Δύο εξαιρετικές ταινίες αυτής της περιόδου: «Η τελευταία μονομαχία» του Ρ. Σκοτ και «Το χέρι του Θεού» του Π. Σορεντίνο

Δύο εξαιρετικές ταινίες αυτής της περιόδου: «Η τελευταία μονομαχία» του Ρ. Σκοτ και «Το χέρι  του Θεού» του Π. Σορεντίνο

Δύο εξαιρετικές ταινίες αυτής της περιόδου: «Η τελευταία μονομαχία» του Ρ. Σκοτ και «Το χέρι του Θεού» του Π. Σορεντίνο

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 327 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο Πάνος Δρακόπουλος
(panosdrak@yahoo.gr)

«Η τελευταία μονομαχία» του Ρ. Σκοτ
(«The Last Duel», 2021, 152’)

Είχε χρόνια, κατά τη γνώμη μας, ο Ρ. Σκοτ να μας δώσει ένα τόσο δυνατό –μεστό και συνάμα γεμάτο σφρίγος– κινηματογραφικό έργο. Μία ιστορία με τρείς αφηγητές –όπως πρώτος το έκανε στο σινεμά ο Α. Κουροσάβα στο «Ράσομον» πριν από 71 περίπου χρόνια– όπου ο θεατής καλείται να αποφασίσει με τα όσα του προσφέρονται, τι τελέστηκε και τι επινοήθηκε. Όπως, εξάλλου, συμβαίνει καθημερινά στην ζωή μας.

Μόνο που εδώ ο Σκοτ (ο οποίος, σημειωτέον, δεν φιλμάρει ουδέτερα – καθότι παίρνει, εν τέλει, θέση) το κάνει πάνω στο είδος των ιπποτικών αφηγήσεων, αναποδογυρίζοντας όλα τα στερεότυπα του είδους.

Συμπεριφέρεται σαν ένας αντι-τροβαδούρος της ιπποσύνης, ο οποίος διόλου υπόγεια ή τάχα υπαινικτικά, μάς μιλάει για την ανθρώπινη συνθήκη στην διαχρονία της – όπως και για τι εστί να είσαι γυναίκα σε έναν κόσμο ανδρών, όχι μόνο κατά τον Μεσαίωνα, αλλά, δυστυχώς, ακόμη και στην εποχή μας.

Πρόκειται για μία ξεχωριστή ταινία, της οποίας ακόμη και τα λίγα μικρά ψεγάδια (στον ρυθμό της κυρίως) προσμετρούνται εν τέλει στα θετικά της, μιας και δίνουν στον θεατή τον απαραίτητο χρόνο που χρειάζεται, για να συλλογιστεί βαθύτερα πάνω στα φιλμικά τεκταινόμενα.

[Δεν υπάρχει, εξάλλου, επαρκής λόγος να «μαζεύει» κάποιος τον ενθουσιασμό του απέναντι έργα που δεν κραυγάζουν για την επαναστατικότητά τους – διότι οργανικά την εμπεριέχουν].

«Το χέρι του Θεού» του Π. Σορεντίνο
(«Ε stata la mano di Dio», 2021, 130’)

Μεγάλος δημιουργός είναι εκείνος που, ενώ κάλλιστα μπορείς να φανταστείς τι θα μπορούσε να πάει στραβά ,λόγου χάριν σ’ ένα καινούργιο έργο του, αυτός επιτυγχάνει να βγάζει ενώπιον σου ένα ακόμη λαγουδάκι απ’ το μαύρο ημίψηλό της τέχνης του.

Ο Π. Σορεντίνο, όχι μόνον αποφεύγει να μιλήσει για το παρελθόν χωρίς να καταφύγει στις ευκολίες (και τις παγίδες) της νοσταλγίας, να αυτοβιογραφηθεί δίχως να υποκύψει σε μελό και ναρκισσιστικά σχήματα, να μιλήσει για την εμπειρία που ενταφίασε την εφηβική του ηλικία, πέρα από αυτό-αναφορές που θα προκαλούσαν οίκτο ή πιθανών και πλήξη, καταφέρνει να στήσει έναν ολόκληρο κόσμο.

Τον κόσμο που βίωσε, ως έφηβος, στην Νάπολη της δεκαετίας του ’80. Έναν κόσμο με τα ποικίλα (αστικά και παραθαλάσσια) χρώματα και τα σκοτάδια του, την πίστη και την απιστία του. Τις σκληρές αλήθειες και τις αναγκαίες ονειροπολήσεις του.

Τον Σορεντίνο, θαρρώ, όσοι τον αγκαλιάσαμε με την «Τέλεια Ομορφιά» (2013, 141’) και το «Youth» (2015, 124’), εδώ θα τον αγαπήσουμε.

Ενδεχομένως, όπως εκείνος εξακολουθεί να αγαπά τον Φ. Φελίνι και τον Ντ. Α. Μαραντόνα.

Διαβάστε ακόμη

Μανώλης Κολεζάκης: Σελίδες από την πολεμική ιστορία της Ρόδου

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες

Δημήτρης Κατσαούνης: Αυτές οι Eυρωεκλογές χτίζουν γέφυρα με τον Ελληνισμό της Διασποράς

Γιάννης Σαμαρτζής: Τα τεκμήρια διαβίωσης των φορολογουμένων και η δυνατότητα αποφυγής τους