Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Πετροσέλινον το ούλον (Petroselinum crispum), κοινώς μαϊντανός

Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Πετροσέλινον το ούλον  (Petroselinum crispum), κοινώς μαϊντανός

Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Πετροσέλινον το ούλον (Petroselinum crispum), κοινώς μαϊντανός

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1015 ΦΟΡΕΣ

Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Ελλάδας

Γράφει ο Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης

Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων

Το Πετροσέλινον ο ούλον (Petroselinum crispum), κοινώς μαϊντανός, είναι ποώδες, μονοετές ή διετές φυτό, της συνομοταξίας των Αγγειοσπέρμων (Angiosperms), της ομοταξίας των δικοτυληδόνων (Eudicots), της τάξεως των Σελινωδών (Apiales), της οικογενείας των Σκιαδοφόρων (Umbelliferae), του γένους Πετροσέλινον (Petroselinum) και του είδους ούλον (Crispum).

Tο φυτό αυτό κατάγεται πιθανώς από τη Νοτιοανατολική Ευρώπη ή τη Δυτική Ασία, από όπου διαδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Κατά την αρχαιότητα το φυτό ήταν γνωστό και έφερε την ονομασία «πετροσέλινον». Εκαλλιεργείτο κυρίως για φαρμακευτικούς και θεραπευτικούς σκοπούς.

Από τον Μεσαίωνα άρχισε να χρησιμοποιείται και ως άρτυμα για τα φαγητά. Σήμερα το φυτό αυτό καλλιεργείται σε όλες τις παρά την Μεσόγειο Θάλασσα χώρες, στη Δυτική Ασία και αλλαχού, τόσο για τις φαρμακευτικές και θεραπευτικές του ιδιότητες, όσο και ως άρτυμα για σαλάτες και τη μαγειρική.

Ετυμολογία

Η ονομασία του φυτού αυτού θεωρείται προελληνική. Στη Γραμμική γραφή Β, αναφέρεται ως: «ΣΕ-ΡΙ-ΝΟ», από την οποία λέξη προήλθε η ονομασία σέλινο, το. Στα αρχαία ελληνικά ονομάζεται «Πετροσέλινον», από το οποίο προήλθε η ονομασία του στα Γερμανικά “Petersilie” και στα Αγγλικά “Parsley”.

Η σημερινή ονομασία «μαϊντανός, ο», αποτελεί αντιδάνειο από τα Τουρκικά “maydanoz”, που προέρχεται από τα Αραβικά “makdanus”, η οποία αραβική ονομασία προέρχεται από την ελληνική λέξη «Μακεδονίσιον, το». Κατά το πρώτο έτος ο μαϊντανός αναπτύσσει έναν παράρριζο ρόδακα (ροζέτα), που αποτελείται από πτεροειδή φύλλα (μήκους 0,10-0,25 μ.), με πολλά φυλλάρια και μίαν κεντρική, σαρκώδη ρίζα, η οποία φέρει φλοιό, εξωτερικά μέλανα.

Εσωτερικά η ρίζα είναι λευκού χρώματος, η οποία χρησιμοποιείται από το φυτό ως αποθηκευτικός χώρος και του χρησιμεύει για να τρέφεται κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Κατά το δεύτερο έτος σχηματίζεται ανθοφόρο σκιάδιο (περίπου ύψους 0,60 και διαμ. 0,05-0,10 μ.), με άνθη χρώματος κιτρίνου ή κιτρινοπράσινου. Οι σπόροι αυτού είναι ωοειδείς, με υπολείμματα στύλου στο μερίστωμα. Υπάρχουν διάφοροι είδη μαϊντανού, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και τα ακόλουθα:

1) Άπιον το πετροσέλινον (Apium petroselinum).

2) Άπιον το ούλον (Apium crispum).

3) Πετροσέλινον το κηπαίον , ποικ. Χόφφμανν (Petroselinum hortense, var. Hoffmann).

4) Πετροσέλινον το ήμερον, ποικ. Χόφφμανν (Petroseinum sativum, var. Hoffmann).

Οι καρποί του περιέχουν δραστικά συστατικά, από τα οποία τα κυριότερα είναι μία οργανική ένωση τύπου γλυκοσίδη, η απιίνη και αιθέριο έλαιο. Η απιίνη είναι ουσία διουρητική, η οποία περιέχεται και στη ρίζα του φυτού αυτού. Τα φύλλα αυτού έχουν μικρή ποσότητα αιθερίου ελαίου (περίπου 0,3 %).

Ο νωπός μαϊντανός χρησιμοποιείται κυρίως ως άρτυμα στη μαγειρική, για τη διακόσμηση φαγητών, αλλά και ως χορταρικό (ρίζα και φύλλα).

Ιδιότητες

Τα φρέσκα φύλλα του μαϊντανού περιέχουν : νερό, λίπη, υδατάνθρακες, σάκχαρα, πρωτεϊνες και φυτικές ίνες. Επίσης περιέχουν ιχνοστοιχεία και μέταλλα : ασβέστιο, σίδηρο, μαγνήσιο, φωσφόρο, κάλιο, ψευδάργυρο, νάτριο και μαγγάνιο. Βιταμίνες: Α, -βήτα – καροτίνη, -λουτεϊνη – ξεαξανθίνη, Ε, Κ, Β1-Β6 κ.λπ.

Μυθολογία

Σύμφωνα με τους αρχαίους ΄Ελληνες και τους Ρωμαίους, ο μαϊντανός και το σέλινο συνεδέοντο με τον θάνατο, τους νεκρούς και τους τάφους αυτών, διά τον εξής λόγο : ο βασιλεύς της Νεμέας Λυκούργος είχε έναν υιό, ο οποίος ονομάζετο Οφέλτης.

Όταν εκείνος ήταν ακόμη νήπιο, η παραμάνα του Υψιπύλη, τον άφησε κάτω από ένα φυτό άγριου σέλινου, προκειμένου να δείξει σε διψασμένους στρατιώτες τη θέση μίας πηγής νερού. Κατά το χρονικό διάστημα της απουσίας της, ένα δηλητηριώδες φίδι εδάγκωσε τον Οφέλτη, με αποτέλεσμα αυτός να αποβιώσει.

Τότε ο μάντης Αμφιάραος ονόμασε το βρέφος «Αρχέμορον», ήτοι, αυτός, ο οποίος πρώτος θα αποθάνει. Οι αρχαίοι συνήθιζαν να κοσμούν τους τάφους των νεκρών με φύλλα σέλινου και μαϊντανού. Επίσης σε νικητές αγώνων, που συνήθως ελάμβαναν χώραν μετά την ταφή ηρώων και αθλητών και ειδικότερα ετελούντο στα Νέμεα, σε ανάμνηση του Οφέρτη, οι νικητές ελάμβαναν στεφάνια από σέλινο και μαϊντανό. Κατά τον Μεσαίωνα ο μαϊντανός συνεδέετο με τον θάνατο και τον Διάβολο.

Σήμερα χρησιμοποιείται συνήθως η φράση : « Αυτός φυτρώνει παντού, σαν τον μαϊντανό», η οποία λέγεται για άτομα, τα οποία αναμειγνύονται αδιακρίτως σε όλες γενικά τις υποθέσεις, ακόμη και εάν δεν έχουν καμία σχέση με αυτές.

Αρχαία Γραμματεία Διοσκουρίδης

1)« Πετροσέλινον. Φύεται εν Μακεδονία εν αποκρήμνοις τόποις. Σπέρμα δε εοικός άμει, ευωδέστερον δε και δριμύτερον και αρωματίζον, ουρητικόν, εμμήνων αγωγόν, αρμόζον και προς στομάχου και κόλου εμπνευματώσεις και στρόφους, προς τε πλευράς πόνους και νεφρών και κύστεως εν ποτώ λαμβανόμενον. Μείγνυται δε και ουρητικαίς και αντιδότοις». (Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 3, 66).

2) Σμύρνιον, όπερ εν Κιλικία πετροσέλινον καλούσι, γεννώμενον πλείστον εν τω Αμανώ όρει. Και τούτο καυλόν μεν έχει όμοιον σελίνω, παραφυάδας έχοντα πολλάς, φύλλα δε πλατύτερα – τα δε προς την γην υποπερικλάται – υπολίπαρα και ρωμαλέα και ευώδη, συν δριμύτητι, φαρμακώδη τε και υπομηλίζοντα τη χρόα. Σκιάδιον δε επί τω καυλώ ανηθοειδές, σπέρμα στρογγύλον, όμοιον τω της κράμβης, μέλαν, δριμύ γενομένω, όζον σμύρνης, εν ανθ΄ ενός ποιούν. Η δε ρίζα δριμεία, ευώδης, απαλή, πολύχυλος, δάκνουσα την φάρυγγα, φλοιόν έχουσα έξωθεν μεν μέλανα, ένδοθεν δε χλωρόν ή υπόλευκον. Φύεται δε εν πετρώδεσι τόποις και γεωλόφοις. Δύναμιν δε έχει η ρίζα και η πόα και ο καρπός θερμαντικήν. Λαχανεύεται δε και εις τας αλμαίας τα φύλλα κοιλίαν τε ίστησιν. Η δε ρίζα πινομένη αρμόζει ερπετοδήκτοις. Πραϊνει δε και βήχας και ορθοπνοίας και δυσουρίας ιάται. Καταπλασσομένη δε τα πρόσφατα οιδήματα και φλεγμονάς και σκληρίας διαφορεί, τραύματά τε άχρι απουλώσεως άγει, ξυσθείσα δε και προστεθείσα εξαμβλώσκει. Και το σπέρμα δε αυτού προς νεφρούς και σπλήνα και κύστιν αρμόζει. ΄Αγει δε και δεύτερα και έμμηνα, προς τε ισχιάδας μετ΄ οίνου πινόμενον αρμόζει και στομάχου εμπνευματώσεις πραϊνει. ΄Εστι δε και ιδρωποιόν, ερευτικόν, πινόμενον ιδίως προς ύδρωπας και περιόδους». (Διοκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής ΙΙΙ, 68).

Λαϊκή Ιατρική

1)Στην Λαϊκή Ιατρική το αφέψημα του μαϊντανού συνιστάται στους νεφροπαθείς, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις λιθιάσεως των νεφρών. Πιστεύεται, ότι πινόμενον για αρκετό χρονικό διάστημα διαλύει τις πέτρες των νεφρών ή προστατεύει από τη νεφρολιθίαση.

2) «Εις σορόπιον του σικοτίου. Μαραθόριζες, σελινόριζες, μαγδανόριζες (μαϊντανόρριζες), πικραλιδόριζες, σφαραγκόριζες, κάπνιον, επατόριον (ευπατόριον), ήγουν πεντάφυλλον, οξιάς, μερσίνης ρίζαν, ρόδα εξάγιον 1, άπριον, ήτοι αγριοκρινόριζες εξάγια 3 και άσαρκο, γλυκάνισον, ετζινόσ[…], μαλαθρόσπορον ξάγι ½, κρόκον δράμια 3 και ας μουσκέψουν ένα νυκτόμερον και τότε βράσον μετά μέλιτος έως να μίνει το τρίτον, να τρώγι «ο πάσχων και ιαθήσεται». (Ν. Εμμ. Παπαδογιαννάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αιώνα, Ρέθυμνο 2001, σ. 134-135).

Χρήση

Ο μαϊντανός χρησιμοποιείται ευρύτατα, κυρίως σε σαλάτες, σούπες, φαγητά μαγειρευτά. Με ψιλοκομμένα ωμά φύλλα μαϊντανού γαρνίρονται διάφορα πιάτα κ.λπ. Προφυλάξεις Η κανονική χρήση του μαϊντανού στη μαγειρική και τη Λαϊκή Ιατρική είναι ασφαλής και ακίνδυνης. Όμως θα πρέπει να αποφεύγεται η υπέρμετρη κατανάλωση των φύλλων, των ριζών και των σπόρων του μαϊντανού, κυρίως από έγκυες γυναίκες, διότι μπορεί να έχει ως συνέπεια τη δημιουργία ορισμένων παρενεργειών και βλαβών.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Μυρσ. Λαμπράκη, Τα Χόρτα (Αθήνα 2000).

Ν. Εμμ. Παπαδογιαννάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αιώνα (Ρέθυμνο 2001).

Ευ. Κ. Φραγκάκι, Η Δημώδης Ιατρική της Κρήτης (Αθήναι 1978).

Γ. Χριστόπουλος (Επιμέλεια), Φυτολογία, Εκδοτική Αθηνών (Αθήνα 1990).

Η. Baumannn, Die Griechische Pflanzenwelt (Muenchen 1999).

Koenemann, Botanica. Das Abc der Pflanzen. 10.000 Arten in Text und Bild (Koeln 1997).

R. Scheppelmann, Flora Graeca. Sibthorpiana. Volksausgabe, Edition Kentavros (Hamburg 1017).

Fr. W. Sieber, Ταξίδι στη νήσο Κρήτη του Ελληνικού Αρχιπελάγους κατά το έτος 1817, Λειψία 1823. Μετάφραση από τα Γερμανικά στα Ελληνικά υπό Δρ. Ιω. Ηλ. Βολανάκη, Αρχαιολόγου, (Αθήναι 2022).

Διαβάστε ακόμη

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες

Δημήτρης Κατσαούνης: Αυτές οι Eυρωεκλογές χτίζουν γέφυρα με τον Ελληνισμό της Διασποράς

Γιάννης Σαμαρτζής: Τα τεκμήρια διαβίωσης των φορολογουμένων και η δυνατότητα αποφυγής τους

Φίλιππος Ζάχαρης: Εσωτερικός κόσμος, εικόνες και ορισμός του χρόνου