Νίκος Μυλωνάς: Μετεκλογικό σχόλιο του β’ γύρου των τοπικών εκλογών
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 380 ΦΟΡΕΣ
Τα αποτελέσματα της ενισχυμένης αναλογικής και της απουσίας εναλλακτικής πολιτικής
Γράφει ο Νίκος Μυλωνάς
Οι εκλογικές διαδικασίες στη Ρόδο επικαλύπτουν ποσοτικά και ποιοτικά όλη τη Δωδεκάνησο λόγω μεγέθους και πολιτικής της πρωτοκαθεδρίας.
Θα το σχολιάσουμε όχι τόσο γιατί το αποτέλεσμα εξέπληξε υπόψη όσο για το ότι είναι προκλητικός ο παραλογισμός που επέβαλε το εκλογικό αποτέλεσμα του β’ γύρου του νέου εκλογικού συστήματος της κυβέρνησης Μητσοτάκη-Βορίδη.
Ο νικητής του α’ γύρου (Καμπουράκης) με 42,74% και 23.817 ψήφους, για μόλις 143 ψήφους δεν εκλέχθηκε δήμαρχος. Ο δεύτερος (Κολιάδης) πήρε 29% και 16.162 ψήφους.
Όμως στον β’ γύρο, ο πρώτος περιορίστηκε στους 18.624 ψήφους (42,0%) και ο δεύτερος ανέβηκε στους 25.677 ψήφους (58%) και είναι ο νέος δήμαρχος. Όμως, οι αλλαγές στη σύνθεση του νέου δημοτικού συμβουλίου με τη δεύτερη Κυριακή (15/10/2023) είναι καταθλιπτικές.
Η πλειοψηφία του 42,74% και 23.817 ψήφους. (του α’ γύρου που ψηφίζαμε και για τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου θα εκπροσωπηθεί στο δημοτικό συμβούλιο με 10 έδρες (ήτοι ποσοστό 22%) ενώ οι 16.162 Ροδίτες, δηλ. το 29% θα εκπροσωπηθούν με 26 συμβούλους (το 60%)!
Κάθε σύμβουλος επομένως του κ. Κολιάδη εκπροσωπεί 621 Ροδίτες και κάθε σύμβουλος του κ. Καμπουράκη 2.381! Αυτό είναι ένα πρόβλημα Δημοκρατίας! Η τοπική κοινωνία υποχρεώνεται να αποδεχθεί διαδικασίες ανισότητας.
Το αντιδημοκρατικό κακό συνεχίζεται με την ποιότητα των υπευθυνοτήτων-διαδικασιών-αποφάσεων και λειτουργίας στο δημοτικό συμβούλιο που εμπεδώνει τη μονοκρατορία του δημάρχου επιβάλλοντας στην πράξη τον συγκεντρωτισμό του «ενός ανδρός αρχή».
Η μοναδική αιτιολογία για την αντιδημοκρατική επιλογή της ανισότητας στο «εκλέγειν και εκλέγεσθε» είναι η διαβόητη «κυβερνησιμότητα»! Στον βωμό της λοιδορήθηκε «απλή αναλογική» των προηγουμένων δημοτικών εκλογών που επέβαλε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αν και δεν ηταν και τόσο απλή αναλογική αφού επέβαλε τον αποκλεισμό του 3% για τις μικρές παρατάξεις.
Από την άλλη, δεν πήρε υπόψη της τα προβλήματα λειτουργίας του δήμου και του δημοτικού συμβουλίου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μία απλή και γενική αναφορά στην απλή αναλογική. Δεν είχε δουλέψει πάνω στις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να θεσπίσει στις κοινωνίες ως φορέας αντιλήψεων, αλλαγής και εκσυγχρονισμού με αριστερή λογική.
Εφάρμοσε μία σοβαρή αλλαγή με πολιτική προχειρότητα. Η αλλαγή του εκλογικού νόμου θα έπρεπε να συνδυαστεί με την αποκέντρωση, την ενδυνάμωση των δήμων και την απεμπλοκή τους από τον ασφυκτικό έλεγχο της κυβέρνησης και κόμματος.
Η «κυβερνησιμότητα» για παράδειγμα θα εξασφαλιζόταν με τον συνδυασμό της θέσπισης της έμμεσης εκλογής του δημάρχου από το νέο δημοτικό συμβούλιο. Εκεί, μέσα από διαβούλευση, θα γίνονταν οι αναγκαίες συγκλίσεις δημιουργίας πλειοψηφιών.
Προβλήματα θα υπήρχαν, άλλα το κοινωνικό και εκλογικό σώμα θα σπρώχνονταν στη συνεργασία με επίδικο τη διαχείριση της τοπικής εξουσίας. Το άλλο μοντέλο θα ήταν τα ξεχωριστά ψηφοδέλτια, με απλή αναλογική για τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου και ξεχωριστά για τους δημάρχους, κάτι που πήγε να εφαρμοστεί το 2010 χωρίς να θεσμοθετηθεί λόγω των κομματικών αντιλήψεων του ελέγχου της τοπικής εξουσίας.
Για το αποτέλεσμα των περιφερειακών εκλογών, αυτό που αξίζει να μελετηθεί είναι η εκλογική συμπεριφορά των τοπικών οργανώσεων ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Αντί να εκτιμήσουν σωστά τον ρόλο της περιφέρειας Ν. Αιγαίου ως τμήματος της κυβερνητικής εξουσίας (όπως ο ίδιος ο πρωθυπουργός μας είπε λέγοντας «οι περιφέρειες πρέπει να εχουν την ιδιά αναπτυξιακή λογική με την ΝΔ) να τη συνδικάσουν με τα κακά εκλογικά τους αποτελέσματα (14% και 13%) των εκλογών του Μαιου-Ιουνίου ’23 και να κατεβάσουν κοινό ψηφοδέλτιο κάτω από μία προσωπικότητα κοινής αποδοχής, οδηγήθηκαν σε στενά κομματικές επιλογές που τους οδήγησαν σε πολιτική πρωτίστως άλλα και σε εκλογική ήττα, αφού πήραν λιγότερους ψηφους αμφοτεροι στα τοπικά απ’ ότι στις γενικές εκλογές».
Έτσι, είναι συνυπεύθυνοι για τη συνέχιση της συντηρητικής και αντιπεριβαλλοντικής πολιτικής Χατζημάρκου στα νησιά μας. Τα εκλογικά αποτελέσματα στις περιφέρειες του β’ γύρου και των δήμων Αθήνας-Θεσσαλονίκης και άλλων, απέδειξαν ότι, η ανατροπή και στο Ν. Αιγαίο θα μπορούσε να περπατήσει.
Βεβαίως η αλλαγή προσώπων δεν οδηγεί σε αλλαγή πολίτικων άλλα τουλάχιστον επιβάλλει την αναζήτηση και την εφαρμογή κάποιων νεωτερισμών σε κάθε βαλτωμένη κατάσταση, όπως είναι αυτή του Ν. Αιγαίου.