Κράταιγος ο οξυάκανθος (CRATAEGUS OXYACANTHA)

Κράταιγος ο οξυάκανθος  (CRATAEGUS OXYACANTHA)

Κράταιγος ο οξυάκανθος (CRATAEGUS OXYACANTHA)

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 5837 ΦΟΡΕΣ

ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΡΩΜΑΤΙΚΑ ΦΥΤΑ ΤΗΣ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ

Γράφει ο Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης έφορος αρχαιοτήτων ε.τ. Ο Κράταιγος ο οξυάκανθος (Crataegus oxyacantha) ανήκει στο Γένος Κράταιγος (Crataegus), της Οικογενείας των Ροδιδών (Rosaceae). Οι Ροδίδες είναι Οικογένεια αγγειοσπέρμων, δικοτυληδόνων φυτών, η οποία ανήκει στην Τάξη Ροδώδη (Rosales). Γνωστοί αντιπρόσωποι είναι μεταξύ άλλων και οι εξής: η τριανταφυλλιά, ο βάτος, η φράουλα, η κυδωνιά, η αχλαδιά, η μηλιά, η αμυγδαλιά, η βερικοκιά, η δαμασκηνιά, η κερασιά, η βυσινιά, ο κράταιγος κλπ. Οι Ροδίδες (Rosaceae) περιλαμβάνουν περίπου εκατόν και είκοσι (120) γένη, με τρεις χιλιάδες τριακόσια (3300) είδη, τα οποία φύονται σε ολόκληρη σχεδόν την οικουμένη. Πολλά φυτά της Οικογενείας αυτής καλλιεργούνται για τους εδώδιμους καρπούς των και άλλα ως καλλωπιστικά, για το ωραίο φύλλωμα και τα εύοσμα άνθη των. Στην Ελλάδα αυτοφύονται περίπου οκτώ (8) είδη του Γένους Κράταιγος (Crataegus). Αξιόλογον είδος αποτελεί ο Κράταιγος ο οξυάκανθος (Crataegus oxyacantha), γνωστός κοινώς με τα ακόλουθα ονόματα : μουρτζιά, μουμουτζελιά, τρικουκιά, κωδωμηλιά, κουδουμαλιά ή κουδουμαλέ (Κρήτη) κλπ. Πρόκειται για θάμνον, ο οποίος κατάλληλα κλαδευόμενος λαμβάνει την μορφήν μικρού δένδρου (ύψους 7,00 – 8,00 μ. περίπου). Είναι πολύκλαδος, αγκαθωτός, με φύλλα αντωοειδή, λοβώδη, πριονωτά και άνθη μικρά, λευκά, αρωματικά, τα οποία είναι διατεταγμένα κατά κορύμβους. Ο καρπός του είναι σφαιροειδής, μικρός, κίτρινος, κιτρινέρυθρος, ερυθρός ή πορτοκαλόχρους, με σάρκα υποκίτρινη, υπόξινη, αρωματική, που περιέχει τρία (3) μικρά σπέρματα ( «οστάρια»), γι΄ αυτό και φέρει μεταξύ άλλων και την ονομασία «τρικουκιά». Οι καρποί ωριμάζουν κατά το Φθινόπωρο, έχουν παχύ φλοιό και πολύ ολίγη σάρκα, είναι αρωματικοί, καταναλώνονται ωμοί ή παρασκευάζονται μαρμελάδες, με ωραίο χρώμα, άρωμα και γεύση και με ουσίες καρδιοτονωτικές. Επίσης τα λευκά και αρωματικά άνθη του φυτού αυτού συλλέγονται, ξηραίνονται σε σκιερό και καλώς αεριζόμενο μέρος και χρησιμοποιούνται για την Παρασκευή αφεψήματος. Σημειωτέον, ότι οι ρίζες, ο κορμός, τα κλαδιά, τα φύλλα, τα άνθη και οι καρποί του φυτού αυτού περιέχουν ουσίες καρδιοτονωτικές, οι οποίες χρησιμεύουν στις φαρμακευτικές Εταιρείες διά την παρασκευή σχετικών φαρμακευτικών σκευασμάτων. Ο Κράταιγος ο οξυάκανθος (Crataegus oxyacantha), ο οποίος καλείται και άλλως Κράταιγος ο ομαλός (Crataegus laerigata), χάρη στο φύλλωμά του, τα ωραία και αρωματικά άνθη αυτού και τους ζωηρόχρωμους καρπούς του, χρησιμοποιείται και ως καλλωπιστικό φυτό. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο και με εμβολιασμό. Είναι κατάλληλος ως υποκείμενον αχλαδιάς ή μηλιάς, επειδή είναι συγγενή φυτά. Επίσης χρησιμοποιείται για την δημιουργία φρακτών. Ο Κράταιγος κατάγεται από τον Καύκασον (σημ. ανατολική Τουρκία) και μέσω της Βαλκανικής χερσονήσου έχει διαδοθεί σε ολόκληρη την Ευρώπη. Πιθανώς πρόκειται για την «Μεσπίλη την ανθηδονοειδή» του Θεοφράστου του Ερεσίου (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 3, 12, 5). Αλλα είδη Κραταίγου, τα οποία απαντούν ως αυτοφυή στην Ελλάδα, είναι τα ακόλουθα : 1) Κράταιγος ο αζαρόλος (Crataegus azarola) Πρόκειται για θάμνον ή δένδρον (ύψους 6,00-9,00 μ. περίπου), με αρτίβλαστους κλάδους χνουδωτούς και διακλαδώσεις απλωτές. Τα φύλλα αυτού είναι βραχύμισχα, βαθέως πτερόλοβα, σχεδόν πτεροσχιδή, με 3-5 λοβούς, ακέραιους ή οδοντωτούς στην κορυφή, χνουδωτά εκατέρωθεν, μήκους 3-7 χιλιοστών. Τα άνθη είναι διατεταγμένα κατά αραιόν, πυκνώς χνουδωτόν κόρυμβον. Ο καρπός είναι σφαιρικός ή ωοειδής. Πρόκειται πιθανώς για «την Κράταιγον» του Θεοφράστου» (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 3, 15, 6), κατά τους Sprengel και Fraas, αν και σύμφωνα με άλλους ερευνητές ο θεοφράστειος Κράταιγος αναφέρεται μάλλον στον Κράταιγον τον χελδραίχειον (Crataegus heldreihii). Πιθανώς στο είδος αυτό αναφέρεται το υπό του Διοσκουρίδου σημειούμενον: «έτερον μέσπιλον, ο ένιοι επιμηλίδα καλούσιν». (Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής Ι, 118). 2) Κράταιγος ο ανατολικός (Crataegus orientalis) Ο Κράταιγος ο ανατολικός είναι θάμνος ή δενδρύλλιον με αρτίβλαστα κλαδιά χνουδωρά και διακλαδώσεις απλωτές, σχεδόν αόπλους (χωρίς άκανθες). ΄Εχει φύλλα βραχύμισχα, σφηνοειδή στη βάση, αντωοειδή ή προμήκη, πτεροσχιδή. Τα άνθη αυτού είναι διατεταγμένα κατά κόρυμβον πυκνόν, εριώδη. Πιθανώς στο είδος αυτό αναφέρεται η «Μεσπίλη η ανθηδών» του Θεοφράστου. (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 3, 12, 5). 3) Κράταιγος ο μονογύνης (Crataegus monogyna) Πρόκειται για δενδρύλλιον πολύ ακανθώδες ( ύψους 2,00-4,00 μ. περίπου), με αρτίβλαστους κλάδους, αραιώς χνουδωτούς και φύλλα χρώματος ανοικτού πρασίνου. Τα άνθη του είναι λευκά ή ρόδινα, διατεταγμένα κατά πυκνούς κορύμβους. Ο καρπός αυτού έχει το μέγεθος πίσου ( μπιζελιού), μονοπύρηνος, άνευ ιδιαιτέρας ουσίας. 4) Κράταιγος ο πενταγύνης (Crataegus pentagyna) Πρόκειται για θάμνον ή δενδρύλλιον ( ύψους 3,00 – 5,00 μ. περίπου), με αρτίβλαστους, χνουδωτούς κλάδους, βραχέως ακανθωτούς. Τα φύλλα είναι ωοειδή ή αντωοειδή, πτεροσχιδή, πριονωτά. Τα άνθη αυτού είναι διατεταγμένα κατά εριώδεις κορύμβους. Ο καρπός του φυτού αυτού φέρει 4-5 πυρήνες ( «οστάρια»). 5) Κράταιγος ο ρακόφυλλος (Crataegus laciniata) Μικρός θάμνος (ύψους 2,00 – 3,00 μ. περίπου), με αρτίβλαστα, χνουδωτά κλαδιά και φύλλα πτεροσχιδώς τρίλοβα έως επτάλοβα. Τα άνθη αυτού είναι διατεταγμένα κατά πυκνόν κόρυμβον, με τριχωτούς ποδίσκους. Καρπός ωοειδής (μήκους 8-12 χιλιοστών). 6) Κράταιγος ο χελδραίχειος (Crataegus heldreichii) Πρόκειται συνήθως για θάμνον και σπανίως δενδρύλλιον (ύψους 3,00 – 4,00 μ. περίπου), με φύλλα σφηνοειδή ή κολοβά στη βάση, αραιώς χνουδωτά ή σχεδόν λεία άνωθεν και πυκνώς χνουδωτά κάτωθεν. Τα άνθη αυτού είναι διατεταγμένα κατά πυκνούς κορύμβους. Πιθανώς ταυτίζεται προς «την Κράταιγον» του Θεοφραστου του Ερεσίου. (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 3, 15, 6). Φαίνεται ότι οι άνθρωποι από πολύ παλαιά εγνώριζαν τον Κράταιγον και τις φαρμακευτικές ιδιότητες αυτού. Ο Θεόφραστος ο Ερέσιος ή Λέσβιος (από την Ερεσόν της Λέσβου) γράφει σχετικώς: «Πλήθει δε πολύ Κράταιγός εστιν, οι δε Κραταιγόνα καλούσιν. ΄Εχει δε το μεν φύλλον όμοιον μεσπίλη τετανόν, πλην μείζον εκείνου και πλατύτερον ή προμηκέστερον, τον δε χαραγμόν ουκ έχον ώσπερ εκείνο. Γίνεται δε το δένδρον ούτε μέγα λίαν, ούτε παχύ. Το δε ξύλον ποικίλον, ισχυρόν, ξανθόν. ΄ Εχει δε φλοιόν λείον, όμοιον μεσπίλη. Μονόρριζον δ΄ εις βάθος ως επί το πολύ, καρπόν δ΄ έχει στρογγύλον, ηλίκον ο κότινος. Πεπαινόμενος δε ξανθύνεται και επιμελαίνεται. Κατά δε την γεύσιν και τον χυλόν μεσπιλώδες. Διόπερ οίον αγρία μεσπίλη δόξειεν αν είναι, μονοειδές δε και ουκ έχον διαφοράς». (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 3, 15, 6). Ο Διοσκουρίδης δεν μνημονεύει ονομαστικώς τον Κράταιγον. Αναφέρει όμως φυτόν με το όνομα «Κραταιόγον», το οποίον κατά τον Sprengel ταυτίζεται με το φυτόν “Polygonum persicaria”. Ειδικώτερα, ο Διοσκουρίδης αναφέρει σχετικώς τα ακόλουθα: « Κρταιόγονον. Φύλλα έχει όμοια τοις (φύλλοις) του πυρού – πλείονες δε από μιάς ρίζης φύονται βλαστοί γονατώδεις – καρπόν δε (έχει) όμοιον κέχρω. Φύεται δε εν συσκίοις και φραγμώδεσιν ως επί πολύ τόποις, ισχυρώς δριμύ». (Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 3, 123 ). Ο αυτός συγγραφέας αναφέρει επίσης τα εξής: « Κραταιόγονον ή κραταίγονον, οι δε κραταίωνον καλούσιν». (Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 3, 124, R V ). Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, θα πρέπει να ταυτισθεί ο Κράταιγος ο αζαρόλος προς το υπό του Διοσκουρίδου αναφερόμενον «μέσπιλον». Ειδικώτερα ο Διοσκουρίδης αναφέρει σχετικώς τα εξής: « Μέσπιλον το δένδρον, ο παρ΄ ενίοις αρωνία καλείται, ακανθώδές εστιν, όμοιον τοις φύλλοις πυρακάνθη, καρπόν δε φέρει μικρόν, στρογγύλον, μήλιν όμοιον, πλατύν έχοντα τον πυθμένα, ηδύν, έχοντα τρία οστάρια ένδοθεν, παρ΄ ο και τρίκοκκόν τινες ωνόμασαν. Στύφει δε και βιβρωσκόμενός εστιν ευστόμαχος, κοιλίας στεγνωτικός. ΄Εστι δε και έτερον είδος εν Ιταλία γεννώμενον, ο ένιοι επιμηλίδα, οι δε σητάνιον ονομάζουσι. Δένδρον μήλω εμφερές και τοις φύλλοις, ότι μη μικρότερον. Καρπόν δε έχει και τούτο στρογγύλον, βρώσιμον, πλατύν έχοντα τον πυθμένα, υποστύφοντα, πεπαινόμενον βραδέως». (Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 1, 118 ) . Σε Κρητικόν Ιατροσόφιον του 19ου αι. αναφέρονται μεταξύ άλλων και τα επόμενα σχετικά: « Περί καθάρσεως, διά να ευγάλης χολές. …..κουδουμέντου ( ήτοι κουδούμαλου= Κράταιγος ο αζαρόλος) σπόρον κοπάνησον καλά, ένοσον με μέλι, δος του ασθενή να φάγι και θέλει ξεράσει (ήτοι θα κάνει εμμετόν)». ( Ν. Παπαδογιαννάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αι., Ρέθυμνον 2001, σ. 83-84).

Διαβάστε ακόμη

Αργύρης Αργυριάδης: Είναι η Ευρώπη θνητή;

Ηλίας Καραβόλιας: Οι οιωνοί από τον «μεγάλο ληξίαρχο»

Γιάννης Σαμαρτζής: Η χώρα μας υστερεί στον τομέα των παραγωγικών επενδύσεων

Θεόδωρος Παπανδρέου: Τάξεις μαθημάτων, αντί των ηλικιακών τάξεων

Θανάσης Καραναστάσης: Ας μην προτρέχουμε

Γιάννης Παρασκευάς: Απορία ψάλτου... βηξ

Σπύρος Κατσούρης: Η επιλογή Συμπαραστάτη του Πολίτη από την ΠΝΑΙ κι εγώ

Πρωτοπρεσβύτερος Κυριάκος Μανέττας: Αφιέρωμα τιμής στον αξέχαστο Μητροπολίτη Ρόδου Σπυρίδωνα Συνοδινό