Η 31η Οκτωβρίου παγκόσμια ημέρα της αποταμίευσης και η συμβολή της στην εθνική οικονομία

Η 31η Οκτωβρίου παγκόσμια ημέρα της αποταμίευσης  και η συμβολή της στην εθνική οικονομία

Η 31η Οκτωβρίου παγκόσμια ημέρα της αποταμίευσης και η συμβολή της στην εθνική οικονομία

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 189 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο Γιάννης Σαμαρτζής
Οικονομολόγος


Με αφορμή την παγκόσμια ημέρα της Αποταμίευσης που εορτάζεται κάθε χρόνο στις 31 Οκτωβρίου, σε ανάμνηση της ίδρυσης, κατά την ημερομηνία αυτή, του Διεθνούς Ινστιτούτου Ταμιευτηρίων στο Μιλάνο, δημοσιεύεται το άρθρο μου αυτό, ακολουθώντας το μήνυμα που εκπέμπεται, ότι δηλαδή «η Αποταμίευση συμβάλλει στο ατομικό και γενικό καλό».

Εξαρχής, οφείλω να διευκρινίσω ότι αποτελεί ίσως προσβολή προς την πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών να αρθρογραφεί κάποιος, εν μέσω πανδημίας και οικονομικής κρίσης, για τα αγαθά της Αποταμίευσης, όταν γνωρίζουμε ότι το 25% περίπου των συμπολιτών μας διαβιεί κάτω από το όριο της φτώχειας, ενώ η μεσαία τάξη στην οποία βασίστηκε τις τελευταίες δεκαετίες η χώρα μας μας έχει πλήρως αποδεκατιστεί και η οικονομία μας, λόγω της πρωτοφανούς παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης, υπολειτουργεί.

Ωστόσο, στο άρθρο μου αυτό δεν αναφέρομαι μόνο στην ατομική αποταμίευση - η οποία αποτελεί σχεδόν σε όλους μία πράξη διαχείρισης τυχόν μελλοντικών μας κινδύνων - αλλά στην αποταμίευση, γενικά, των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και του Κράτους, που συμβάλλει θετικά ή αρνητικά στην Εθνική μας Οικονομία.

Δεδομένου ότι την τελευταία δεκαετία βιώνουμε την 7η κατά σειρά πτώχευση από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους, προσπαθούμε να ελπίζουμε ότι θα επανέλθει η ανάκαμψη της Οικονομίας, αλλά σίγουρα «μεταλλαγμένη» και όχι ακριβώς όπως την βιώσαμε στο παρελθόν, δίνοντας προφανώς οι ιθύνοντες προτεραιότητα - με τη συνδρομή ενός μέρους των πακέτων ρευστότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνολικού ύψους 70 δισ. ευρώ περίπου - σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης, βασιζόμενο κυρίως στις νέες ψηφιακές τεχνολογίες, με έμφαση σε ποιοτικές και αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις, δηλαδή σε εκείνες που θα βελτιώσουν την παραγωγικότητα και θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα, τόσο του δημόσιου τομέα όσο και των επιχειρήσεων.

Η αύξηση της Εθνικής Αποταμίευσης (ιδιωτικής και δημόσιας) αποτελεί σε μια χώρα ένα σημαντικότατο παράγοντα της οικονομικής της ανάπτυξης, γιατί συνδέεται άμεσα με την αύξηση της επενδυτικής της δραστηριότητας. Αντίθετα, η μείωση της αποταμίευσης αποθαρρύνει την εγχώρια επενδυτική δραστηριότητα και δημιουργεί τις προϋποθέσεις εκείνες για μεγαλύτερες ανάγκες εισροής ξένου κεφαλαίου. Επομένως, η αύξησης της Εθνικής Αποταμίευσης αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός ευνοϊκού επενδυτικού κλίματος, αφού συμβάλλει στην άντληση εγχώριων επενδυτικών κεφαλαίων και, κατά συνέπεια, στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, με κύριο στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας και την αύξηση του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων.

Στη χώρα μας, η μέση ροπή της αποταμίευσης της τελευταίας δεκαετίας έχει μειωθεί σημαντικά, μετά τη ραγδαία αύξηση που είχε σημειώσει κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια, η εθνική αποταμίευση στη χώρα μας είναι η μικρότερη από τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης.

Συγκεκριμένα, στο εβδομαδιαίο τεύχος της Eurobank (τέλος Σεπτεμβρίου 2014) στην ανάλυση που δημοσιεύθηκε, επισημαινόταν πως η ελληνική οικονομία είχε το μικρότερο ποσοστό ακαθάριστης εγχώριας αποταμίευσης - πράγμα που ισχύει και σήμερα - ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης, όπου o μέσος όρος 2000-2013 ήταν στο 10%, έναντι 22% των χωρών της Ευρωζώνης (σήμερα το αντίστοιχο ποσοστό κυμαίνεται μεταξύ 8 και 8,5%).

Με δεδομένο το νούμερο αυτό και με δεδομένο ότι η υψηλού ρυθμού χρηματοδότηση των επενδύσεων, που ήταν την περίοδο εκείνη της τάξεως του 21%, η ελληνική οικονομία μπορούσε να χρηματοδοτηθεί μόνο με τη δημιουργία εμπορικών ελλειμμάτων της τάξεως του 11%, δηλαδή της διαφοράς του 21%-10%.

Συνεπώς, σύμφωνα με την ανάλυση της Eurobank, «γίνεται αντιληπτό ότι, για να στηριχθεί το νέο υπόδειγμα οικονομικής μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας στις επενδύσεις (αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων) και στην εξωστρέφεια (αποφυγή μελλοντικών εμπορικών ελλειμμάτων, αύξηση της ανταγωνιστικότητας), θα πρέπει αναγκαστικά να αυξηθεί το εγχώριο ποσοστό αποταμίευσης. Αυτό μπορεί να συμβεί με δύο τρόπους: Με τη μεταφορά παραγωγικών πόρων από τις καταναλωτικές προς τις επενδυτικές χρήσεις και με την επίτευξη δημοσιονομικών πλεονασμάτων ή τουλάχιστον, την αποφυγή δημοσιονομικών ελλειμμάτων».

Με τον όρο Ιδιωτική Αποταμίευση εννοούμε την ποσότητα του εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο απομένει μετά την αφαίρεση της κατανάλωσης και των φόρων.
Η Δημόσια Αποταμίευση προέρχεται από τα έσοδα των φόρων τα οποία απομένουν στο κράτος μετά την πληρωμή των δημόσιων δαπανών.

Επομένως, η Εθνική Αποταμίευση αποτελείται από το άθροισμα της ιδιωτικής αποταμίευσης, δηλαδή από το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, καθώς και της δημόσιας αποταμίευσης, (με την ευρύτερη έννοια), δηλαδή από το διαθέσιμο εισόδημα του κράτους. Κατά συνέπεια, το διαθέσιμο εισόδημα του κράτους, σε άλλες περιόδους μπορεί να είναι θετικό και σε άλλες αρνητικό. Από το γεγονός αυτό, εξαρτάται και η ύπαρξη δημοσιονομικού πλεονάσματος ή δημοσιονομικού ελλείμματος στον Προϋπολογισμό. Με διαφορετική διατύπωση και με οικονομικούς όρους, η Εθνική Αποταμίευση ισούται με το εισόδημα μιας χώρας μετά την αφαίρεση της ιδιωτικής και της κρατικής κατανάλωσης.

Η Αποταμίευση επηρεάζει άμεσα και το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών της χώρας. Όπως είναι γνωστό, το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών είναι ο σημαντικότερος, ίσως, γενικός λογαριασμός, ο οποίος τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος και στον οποίο καταγράφονται όλες οι οικονομικές συναλλαγές της χώρας μας με τις υπόλοιπες χώρες του εξωτερικού, μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, συνήθως μέσα σε ένα χρόνο. Δηλαδή, στον λογαριασμό αυτόν καταγράφονται αναλυτικά όλες οι εισπράξεις και οι πληρωμές κεφαλαίων σε συνάλλαγμα.

Όταν μία χώρα παρουσιάζει πλεόνασμα στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (π.χ. η Γρμανία), αυτό σημαίνει ότι οι αποταμιεύσεις της χώρας αυτής υπερβαίνουν τις επενδύσεις και επομένως η χώρα αυτή αγοράζει περιουσιακά στοιχεία – υλικά ή άυλα – από άλλες χώρες, όπως π.χ. χρεόγραφα και διάφορους άλλους τίτλους, ενώ παράλληλα χορηγεί δάνεια δια μέσου της αγοράς ομολόγων. Δηλαδή, η χώρα αυτή στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα εμφανίζεται ως πιστωτής.

Αντίθετα, όταν μία χώρα παρουσιάζει έλλειμμα στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών -όπως ακριβώς συμβαίνει στη χώρα μας επί σειρά ετών - αυτό σημαίνει ότι οι αποταμιεύσεις υπολείπονται των επενδύσεων και επομένως η χώρα μας αναγκάζεται να πουλάει περιουσιακά στοιχεία σε άλλες χώρες και παράλληλα να λαμβάνει δάνεια, εκδίδοντας τίτλους, συνήθως ομόλογα, είτε κρατικών είτε ιδιωτικών επιχειρήσεων και οργανισμών. Δηλαδή, ένα μέρος των επενδύσεων (οι επιπλέον, ώστε οι αποταμιεύσεις να ισούνται με τις επενδύσεις) της χώρας μας χρηματοδοτείται μέσω του εξωτερικού δανεισμού, με αποτέλεσμα να δημιουργείται έλλειμμα στο Εμπορικό μας Ισοζύγιο. Επομένως, η χώρα μας, στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα εμφανίζεται ως χρεώστης (οφειλέτης).

Κατά συνέπεια, όταν η Αποταμίευση (Εθνική) υπολείπεται της Επένδυσης (Εγχώριας Επενδυτικής Δαπάνης), τότε ένα μέρος της επένδυσης χρηματοδοτείται μέσω του εξωτερικού δανεισμού, με αποτέλεσμα να δημιουργείται έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας (το εμπορικό ισοζύγιο περιλαμβάνει τις εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών και συμπεριλαμβάνεται στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών). Δηλαδή, εδώ, ο εξωτερικός δανεισμός αναλαμβάνει να καλύψει την αρνητική διαφορά Αποταμιεύσεων – Επενδύσεων.

Για αυτό, τα ελλείμματα στην εθνική αποταμίευση (δημοσιονομικά) που συνδέονται με τα ελλείμματα στο εμπορικό Ισοζύγιο και ευρύτερα στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών, ονομάζονται και δίδυμα ελλείμματα. Επομένως, «το έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών εξορισμού αντανακλά την υστέρηση της Εθνικής Αποταμίευσης έναντι της Εγχώριας Επενδυτικής Δαπάνης, η οποία «εκ ταυτότητας» ισοδυναμεί με την υστέρηση της Συνολικής Εγχώριας Παραγωγής έναντι της Συνολικής Ζήτησης και Δαπάνης. Αυτή η παραγωγική ανεπάρκεια οφείλεται στις μεγάλες και επί σειρά ετών συσσωρευμένες απώλειες της διεθνούς ανταγωνιστικότητας στην ελληνική οικονομία». (Έκθεση Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2009-2010).

Το παραπάνω, αν διατυπωθεί απλοϊκά, σημαίνει ότι το Έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών στη χώρα μας - που ήταν μονίμως αρνητικό από το 1948 και μόνο το έτος 2013 παρουσίασε πλεόνασμα - οφείλεται στην έλλειψη (υστέρηση) της Εθνικής Αποταμίευσης έναντι των Εγχώριων Επενδύσεων, η οποία έλλειψη (υστέρηση) της Αποταμίευσης, με τη σειρά της, οδήγησε στην υστέρηση (έλλειψη) της Παραγωγής έναντι της Κατανάλωσης, δηλαδή, ως λαός αναγκαζόμαστε να καλύπτουμε τις καταναλωτικές μας ανάγκες με ξένους πόρους και με αθρόες εισαγωγές προϊόντων και, όπως είναι αυτονόητο, αναγκαζόμαστε να καταναλώνουμε περισσότερα αγαθά από όσα παράγουμε – και αυτό βέβαια οφείλεται στην έλλειψη Ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Συμπερασματικά, όταν υπάρχει έλλειμμα στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών, αυτό εκφράζει τη διαφορά μεταξύ Εθνικών Αποταμιεύσεων και Εθνικών Επενδύσεων, η οποία, όπως προαναφέραμε, καλύπτεται κυρίως με εξωτερικό δανεισμό.

Το βασικό σημείο-κλειδί που πρέπει ίσως να γνωρίζουμε είναι ότι υπάρχει ταυτότητα μεταξύ των Αποταμιεύσεων-Επενδύσεων και επομένως, ότι οι αποταμιεύσεις και οι επενδύσεις είναι πάντοτε ίσες. Στην Οικονομία, όταν αναφερόμαστε ευρύτερα στην Αποταμίευση, εννοούμε σε γενικές γραμμές - με κάποιες επί μέρους εξαιρέσεις, τις Καταθέσεις των Ιδιωτών, του Δημοσίου και των Δημόσιων Οργανισμών και Επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στο Τραπεζικό Σύστημα, μέσω των οποίων χρηματοδοτούνται οι Επενδύσεις.

Θα έπρεπε, ίσως, στο σημείο αυτό να διευκρινιστεί ότι το μεγαλύτερο μέρος των αποταμιευτικών πόρων στη χώρα μας τις προηγούμενες τρεις δεκαετίες, οι οποίες χαρακτηρίζονταν ως «χρυσές» εποχές, στράφηκε σε υπερβολικό ποσοστό προς την οικοδομική δραστηριότητα και κυρίως προς την κατοικία – που, όμως, η οικονομική επιστήμη τις κατατάσσει στα καταναλωτικά προϊόντα - και όχι σε εξωστρεφείς παραγωγικές επενδυτικές δραστηριότητες.

Από την παραπάνω συνοπτική ανάλυση, διαπιστώνουμε το μέγεθος της χρησιμότητας της Εθνικής Αποταμίευσης, καθώς και το ρόλο που διαδραμάτισε, θετικό ή αρνητικό, στη μέχρι σήμερα πορεία της Εθνικής μας Οικονομίας.

Ωστόσο, αξίζει ακόμη να αναφερθούν και τα έως σήμερα οφέλη της Αποταμίευσης, τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο νοικοκυριών, δεδομένου ότι ένα σημαντικό μέρος των συμπολιτών μας τις ημέρες αυτές της οικονομικής κρίσης - η οποία επιδεινώθηκε δυσανάλογα με την πανδημία του κορωνοιού και επομένως το εισόδημά τους συρρικνώθηκε σημαντικά - ξοδεύει από τα «έτοιμα», δηλαδή από τις αποταμιεύσεις των προηγούμενων χρόνων.

Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι η Αποταμίευση ως αγαθό δεν ωφελεί μόνο εκείνο το άτομο που αποταμιεύει, αλλά, όπως προαναφέραμε, ωφελεί και το κοινωνικό σύνολο, αφού συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, δηλαδή στην αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), και κατά συνέπεια, στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.

Πηγή; Από το βιβλίο μου με τίτλο: «Απλά Θέματα Μακροοικονομίας με έμφαση στην Ελληνική Οικονομία».

Διαβάστε ακόμη

Ηλίας Καραβόλιας: Το μέλλον που δεν βλέπουμε

Γιάννης Παρασκευάς: Μία βόλτα στη Λίνδο

Μανώλης Κολεζάκης: Σελίδες από την πολεμική ιστορία της Ρόδου

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες