Αργύρης Αργυριάδης: Να καταργήσουμε τον φόρο εισοδήματος;

Αργύρης Αργυριάδης: Να καταργήσουμε  τον φόρο εισοδήματος;

Αργύρης Αργυριάδης: Να καταργήσουμε τον φόρο εισοδήματος;

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 935 ΦΟΡΕΣ

Γράφει o Αργύρης Αργυριάδης

Πρέπει ενίοτε να εισερχόμαστε στα αβαθή νερά και στις υπόγειες νευρώσεις του συστήματος. Προσδοκία, ενθουσιασμός, ευφορία, συμπεριφορά αγέλης, πανικός: ο ψυχικός κόσμος των κερδοσκόπων την περίοδο της ανόδου και της καθόδου των αγορών (π.χ.: “Bubble and Burst: A Psychoanalytic Perspective on Financial Instability” των M. Emambocus and G. Dhesi, στο Global Economy and Finance Journal, Volume 3. Number 2. September 2010).

Οι φούσκες είναι αποτυπωμένες σε μία χαρτογράφηση των συναισθημάτων αλλά και των νευρώσεων των μεγάλων και ισχυρών παιχτών. Τα στάδια και η κατάρρευση των τιμών είναι εγγεγραμμένα στο ασυνείδητο των δρώντων στις αγορές.

Οι κοινοί θνητοί δεν μπορούν να δουν τις σχιζοροές πίσω από τις συναλλαγές των ισχυρών αυτού του κόσμου και των εναλλαγών της διάθεσής τους στο κυνήγι του εύκολου πλουτισμού. Η δε ψυχανάλυση θα είναι πάντα χρήσιμη όταν μιλάμε για τις αλαζονικές κερδοσκοπικές δράσεις ατόμων που δημιουργούν φούσκες στα χρηματιστήρια του ξέφρενου καζινοκαπιταλισμού. Η ζωή μας είναι μεταξύ άλλων συνάρτηση και αυτής της χαρτογράφησης των μεταλασσόμενων συναισθημάτων και της μανίας με την οποία ηδονίζονται οι παρασιτικοί κεφαλαιούχοι. Οι τύχες του κόσμου αυτού δεν αποφασίζονται μόνο στα σαλόνια τις εξουσίας αλλά και στα ταμπλό των μεγάλων επενδυτών. Οι οικονομίες και οι κοινωνίες είναι έρμαια της καθημερινής λογιστικής αποτίμησης των χρηματιστηριακών χαρτοφυλακίων τους. Παρατηρείται πάντα - με βάση και την ιστορικότητα των κρίσεων υπερσυσσώρευσης- η ίδια σχεδόν κατάληξη: η υπεραυτοπεποίθηση και η περιορισμένη ορθολογικότητα καταλήγουν σε πανικό, ενοχή, φταίξιμο των άλλων.

Μόνο που η παραδοσιακή συμπεριφορική ανάλυση κάνει ένα σοβαρό λάθος: είναι στην αγέλη (και όχι στη συμπεριφορά της) εκεί που εγγράφεται το αποτέλεσμα των συναλλαγών. Δεν κινούν οι μάζες τις αγορές - αυτό είναι προνόμιο των λίγων, των ελίτ με πληροφορήση και ρευστότητα. Οι «αγορές» - δηλαδή τα καρτέλ των επενδυτικών τραπεζών στο Canary Warf του Λονδίνου και στο Manhattan της Ν. Υόρκης- είναι που κινούν τις τύχες των μαζών παράλληλα με τα κέρδη και τις ζημίες των τζογαδόρων στα αδιαφανή στοιχήματα (υψηλής μεταβλητότητας) σχεδόν για τα πάντα. Είναι εμφανές, ότι διεθνώς έχει αλλάξει η έννοια της τιμολόγησης του επενδυτικού κινδύνου. Στα παράγωγα επενδυτικά προιόντα αντιστάθμισης, όπως τα ασφάλιστρα κινδύνου (CDFs,CDS,CDOs, κ.ά.) ενσωματώνονται πλέον βαθύτερες συσχετίσεις και οχι απλές συναλλακτικές επιλογές.

Στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα έχει εγκατασταθεί ένας ιμάντας μεταβίβασης των ζημιών απο τις αγορές στις κοινωνίες. Έχει σχεδον εξ ολοκλήρου μετακυληθεί στις μάζες μια νέα αφανής τιμολόγηση του αλαζονικού ρίσκου που αναλαμβάνουν μεγάλοι παίχτες σε διάφορες αγορές.

Οι κοινωνίες λειτουργούν γι’ αυτούς όπως οι εκτυπωτές χρήματος (κεντρικές τράπεζες): ως καταφύγια έσχατης ανάγκης.
Για πολλά χρόνια τώρα μέσω του δημοσίου χρέους (κρατικά ομόλογα) και των επιτοκίων δανεισμού, δημιουργήθηκαν τα ισχυρά λιπαντικά των αγορών: η αστάθεια και η διακύμανση. Πίσω από την ασταθή ισορροπία κρύβεται μια συστημική κανονικότητα: αυτή της χαοτικής αταξίας που γέννησε η απορρύθμιση μετά την κατάργηση το 1999 του νόμου Glass- Steagal του 1932 Dodd-Douglas στις ΗΠΑ (και παρά την προσπάθεια επαναρύθμισης με τον νόμο Dood-Frank το 2010). Η ασύμμετρη πληροφόρηση τρέχει παράλληλα με το high frequency trading (συναλλαγές υψηλής συχνότητας) μέσα στις dark pools (ιδιωτικές αγορές- πλατφόρμες μεταξύ μεγάλων θεσμικών χωρίς υποχρέωση δημοσιοποίησης στοιχείων). Η διαρκής ανατιμολόγηση των κινδύνων τροφοδοτεί με ταχύτητα την συγκέντρωση ισχύος μεγάλων θεσμικών παιχτών.

Η δε αστραπιαία κινητικότητα μοχλευμένων κεφαλαίων δύναται να γεννήσει ανά πάσα στιγμή μεγάλη αναταραχή και σοβαρές στρεβλώσεις στις αγορές.


Το καλά δομημένο αυτό συστημικό σκηνικό έχει επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία η οποία έχει «μετακινηθεί» από την παραγωγή και το εμπόριο στις προθεσμιακές χρηματιστηριακές αγορές. Τελικοί αποδέκτες αυτής της συμβολικής αναπαράστασης, αυτού του επιτήδειου αντικατοπτρισμού του κεφαλαίου, είναι οι πολίτες αφού ολοένα και περισσότερο κοινωνικοποιούνται οι ζημίες και ιδιωτικοποιούνται τα κέρδη (βλ. κεφ.: Προς μία Πολιτική Οικονομία του κινδύνου: Ένα σχέδιο έρευνας για τον σύγχρονο καπιταλισμό, στο Ιμπεριαλισμός, Χρημ/κες Αγορές, Κρίση, Μηλιός, Σωτηρόπουλος,Νήσος 2011 αλλά και το βιβλίο: Το χρηματοπιστωτικό σύστημα στον σύγχρονο καπιταλισμό, Μηλιός, Σωτηρόπουλος, Angelus Novus, 2019). Οι ακαδημαϊκές σταθερές περί «αντιστάθμισης κινδύνου», και τα παράγωγα προϊόντα αντασφάλισης, ενώ έμοιαζαν να είναι αρωγοί στην ισορροπία των αγορών τελικά έγιναν άριστα εργαλεία ανεξέλεγκτης κερδοσκοπίας για όλο και μικρότερο αριθμό παιχτών, οι οποίοι μπορούν και «σαρώνουν» γρήγορα αγορές και οικονομίες, μετακινούνται ταχύτατα από τόπο σε τόπο (και από την μια υποκείμενη αξία διαπραγμάτευσης στην άλλη) και εν τέλεια παράγουν την περίφημη απεδαφικοποιηση του κεφαλαιακού κέρδους.

Αυτό το χάσμα ανατιμολόγησης του κινδύνου στις κεφαλαιαγορές, όπου σε κλάσματα δευτερολέπτου γεννιούνται κέρδη και ζημίες απο εντελώς οριακές μεταβολές τιμών, είναι η βασική αιτία για την ανισορροπία σε παραγωγή, εμπόριο και τιμές στο ράφι. Οι δε θεματοφύλακες (υποτίθεται) των αγορών, δηλαδή οι εποπτικές κρατικές και υπερεθνικές αρχές, τελικά προσφέρουν μεγαλύτερο πεδίο δράσης και μια πιο άνετη επικράτεια κυριαρχίας για τους μεγάλους επενδυτές. Οι κυβερνήσεις δεν απλώνουν στην πραγματικότητα κανένα δίχτυ ασφαλείας για τα εκατομμύρια των μικροεπενδυτών στον πλανήτη και τελικά αφήνουν απροστάτευτους και τους πολίτες -καταναλωτές. Να μην ξεχνάμε, ότι έστω και έμμεσα, η μεγάλη μάζα της μεσαίας τάξης «συμμετέχει» (βλ. αποθεματικά ταμείων στα χρηματιστήρια) στους αγώνες ταχύτητας που στήνουν οι ισχυροί κερδοσκόποι από τα πληκτρολόγιά τους...

Στη χώρα μας, η δημόσια συζήτηση για το κατά πόσον έχουμε ένα φορολογικό σύστημα δίκαιο, κοστοστρεφές, σταθερό και αποτελεσματικό καλά κρατεί. Τέσσερις λέξεις – αυτονόητες για κάθε οργανωμένη κοινωνία – αποτελούν διαρκές ζητούμενο για εμάς. Η πρόσφατη επαναφορά των αναχρονιστικών τεκμηρίων για τον προσδιορισμό του εισοδήματος των ανεξάρτητα απασχολούμενων και των ελεύθερων επαγγελματιών κατέδειξε με πανηγυρικό τρόπο την έλλειψη νεωτερικής φορολογικής πολιτικής. Άλλωστε, δεν πρέπει να λησμονούμε την υψηλότατη φορολογική επιβάρυνση των φυσικών προσώπων (ιδίως των μισθωτών) στη χώρα μας. Στον τομέα αυτόν «πρωτεύουμε» (είμαστε στην 9η θέση των χωρών μελών του ΟΟΣΑ) εάν συνυπολογίσουμε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Από την άλλη πλευρά, οι κοινωνικά άδικοι έμμεσοι φόροι παραμένουν υψηλοί. Η Ελλάδα έχει τον πέμπτο υψηλότερο συντελεστή ΦΠΑ στην Ε.Ε. και έναν από τους υψηλότερους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα καύσιμα.

Ο εκάστοτε κυβερνητικός αντίλογος στα ανωτέρω αδιαμφισβήτητα δεδομένα είναι, ότι λόγω της υψηλής φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής δεν είναι εφικτή η μείωση των φορολογικών βαρών για τους συνεπείς πολίτες. Μήπως, όμως, η ανωτέρω διαχρονική πολιτική μανιέρα πρέπει επιτέλους να εγκαταλειφθεί; Μήπως πρέπει να δούμε εξαρχής το ζήτημα της αναδιάταξης του φορολογικού συστήματος της χώρας; Μήπως πρέπει να εγκαταλείψουμε τα ιερά τοτέμ της μεταπολεμικής Ελλάδας και να αναζητήσουμε τρόπους φορολόγησης της κατανάλωσης και όχι του εισοδήματος; Άλλωστε, η άποψη ότι το εισόδημα αποτελεί τον καταλληλότερο δείκτη φοροδοτικής ικανότητας, αφού προσδιορίζει με τον καλύτερο τρόπο το μέγεθος της αγοραστικής δύναμης των πολιτών δεν είναι ούτε αναντίλεκτη ούτε νεωτερική. Εδώ και αρκετά χρόνια, σε ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο έχει ξεκινήσει μία ζωηρή επιστημονική συζήτηση για κατάργηση του άμεσου φόρου εισοδήματος και αντικατάστασή του με έναν γενικό προοδευτικό φόρο κατανάλωσης (progressive consumption tax).

Τούτος δεν ταυτίζεται με το ΦΠΑ ούτε οδηγεί στην κατάργηση του τελευταίου. Και τούτο διότι δεν είναι φόρος επιρριπτόμενος στην κατανάλωση ούτε επιβάλλεται ανά προϊόν/υπηρεσία.

Απλά, η κατανάλωση συνδιαμορφώνει τη φορολογητέα βάση. Για παράδειγμα, εάν ένας πολίτης δηλώσει εισόδημα 30.000€, αφαιρεθεί το γενικό αφορολόγητο όριο (π.χ. 10.000€) και δεν δηλώσει αποταμίευση ή επένδυση του κτηθέντος εισοδήματος τότε το υπόλοιπο θεωρείται ως προϊόν κατανάλωσης και επ’ αυτού εφαρμόζονται οι προοδευτικοί φορολογικοί συντελεστές (λ.χ. 20% Χ 20.000€).

Ο καλόπιστος αναγνώστης θα παρατηρήσει, ότι έτσι δε διασφαλίζεται η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Πρώτα πρώτα, σκοπός του ανωτέρω συστήματος φορολόγησης είναι να επιβραβευθεί η αποταμίευση και επένδυση του κτηθέντος εισοδήματος και όχι η κατανάλωσή του.

Δεύτερον, με τα σύγχρονα μέσα τεχνολογίας (ΑΙ, ηλεκτρονικές συναλλαγές, POS κ.λπ.) είναι εφικτό να προσδιορίζεται η πραγματική κατανάλωση στον μέγιστο βαθμό προσαυξάνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την τελική φορολογητέα βάση εκάστου πολίτη.

Δηλαδή εάν το προϊόν κατανάλωσης είναι μεγαλύτερο του δηλωθέντος εισοδήματος και δεν δύναται να συμψηφιστεί με μη αναλωθέν εισόδημα περασμένων ετών (αποταμίευση κ.λπ.) αντίστοιχα και αυτόθροα προσαυξάνεται το κτηθέν εισόδημα. Η ανωτέρω προοπτική πρέπει να εξεταστεί και στη χώρα μας. Στο βαθμό που θα κριθεί πιο αποτελεσματική για τα δημόσια έσοδα, θα οδηγήσει και σε μείωση των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ κ.λπ.), αλλά πρωτίστως θα υποβοηθήσει την αποταμίευση και τις επενδύσεις. Εκτός εάν θέλουμε να παραμείνουμε παθητικοί καταναλωτές και όχι συνδιαμορφωτές της επόμενης ευρωπαϊκής ημέρας …

Διαβάστε ακόμη

Μανώλης Κολεζάκης: Σελίδες από την πολεμική ιστορία της Ρόδου

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες

Δημήτρης Κατσαούνης: Αυτές οι Eυρωεκλογές χτίζουν γέφυρα με τον Ελληνισμό της Διασποράς

Γιάννης Σαμαρτζής: Τα τεκμήρια διαβίωσης των φορολογουμένων και η δυνατότητα αποφυγής τους