Μανώλης Κολεζάκης: Ο Θεσμός της Δημογεροντίας στη Ρόδο κατά τα πρώτα έτη της Ιταλικής Κατοχής (1912-1914)
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1220 ΦΟΡΕΣ
Γράφει ο
Μανώλης Κολεζάκης
emmanuelnkolezakis@gmail.com
Ο θεσμός της Δημογεροντίας στη Ρόδο, ήταν ο πρόγονος της σημερινής τοπικής αυτοδιοίκησης. Λειτούργησε με πατριωτικό ζήλο, επιμέλεια, ανιδιοτέλεια, αυταπάρνηση και διπλωματικότητα.
Οι δημογέροντες αντιμετώπισαν με αποτελεσματικότητα το εθνικό τούτο θέμα της αλλαγής κατακτητών ή καλύτερα το πέρασμα από την τουρκική κυριαρχία στην ιταλική και βλέπουμε πόσο δημοκρατικά λειτούργησε ο παλαιός τούτος θεσμός.
Τα γεγονότα είναι γνωστά. Οι Ιταλοί για να εξαναγκάσουν την κυβέρνηση της Κων/λεως να αναγνωρίσει την κυριαρχία τους στις δύο αφρικανικές τους επαρχίες, την Τριπολίτιδα και την Κυρηναϊκή προχώρησαν στην κατάληψη δώδεκα νησιών του Αιγαίου, που πήραν από τότε το όνομα Δωδεκάνησα με την υπόσχεση στις Μ. Δυνάμεις, ότι θα τα εγκατέλειπαν μόλις η οθωμανική κυβέρνηση υπέγραφε ειρήνη, αναγνωρίζοντας τις ιταλικές κτήσεις της Αφρικής.
Η ιταλική Κατοχή αρχίζει με φιλικότατες σχέσεις κατακτητών και κατακτημένων. Η συμπεριφορά των Ιταλών απέναντι στους κατοίκους των νησιών ήταν άψογη.
Δεν πέρασαν όμως λίγες εβδομάδες και ψίθυροι ακούγονται, ότι η Ιταλία πρόκειται να αποδώσει τα νησιά στους Τούρκους. Η φιλία προς τους ελευθερωτές μετατρέπεται σε οργή και έχθρα. Την 6η Ιουνίου οι Δημογέροντες Ρόδου, εκ των Σάββα Παυλίδη, Παναγιώτη Αγιακάτσικα, Ιωάννη Παπαδοπούλου, Θεόδωρου Φραράκη, Νικολάου Τριανταφύλλου, και Νίκου Μοσχού, μετά του Αρχιερατικού Επιτρόπου, Αιδ. Παπά Χριστοφή, επισκέφθηκαν τον στρατηγό Αμέλιο και εξέφρασαν την αγανάκτηση τής Δημογεροντίας και ολόκληρου του πληθυσμού της Ρόδου, για τις δηλώσεις που έκανε ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας San Jouliano «ότι τα νησιά μετά την ειρήνευση των σχέσεων Ιταλίας-Τουρκίας, θα επιστραφούν στην Τουρκία».
Η Δημογεροντία αρχίζει ένα καθημερινό διάλογο με τον στρατηγό Αμέλιο και προσπαθεί να ξεφύγει από το δίλημμα, επάνοδος των Τούρκων ή παράταση της Ιταλικής Κατοχής και προτείνει ως ιδανική λύση που είναι και ο πόθος του λαού, την Ένωση με την Ελλάδα.
Στην εκπλήρωση του πόθου αυτού, προσκρούει η άρνηση του στρατηγού, ο οποίος προβάλλει ως δικαιολογία, «την τήρηση της τάξεως ίνα μη συμβώσι λυπηραί σκηναί μεταξύ Οθωμανών και Χριστιανών». Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η απαγόρευση καταδύσεως του σταυρού στα Θεοφάνια του 1913 (Την 6η Ιανουαρίου του 1913).
Παρ’ όλη τη σκληρότητα του Αμέλιο προς τη Δημογεροντία (εξορία, καταστολή εκφράσεως ενωτικών αισθημάτων κ.λπ. ), η Δημογεροντία κρυφά και φανερά, οργανώνει συλλαλητήρια του λαού, συντάσσει ψηφίσματα τα οποία αποστέλλει προς τους υπουργούς εξωτερικών των Μεγάλων Δυνάμεων και στη διάσκεψη του Λονδίνου, όπου το θέμα χειρίζεται ο Ελευθέριος Βενιζέλος, και τα οποία κάνουν γνωστό τον πόθο του λαού να ενωθεί με την Ελλάδα.
Ενώπιον της σύγκρουσης αυτής, οι Ιταλοί, εξορίζουν, διώκουν, φυλακίζουν ιερείς και δασκάλους. Η οξύτητα είναι μεγάλη. Ο Μητροπολίτης Βενιαμίν, με καθημερινές επισκέψεις του στον στρατηγό προσπαθεί να την αμβλύνει. Αλλά τελικά εξαναγκάζεται σε παραίτηση ως φιλικά κείμενος στους Ιταλούς το 1912. Αργότερα το 1936 μέχρι τον θάνατό του το 1947, θα ενθρονιστεί ως Οικουμενικός Πατριάρχης.
Χωρίς αρχηγό η Δημογεροντία, αποκεφαλισμένη, από την εξορία των μελών της, απευθύνεται στα ροδιακά σωματεία της Αιγύπτου, για τη συνέχιση του Αγώνα. Είχε αντιληφθεί η Δημογεροντία τη δολιότητα των Ιταλών και αγωνίστηκε να μη μετατραπεί η προσωρινή κατοχή σε μόνιμη.
Παρακάτω από τα πρακτικά των συνεδριάσεών της εν περιλήψει, αντιλαμβανόμαστε τις προσπάθειες και τις ενέργειές της.
Με την τύχη της Ρόδου ασχολήθηκε εκείνη την εποχή και ο ποιητής Γεώργιος Σουρής, ο οποίος μεταξύ άλλων, έγραφε για τον Αμέλιο στις 12/1/1913, λίγες μόνο ημέρες από την απαγόρευση ρίψεως του σταυρού στα Θεοφάνια του ίδιου έτους. (Πηγή Ι.Μ. Ρόδου):
«…Μήτε σ’ Εκκλησίαις αφίνει
να λειτουργηθούν σαν πρώτα,
μήτε Σχόλαις να γιορτάσουν
και Χριστούγεννα και Φώτα...»