Γιάννης Σαμαρτζής: Πάνω από 40 δισ. ευρώ η παραοικονομία στην Ελλάδα
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 335 ΦΟΡΕΣ
Γράφει ο Γιάννης Σαμαρτζής
Οικονομολόγος
Η παραοικονομία στην Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας και, συγκεκριμένα, στα δημόσια οικονομικά της χώρας, παρά τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών.
Η παραοικονομία, ως γνωστό, διεθνώς, αναφέρεται και ως «κρυφή» οικονομία, «γκρίζα» οικονομία, «μαύρη» οικονομία ή «λαθραία» οικονομία.
Σύμφωνα με την τελευταία - νέα μελέτη του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), που δημοσιεύτηκε στις Οικονομικές Εξελίξεις, τεύχος 58 (Οκτώβριος 2025), η αδήλωτη οικονομική δραστηριότητα υπολογίζεται στο 20,9% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 45–50 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2022.
Παρότι έχει σημειωθεί μείωση σε σχέση με το 2015 (όταν η παραοικονομία υπολογιζόταν στο 22,5% του ΑΕΠ), η χώρα παραμένει πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε., που διαμορφώνεται γύρω στο 17%. Το ΚΕΠΕ επισημαίνει ότι το πρόβλημα «συνεχίζει να υπονομεύει τα δημόσια έσοδα και τη διαφάνεια στην αγορά».
Ωστόσο, σύμφωνα με τον δημοσιευμένο πίνακα, η χώρα μας δεν βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της παραοικονομίας. Προηγούνται με μεγαλύτερα ποσοστά, κατά σειρά, οι χώρες: Βουλγαρία, Κροατία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Κύπρος, Μάλτα, Εσθονία, Λιθουανία, Σλοβακία και Πολωνία. Αντίθετα, στις χαμηλότερες θέσεις της παραοικονομίας βρίσκονται οι χώρες: Αυστρία ,Ολλανδία., Λουξεμβούργο, Γερμανία, Δανία, κ.ά.
Παράγοντες που τροφοδοτούν τη “μαύρη” οικονομία
Η μελέτη εντοπίζει πέντε βασικούς λόγους που συντηρούν το φαινόμενο:
- Η υψηλή αυτοαπασχόληση και η παρουσία πολλών μικρών επιχειρήσεων.
- Το βαρύ φορολογικό βάρος, κυρίως στους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ, καύσιμα, κατανάλωση).
- Η ανεπαρκής αποτελεσματικότητα των ελέγχων και η βραδύτητα της δικαιοσύνης.
- Η χαμηλή εμπιστοσύνη στους θεσμούς και η περιορισμένη φορολογική συμμόρφωση.
- Οι πολύπλοκες ρυθμιστικές διαδικασίες που ενθαρρύνουν την αδήλωτη δραστηριότητα.
Ιδιαίτερα αυξημένα επίπεδα παραοικονομίας παρατηρούνται σε τομείς όπως: εμπόριο, τουρισμός, εστίαση, οικοδομή και ελεύθερα επαγγέλματα. Αντίθετα, οι μεγάλες και εισηγμένες επιχειρήσεις εμφανίζουν σαφώς μικρότερη παραβατικότητα.
Η παραοικονομία, μέσω της φοροδιαφυγής, που αποτελεί μέρος της παραοικονομίας, σύμφωνα με τη μελέτη του ΚΕΠΕ, στρεβλώνει την κατανομή και την αναδιανομή των πόρων τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Πιο συγκεκριμένα, η φοροδιαφυγή μπορεί να επηρεάσει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, επηρεάζοντας με την πάροδο του χρόνου τις αποφάσεις σχετικά με την προσφορά και τη ζήτηση εργασίας, τις αποφάσεις κατανομής ανάμεσα σε κατανάλωση και αποταμίευση, καθώς και τις τιμές, την οικονομική ανάπτυξη, κ.λπ..
Επιπλέον, η φοροδιαφυγή, σύμφωνα με τη μελέτη, υπονομεύει τη διανεμητική λειτουργία της προοδευτικής φορολογίας, επιβαρύνοντας περισσότερο τους συνεπείς φορολογούμενους. Επίσης, στερεί από το κράτος έσοδα που θα μπορούσαν να κατευθυνθούν προς την υλοποίηση δημόσιων δαπανών.
Ωστόσο, το ΚΕΠΕ αναγνωρίζει ότι οι ψηφιακές παρεμβάσεις των τελευταίων ετών έχουν θετικά αποτελέσματα. Η γενικευμένη χρήση POS, ηλεκτρονικών τιμολογίων και του συστήματος myDATA, καθώς και η διασύνδεση ταμειακών με την ΑΑΔΕ, έχουν περιορίσει σημαντικά τη φοροδιαφυγή σε κλάδους υψηλού κινδύνου.
Αυτό διαπιστώνεται και από μελέτη του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, όπου το μέγεθος της παραοικονομίας στη χώρα μας για το 2024 υπολογίζεται στα 41 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί περίπου στο 16-18% του ΑΕΠ, αισθητά βελτιωμένο, λόγω των επιβληθεισών ψηφιακών παρεμβάσεων.
Κατά συνέπεια, η εξάπλωση των ηλεκτρονικών πληρωμών θεωρείται «καταλύτης» για τη σταδιακή συρρίκνωση της παραοικονομίας.
Οι προτάσεις πολιτικής του ΚΕΠΕ
Το Ινστιτούτο προτείνει:
- Ενίσχυση των ψηφιακών ελέγχων και διασταυρώσεων δεδομένων, μέσω τεχνητής νοημοσύνης.
- Κίνητρα για δηλωμένες συναλλαγές, όπως επιστροφές φόρου στις ηλεκτρονικές αποδείξεις.
- Απλούστευση του φορολογικού πλαισίου για μικρές επιχειρήσεις.
- Εκπαίδευση πολιτών και επιχειρήσεων για την ενίσχυση της φορολογικής συνείδησης.
Συμπερασματικά, η μελέτη του ΚΕΠΕ καταλήγει ότι η παραοικονομία εξακολουθεί να απορροφά ένα σημαντικό μέρος των παραγωγικών πόρων της χώρας, στερώντας πολύτιμα έσοδα από το κράτος και στρεβλώνοντας τον ανταγωνισμό. Ωστόσο, η ψηφιακή μετάβαση και η τεχνολογική αναβάθμιση της φορολογικής διοίκησης αποτελούν τη σημαντικότερη ελπίδα για τη σταδιακή εξάλειψη του φαινομένου.
Το ΚΕΠΕ υπογραμμίζει ότι, «Η αξιοποίηση της τεχνολογίας και η καλλιέργεια φορολογικής συνείδησης μπορούν να μετατρέψουν τη φορολογική συμμόρφωση από υποχρέωση σε κουλτούρα».
Το μέγεθος της παραοικονομίας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, στις χώρες της ΕΕ, το 2022
