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 1, 3, 5).

7. «Φέρει δε τα μεν άλλα τον τε καρπόν τον εαυτών και τα κατ΄ ενιαυτόν επιγινόμενα ταύτα, ...και συκή και τα ερινά τα προαπίπτοντα και εί τινες άρα των συκών ολυνθοφορούσιν. ΄Ισως δε τρόπον τινά καρπός ούτος». (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 3, 7, 3).

8. «Εν δε τω Πόντω περί Παντικάπαιον ουδ’ έτερον.. συκαί δε πολλαί και ευμεγέθεις».
(Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 4, 5, 3).

9. Ο Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος ή Αναζαρβεύς αναφέρεται σε διάφορα φυτά, τα οποία ονομάζονται με ποικίλα ονόματα, μεταξύ δε αυτών συγκαταλέγεται και «η συκή». (Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 4, 167-169).

10. «Σύκα πέπειρα τα απαλά κακοστόμαχα, κοιλίας λυτικά –ραδίως δε ο εξ αυτών ρευματισμός ίσταται-, εξανθημάτων και ιδρώτων προκλητικά, άδιψα δε και σβεστικά θερμασίας. Τα δε ξηρά τρόφιμα, θερμαντικά, διψητικώτερα, ευκοίλια, άθετα δε ρευματισμοίς στομάχου και κοιλίας, βρύγχνω δε και αρτηρία και κύστει και νεφροίς εύθετα και τοις εκ μακρονοσίας κακοχροούσι και ασθματικοίς και επιληπτικοίς και υδρωπικοίς. Ανακαθαίρει δε και τα εν θώρακι αποζεσθέντα συν υσσώπω και ποθέντα, αρμόζει δε και παλαιαίς βηξί και τοις περί πνεύμονα χρονίοις πάθεσι, κοιλίαν τε μαλάσσει κοπέντα μετά νίτρου και κνήκου και εσθιόμενα.

Το δε αφέψημα αυτών ταις περί αρτηρίαν και παρίσθμια φλεγμοναίς αρμόζει εις απογαργάρισμα και εις τας ωμηλύσεις δε μείγνυται και εις γυναικείας πυρίας τήλεως ή πτισάνης, συν πηγάνω δε στρόφων εστιν έγκλυμα. Καταπλασσόμενα δε εφθά λεία διαφορεί σκληρίας, παρωτίδας, δοθιήνας μαλάττει, φύγεθλα πεπαίνει, και μάλλον συν ίριδι ή νίτρω ή ασβέστω. Και ωμά δε κοπέντα συν οις είρηται τα αυτά δρα. Συν σιδίω δε ροάς πτερύγια ανακαθαίρει, μετά χαλκάνθου δε τα εν κνήμαις δυσαλθή και ρευματικά και κακοήθη θεραπεύει. Εψηθέντα δε εν οίνω και μιγέντα αψινθίω και κριθίνω αλεύρω υδρωπικούς ωφελεί καταπλασθέντα. Κεκαυμένα δε και μιγέντα κηρωτή χιμέτλας ιάται, λεία δε ωμά συν νάπυι υγρώ αναλημφθέντα και εντεθέντα εν ωσίν ήχου και κνησμούς θεραπεύει». (Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 1, 128, 1-3).

11.« Ο δε οπός της αγρίας και της ημέρου συκής πηκτικός εστι γάλακτος, ώσπερ η πιτύα. Λύει δε και το πεπηγός ώσπερ και το όξος, ελκωτικός τε σωμάτων και αναστωμοτικός, κοιλίας τε λυτικός και υστέρας αναχαλαστικός μετά αμύλου λείου πινόμενος και εμμήνων αγωγός προστεθείς συν ωού λεκίθω ή κηρώ Τυρρηνικώ, ποδαγρικοίς τε καταπλάσμασι χρήσιμος μετά τηλίνου αλεύρου και όξους. Σμήχει δε και λέπρας και λειχήνας, εφήλεις, αλφούς, ψώρας συν αλφίτω και σκορπιοπλήκτοις κατά της πληγής επισταζόμενος και ιοβόλοις και κυνοδήκτοις βοηθεί και οδονταλγίας ωφελεί ερίω αναλημθείς και εις το βρώμα εντιθέμενος και μυρμηκίαν αίρει στέατι περιπλασθείσης της εν κύκλω σαρκός.
Τα αυτά δε και ο χυλός ποιεί των από της αγρίας συκής απαλών κλάδων, ηνίκα αν έγκυοι ώσι, μηδέπω δε του οφθαλμού βεβλαστηκότος. Κοπτόμενοι δε εκθλίβονται και ο χυλός ξηραινόμενος εν σκιά αποτίθεται. Λαμβάνεται δε και εις ελκωτικάς δυνάμεις ό τε οπός και ο χυλός. Αι δε κράδαι απαλαί βοείοις κρέασι συγκαθεψόμεναι ευέψητα ταύτα ποιούσι και το γάλα δε λυτικώτερον εν τη εψήσει κινούμενον αυταίς αντί σπάθης παρασκευάζουσιν».
(Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 1, 128, 3-5).

12. Ο Αθήναιος ο Ναυκρατίτης αφιερώνει στους διαλόγους του ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο στα ξηρά σύκα. ( Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί 14, 651).

13. Εξαιρετικά ήσαν κατά την αρχαιότητα τα σύκα και οι σταφίδες της Ρόδου. Ανάλογα με τα «χελιδόνια» της Αττικής, η Ρόδος είχε «τας βρυγινδαρίδας ισχάδας». «Ασταφίδας και ισχάδας ηδυονείρους», φέρεται να λέει ο Έρμιππος. Παραβάλλονται επίσης με τα σύκα των Τράλλεων ( δυτική Μικρά Ασία), ο δε Σουίδας επαινεί «την Καμιραίαν ισχάδαν», ήτοι τα ξηρά σύκα της Καμίρου της Ρόδου. (Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί Η΄, (350-352), 42, 45 κ.ε. Πρβλ. Χρ. Ι. Παπαχριστοδούλου, Ιστορία της Ρόδου, Αθήνα 1994, σ. 190-191).

Σημειωτέο, ότι μέχρι και σήμερα στη νήσο Ρόδο τα ξηρά σύκα ονομάζονται «σχάδια, τα», από το αρχαίον όνομα αυτών «ισχάς, ισχάδος, η», καθώς και «λίθια», από την αρχαία ονομασία αυτών «όλυνθος».

Λαϊκή Ιατρική
Στην Λαϊκή Ιατρική γίνεται συχνά αναφορά στα σύκα και στο συκόγαλα, ήτοι στον οπόν της συκιάς, ο οποίος εκρύεται, αφού χαραχθεί ο φλοιός αυτής. Αυτά χρησιμοποιούνται ως φάρμακα σε διάφορες παθήσεις.

Ενδεικτικά αναφέρονται τα επόμενα παραδείγματα:
1.« Περί πρίσματος κορμίου.
...Σύκα και κριθαλάλευρον κοπάνησον και άλειφε την κοιλίαν του πρίσματος». (Ν. Ε. Παπαδογιαννάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αιώνα, Ρέθυμνο 2001, σ. 140).

2. «Εις εστένοσιν ανθρώπου ( = δυσκοιλιότητα)
...Εις δε το στήθος του θέσε ήρας αλεύρι, μάλαξον με νερόν και βάλε σύκα κοπανισμένα, ένοσον και θες του τα». (Ν. Ε. Παπαδογιαννάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αιώνα, Ρέθυμνο 2001, σ. 142).

3. Επίσης, σύμφωνα με την Λαϊκή Ιατρική, οι μυρμηγκιές (=μυκητίαση) καταπολεμούνται με χυμόν συκιάς, το λεγόμενον «συκόγαλο», σε συνδυασμό με αγκάθια ασπαράγκου, χώμα, το οποίον λαμβάνεται από Κοιμητήριο και διάφορες μαγικές επωδές.

Διαβάστε ακόμη

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες

Δημήτρης Κατσαούνης: Αυτές οι Eυρωεκλογές χτίζουν γέφυρα με τον Ελληνισμό της Διασποράς

Γιάννης Σαμαρτζής: Τα τεκμήρια διαβίωσης των φορολογουμένων και η δυνατότητα αποφυγής τους

Φίλιππος Ζάχαρης: Εσωτερικός κόσμος, εικόνες και ορισμός του χρόνου