Λεξιστορείν: Το λημέρι!
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 393 ΦΟΡΕΣ
Ως λημέρι χαρακτηρίζουμε το απόμακρο καταφύγιο που χρησιμοποιεί κάποιος που θέλει να κρυφτεί αλλά και το μέρος που κάποιος συχνάζει (π.χ. επέστρεψε στα παλιά του λημέρια).
Ετυμολογικά προέρχεται από το ρήμα ολημερίζω = περνώ όλη μου τη μέρα.