Γ. Σαμαρτζής: Η αναγκαιότητα ανάκτησης της επενδυτικής μας βαθμίδας

Γ. Σαμαρτζής: Η αναγκαιότητα ανάκτησης της επενδυτικής μας βαθμίδας

Γ. Σαμαρτζής: Η αναγκαιότητα ανάκτησης της επενδυτικής μας βαθμίδας

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1325 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο
Γιάννης Σαμαρτζής
Οικονομολόγος

Η ανάκτηση της επενδυτικής μας βαθμιδας τους επόμενους μήνες, με βάση τα ευνοϊκά θεμελιώδη οικονομικά στοιχεία της χώρας μας, είναι ένας στόχος δύσκολος, αλλά όχι αδύνατος.


Η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα από τους τέσσερις οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης, σχετίζεται άμεσα με την πορεία ανάπτυξης της οικονομίας μας.

Τις τελευταίες δεκαετίες, η χώρα μας κατείχε την επενδυτική βαθμίδα, την οποία απώλεσε το 2010, αρχικά από τον ένα οίκο αξιολόγησης και μετά από τους υπόλοιπους.

Ωστόσο, από το 2012, ξεκίνησε μια σταδιακη βελτίωση της πιστοληπτικής αξιολόγησης, η οποία το 2015 σταμάτησε, λόγω των δυσμενών οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων εκείνης της περιόδου.

Η Ελλάδα, όπως αναφέρουν οικονομικοί διεθνείς αναλυτές, έχει τα τελευταία δύο χρόνια καλές επιδόσεις - σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρωζώνης - όσον αφορά την οικονομική της ανάπτυξη, με τις εξαγωγές, τον τουρισμό και τις επενδύσεις να αυξάνονται σημαντικά και να αποτελούν τα κλειδιά για την παραπέρα ανάπτυξη, ενώ φέτος θα αυξηθούν και οι δαπάνες των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με αποτέλεσμα να στηρίξουν περισσότερο και τη ζήτηση (συνολική κατανάλωση) της οικονομίας. Επομένως, ο στόχος ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023 κρίνεται εφικτός.

Σύμφωνα με τις εξελίξεις της ελληνικής οικονομίας, η Αγγλική Τράπεζα Barclays εκτιμά ότι, με βάση τα ευνοϊκά χαρακτηριστικά του ελληνικού χρέους και της δομής χρηματοδότησης, όπως είναι τα άφθονα ταμειακά αποθέματα, οι χαμηλές χρηματοδοτικές ανάγκες, η μεγάλη διάρκεια του χρέους με χαμηλά και σταθερά επιτόκια - δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος του χρέους μας οφείλεται στους ευρωπαϊκούς θεσμούς με μεγάλη χρονική διάρκεια εξόφλησης, - η αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα από τουλάχιστον έναν οίκο αξιολόγηση θεωρείται δεδομένη και, επομένως, εκτιμάται ότι έχει ήδη καθυστερήσει πολύ.

Ωστόσο, και η πολυ θετική απόφαση που πήρε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για την Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 2021, ώστε να επαναγοράζει τα ελληνικά ομόλογα έως το 2024, μέσω επανεπένδυσης, οδηγεί το ελληνικό δημόσιο να προβαίνει στις εκδόσεις 10ετών ομολόγων με ευνοϊκούς όρους, στο πλαίσιο της εμπροσθοβαρούς στρατηγικής που ακολουθεί ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), εν όψει των αναμενόμενων, περαιτέρω αυξήσεων των τρεχουσών επιτοκίων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, οι ανάγκες χρηματοδότησης του ελληνικού χρέους από τις αγορές, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν το 2023 στο 10% του ΑΕΠ από το 15% περίπου του 2022 και θα συνεχίζουν να ακολουθούν την πτωτική πορεία.
Το 2023 θα είναι το πρώτο έτος μετά το 2010 που η Ελλάδα θα βρεθεί εκτός της στενής δημοσιονομικής επιτήρησης, καθώς η χώρα μας έχει εξέλθει από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, ενώ διατηρείται η ενεργοποίηση της ρήτρας γενικής διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Μέχρι και τα μέσα του 2022, η χώρα μας μαζί με τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης ευνοήθηκαν από την επεκτατική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), τόσο με τα αρνητικά επιτόκια όσο και με την παροχή ρευστότητας μέσω του PEPP (πιστώσεις για την πανδημία). Στη συνέχεια ευνοήθηκαν με τις επανεπενδύσεις της ΕΚΤ για όσα δάνεια έληξαν. Ωστόσο, τα πράγματα δυσκόλεψαν τους τελευταίους μήνες, όταν μπήκαμε στον κύκλο αύξησης των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), ακολουθώντας τις αυξήσεις επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED).

Η πρόσφατη (17/1/2023) έκδοση του 10ετούς Ομολόγου του ελληνικού δημοσίου από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) με το κουπόνι των 4,25% - προκειμένου να προλάβει την περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων - θεωρείται επιτυχημένη. Το κουπόνι των 4,25% που ειναι το ετήσιο κουπόνι, θα έχει πραγματικό κόστος για το ελληνικό δημόσιο γύρω στο 2,5%, αφου το υπόλοιπο 1,75% θα καλύπτεται από τον εκδότη του συμβολαίου αντιστάθμισης κινδύνου (nedging), για την επιπλέον (συμβαλλόμενη) τιμή της αύξησης του επιτοκίου.

Με την έκδοση αυτή του 10ετούς ομολόγου, οι οίκοι αξιολόγησης προεξοφλούν την επερχόμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τη χώρα μας.
Για την απόκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, ο κ. Νίκος Βέττας, Γενικός Δ/ντής του ΙΟΒΕ και καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» (31/12/2022), με τίτλο «Ένας καθρέφτης της οικονομίας», μεταξύ άλλων γράφει: «Στην επενδυτική βαθμίδα, τα ελληνικά ομόλογα καθίστανται επιλέξιμα χρεόγραφα για επενδύσεις από μεγάλους διεθνείς, θεσμικούς και μακροχρόνιους επενδυτές, αυξάνοντας σημαντικά τη ρευστότητα στην πρωτογενή και δευτερογενή αγορά. Τα ελληνικά χρεόγραφα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εχέγγυα, έναντι διατραπεζικού δανεισμού.

Επιτρέπεται, επίσης, στα ελληνικά ομόλογα, κρατικά και εταιρικά, να είναι επιλέξιμα από την ΕΚΤ στις πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης, χωρίς να χρειάζεται ειδική εξαίρεση. Τέλος, είναι γενικότερο σήμα για τις αγορές, βελτιώνει τις προσδοκίες και οδηγεί στη διεύρυνση της επενδυτικής βάσης και αποκλιμάκωση του κόστους χρηματοδότησης. Συνολικά, η επενδυτική βαθμίδα είναι συνθήκη για την αναγκαία, σημαντική αύξηση των επενδύσεων ώστε να τεθεί η ελληνική οικονομία, συστηματικά σε τροχιά ισχυρής ανάπτυξης. Και αντίστροφα, όμως, όσο υπάρχουν αβεβαιότητες για το μέλλον της οικονομίας, μας τόσο θα καθυστερεί η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας».

Αλλά, και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, αναφέροντας ένα παράδειγμα, για τα οφέλη απόκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, τόνισε: «αυτή τη στιγμή γύρω στα 100 περίπου funds – κεφαλαιακοί οργανισμοί – ασχολούνται με την Ελλάδα. Οταν πάρουμε την επενδυτική βαθμίδα, θα γίνουν 1.00Άρα, καταλαβαίνετε ότι θα ανοίξουν νέοι δρόμοι για την προσέλκυση επενδύσεων, τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».

Επομένως, η επενδυτική βαθμίδα, θεωρείται ως η «κόκκινη γραμμή», που θα επιτρέψει να περάσουν τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου από τους τίτλους του «υψηλού ρίσκου», δηλαδή τα χαρακτηρισμένα ως «σκουπίδια» όπου βρίσκονται σήμερα, στην κατηγορία «επενδύσιμα» χρεόγραφα. Από το σημείο, όμως, αυτό και μετά, θα ξεκινήσει το πραγματικό όφελος και η αρχή μιας νέας περιόδου, ώστε η ελληνική οικονομία να βελτιωθεί περισσότερο και να φτάσει στην επενδυτική βαθμίδα Α, την οποία κατείχε μέχρι και στις αρχές του 2009.

Αυτή, η παραπέρα αναβάθμιση της επενδυτικής βαθμίδας του Δημοσίου, θα ξεκλειδώσει κεφάλαια των διεθνών θεσμικών επενδυτών, όπως π.χ των ασφαλιστικών ταμείων και άλλων κεφαλαιακών οργανισμών, ώστε να αγοράζουν ελληνικά ομόλογα για αποταμίευση και, επομένως, θα οδηγήσει τη χώρα μας σε έναν ελκυστικό επενδυτικό προορισμό ενώ, παράλληλα, θα αναβαθμίσει και το αξιόχρεο των τραπεζών μας, ώστε να μπορούν να δανείζονται με χαμηλότερο επιτόκιο στη διατραπεζική αγορά και, συγχρόνως, να χορηγούν πιστώσεις στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις με ευνοϊκότερους όρους.

Εν τέλει, η ανθεκτικότητα της χώρας μας στη δημοσιονομική και ενεργειακή κρίση, καθώς και η δημοσιονομική σταθερότητα, θα αποτελέσουν τα κλειδιά για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, ενώ θα ενισχύσουν παράλληλα και την αξιοπιστία της χώρας.

Κατά συνέπεια, η πολυπόθητη επανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τους οίκους αξιολόγησης, θα «ξεκλειδώσει» πολλά επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία θα συμβάλλουν σημαντικά στη χρηματοδότηση των υγιών επιχειρήσεων και θα οδηγήσουν στην περαιτέρω ανάπτυξη της χώρας μας και την ευημερία.

Διαβάστε ακόμη

Θάνος Ζέλκας: Μέτρα. Όχι ημίμετρα

Αγαπητός Ξάνθης: Ο κος Ζαχαριάδης, ένας ακάματος εργάτης της Δημοσιογραφίας και εκπομπής ήθους

Ηλίας Καραβόλιας: Το μέλλον που δεν βλέπουμε

Γιάννης Παρασκευάς: Μία βόλτα στη Λίνδο

Μανώλης Κολεζάκης: Σελίδες από την πολεμική ιστορία της Ρόδου

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;