Παραγωγή και εξωστρέφεια: η νέα δυναμική της ελληνικής οικονομίας

Παραγωγή και εξωστρέφεια: η νέα δυναμική  της ελληνικής οικονομίας

Παραγωγή και εξωστρέφεια: η νέα δυναμική της ελληνικής οικονομίας

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 621 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο Γιάννης Σαμαρτζής
Οικονομολόγος

Η Ελλάδα είναι μία μικρή, αλλά συγχρόνως ανοικτή οικονομία, κυρίως λόγω της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς. Έχει περιορισμένη παραγωγική βάση, χαμηλή προστιθέμενη αξία, και μικρή ένταξη σε αλυσίδες πολυεθνικών εταιρειών.

Όμως, επειδή στην Ελλάδα η εγχώρια αγορά είναι σχετικά μικρή και περιορισμένη και, συγχρόνως, δέχεται πιέσεις από τα εισαγόμενα ξένα προϊόντα, για να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ώστε να αυξηθούν η απασχόληση και τα εισοδήματα των νοικοκυριών, οφείλει να γίνει περισσότερο παραγωγική και εξωστρεφής, δηλαδή να ενισχύσει την παραγωγική και εξαγωγική της δραστηριότητα.

Ένα, δηλαδή, από τα αρνητικά στοιχεία της Οικονομίας μας, ήταν και είναι είναι η μικρή βαρύτητα στον τομέα της παραγωγής και της εξωστρέφειας, υποδηλώνοντας αυτό τη μικρή συμμετοχή μας στους κλάδους των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών.

Ωστόσο, οι μακροοικονομικές ανισορροπίες έχουν βελτιωθεί σημαντικά, η ανεργία έχει αποκλιμακωθει και, γενικά, η οικονομία μας τα δύο τελευταία χρόνια ανακάμπτει σταδιακά, με αναπτυξιακούς ρυθμούς.
Οφείλουμε, επομένως, να δώσουμε προτεραιότητα, ως κοινωνία και ως οικονομία, στην παραγωγή, την παραγωγικότητα, αλλά και την ανταγωνιστικότητα, δηλαδή χρειαζόμαστε ένα γρήγορο παραγωγικό μετασχηματισμό, και μία στροφή στους κλάδους εκείνους που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες και, κυρίως, χρειάζεται μία στροφή στην πρωτογενή παραγωγή (αγροτικό τομέα), στη μεταποίηση (βιομηχανία - βιοτεχνία), και στις νέες τεχνολογίες.

Αυτό θα επιτευχθεί, μόνο με αναπτυξιακές, παραγωγικές επενδύσεις, οι οποίες αρχικά θα μεγεθύνουν το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) και στη συνέχεια θα προσφέρουν νέες, αλλά και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας.
Σε αυτό θα συμβάλει και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με τους ευρωπαϊκούς πόρους των 32 δισ. ευρώ.

Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης 2021-2027, ήδη, άρχισαν να υλοποιούνται με το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», το οποίο αποτελείται από τους τέσσερις πυλώνες:
1. Την πράσινη μετάβαση
2. Την ψηφιακή μετάβαση
3. Την απασχόληση, τις δεξιότητες και την κοινωνική συνοχή (υγεία, παιδεία, κοινωνική προστασία)
4. Τις ιδιωτικές επενδύσεις και τον θεσμικό μετασχηματισμό της οικονομίας.

Οι μηχανές της ελληνικής οικονομίας, μέσω της εκταμίευσης των ευρωπαϊκών πόρων, πρέπει να ξαναζεσταθούν και να οδηγήσουν τη χώρα μας σε τροχιά ανάπτυξης, δηλαδή να θέσουν τις βάσεις για μία ανταγωνιστική οικονομία, η οποία θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας με την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων, ενώ, παράλληλα, θα ενθαρρύνει και την εξωστρέφεια στον τομέα των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών.

Θεωρείται δεδομένο ότι η εισροή ξένων άμεσων επενδύσεων και, συνεπώς, νέων επενδυτικών, παραγωγικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, οδηγεί νομοτελειακά στην αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης.
Είναι αυτονόητο, ότι ο εθνικός πλούτος μιας χώρας πηγάζει κυρίως, από τη δραστηριότητα των βιώσιμων και καινοτόμων παραγωγικών επιχειρήσεων, κάτω από την εποπτεία και τον έλεγχο του Κράτους.

Με ένα σταθερό φορολογικό σύστημα, με διαφάνεια στις συναλλαγές, με καλή θεσμική οργάνωση και σεβασμό στους νόμους, με σταθερούς κανόνες, με ευελιξία και προσαρμογή στις κατάλληλες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και, ειδικότερα, με την προστασία των ασθενέστερων και ευάλωτων νοικοκυριών.

Είναι κοινή διαπίστωση ότι το επιχειρηματικό περιβάλλον, όπως διαμορφώθηκε στην πατρίδα μας μεταπολεμικά, ήταν σχεδόν εχθρικό στο κοινό, τόσο στις ιδιωτικές επενδύσεις όσο και στην ιδιωτική πρωτοβουλία
Όμως, στα οικονομικά, δεν χωράνε πειραματισμοί. Τα οικονομικά είναι μία επιστήμη που θεμελιώνει τα συμπεράσματά της σε αριθμούς, σε ποσοστά, σε στατιστικές, δηλαδή σε πράγματα αυστηρά μετρήσιμα και όχι σε ανθρώπινους συναισθηματισμούς.

Οφείλουμε να έχουμε υπόψη μας ότι η κατανάλωση μιας κοινωνίας εξαρτάται από την παραγωγική της δραστηριότητα, δηλαδή από τη μεγέθυνση του πλούτου της, δεδομένου ότι, δεν υπάρχει κατανάλωση χωρίς παραγωγή, όπως δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς επενδύσεις.

Η επέλαση της παγκοσμιοποίησης, με τις συνακόλουθες μετεγκαταστάσεις ελληνικών επιχειρήσεων σε γειτονικούς προορισμούς, χαμηλού εργατικού κόστους και χαμηλής φορολογίας, οδήγησε σταδιακά σε μία βαθμιαία αποδόμηση του παραγωγικού ιστού της χώρας μας, καθώς η ελληνική οικονομία γενικότερα, αλλά και πολλές επιχειρήσεις δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.

Το αποτέλεσμα αυτών των διαδικασιών, ήταν ολόκληρες περιοχές της χώρας να οδηγηθούν σε πλήρη αποβιομηχάνιση και χιλιάδες εργαζόμενοι να μείνουν άνεργοι, υφιστάμενοι την ανέχεια και την αβεβαιότητα.
Ωστόσο, η ελληνική οικονομία προσπαθεί να αναδειχθεί από τις στάχτες της, μετά από δέκα έτη οικονομικής κρίσης, μιας επώδυνης πανδημίας και μιας υφιστάμενης, μεγάλης ενεργειακής κρίσης, και έχει δημιουργήσει, μέσω των αναγκαίων μνημονιακών μεταρρυθμίσεων, τις προϋποθέσεις μιας αναπτυξιακής πορείας, ικανής να προσεγγίσει διεθνείς επενδυτές, σε συνεργασία και συμπαραγωγές με εξωστρεφείς επιχειρήσεις.

Οι οικονομικοί δείκτες, με τα μέχρι τώρα στοιχεία, δείχνουν αισιοδοξία στην ελληνική οικονομία, η οποία διατηρεί την αναπτυξιακή, παραγωγική της δυναμική.
Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (ΕΛΣΤΑΤ), οι εξαγωγές της χώρας μας του Α’ εξαμήνου του τρέχοντος έτους αυξήθηκαν κατά 40% και ανήλθαν στα 25,69 δισ. ευρώ, ενώ οι εισαγωγές, στο ίδιο διάστημα, αυξήθηκαν κατά 51,7% και διαμορφώθηκαν στα 42, 64 δισ. ευρώ. Έτσι, το εμπορικό μας έλλειμμα αυξήθηκε κατά 73,7% και άγγιξε τα 19,95 δισ. ευρώ.

Οι κλάδοι με τις μεγαλύτερες αυξήσεις εξαγωγών κατά σειρά, είναι: τα πετρελαιοειδή - καύσιμα κατά 88,1%, τα βιομηχανικά προϊόντα κατά 43,6%,τα μηχανήματα κατά 27,8%, τα τρόφιμα και ζωντανά Ζώα κατά 18,3%, οι πρώτες ύλες 11,6%, τα χημικά 9,2%, τα ποτά - καπνός 7,7%, τα ελαιόλαδα 5,7%, κ.λ.π.

Ο μεγαλύτερος όγκος των εξαγωγικών μας προϊόντων απορροφήθηκε κατά σειρά, από: την Ιταλία, Γερμανία, Βουλγαρία, Κύπρο, ΗΠΑ, Τουρκία, Ισπανία, κ.λπ.

Στο ίδιο διάστημα, λόγω της ενεργειακής κρίσης και της εκρηκτικής αύξησης των τιμών ενέργειας, διευρύνθηκε υπερβολικά το έλλειμμα στο εμπορικό μας ισοζύγιο έναντι της Ρωσίας και εκτοξεύτηκε κατά 127,9%, σε σχέση με την ίδια περσινή περίοδο και έφτασε στα 4510,8 δισ. ευρώ, συμβάλλοντας έτσι και αυτό στην υπερβολική αύξηση των εισαγωγών.

Είναι φανερό, πλέον, ότι η χώρα μας έχει άμεση ανάγκη από την παραγωγή προϊόντων με εξαγωγικό χαρακτήρα, δηλαδή με έμφαση στην εξωστρέφεια, ώστε να καλυφθεί το έλλειμμα των υπερ-εισαγωγών στο εμπορικό μας ισοζύγιο, το οποίο, όπως παρατηρούμε στα στοιχεία του Α’ εξαμήνου, είναι περίπου διπλάσιο των εξαγωγών, λαμβάνοντας υπόψη ότι από το έτος 1948 το εμπορικό μας ισοζύγιο είναι μονίμως ελλειμματικό.

Η δυναμική που έχουν τελευταία αναπτύξει τα βιομηχανικά μας προϊόντα, επιβεβαιώνει τις ισχυρές βάσεις που τέθηκαν με τη συνεισφορά του Εθνικού Σχεδίου Εξωστρέφειας, το οποίο αρχίζει και αποδίδει καρπούς, συμβάλλοντας, έτσι, στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Θεωρείται αυτονόητο ότι στις εξωστρεφείς επιχειρήσεις υπάγεται και ο τουριστικός τομέας, ο οποίος, όπως προβλέπεται, κατά τη φετινή περίοδο θα ξεπεράσει το ρεκόρ εισπράξεων του 2019 που ανήλθαν στα 18,2 δισ. ευρώ, συμβάλλοντας έτσι και αυτός σημαντικά στην αύξηση του ΑΕΠ, όπως ακριβώς συνέβαλε και την περσινή χρονιά, κατά 2,5 περίπου ποσοστιαίες μονάδες.

Η Ελλάδα δεν πρέπει να επιστρέψει στα παλιά, δηλαδή σε αντιοικονομικές και αντιπαραγωγικές πρακτικές, αλλά οφείλει να ευνοήσει την ανάπτυξη του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα και να διευκολύνει την εισροή υγιών επενδυτικών κεφαλαίων και όχι κεφαλαίων κρατικοδίαιτων και διαπλεκόμενων επιχειρηματικών σχημάτων που λειτουργούν με αδιαφάνεια στις συναλλαγές τους, καθώς και με αθέμιτες πρακτικές, οι οποίες αλλοιώνουν τον υγιή ανταγωνισμό.

Έχουμε, ως λαός, πλεονάζον εργατικό και επιστημονικό δυναμικό, εκπαιδευμένο και τεχνολογικά προηγμένο, ενώ, παράλληλα, η δυναμική της οικονομίας μας ενισχύεται. Επομένως, η χώρα μας έχει τώρα την ευκαιρία και την ευθύνη – σε συνδυασμό με την ενίσχυση του αποκαλούμενου «τριγώνου της γνώσης», δηλαδή της εκπαίδευσης, της έρευνας και καινοτομίας και της ψηφιοποίησης της οικονομίας - να σχεδιάσει και να εφαρμόσει φιλικές προς την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη πολιτικές και μεταρρυθμίσεις, οι οποίες είναι απαραίτητες για την επίτευξη μιας ισχυρότερης και διατηρήσιμης ανάπτυξης.

Κατά συνέπεια, η Ελλάδα οφείλει να γίνει δημιουργική και προηγμένη χώρα, ικανή να προσφέρει ευκαιρίες, δυνατότητες και, κυρίως, να διαχειριστεί αποτελεσματικά το διαμορφούμενο νέο οικονομικό περιβάλλον, με κοινωνικό κράτος, και με όρους δικαιοσύνης, με την ενίσχυση δηλαδή των πιο αδύναμων στρωμάτων, δεδομένου ότι αυτό αποτελεί θέμα ζωτικής σημασίας για τη συνοχή της χώρας.

Η Ελλάδα, έχει τη μοναδική ιστορική ευκαιρία, με τους πόρους των 32 δισ. της ΕΕ, καθώς και με τα 19,3 δισ. ευρώ που θα απορροφηθούν από τον Πρωτογενή (αγροτικό τομέα) στα χρονικά πλαίσια 2021-2027 της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), να προχωρήσει σε παραγωγική ανασυγκρότηση και σε ποιοτική αναδιάταξη του μοντέλου ανάπτυξης.

Στόχος και επιδίωξη των μέτρων, είναι η εδραίωση ενός νέου μοντέλου βιώσιμης και διατηρήσιμης ανάπτυξης, η οποία δεν θα βασίζεται αποκλειστικά στην κατανάλωση και την οικοδομική δραστηριότητα, δηλαδή στην εσωστρέφεια, όπως στο παρελθόν, αλλά στην εξωστρέφεια, ενισχύοντας τις υγιείς παραγωγικές δυνάμεις, όπως προαναφέραμε, μέσω του αποκαλούμενου «τριγώνου», της εκπαίδευσης, της έρευνας - καινοτομίας και της ψηφιοποίησης της οικονομίας.

Διαβάστε ακόμη

Μανώλης Κολεζάκης: Σελίδες από την πολεμική ιστορία της Ρόδου

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες

Δημήτρης Κατσαούνης: Αυτές οι Eυρωεκλογές χτίζουν γέφυρα με τον Ελληνισμό της Διασποράς

Γιάννης Σαμαρτζής: Τα τεκμήρια διαβίωσης των φορολογουμένων και η δυνατότητα αποφυγής τους