Λεξιστορείν: Θέλω το μερτικό μου!

Λεξιστορείν: Θέλω το  μερτικό μου!

Λεξιστορείν: Θέλω το μερτικό μου!

Αλέξανδρος Ν. Κατσαράς

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 254 ΦΟΡΕΣ

Η λέξη μερτικό σημαίνει ποσοστό, το κομμάτι ενός συνόλου που αναλογεί σε κάποιον (π.χ. το ποσοστό από μια κληρονομιά).

Η λέξη είχε αρχική μορφή μεριτικόν και αποτελούσε το ουδέτερο γένος του επιθέτου μεριτικός = αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μερίτη, δηλαδή σ’ αυτόν που συμμετέχει σε κάτι, στον μέτοχο.

Διαβάστε ακόμη

Αγαπητός Ξάνθης: Ένα βιβλίο, γροθιά στο στομάχι για «την κλοπή του μέλλοντος» από την ακτιβίστρια Greta Thunberg

Μαρία Καροφυλλάκη-Σπάρταλη: «Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται ο των Αγγέλων Βασιλεύς…»

Σάκης Αρναούτογλου: «Η Φωνή των Δωδεκανήσιων στην Ευρώπη»

Πρωτοπρεσβπυτερις Κυριάκος Μανέττας: Μια χαριτωμένη μοναχική συνοδεία στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου Ραβδούχου στο Άγιον όρος της Μονής Παντοκράτορος

Ελένη Καραγιάννη: Αξιολόγηση και κατάκριση στον δημόσιο βίο

Φίλιππος Ζάχαρης: Οι αγωνιστές των έρημων δρόμων και του βολικού διαδικτύου

Μαν. Κολεζάκης: Ιστορική αναδρομή στην oνοματολογία της Δωδεκανήσου

Στέφανος Χρύσαλλος: Έπεα Πτερόεντα (περί ορατότητας)