Λεξιστορείν: Είμαι άγρυπνος!

Λεξιστορείν: Είμαι άγρυπνος!

Λεξιστορείν: Είμαι άγρυπνος!

Αλέξανδρος Ν. Κατσαράς

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 222 ΦΟΡΕΣ

Η λέξη άγρυπνος αναφέρεται στον άνθρωπο που για διάφορους λόγους δεν μπορεί να κοιμηθεί αλλά και μεταφορικά σε αυτόν που προσέχει κάτι (π.χ. άγρυπνος φρουρός της παράδοσης του τόπου).

Ετυμολογικά είναι σύνθετη λέξη από τις λέξεις αγρός+ ύπνος κι αρχικά δήλωνε αυτόν που κοιμάται στους αγρούς.

Επειδή όμως οι άνθρωποι της υπαίθρου και των αγρών ξυπνάνε αρκετά νωρίς, η σημασία της λέξης εξελίχθηκε σ’ αυτόν που κοιμάται λίγο ή καθόλου.

Διαβάστε ακόμη

Αγαπητός Ξάνθης: Ένα βιβλίο, γροθιά στο στομάχι για «την κλοπή του μέλλοντος» από την ακτιβίστρια Greta Thunberg

Μαρία Καροφυλλάκη-Σπάρταλη: «Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται ο των Αγγέλων Βασιλεύς…»

Σάκης Αρναούτογλου: «Η Φωνή των Δωδεκανήσιων στην Ευρώπη»

Πρωτοπρεσβπυτερις Κυριάκος Μανέττας: Μια χαριτωμένη μοναχική συνοδεία στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου Ραβδούχου στο Άγιον όρος της Μονής Παντοκράτορος

Ελένη Καραγιάννη: Αξιολόγηση και κατάκριση στον δημόσιο βίο

Φίλιππος Ζάχαρης: Οι αγωνιστές των έρημων δρόμων και του βολικού διαδικτύου

Μαν. Κολεζάκης: Ιστορική αναδρομή στην oνοματολογία της Δωδεκανήσου

Στέφανος Χρύσαλλος: Έπεα Πτερόεντα (περί ορατότητας)