Αγ. Ξάνθης: Ένα βιβλίο για την περίπλοκη τριγωνική σχέση: Toυρκία, Ελλάδα και Ευρώπη

Αγ. Ξάνθης: Ένα βιβλίο για την περίπλοκη τριγωνική σχέση: Toυρκία, Ελλάδα και Ευρώπη

Αγ. Ξάνθης: Ένα βιβλίο για την περίπλοκη τριγωνική σχέση: Toυρκία, Ελλάδα και Ευρώπη

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1559 ΦΟΡΕΣ

Γράφει o
Αγαπητός Ξάνθης
Αρχιτέκτονας

Είναι βιβλία που από το οπισθόφυλλο καταλαβαίνεις αμέσως την ποιότητα του περιεχόμενου και τη συγγραφική αποδοτικότητα αλλά και την δυναμική διάδρασης με τον αναγνώστη. Ένα από αυτά είναι του Τριανταφυλλίδη Μιχάλη, (2023) με τίτλο «Τουρκία, Ελλάδα και Ευρώπη», Αθήνα εκδόσεις: Επίκεντρο.

Η πορεία της Τουρκίας των τελευταίων δέκα (10) χρόνων περνάει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου σαν μία μορφή ημερολόγιου με πρωταγωνιστές και γεγονότα κάτω από τη βιωματική ματιά ενός που κατοίκισε στην Τουρκία χρόνια πολλά αλλά και την παράλληλη τεκμηρίωση στη συσχέτιση με την Ελλάδα και τον Ευρωπαϊκό χώρο. Η λοξοδρόμηση της Τουρκίας από τον ευρωπαϊκό δρόμο αλλά και η «ισλαμοποίηση» του καθεστώτος από τον «Σουλτάνο» Ερντογάν αφήνουν πολλά περιθώρια στοχασμού για την πορεία της γείτονας χώρας που επηρεάζει όπως και να έχει, όλη την Ανατολική Μεσόγειο και όχι μόνο.


Στον εύστοχο πρόλογο, ο Σωτήρης Ντάλης, αν.καθηγητής Διεθνών Σχέσεων-Διεθνούς Πολιτικής και Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, πρόεδρος του Τμήματος Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, αναφέρει την Τουρκία ως τη γέφυρα Ανατολής-Δύσης αλλά παράλληλα και τίποτε από τα δύο. Είναι η χώρα που αναζητεί την ταυτότητά της ανάμεσα στην Ασία και την Ευρασία, όπως είχε γράψει ο κορυφαίος διπλωμάτης Βύρων Θεοδωρόπουλος.

Έξυπνα ο κ. Ντάλης ονοματίζει αρχικά τον Ερντογάν ως φιλοευρωπαίος «μουσουλμάνος δημοκράτης» που μετά από το πραξικόπημα του Ιουλίου το 2016 εις βάρος του παρουσιάζεται ως ένα πρόσωπο αυταρχικό με εθνοτικοθρησκευτικό εθνικισμό.

Ουσιαστικά γράφει ο κ.Ντάλης: μιλάμε για μία «δύσκολη» Τουρκία που ισορροπεί μεταξύ Ευρώπης και Ανατολικού κόσμου, με το βλέμμα όμως να μην ξεκολλάει από τη χρηματοδοτική βοήθεια των Βρυξελλών μαζί με την πορεία προς την Ε.Ε. και της αρωγής στρατιωτικής βοηθείας από τις ΗΠΑ.
Τα τρία «ΟΜΩΣ» που αναφέρει ο κ. Ντάλης στον πρόλογο του αποτυπώνουν την πραγματική κατάσταση που έχει περιέλθει η Άγκυρα.

1. Η ανεύρεση μίας καθαρής πορείας προς το μέλλον χωρίς ακροβατισμούς και αναθεωρητικές τάσεις.

2. Η εσωτερική κατάσταση και η οικονομία της χώρας να βρίσκεται σε ρευστότητα και επικίνδυνα ισορροπεί μεταξύ κατάρρευσης αλλά και αποφυγής από το Δ.Ν.Τ. (για άλλη μία φορά), και

3. Να εφαρμόζει τις αξίες και τα κριτήρια της Ευρωπαϊκής οικογενείας ώστε να ξεφύγει από τον χαρακτηρισμό ότι η Τουρκία είναι ένα σοβαρό πρόβλημα για την Ευρώπη.


Ακόμη και ο ρόλος της Τουρκίας στη Συρία αλλά και με τον πρόσφατο πόλεμο της Ουκρανίας, αναφέρει ο κ. Ντάλης, είναι ιδιαίτερος (σ.17) αλλά και επιχειρηματικός αμφισβητώντας έτσι δυναμικά γειτονικά σύνορα, διεθνείς συνθήκες και εργαλοποιώντας συγχρόνως το μεταναστευτικό υπέρ των συμφερόντων της.


Για να καταλήξει ο πρόλογος, ότι υπάρχουν πολλές κοινές προκλήσεις που μπορούν όμως και να βρεθούν σημεία συνεργασίας μεταξύ των δύο χώρων Ελλάδας και Τουρκίας στο μότο ότι η Άγκυρα δεν μπορεί να υπάρξει αποκομμένη από τη Δύση (σ.21). Όμως ο πανέξυπνος πρόεδρος Ερντογάν συνεχίζει να εφαρμόζει μία πολιτική νεοεθνικιστικού λόγου μέσα από την εκμετάλλευση των δημοκρατικών διαδικασιών, για να καταλήξει ο κ.Ντάλης ότι ο συγγραφέας μεθοδικά και με συνέπεια περιγράφει βήμα–βήμα τη μετάβαση της Τουρκίας τα τελευταία δέκα χρόνια σε ένα αυταρχικό, δεσποτικό κράτος του ενός, του μεγάλου κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.


Στο εισαγωγικό του σημείωμα ο συγγραφέας, Τριανταφυλλίδης Μιχάλης, δικαιολογεί πιστικά ότι το βίβλο γράφτηκε ως τεκμήριο έναντι των κακών ενημερώσεων των Μ.Μ.Ε. προς τους Έλληνες. Αυτό το τεκμήριο τοποθετείται χωρίς μεροληψίες και ακρότητες για να μεταφέρει ένα κλίμα από την Τουρκία διαφάνειας, εμπιστοσύνης και αλήθειας, μακριά από τις ιαχές πολέμου και λαϊκισμού.


Η χρονική διαίρεση των κεφαλαίων διευκολύνει τον αναγνώστη στην εξέλιξη των κύριων γεγονότων και μέσα από τον εμπλουτισμό ατόμων, συμβάντων που στιγμάτισαν τις δεκαετίες αναφοράς το βιβλίο είναι ευανάγνωστο.


Όλες οι δεκαετίες αναλύονται με ιδανικό τρόπο ώστε ο αναγνώστης να εντοπίζει εύκολα το φλέγον θέμα της αντιστοιχίας του χρόνου στο τρίγωνο «Τουρκία-Ελλάδα-Ευρώπη».


► Ενδεικτικά κατά την άποψη του συγγραφέα το 2013, πρώτο έτος της χρονικής περιγραφής αναδεικνύεται το γενικότερο ζήτημα της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας, θέμα που ταλανίζει σχεδόν όλο το περιεχόμενο του βιβλίου. Επίσης τα γεγονότα του «Γκεζί» δηλώνουν την σοβαρή αναταραχή στο εσωτερικό της Τουρκίας, από την οποία ζητείται κάποια πρόταση για δράση εκ μέρους του Ερντογάν για τον εξευμενισμό της όλης τότε κατάστασης (σ.36).


Για το 2014, καταγράφονται οι δύο ισχυρές βαθμίδες εξουσίας της Τουρκίας και το δυνατό αποτύπωμα της επιβολής του Ερντογάν που παρουσιάζεται ως παντοκράτορας για τα επόμενα χρόνια.

Μάλιστα ο συγγραφέας δεν φείδεται να τον ονοματίζει συνεχώς σχεδόν ως «Σουλτάνο», ως Πατέρα του Έθνους (σ.129) αλλά και ως μεγάλο παίκτη σε σχέση με τις διεθνείς εξελίξεις της ευρύτερης περιοχής (σ.280).
Το 2015, φλέγουσα περίοδος υπογραμμίζεται το μείζον ζήτημα του μεταναστευτικού αλλά επισημάνεται επίσης και η κατάσταση του εμφύλιου πολέμου που έχει περιέλθει η Τουρκία (σ.68) με έντονο το περιρρέον διχαστικό κλίμα (σ.71)

. Ο Ερντογάν παραμένει στο επίκεντρο των γεγονότων (σ.80) και παράλληλα καταγράφεται στο έτος αυτό ένα είδος κριτικής για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας στη βάση των όποιων προχειροτήτων με την απαίτηση όμως μίας άμεσης εθνικής, συνεκτικής πολιτικής της Αθήνας (σ.83).

Η ενδιαφέρουσα λέξη «συνεργασία» εμφανίζεται καθαρά μεταξύ των δύο Γειτόνων στο πλαίσιο πραγματικών σχέσεων που θα οδηγήσουν στη διαμόρφωση θεσμών επικοινωνίας (σ.84).

Η λέξη «συνεργασία» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας επανέρχεται και στη σελίδα (236) προβλέποντας ότι μέσα από τη συνεργασία υπάρχει και το αύριο και για τις δύο χώρες.


Το 2016, η εμφύλια κατάσταση συνεχίζει στην Τουρκία και συντρέχει με τις ακολουθούμενες «ηλιθιότητες» της ελληνικής κυβέρνησης, της κας Τασίας, για τα θέμα της αντιμετώπισης του μεταναστευτικού εκ μέρους της Αθήνας (σ.93). Παρουσιάζεται αυτή τη δεκαετία ως η αντιπαράθεση των δύο πολίτικων ανδρών, Ερντογάν και Αχμέτ Νταβούτογλου στο ζήτημα του προσανατολισμού της Τουρκίας προς την Ευρώπη αλλά και το μέγιστο θέμα που πρόεκυψε μετά από το αποτυχημένο πραξικόπημα (15-16/7/2016) ενάντια του Ερντογάν (σ.109) και σ΄επέκταση αυτών, ο ρόλος του στρατού.


Αυτό το γεγονός αναδιαμόρφωσε ουσιαστικά τα πράγματα και τις σχέσεις τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας όσο και στο εξωτερικό με το στοιχείο ότι ο τομέας της οικονομίας μπορεί να σταθεί κρίκος εναναχάραξης της επαφής Τουρκίας και Ευρώπης, με το λόγο ότι η οικονομία της Τουρκίας βρίσκεται σε επικίνδυνη καμπή (σ.125).
Η «νέα Τουρκία» που οικοδομείται δεν μπορεί να είναι «απομακρυσμένη» από την Ευρώπη, με τη θεώρηση ότι η Ευρώπη χρειάζεται την Τουρκία μέσα στον Οργανισμό χωρίς παρωπίδες στις σχέσεις συνεργασίας (σ.132). Σ’αυτήν την Τουρκία ο Ερντογάν «κάθεται», παρουσιάζεται ως «Πασάς» και ως άντρας σπουδαιότερος του Κεμάλ (σ.135) και με τις δημοκρατικές αλχημείες τους αλλά και με τις επιθετικές κινήσεις στη γείτονα Σύρια δείχνει να μπορεί να ελέγξει όλο το πολιτικό φάσμα της Τουρκίας (σ.137) και της όλης ενδιαφέρουσας αυτής περιοχής.


To 2017, είναι η χρονιά στην οποία ο Ερντογάν εγκαθιδρύει την προεδρική δημοκρατία και κατά άλλους την λεγόμενη και «υβριδική» δημοκρατία (σ.261).
Ο συγγραφέας επισημαίνει σροχευμένα την ανάγκη στενών σχέσεων μεταξύ Ελλάδα και Τουρκίας σε βαθμό μάλιστα που η Ελλάδα μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις από την γείτονα προς όφελος της!(σ.144). Αυτή τη θέση περί επενδύσεων από την Τουρκία ο κ. Τριανταφυλλίδης την ενισχύει και σε άλλες γραμμές του βιβλίου (σσ.48,158). Η έλευση του Προέδρου της Τουρκίας στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2017, καταγράφεται ως ένα γεγονός των σκληρών θέσεων του γύρω από τα ελληνοτουρκικά (αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης).

Ο πρόεδρος Ερντογάν συνεχίζει να δείχνει την αντιευρωπαϊκή του διάθεση και την παράλληλη φιλορωσική του στάση (σ.162), διεκδικώντας έτσι ρόλο κύρους σ’ όλο το μουσουλμανικό τόξο.
Το 2018, δεν αλλάζει τίποτα σχεδόν με τις «καλλιτεχνικές» ακροβασίες του πρόεδρου Ερντογάν μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ, Ιράν και Ισραήλ, με την κρυφή όμως σκέψη από την πλευρά της Αθήνας ότι η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει το αυτογενές αποκούμπι, γέφυρα της Τουρκίας στον δρόμο προς την Ε.Ε.(σ.175).


Το 2019, σηματοδοτείται από το χάσιμο των μεγάλων δήμων, όπως της Κωνσταντινούπολης, Σμύρνης, της Αγκύρας, κ.α από κόμματα αντίθετα του ΑΚΡ του Ερντογάν. Όμως ο πρόεδρος συνεχίζει να προβάλλει την μεγάλη Τουρκία μέσα από έργα αλλά και με ελιγμούς τύπου του τουρκικό-λιβυκού Συμφώνου που βάζει ευρύτερα «χέρι» στη χάραξη ΑΟΖ μεταξύ των χωρών της Αν. Μεσόγειου.


Επίσης το «πράσινο δολάριο» των φίλων πετρελαιοπαραγωγών χωρών του Κόλπου έρχεται να ενισχύσει την ασθενή οικονομία της Τουρκίας (σ.192), όμως η κατάσταση είναι δύσκολη με σοβαρές τάσεις προσφυγής στο Δ.Ν.Τ. Το άνοιγμα της ακτοπλοϊκής γραμμής Σμύρνης-Θεσσαλονίκης, παρά της δυσκολίες, δείχνει ότι δύο πόλεις μπορούν να προχωρήσουν συνδεδεμένες και συνεργαζόμενες (σ.195) προς όφελος της «χαμηλής πολιτικής» των δύο χωρών.

Όμως η συμπεριφορά του Ερντογάν παραμένει αυταρχική, συνεχίζει να χρησιμοποίει τους μετανάστες ως εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής αλλά κυρίως η Τουρκία να «παίζει» μεταξύ Συρίας, Ρωσίας, Ευρώπης και Αν. Μεσόγειου ως ένας ευφυής «ντίλερ» (σ.204).


Το 2020, εμφανίζεται μία νέα εσωτερική κατάσταση των κομμάτων στην Τουρκία στην πρόθεση αμφισβήτησης της παντοδυναμίας του «Σουλτάνου» αλλά το σοβαρότερο είναι η μετατροπή της «Αγίας Σοφίας» σε Τζαμί, με τις ευλογίες του προέδρου. Επίσης διαφαίνεται πλέον και η ωμή παρέμβαση του «Σουλτάνου» σε βάρος της Δικαιοσύνης υπέρ των δικών του επιλογών (σ.207). Ο Ερντογάν δεν πέτυχε τους «επιθετικούς» σκοπούς του στη Συρία ως προς το πρόσωπο του προέδρου Άσαντ αδυνατώντας έτσι την φαινομενική ισχύ του στην περιοχή.


Σ’ αυτό το σημείο οφείλουμε εμείς ως Ελλάδα να επακολουθήσουμε με σοβαρότητα τη διοχέτευση της πολιτικής θέσης ότι ό μόνος δρόμος της Ευρώπης είναι μονόδρομος και για την Τουρκία (σ.222). Και ακολουθώντας αυτή τη γραμμή οφείλουμε εμείς να απομακρυνθούμε σταδιακά από όποιες ακραίες φωνές των οπαδών της «Κόκκινης Μηλιάς»(σ.230).


Το 2021, έρχεται με το κλίμα στο εσωτερικό της Τουρκίας να προβάλλεται μέσα από τη φωνή της αντιπολιτευόμενης μερίδας ενάντια στο καθεστώς του σύγχρονου «Σουλτάνου».


Η αντιπολίτευση εκφράζεται από τον πανεπιστημίακό χώρο, από πρόσωπα όπως αυτού του αρχηγού του HDP, του Οσμάν Καβάλα, είτε ακόμη και σε δήμους προεξάρχοντας του μεγάλου δήμου της Κωνσταντινούπολης μέσω του αντιπολιτευόμενου Ικρέμ Ιμάμογλου. Σε αυτό το έτος ο συγγραφέας αποτυπώνει με παραστατικό τρόπο την ιδιότητα της Τουρκίας, γράφει: «Η Τουρκία είναι πλέον όχι απλώς το μήλον της έριδος αλλά η πολυπόθητη οδαλίσκη» (σ.248).


Σ’ αυτό το πολιτικό κλίμα η Ευρώπη κρατάει αποστάσεις, με την επίμονη όμως του συγγραφέα να γράφει για τις επιθυμητές πρωτοβουλίες της Ελλάδας με τους αντιστοίχους Ο.Τ.Α της Τουρκίας ως βάση συνεργασίας και ειρήνης (σσ.251,279).

Παρουσιάζεται πάλι η αμφίσημη θέση των ΗΠΑ με την Άγκυρα σε θέματα στρατιωτικών εξοπλισμών παρατηρώντας παράλληλα ο συγγραφέας την απαίτηση η Αθήνα να σχεδιάσει τη δικής της πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς την αναμονή και το παρακολούθημα από τις σκέψεις των ΗΠΑ (σ.253).


Μάλιστα ο κ. Τριανταφυλλίδης επιμένει για την αλλαγή ρότας από την Αθήνα στα ζητήματα της ελληνοτουρκικής διένεξης, διαφορετικά θα εμπλακεί σε άσχημες ατραπούς που δεν τους αντέχει ούτε η οικονομία της Ελλάδας αλλά ούτε ο ελληνικός λαός με την όποια αμφισβήτηση της βοήθειας από την Ευρώπη, που εμείς θέλουμε και πιστεύουμε ότι θα έλθει σε στιγμές «ακραίες» με την γείτονα χώρα (σ.255).

Το δε κόμμα που ηγείται για πολλά χρόνια ο Ερντογάν με τα πιστά στελέχη του, το ΑΚΡ, διαθέτει πολλά πρόσωπα ανάλογα τις περιστάσεις με ενδεικτικό προς την Ελλάδα παράδειγμα με το παιχνίδι που εξελίχθηκε στα εγκαίνια της ακτοπλοϊκής γραμμής Σμύρνης–Θεσσαλονίκης (σ.282) αλλά και γενικά σαν προσωπικότητα με την επαμφοτερίζουσα πολιτική του προς τις αραβικές χώρες, με τις ανάλογες απορρέουσες αντιδράσεις της Κίνας για τους αινιγματικούς ελιγμούς του προέδρου στη διεθνή σκηνή και ιδιαίτερα στην φλέγουσα περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Όλα αυτά δείχνουν μία πιθανή ήττα του «Σουλτάνου» στις επόμενες εκλογές, νιώθοντας άμεσα την αγωνία της πολιτικής επιβίωσής του (σ.285).


Ο συγγραφέας κλείνει αυτή τη διαδρομή, με την τελευταία χρονιά σε εξέταση, με ένα είδος κριτικής για τη θέση της Ελλάδας, η οποία οφείλει να χαράξει μία συνεκτική εξωτερική πολιτική που θα επιτρέψει να κινηθεί με σαφήνεια με τις σχέσεις με τρίτους αλλά και με τους ευρωπαίους εταίρους μακριά από μονοσήμαντες αντιτουρκικές κορώνες (σ.287).


Ως επμίετρο του βιβλίου, ο συγγραφέας διατυπώνει ότι στις δεύτερες εκλογές του Μαΐου του 2023, παρά τη νίκη του Ερντογάν, ένιωσε ο πρόεδρος την ηχηρή φωνή της αντιπολίτευσης αλλά και ότι το διχαστικό κλίμα των εκλογών ακόμη υφίσταται εντός των συνόρων.

Μάλιστα ο συγγραφέας καταθέτει την άποψη για έναν σταθερό βηματισμό της Τουρκίας προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ με την ανάλογη απομάκρυνση από την αγκαλιά της Ρωσίας αλλά και της σχετικής απορίας για τη θέση του φίλου Κατάρ με τα «πράσινα δολάρια» ως βοήθεια προς την Τουρκία. Και κλείνει η παράγραφος ότι η μοναδική λύση για την Άγκυρα είναι η Ευρώπη, γιατί μόνο οι Ευρωπαίοι βιομήχανοι μπορούν να στηρίξουν άμεσα την παραπαίουσα οικονομία της Τουρκίας (σ.290).


Ο συγγραφέας εύχεται ότι το βιβλίο θα συμβάλλει στον διάλογο των δύο πλευρών παραθέτοντας γνώσεις και αναλύσεις για το καθεστώς στην Τουρκία, για την ίδια την Τουρκία.


Στον επίλογο ο κ.Τριανταφυλλίδης, έξω από την καταγραφή των ονομάτων που συνέβαλαν στο όλο πόνημα, αφήνει στη σκέψη του άγνωστη ένα απόφθεγμα αρκετά σπουδαίο για την ποιότητα της δημοκρατίας: «όταν υπάρχει έλεγχος και δημοκρατική διαχείριση, πουθενά δεν πρόκειται να βρεθεί κενό για τα τρωκτικά» (σ.292).


► Κατά την άποψή μου το βιβλίο αποπνέεται από ένα πάθος ειλικρίνειας και μεστότητας για τα τεκταινόμενα των δέκα τελευταίων χρόνων στην Τουρκία που επηρέασαν αλλά και επηρεάζουν την Ελλάδα και σ’επέκταση και την Ευρώπη.


Λέξεις τούρκικες, όπως σεντούκ (κάλπη), κουρούσι (τουρκικό ασημένιο νόμισμα), μουχαμπέτι (κουτσομπολιό) έρχονται ν' αποδώσουν τη γνήσια μυρωδιά του περιβάλλοντάς της Τουρκίας και να προσφέρουν την αλήθεια των γραφομένων.

Επίσης λέξεις: δημοκρατία, συνεργασία, ευρωπαϊκός δρόμος, διάλογος, επενδύσεις, φιλία, πόλεμος, αντιτουρκισμός, αυταρχισμός, «Σουλτάνος»κ.ά. καταθέτουν μία ειλικρίνεια καλόπιστης κριτικής, ζωτικών σχολίων προς την Τουρκία αλλά και ως προς την Ελλάδα χωρίς ν' αφήνει την Ευρώπη εκτός κάδρου, στην τριγωνική, περίπλοκη σχέση μεταξύ των τριών γεωγραφικά «συγγενών» και γεωπολιτικών πόλων-ενοτήτων.


Το βιβλίο είναι άξιο ανάγνωσης για το λόγο ότι η εποχή μας χρειάζεται μία άπλετη γνώση της γειτονιάς μας για να μπορούμε να κρίνουμε νηφάλια τα σχετικά δρώμενα προς όφελος της δικής μας πολιτικής υπόστασης. Κατανοώντας τα προβλήματα της περιοχής μπορούμε να γίνουμε ενεργοί πολίτες με την παράλληλη ικανότητα να διαμορφώνουμε συνεχώς τη δική μας θέση πάνω σε στέρεες πολιτικές βάσεις και σίγουρα με αδέσμευτη κρίση.
Αυτό ζητάει η ποιοτική και υπεύθυνη Δημοκρατία.
Ας της το χαρίσουμε, με το βιβλίο αυτό.


Υ.Γ. Η επανέναρξη του διάλογου Τουρκίας – Ελλάδας με την επανεκλογή των δύο ηγετών αφήνει μία (νέα) χαραμάδα ελπίδας για την πορεία των σχέσεων που τόσο ταλανίζουν και τις δύο ακτές. Η αξιοπιστία και η ευθύτητα της επαφής των δύο πλευρών ας γίνει οδηγός των εξελίξεων προς όφελος και των δύο χωρών (win/win).


• Ο αρθρογράφος είναι αρχιτέκτονας, μεταδιδακτορικός υπότροφος του Πανεπιστημίου Αιγαίου και διδάσκων στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών.

Διαβάστε ακόμη

Ηλίας Καραβόλιας: Το μέλλον που δεν βλέπουμε

Γιάννης Παρασκευάς: Μία βόλτα στη Λίνδο

Μανώλης Κολεζάκης: Σελίδες από την πολεμική ιστορία της Ρόδου

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες