Ήρθε στη Ρόδο για διακοπές και έκανε τον γύρο του νησιού παρά την αναπηρία του

Ήρθε στη Ρόδο για διακοπές και έκανε τον γύρο του νησιού παρά την  αναπηρία του

Ήρθε στη Ρόδο για διακοπές και έκανε τον γύρο του νησιού παρά την αναπηρία του

Βαρβάρα Μπογδάνου

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 4235 ΦΟΡΕΣ

Πρόκειται για τον Βασίλη Καντέλη από την Αθήνα που απέδειξε σε όλους τι μπορούν να κάνουν η θέληση και η πίστη

Ποτέ δε φανταζόταν ότι πηγαίνοντας για διακοπές στη Ρόδο, θα έκανε τον γύρο του νησιού, αποδεικνύοντας έτσι ότι η ανθρώπινη θέληση και πίστη, νικούν τα πάτα και κάνουν τα αδύνατα δυνατά.

Ο Βασίλης Καντέλης, που ζει και εργάζεται στην Αθήνα, στα 41 του χρόνια κέρδισε το στοίχημα που έβαλε να αποδείξει σε όλους ότι παρά την αναπηρία του μπορεί να κάνει πράγματα που άλλοι συνάνθρωποί του, αρτιμελείς όχι απλώς δεν θα το κατάφερναν αλλά δεν θα τολμούσαν να τα σκεφτούν καν.

Αυτό που κάνει το κατόρθωμά του σημαντικό και μοναδικό είναι ο αυθορμητισμός που τον οδήγησε να διανύσει 197 χιλιόμετρα ροδίτικης γης, χωρίς καμία προετοιμασία, χωρίς εφόδια και χωρίς βοήθεια.
Μιλώντας στη «Ροδιακή» διηγήθηκε την περιπέτειά του που ξεκίνησε το απόγευμα της 12ης Αυγούστου όταν έφυγε από το ξενοδοχείο του στην Ιαλυσό και ολοκληρώθηκε το βράδυ της 15ης Αυγούστου.

Ας τον γνωρίσουμε λοιπόν και ας περπατήσουμε δίπλα του νοερά ακολουθώντας τον σε αυτό κατόρθωμα ζώντας τις δυσκολίες και τις περιπέτειές του…
Ο Βασίλης το 2011 είχε ένα ατύχημα. Πεζός καθώς ήταν τον χτύπησε ένα μηχανάκι το πρωί που πήγαινε στη δουλειά του με αποτέλεσμα να του σπάσει το αριστερό γόνατο. Το χτύπημα τον άφησε 5 μήνες στο κρεβάτι με πολλούς πόνους σε πλήρη ακινησία και με νάρθηκα.

«Με παράτησαν οι φίλοι μου και η κοπέλα μου δεν ήρθε κανείς να με δει και από τότε είμαι μόνος μου. Με πολλές φυσικοθεραπείες περπάτησα, αλλά το αριστερό πόδι μου δεν μπορούσε να τεντωθεί και αναγκαστικά μπήκα χειρουργείο. Δεν λέω, μετά το χειρουργείο το πόδι τέντωνε στο 90% από το 60% που ήταν στην αρχή αλλά παρουσιάστηκαν καθημερινοί πόνοι πίσω και πλάγια του γονάτου και γύρω από τον αστράγαλο. Δεν ήθελα να ξαναπάω στο δημόσιο νοσοκομείο για δεύτερο χειρουργείο. Φοβόμουν. Και στο ιδιωτικό μου ζήτησαν μια περιουσία. Έτσι το άφησα όπως ήταν και είναι ακόμα και τώρα με πόνους στο γόνατο και τον αστράγαλο» λέει στη «Ροδιακή» και συμπληρώνει:

«Το χειρότερο δεν ήταν αυτό όμως. Ήταν η συμπεριφορά των ανθρώπων γύρω μου. Ανάπηρο κουτσό, χαλασμένο, κούτσαβλο και πολλά άλλα μου έλεγαν σε καθημερινή βάση στη δουλειά, παντού. Ήθελα λοιπόν να αποδείξω σε αυτούς που με κοροϊδεύουν ότι μπορώ να κάνω κάτι τόσο τρελό με ένα πόδι υγιές, κάτι που δεν μπορούν αυτοί ούτε με δύο».

Μάλιστα λέει ότι την ιδέα να διανύσει μία μεγάλη απόσταση την σκέφτηκε όταν βρέθηκε στο Μαντράκι . «Εγώ είχα σκοπό να περπατήσω από το Sea Melody που έμενα στην Ιαλυσό έως την Παλαιά Πόλη περίπου 8 χιλιόμετρα όχι και λίγα αν και τώρα μου φαίνονται αστεία. Δεν το σκέφτηκα και πολύ, μόνος μου ήμουν, είχε και δροσιά και είπα ας πάω και όσο αντέξει το πόδι μου. Ευτυχώς έχω πάντα τον φορτιστή μαζί μου και έτσι μπόρεσα και κράτησα το καταγραφικό ενεργό. Στην πορεία όμως χρειάστηκαν πολλά ακόμα τα οποία δεν είχα σκεφτεί.

Εγώ το μόνο που είχα ήταν ένα τσαντάκι μικρό για το πορτοφόλι και το κινητό, ένα καπέλο και γυαλιά ηλίου» είπε.
Ο Βασίλης λοιπόν ξεκίνησε στις 18:11 της 12ης Αυγούστου. Εκείνο το απόγευμα πέρασε από τα Κρητικά, τις Κάτω Πέτρες, είδε από εκεί το φανταστικό ηλιοβασίλεμα, αγόρασε από ένα μίνι μάρκετ μια ισοθερμική θήκη και ένα μπουκάλι νερό και συνέχισε παραλιακά. Έφτασε στο Φαληράκι αφού πέρασε από την πόλη, και συνέχισε περπατώντας μέχρι τα Κολύμπια και από εκεί στις 03:13 έφτασε έξω από το μοναστήρι της Παναγίας Τσαμπίκας.

Στον δρόμο για Μάσαρη βρήκε και μια κουκουβάγια νεκρή, όπως είπε, και στις 05:24 έφτασε στο χωριό κάνοντας ένα μικρό διάλειμμα και τρώγοντας μία σοκολάτα σε στάση λεωφορείου όπου και ξάπλωσε για αρκετά λεπτά. Άρχισε όμως να κρυώνει και έφυγε.
Η ώρα είχε πάει 06:30 και σταμάτησε λίγο μετά το καταφύγιο άγριας ζωής να δει την ανατολή του ήλιου που ήταν πανέμορφη, όπως είπε.

Γύρω στις 8 το πρωί φτάνει στη Λίνδο, μπαίνει στο χωριό, σταματά σε ένα μαγαζί και παίρνει έναν χυμό, καφέ και φορτίζει το κινητό του. «Νερό πήρα μετά από το περίπτερο πάνω. Επόμενος στόχος η Λάρδος, ήδη είχα κάνει 61 χιλιόμετρα και ήμουν πολύ ευχαριστημένος που το κατάφερα αυτό στη ζωή μου, δεν είχα περπατήσει ποτέ τόσα πολλά χιλιόμετρα. Δυστυχώς στις 9 η ώρα συνειδητοποίησα ότι ο ήλιος έκαιγε πολύ, τον είχα από πίσω. Πώς θα έβγαζα την ημέρα με τέτοιο ήλιο; Στον δρόμο προς Λάρδο όμως για καλή μου τύχη σταμάτησε μια οικογένεια με το αμάξι τους να με πάρουν μαζί τους. Τους ευχαρίστησα και τους εξήγησα ότι κάνω τον γύρο με τα πόδια. Μου δώσανε νεράκι με πάγο και μια μικρή πετσέτα την οποία την έχω κρατήσει ενθύμιο. Αυτή η πετσέτα ήταν δώρο Θεού. Την έβαλα κάτω από το καπέλο και μου κάλυπτε τους ώμους και το σβέρκο από τον ήλιο. Δεν θα τα κατάφερνα χωρίς αυτήν, θα είχα καεί και θα τα παράταγα σίγουρα» υπογραμμίζει.

Λίγο πιο κάτω φτάνει σε έναν φούρνο, παίρνει μία σοκολατόπιτα, νερό φορτίζει το κινητό και φεύγει ώσπου φτάνει στη Λάρδο και από ένα σούπερ μάρκετ παίρνει και πάλι νερό συνεχίζοντας τον δρόμο του μέχρι το Γεννάδι. Μπαίνει σε ένα βενζινάδικο παίρνει προμήθειες, νερό και ξεκουράζεται λίγο.

Άρχισαν οι δυσκολίες…
Συνέχισε την πορεία του και στη διασταύρωση Λαχανιά με Πλημμύρι βρήκε μία πηγή, ξεκουράστηκε αλλά το νερό δεν ήταν καλό για να πάρει. Σε εκείνο το σημείο δεν ήξερε αν θα έπρεπε να πάει προς Πλημμύρι ή Μεσαναγρό καθώς έπρεπε να πάρει και προμήθειες για να συνεχίσει. Κάπου εκεί μπερδεύτηκε, δυσκολεύτηκε και αποφάσισε να πάει προς Μεσαναγρό τελικά και από εκεί προς Απολακκιά.
«Άρχισε να πονάει πολύ ο αστράγαλος. Στον δρόμο για Απολακιά βρήκα και άλλη μια πηγή με νερό. Χαρούμενος έχυσα αυτό που είχα γιατί ήταν χάλια. Πάω να ανοίξω τη βρύση 5 σφίγγες από κάτω. Πήρα ένα μακρύ ξύλο και κοπάνησα το χερούλι να ανοίξει η βρύση.

Πετάχτηκαν πάνω από 30 σφίγγες και όλες καταπάνω μου με σπρώχνανε λες και ήταν δικό τους το νερό και πήγα να το κλέψω. Αυτοσχεδίασα, έσκυψα στα τέσσερα και με απότομες κινήσεις έβαζα το μπουκάλι από κάτω να βάλω νερό. Πολλές σφίγγες …Το έκανα δύο τρεις φορές γέμισα το μισό δεν άντεχα άλλο και έφυγα με λιγότερο από ό,τι ήρθα» διηγείται και συμπληρώνει ότι δυστυχώς άρχισε να τον πονά και η μέση του καθώς από 24 χρονών έχει 2 κοίλες.

«Έφυγα απογοητευμένος από τη πηγή με μισό νερό, πόνο στο γόνατο, στον αστράγαλο και στη μέση. Κούτσα - κούτσα πήγαινα σαν χελώνα. Από τις 18:36 είχε πάει 20:37, νύχτωσε, πουθενά κολόνες με φώτα και δεν είχα και φακό μαζί μου. Προσπαθούσα να βιαστώ να φτάσω στον Μεσαναγρό αλλά το πόδι μου πόναγε τόσο πολύ που ήταν σαν άγκυρα. Τελικά έφτασα στις 21:27 στο κάτω μέρος του χωριού. Πήγα και έκατσα μπροστά από την εκκλησία να ξεκουραστώ, έφαγα το κρουασάν που μου δώσανε στη Λάρδο και λίγο νερό» μας δήλωσε.

Έκανε πολύ κρύο. Ο Βασίλης ήθελε κάπου να κοιμηθεί αλλά έξω είχε παγωνιά. Οι κάτοικοι του είπαν να κατευθυνθεί πιο κάτω σε ένα μοναστήρι για να βρει καταφύγιο. «Μία ώρα μέσα στο σκοτάδι κρύωνα και πόναγα. Ούτε μοναστήρι έβλεπα ούτε τίποτα. Επιτέλους το βρήκα αλλά δυστυχώς είχανε σκύλο, γάβγιζε πολή ώρα φυσικά δεν πλησίασα έφυγα άρον- άρον.

Κρύο, σκοτάδι, νύστα, πόνος, πείνα και απελπισία πολλές ώρες, πουθενά ο κεντρικός δρόμος. Να σταματήσω να ξεκουραστώ μέσα στο σκοτάδι αποκλείεται και δεν έβλεπα ούτε φώτα στον ορίζοντα. Είχε πάει 12:15 ήμουν 30 ώρες στον δρόμο δεύτερο βράδυ ξάγρυπνος, 100 χιλιόμετρα με τα πόδια, ήμουν πτώμα. Δυστυχώς δεν είχε φώτα. Δεν το περίμενα. Απελπίστηκα κι άλλο. Με το ζόρι κράταγα τα μάτια μου ανοιχτά, παραπατούσα, κρύωνα, νύσταζα, βρωμούσα, πεινούσα, το πόδι μου είχε πρηστεί, δεν το ένιωθα και φυσικά κουνούπια. Τι να κάνω, μια επιλογή είχα μόνο, μπροστά. ήξερα δεν θα αντέξω για πολλή ώρα θα σωριαστώ κάτω στον δρόμο και θα με πατήσει κάποιο αυτοκίνητο το πρωί.

Έτσι μετά από 4 ώρες στη μέση του δρόμου έπιασα την αριστερή άκρη του. Ήμουν σε άθλια κατάσταση, δεν μπορούσα να πάω ευθεία με τίποτα μια έμπαινα στον δρόμο μια έβγαινα. Κόντευε 1 το πρωί περπάταγα με κλειστά μάτια στην άκρη του δρόμου για αρκετά δευτερόλεπτα μέχρι που χτύπησα σε κάτι και έπεσα κάτω. Με μεγάλη δυσκολία σηκώθηκα.

Για άλλη μια φορά η τύχη μού χαμογέλασε. Δεν έσπασε το κινητό μου και έπεσα πάνω σε ένα πάγκο μαναβικής. Δεν πίστευα αυτό που έβλεπα από πίσω, σαν όνειρο ήταν. Πραγματικά δώρο Θεού: ένας καναπές ένα μαξιλάρι και μια πετσέτα και μαζί με αυτήν που είχα σκεπάστηκα ολόκληρος. Άργησα να κοιμηθώ, με πόναγε πολύ το πόδι μου. Τελικά όμως τα κατάφερα» κατέληξε.

Ο Βασίλης ξύπνησε νωρίς το επόμενο πρωί και ξεκίνησε για την Απολακκιά. Στη διαδρομή έφαγε λίγα σύκα βρήκε ένα μίνι μάρκετ στον δρόμο και πήρε κάποια εφόδια για τον δρόμο και ξεκίνησε για τον Μονόλιθο. Βρήκε στη συνέχεια μία ταβέρνα, πήρε νερό και κατευθύνθηκε προς Σιάννα ενώ στη διαδρομή ξεκουραζόταν κάτω από τα πεύκα.

Πέρασε το χωριό και συνέχισε με κατεύθυνση την Κάμειρο Σκάλα. Στη διαδρομή σταματά σε καντίνα, τρώει κάτι και πιάνει κουβέντα με την ιδιοκτήτρια και τις κόρες της. «Κάπως έγινε και της είπα ότι κάνω τον γύρο του νησιού με τα πόδια. Τρελάθηκαν. Εχα κάνει 144 χιλιόμετρα και πέρασαν 44 ώρες που είχα φύγει από το Sea Melody. Είχα σπάσει τρελό ρεκόρ ούτε εγώ δεν το πίστευα. Έφαγα, ξεκουράστηκα και χαιρέτησα τις κυρίες και πήρα την κατηφόρα. Είχα δρόμο μπροστά σε άγνωστα νερά. 16:49 έφτασα σε ένα χωριό, στην Κρητηνία. Στις 17:51 είχα φτάσει στην Κάμειρο Σκάλα, μπήκα σε μια ταβέρνα πήρα ένα νερό και έφυγα αμέσως με στόχο το Μανδρικό» λέει επίσης.

Λίγο αργότερα παίρνει ένα νερό και ένα κρουασάν από ένα κατάστημα φορτίζει το κινητό και συνεχίζει το περπάτημα μέχρι την Αρχαία Κάμειρο όπου σε μία ταβέρνα σταματά για ξεκούραση για να φορτίσει και πάλι το κινητό του και να πιει μία πορτοκαλάδα που του πρόσφεραν οι ιδιοκτήτες της.

Είχε εξαντληθεί …
«23:46 έφτασα Φάνες. 53 ώρες και 35 λεπτά από τότε που ξεκίνησα, σχεδόν 175 χιλιόμετρα. Τα πράγματα δεν ήταν καλά. Το αριστερό πόδι είχε διαλυθεί πρήστηκε πάλι. Από τον πολύ πόνο ξάπλωσα κάτω στα χρώματα δεν με ενδιέφερε αν λερωθώ. Ήδη ήμουν χάλια. Πήρα μια πέτρα και κοπάναγα το πόδι μου μπας και χαλαρώσει λίγο. Τίποτα. Έμεινα μια ώρα κάτω σκεφτόμουν να τα παρατήσω, πόναγα αφόρητα, δεν μπορούσα να κουνηθώ. Είχα αλλά 20 χιλιόμετρα, περίπου 4 ώρες.

Έβλεπα τα αστέρια υπέροχα. Να σου ένα που έπεσε, το πήρα σαν σημάδι από τον Θεό, αρκετά ξάπλωσα ώρα να σηκωθώ. Δεν ήταν εύκολο, οι μυς μου είχαν παγώσει ήταν σαν πέτρες με μεγάλη δυσκολία γονάτισα στηρίχθηκα από ένα βράχο και σηκώθηκα. Τα πρώτα βήματα ήταν αφόρητα και μικρά χρειάστηκαν αρκετά λεπτά για να ξαναζεσταθούν τα πόδια. Από εδώ και πέρα πήγαινα πολύ αργά κάθε 20 μέτρα σταμάταγα. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να φτάσω στο κρεβάτι μου» δήλωσε.

Σιγά - σιγά ο Βασίλης φτάνει στο Παραδείσι. Όπως λέει, δεν πρόσεχε τίποτα κοίταζε μόνο ευθεία και το που θα σταματήσει. Πέρασε το αεροδρόμιο και αργά - αργά περπατούσε για την Κρεμαστή. Μετά από πολύ ώρα έφτασε στο χωριό, ήταν της Παναγίας, είχε πανηγύρι.
«Ούτε φαΐ με ενδιέφερε και το νερό το είχα πετάξει προ πολλού. Στο μυαλό μου είχα μόνο τη φράση Λίγο ακόμα, «Λίγο ακόμα Λίγο ακόμα» και έκανα στάσεις ανά 5 λεπτά. Η απόσταση από Κρεμαστή έως το Sea Melody μου φάνηκε όσο η υπόλοιπη διαδρομή. Η ώρα ήταν 5:50, δεν το πίστευα.

Δεν το πίστευα ότι ήμουν έξω από το Sea Melody, έφτασα. Μπήκα μέσα σταμάτησα το καταγραφικό, μου μίλησε ο Λάκης ο νυχτερινός δεν είχα δυνάμεις να απαντήσω. προχώρησα ευθεία στα σκαλοπάτια και τα κατέβηκα πλάγια. είχα κάνει 197.000 μέτρα, ακόμα 30 μέτρα μέχρι το κρεβάτι μου, μπήκα μέσα στο δωμάτιο, έκανα μπάνιο και έπεσα ξερός».
Ήταν 15 Αυγούστου ώρα 5:57. Είχε διανύσει την απόσταση σε 59 ώρες, 46 λεπτά και 30 δευτερόλεπτα. Ο Βασίλης τα είχε καταφέρει…

Διαβάστε ακόμη

Επτά πλωτά ραντάρ «κλειδώνουν» το Αιγαίο

Εκδήλωση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τις Ευρωεκλογές με Κ. Αρβανίτη, Ζ. Τσιριγώτη, Κ. Γιαννακά

Συνέδριο με θέμα «Ο ρόλος της δημοσιογραφίας στην τοπική ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος στην περιφέρεια»

Γ. Χατζημάρκος: «Αυτοί οι «ευαίσθητοι» δεν είναι φίλοι του περιβάλλοντος. Φίλοι του... μαζούτ είναι.»

Λήγει η προθεσμία για τις εγκαταστάσεις αδέσποτων ζώων

Με επιτυχία ολοκληρώθηκε η άσκηση «Δια Πυρός 2024» στη Ρόδο

Ριζικές παρεμβάσεις για το κέντρο υπόσχεται ο δήμαρχος

Ανοικτός για το κοινό ο ξενώνας της Αγίας Αικατερίνης στη Μεσαιωνική Πόλη