Γιάννης Σαμαρτζής: Η πορεία του ελληνικού χρέους και οι παράγοντες που το διαμορφώνουν

Γιάννης Σαμαρτζής: Η πορεία του ελληνικού χρέους και οι παράγοντες που το διαμορφώνουν

Γιάννης Σαμαρτζής: Η πορεία του ελληνικού χρέους και οι παράγοντες που το διαμορφώνουν

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 342 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο Γιάννης Σαμαρτζής

Οικονομολόγος

Η ελληνική οικονομία, έπειτα από μια μακρά περίοδο δημοσιονομικής κρίσης, βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης και σταθεροποίησης. Κεντρικός άξονας της οικονομικής πολιτικής είναι η σταδιακή μείωση του λόγου χρέους προς Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ), στοιχείο που αποτελεί βασικό δείκτη βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών.

Ήδη, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ ακολουθεί πτωτική πορεία, χάρη στην ανάπτυξη στα πρωτογενή πλεονάσματα και στη βελτίωση της αξιοπιστίας της χώρας στις διεθνείς αγορές. Ωστόσο, παρά τη θετική πορεία των τελευταίων ετών, οι προκλήσεις που παραμένουν αναδεικνύουν την ανάγκη για συνεχή προσπάθεια και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας εξακολουθεί να υπερβαίνει το 140% του ΑΕΠ. Συγκεκριμένα, το συνολικό χρέος της Γενικής Κυβέρνησης το 2024 ανήλθε στα 364.8 δισ. ευρώ ή περίπου στο 153,6% του ΑΕΠ, ενώ το 2025 εκτιμάται ότι θα κατέλθει στα 362 δισ. ευρώ ή σε ποσοστά στο 145,7% του ΑΕΠ. Ωστόσο, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, υπολογίζεται ότι το χρέος στο τέλος του 2027 θα βρεθεί κάτω από το 130% του ΑΕΠ.

Παρόλο που η εξυπηρέτησή του χρέους παραμένει διαχειρίσιμη, χάρη στις ευνοϊκές ρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο - μακρές περίοδοι αποπληρωμής και χαμηλά επιτόκια - , το ύψος του εξακολουθεί να συνιστά παράγοντα αβεβαιότητας για τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη σταθερότητα της χώρας.

Η εξέλιξη του χρέους δεν εξαρτάται μόνο από την εσωτερική δημοσιονομική διαχείριση, αλλά και από το διεθνές περιβάλλον. Η αύξηση των διεθνών επιτοκίων καθιστά το κόστος δανεισμού πιο δυσμενές, ενώ η ενεργειακή κρίση και η εξάρτηση της χώρας από εισαγόμενους ενεργειακούς πόρους περιορίζουν την ανταγωνιστικότητα. Παράλληλα, οι πληθωριστικές πιέσεις που συνεχίζονται σε τρόφιμα και υπηρεσίες, μειώνουν το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών και περιορίζουν την κατανάλωση.

Σε εσωτερικό επίπεδο, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών - που το 2024 ανήλθε περίπου στα 15 δισ. ευρώ - , η περιορισμένη παραγωγική βάση και οι διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας, αποτελούν σημαντικά εμπόδια, τόσο για το χρέος όσο και για τη μακροχρόνια ανάπτυξη της χώρας.

Ωστόσο, καθοριστικής σημασίας για την τόνωση της ελληνικής οικονομίας είναι οι πόροι των 36 δισ. ευρώ που προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Η αξιοποίησή τους σε τομείς όπως η πράσινη μετάβαση, η ψηφιοποίηση και οι υποδομές μπορεί να ενισχύσει την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας, ώστε να αυξήσει την παραγωγικότητα και να διευκολύνει τη σταδιακή μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ.

Οι βασικότεροι παράγοντες που διαμορφώνουν το δημόσιο χρέος είναι οι εξής:

1- Μακροοικονομικοί Παράγοντες

Ο ρυθμός ανάπτυξης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ): Όσο ταχύτερα αυξάνεται το ΑΕΠ, τόσο μειώνεται ο λόγος χρέους/ΑΕΠ, ακόμα κι αν το χρέος σε ευρώ παραμένει σταθερό.

Ο πληθωρισμός: Ο χαμηλός πληθωρισμός μπορεί να απομειώσει το πραγματικό βάρος του χρέους, αν τα επιτόκια παραμένουν χαμηλά.

Οι επενδύσεις και η παραγωγικότητα: Οι αυξημένες επενδύσεις, π.χ. του Ταμείου Ανάκαμψης, ενισχύουν το ΑΕΠ και, επομένως, βελτιώνουν τη σχέση χρέους προς ΑΕΠ.

2- Δημοσιονομικοί και χρηματοπιστωτικοί παράγοντες

Τα πρωτογενή πλεονάσματα ή ελλείμματα: Αν το κράτος έχει πλεόνασμα πριν την πληρωμή των τόκων, μπορεί να μειώνει το χρέος. Αντίθετα, αν έχει έλλειμμα, το χρέος αυξάνεται.

Οι δαπάνες για τόκους: Αυτές εξαρτώνται από το ύψος του χρέους και τα επιτόκια δανεισμού. Σύμφωνα με το Προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2025, οι δαπάνες για τόκους του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης υπολογίζονται σε περίπου 6.9 δισ. ευρώ. Αυτό αντιστοιχεί σε σε ποσοστό 2,8 % του ΑΕΠ για το 2025.

Τα επιτόκια και οι αγορές ομολόγων: Αν τα επιτόκια στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παραμένουν υψηλά, το κόστος εξυπηρέτησης αυξάνει. Ήδη, η εμπιστοσύνη των αγορών καθορίζει το spread των ελληνικών ομολόγων. Όμως, η χώρα μας έχει σχετικά μακρά διάρκεια χρέους - άνω των 18 ετών κατά μέσο όρο - , και ευνοϊκούς όρους, χάρη στα δάνεια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης ( ESM). Αυτό μετριάζει τον άμεσο κίνδυνο της χώρας.

3- Εξωτερικοί και ειδικοί παράγοντες για τη χώρα μας

Η Ευρωπαϊκή πολιτική και οι κανόνες για τα ελλείμματα: Οι αποφάσεις της ΕΕ για την τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, οι κανόνες για τα ελλείμματα και τα περιθώρια ευελιξίας, επηρεάζουν τη διαχείριση χρέους.

Οι διεθνείς κρίσεις: ΟΙ Ενδεχόμενες γεωπολιτικές ή ενεργειακές κρίσεις, αυξάνουν τις δαπάνες και πιέζουν τον προϋπολογισμό.

Η απορρόφηση κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης: Η απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, ενισχύει τις επενδύσεις και, συνεπώς, αυξάνουν το ΑΕΠ της χώρας.

Το δημογραφικό: Είναι αυτονόητο ότι η γήρανση του πληθυσμού αυξάνει τις μελλοντικές πιέσεις σε συντάξεις και υγεία. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, με βάση τις ληξιαρχικές πράξεις που εκδίδονται από τις αρμόδιες δημοτικές αρχές και καταχωρίζονται σε πληροφοριακό σύστημα του υπουργείου Εσωτερικών, οι γεννήσεις στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται, ανά έτος, μειωμένες.

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις: Η βελτίωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, η βελτίωση στην ποιότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος και η στροφή στις νεοφυείς και καινοτόμες επιχειρήσεις που βασίζονται σε ένα ανταγωνιστικό, βιώσιμο, εξωστρεφές και αποτελεσματικό μοντέλο ανάπτυξης, αυξάνουν την παραγωγικότητας και το ΑΕΠ.

Συμπερασματικά, η Ελλάδα έχει μπει σε τροχιά δημοσιονομικής εξυγίανσης και σταθερότητας, ωστόσο η διατήρηση της βιωσιμότητας του χρέους απαιτεί συνεχή προσπάθεια. Κατά συνέπεια, η μείωση του ελληνικού χρέους αποτελεί μια συνεχή και πολύπλοκη διαδικασία, η οποία απαιτεί όχι μόνο δημοσιονομική πειθαρχία αλλά και στρατηγικό σχεδιασμό ανάπτυξης.

Θεωρείται αυτονόητο, ότι η μακροχρόνια βιωσιμότητα του χρέους θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της χώρας μας να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, να διαφοροποιήσει την παραγωγική της βάση και να αξιοποιήσει πλήρως τους ευρωπαϊκούς πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης που λήγουν στα τέλη του 2027. Μόνο μέσα από έναν συνδυασμό διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ισχυρής αναπτυξιακής πορείας, μπορεί η χώρα μας να διασφαλίσει ένα σταθερό οικονομικό μέλλον στους πολίτες.

Διαβάστε ακόμη

Μάκης Ιγγλέσης: «Ποιοι θα ρισκάρουν ξανά το μέλλον της Δωδεκανησιακής Ναυτιλίας;»

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η υποκρισία της κυβέρνησης, ο ρόλος των ξενοδόχων και το Airbnb στην Ελλάδα-Μύθοι και αλήθειες

Αργύρης Αργυριάδης: «Φταίει μόνον το άρθρο 86 Σ;»

Μαρία Καρίκη: Όταν η απογοήτευση σε επηρεάζει αρκετά…

Νίκος Χαραλάμπης: Ρόδος: Ως πότε ο τουρισμός θα είναι η χρυσή αγελάδα;

Θάνος Ζέλκας: Εμείς, οι προσωρινοί

Αγαπητός Ξάνθης: Η ένοπλη σύγκρουση και η εθνική ασφάλεια στον δρόμο της αμυντικής διπλωματίας

Δημήτρης Κούκουλας: Είναι χρέος όλων μας να σπάσουμε το μονοπώλιο στις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες