Οι Λίνδιοι την καταγωγή: Ο σοφός Κλεόβουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωαννίκιος B’

Οι Λίνδιοι την καταγωγή: Ο σοφός Κλεόβουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωαννίκιος B’

Οι Λίνδιοι την καταγωγή: Ο σοφός Κλεόβουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωαννίκιος B’

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 513 ΦΟΡΕΣ

Διαχρονικά: Χρήσιμοι στον τόπο που γεννήθηκαν

Γράφει ο Κυριάκος Ι. Φίνας

1. Ο Λίνδιος Σοφός Κλεόβουλος
Η Λίνδος ευτύχησε να έχει αρχηγό της τον 6ο αιώνα π.Χ., τον Κλεόβουλο τον Λίνδιο. Ο Κλεόβουλος κατατάσσεται μεταξύ των Επτά Σοφών της Αρχαίας Ελλάδας, δηλαδή, σ’ ένα μικρό κύκλο εκλεκτών ανθρώπων, που αποτέλεσαν για τους Αρχαίους, πρότυπο στο φρόνημα, στον λόγο και στα έργα. Ο Διογένης Λαέρτιος, που αποτελεί την αξιολογότερη πηγή για τον Άνδρα, αναφέρει χαρακτηριστικά: «διέφερε ρώμη και κάλλει».

Γεννήθηκε στη Λίνδο, γιος του Ευαγόρα, σύγχρονος του Σόλωνα και καταγόταν από τους Ηρακλείδες. Κυβέρνησε τη Λίνδο επί 40 χρόνια περίπου, έχοντας ως αρχή της διοίκησής του: «ότι σωφρονεί ο Δήμος, όπου του ψόγου μάλλον οι πολιτευόμενοι δεδοίκασιν ή του Νόμου». Δηλαδή: «Ο δήμος παίρνει τις πιο σώφρονες αποφάσεις, όταν οι πολιτευόμενοι φοβούνται περισσότερο την κατάκριση των πολιτών από τον Νόμο.

Ο Κλεόβουλος, πριν από τον Σωκράτη είχε διακριθεί στον κύκλο του ηθικού και φιλοσοφικού στοχασμού και του αποδίδεται το απόφθεγμα: «Μέτρον άριστον», κάτι που εκφράζει κατ’ εξοχήν τον χαρακτήρα του ελληνικού πνεύματος. Διατύπωσε, επίσης, και άλλα γνωμικά σωφροσύνης και κοινού νου. Λέγεται, μάλιστα, ότι στις μεταξύ των τριών Αρχαίων της Ρόδου τυχόν διενέξεις, πολλές φορές καλούνταν ως συμβιβαστής.

Ο Κλεόβουλος έδωσε μεγάλη φροντίδα για τα οικονομικά της Λίνδου και κατασκεύασε σημαντικά δημόσια έργα. Με δικές του ενέργειες ανακαινίστηκε το Ιερό της Αθηνάς στην Ακρόπολη, ως και το Υδραγωγείο, το οποίο υπάρχει μέχρι σήμερα. Το Υδραγωγείο της Λίνδου είναι πολύ παλιό. Αναφέρεται ότι κατασκευάστηκε την εποχή του Ευαγόρα, πατέρα του Σοφού Κλεόβουλου, κατά το 600 π.Χ.

Επίσης, αναφέρεται ότι προκειμένου ο Κλεόβουλος να συγκεντρώσει τα απαιτούμενα χρήματα για την ανακαίνιση του Ναού της Λινδίας Αθηνάς, εκτός των άλλων, εφηύρε και το περίφημο «χελιδόνισμα», το οποίο τραγουδούσαν τα παιδιά κρατώντας χελιδόνι τεχνητό. Κατά του Αθηναίου του Δειπνοσοφιστή, ο Κλεόβουλος καθιέρωσε πρώτος το Λίνδιο χελιδόνισμα, που ήταν ένας εύσχημος και άμεσος συνάμα τρόπος φορολογίας για να αντιμετωπίζονται έκτακτες ανάγκες της Λινδιακής Πολιτείας.

Το χελιδόνισμα αυτό του Σοφού Κλεόβουλου μπορούμε να το παρομοιάσουμε με τον σημερινό δημόσιο έρανο. Το τραγουδούσαν τα παιδιά την πρώτη της άνοιξης, κατά τον ροδιακό μήνα Βοηδρόμιον, γυρίζοντας σπίτια και έπαιρναν δώρα.

Τα λόγια του χελιδονίσματος τα διέσωσε ο Ρόδιος Θεόνης ο Αρχαιογράφος και ο Δειπνοσοφιστής Αθήναιος.
Το χελιδόνισμα αυτό αποτελείται από 29 στίχους και αρχίζει ως εξής: «Ήλθε, ήλθε χελιδών/Καλάς ώρας άγουσα και καλούς ενιαυτούς/Επί γαστέρα λευκά και επί νώτα μέλαινα».

Σήμερα τα χελιδονίσματα του Λίνδιου Κλεόβουλου εξακολουθούν να γιορτάζονται κάθε πρώτη Μαρτίου από τα παιδιά της Θράκης, της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Πελοποννήσου.
Ο Κλεόβουλος έγραψε και πολλές νουθεσίες ως καταστάλαγμα της μεγάλης και πλούσιας εμπειρίας του. Οι νουθεσίες αυτές έχουν, σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής που διατυπώθηκαν, τη μορφή αποφθεγμάτων για να υποστηρίζονται εύκολα, όπως μέτρον άριστον, τέκνα παιδεύειν, βία μηδέν πράττειν, ευτυχών μη ίσθι υπερήφανος κ.ά.

Ο Λεξικογράφος Σουίδας, στο λήμμα «Κλεόβουλος» γράφει: «Κλεόβουλος Ευαγόρου, Λίνδιος, εις τον Επτά ονομαζομένων Σοφών, ρώμη και κάλλει διαφέρων των κατ’ αυτόν, μετέσχε τε της εν Αιγύπτω Φιλοσοφίας, εγένετο, δε, αυτώ θυγάτηρ Κλεοβουλίνη, εξαμέτρων αινιγμάτων ποιήτρια. Ούτος έγραψεν άσματα και γρίφους εις έπη τρισχίλια· των, δε, αδομένων αυτού ευδοκίμησε τάδε αμουσία το πλέον μέρος εν βροτοίσιν. Έλεγέ τε, τον φίλον δε ευεργετείν, όπως μάλλον φίλος, τον δε εχθρόν ποιείν. Ευτυχής μη έσο υπερήφανος, απορήσας μη ταπεινού...».

Ως ποιήτρια αναφέρεται η κόρη του, η Κλεοβουλίνη. Υποστηρίζεται, μάλιστα, χωρίς τούτο να επισκιάζει την προσωπικότητα του Κλεόβουλου, ότι ένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας στη μακροχρόνια διακυβέρνηση της Λίνδου και προσαρμογής στις κοινωνικές συνθήκες της εποχής οφείλεται και στην κόρη του. Το πραγματικό όνομα ήταν Εύμητις, αλλά, σχεδόν, όλοι την αποκαλούσαν από τον πατέρα της, Κλεοβουλίνη. Είχε ευρεία παιδεία και εξελίχθηκε σε διάσημη ποιήτρια. Ο Σουίδας στο λήμμα: Κλεοβουλίνη, αναφέρει: «Λινδία, θυγάτηρ Κλεοβούλου του Σοφού, έγραψεν έπη, γρίφους και το αδόμενον εις τον ενιαυτόν αίνιγμα, ου η αρχή: εις ο πατήρ, παίδες, εκάστη παίδες τριάκοντα».

Επίσης, και ο συγγενής του Κλεόβουλου, ο Ανθέας, συνετέλεσε ώστε να αναπτυχθεί στη Λίνδο η ιδιόμορφη πνευματική κίνηση υπό θρησκευτικό κλίμα της διονυσιακής λατρείας.
Ο Διογένης Λαέρτιος αναφερόμενος στον θάνατο του Κλεόβουλου γράφει: «...ετελεύτησε γηραιώς έτη εβδομήκοντα...». Και οι συμπατριώτες του, από ευγνωμοσύνη, χάραξαν στον τάφο του το επίγραμμα: «Άνδρα Σοφόν Κλεόβουλο αποφθίμενον καταπευθεί ήδε πάντα Λίνδος, πόντο αγαλλομένη» (Τον Σοφό που πέθανε Κλεόβουλο, τον μοιρολογεί η Πατρίδα του η Λίνδος, που χαίρεται περήφανα το πέλαγος).

Ο τάφος αυτός του Κλεόβουλου που υπάρχει στη Λίνδο έχει ταυτιστεί με την παράδοση. Είναι ένα ταφικό μνημείο, το οποίο βρίσκεται στην άκρη του Ακρωτηρίου, που κλείνει το μεγάλο λιμάνι από τα βόρεια.

Το πολιτικό σύστημα της Λίνδου την εποχή του Κλεόβουλου
Το πολιτικό σύστημα της Λίνδου κατά την 40ετή θητεία του Κλεόβουλου εντάσσεται στην παράλληλη πορεία προς την ιδιομορφία των τυραννίδων της αρχαίας περιόδου (700-500 π.Χ.), των λοιπών ελληνικών πόλεων. Έτσι, όπως αναφέρει ο Γρηγ. Κωνσταντινόουλος, αξιολογώντας όλες τις πηγές που διασώθηκαν ότι η δράση του Κλεόβουλου, ως πολιτικού προσώπου παρουσιάζει όλα τα χαρακτηριστικά μιας πρώιμης ελληνικής τυραννίδας, η οποία εμφανίστηκε και εξελίχθηκε επί μία ολόκληρη 40ετία και στην ιδιόμορφη ζωή του νησιού της Ρόδου.

Επί του προκειμένου, επιβάλλεται να τονίσουμε ότι ο Κλεόβουλος δεν συντάχθηκε με την τυραννίδα του Αθηναίου Πεισίστρατου, αλλά παρέμεινε πιστός οπαδός της Σολώνειου μετριοπάθειας, την οποία απαθανάτισε με το απόφθεγμα: «μέτρον άριστον». Είναι, δε, γνωστό ότι ο Σόλων (640-560 π.Χ.) συμπεριλαμβανόταν και αυτός μεταξύ των Επτά Σοφών της Αρχαίας Ελλάδας, ενώ με την πολιτική του σοφία και του όλου έργου του από την ηγετική θέση, που κατείχε στην Αθήνα, άμβλυνε τις κοινωνικές αντιθέσεις και εξασφάλισε τη συμμετοχή όλων των Αθηναίων στην Εκκλησία του Δήμου. Αποδίδεται, δε, σ’ αυτόν και η περίφημη φράση: «γηράσκω δ’ αεί πολλά διδασκόμενος».

Εξάλλου, είναι αυτός που εφάρμοσε τη «Σισάχθεια», δηλαδή την αποτίναξη των βαρών των αγροτών, κατήργησε τις υποθήκες και τη δουλεία για χρέη, αιτία που πολλές φορές οδηγούσε τους αγρότες να φεύγουν από την Αθήνα και παρέλυε έτσι η γεωργική παραγωγή της Αττικής.

• • • •

Πράγματι, σχεδόν όλοι οι αρχαίοι ιστορικοί που καταπιάστηκαν με το θέμα συμπίπτουν στη διαπίστωση ότι ο Κλεόβουλος επί 40 χρόνια ως Κυβερνήτης της Λινδίας, δεν παρεξέκλινε της Σολώνειου μετριοπάθειας και επιπλέον, συμβάδιζαν σε πολλά σημεία και οι νομοθεσίες τους. Σε μία δύσκολη περίοδο της ζωής του Σόλωνα, ο Κλεόβουλος τον κάλεσε στη «δημοκρατούμενη Λίνδο, προκειμένου να αποφύγει την «καταδίωξη» του τύραννου Πεισίστρατου (600-527 π.Χ.).

Η παραπάνω κίνηση του Κλεόβουλου προς τον Σόλωνα διασώθηκε χάρη στον Διογένη Λαέρτιο, ο οποίος, όπως προαναφέρεται, αναγνωρίζεται ω η πλέον αξιόλογη πηγή περί Κλεόβουλου. Εκτός, όμως, από τον Διογένη την εν λόγω επιστολή την αναφέρει και ο Σουίδας. Έχει, δε, ως ακολούθως: «Πολλοί μεν τιν έασιν εταίροι και οίκος πάντη· φαμί, δε, εγών ποτανεστά εσείσθαι Σόλωνι τον Λίνδιον δαμοκρατεομέναν και α νάσος πελαγία, ένθα οικέοντι ουδέν δεινόν εκ Πεισιστράτω. Και τοις εταίροις δε εκάστοθεν παρ τυ βασούνται», Suid. s.v. Κλεόβουλος.

Και ελεύθερη απόδοση: «Έχεις, βέβαια, πολλούς φίλους και μπορείς να κατοικήσεις οπουδήποτε. Εγώ, όμως, είμαι βέβαιος ότι για τον Σόλωνα πάρα πολύ κατάλληλος τόπος κατοικίας θα είναι η Λίνδος με το δημοκρατικό της πολίτευμα. Το νησί είναι μέσα σε ανοικτό πέλαγος και ο κάτοικός της τίποτε δεν μπορεί να πάθει από τον Πεισίστρατον. Εξάλλου, οι φίλοι σου από οποιοδήποτε μέρος μπορούν να έλθουν κοντά σου».

Εν τω μεταξύ και ο Πεισίστρατος, ως Αθηναίος πολιτικός που εγκαθίδρυσε την τυραννίδα στην Αθήνα, παρά την προσωπική αντίθεσή του προς τον Σόλωνα, δεν έθιξε βασικά τους πολιτειακούς θεσμούς, όπως διαμορφώθηκαν από τη Σολώνεια Νομοθεσία.

Συμπερασματικά, ως εκ τούτου, εκ των προετιτεθέντων ιστορικών δεδομένων καταφαίνεται ότι εντός της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί κατά την αρχαϊκή περίοδο, βρίσκει άνετα τη θέση της η ιδιόμορφη τυραννίδα του Κλεόβουλου με τον αναμφισβήτητον μεν, αλλά όμως ρητά υπό των αρχαίων οδηγών παραδιδόμενον δημοκρατικό αυτής χαρακτήρα1.

Μέχρι πριν από λίγα χρόνια ακόμη δεν γνωρίζαμε ότι στο διάβα των αιώνων είχαν αναμιχθεί στα εκκλησιαστικά πράγματα πολλοί Δωδεκανήσιοι ιερωμένοι ως και Επίσκοποι. Κι όμως, με το όνομα Ιωαννίκιος διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος Καρπάθου (1562-1576). Ήταν ο πρώτος γνωστός Αρχιεπίσκοπος Καρπάθου, ο οποίος στην κληροθησείσα σε αυτόν Αρχιεπισκοπή εποίμανε και καθώς αναφέρεται μάλιστα θεοφιλώς επί δεκατέσσερα συναπτά έτη, σε καιρούς χαλεπούς. Ύστερα αποσύρθηκε στην Ιερά Μονή της Πάτμου, Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην οποία ήταν αδελφός. Απέθανε την 25η Ιουλίου 1576 («Ιστορία της Νήσου Καρπάθου», Αθήνα 1947).

2. Ιωαννίκιος Β’ ο Λίνδιος
Ο Β’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο Λίνδιος Ιωαννίκιος (1646-1648), (1651-1652), (1653-1654), (1655-1656), ήταν ένας ήρεμος Αρχιερέας.
Γεννήθηκε στη Λίνδο Ρόδου, πατρίδα και του Σοφού Κλεόβουλου και η χρονολογία τοποθετείται στις αρχές της 30ετίας του 1600 και σύντομα άρχισε να δραστηριοποιείται στα εκκλησιαστικά πράγματα.

Πατριάρχευσε τέσσερις φορές σε δύσκολους καιρούς και μοιραία συνδέθηκε με την πολυτάραχη εποχή, στα μέσα του ΙΖ’ αιώνα. Ο Ιωαννίκιος Β’ εισήλθε έγκαιρα στον τρόπο ζωής των Μοναχών και αρχικά χειροτονήθηκε νεαρός επί Κυρίλλου Α’ Λοκάρεως, το 1624 Μητροπολίτης Γάνου και το 1636 προήχθηκε για τη Μητρόπολη Ηρακλείας.

Στις 16 Νοεμβρίου 1646 κλήθηκε στον Οικουμενικό Θρόνο, αντί του καθαιρεθέντος Παρθενίου Β’ του επικαλούμενου Νέου. Στην εκλογή του Ιωαννίκιου συνήργησε ο φίλος του Αλεξανδρείας Ιωαννίκιος και πιθανότατα ο Ηγεμόνας Μολδοβλαχίας Βασίλειος, αν κρίνουμε από περικοπή επιστολής του Συνοδικού Αρχιερέως προς τον Βοεβόδα από Δεκέμβριο του ίδιου μήνα και έτους, με την οποία ακριβώς εκφράζει τη δυσφορία του για την κακή Οικουμενική Διοίκηση, τις συχνές αλλαγές Πατριαρχών και τα ένεκα τούτων προκαλούμενα σκάνδαλα (Καλ. Δελικάνη, Πατριαρχών εγγράφων, Γ’ Κωνσταντινούπολις 1905, σελ. 326 κ.εξ.).
Η απαντητική των Αρχιερέων επιστολή αποτελεί έκφραση χαράς και ικανοποίησης για την εκλογή του Ιωαννίκιου Β’.

Πόσην αξία, όμως, είχαν οι γραπτοί αυτοί λόγοι καταφαίνεται και από τα γεγονότα που ακολούθησαν, διότι την 28η Οκτωβρίου 1848 μετά διετή Πατριαρχία ο Ιωαννίκιος Συνοδικός καθερείτο και στην έξωσή του και την αποκατάσταση του Παρθένιου Β’ συνεργούσε ο ίδιος ο Βοεβόδας Βασίλειος.

Το 1656, οριστικά σε βαθύ γήρας για εκείνη την εποχή, αποσύρθηκε διαισθανόμενος και λόγω της ηλικίας του, ανίκανος να κυβερνήσει, πλέον, το πηδάλιο της Ορθοδοξίας, μέσα σε πολυποίκιλες πιέσεις και δυσχέρειες. Τα συνεχή «ανεβοκατεβάσματα» από το αξίωμα του Πατριάρχη, πρέπει μάλλον να αποδοθούν σε αντιδράσεις ορισμένων Κληρικών του Πατριαρχικού κλίματος, αλλά και στις συγκρούσεις του με την Πύλη. Ακολούθως, όμως κατευθύνθηκε στο Άγιο Όρος.

Εν τω μεταξύ, όπως αναφέρεται, στη «Θρησκευτική και ηθική εγκλυκλοπαίδεια, (στον 7ο τόμο) απέθανε ο Παρθένιος Β’ τη 16η Μαΐου 1651 και διά Συνοδικής πράξης ο Ιωαννίκιος συγχωρείται, αθωώνεται και ανακαλείται στον Θρόνο (Νομική Συναγωγή Δοσιθέου, φ. 239 β). Η Β’ Πατριαρχία του Ιωαννίκιου διαρκεί ένα πλήρες έτος και 13 ημέρες, ήτοι μέχρι τον Μάιο του 1652, οπότε διακόπτεται από τον επιβάτη Κύριλλο Γ’ Σπανό και καταλήγει στον Παΐσιο τον Α’, αφού πέρασε για 15 ημέρες, ο Αθανάσιος Γ’ Σπανός, ο επιβάτης του Οικουμενικού Θρόνου (Αθήναι 1958, σελ. 11-12, εν «Θεολογία», ΚΘ’).

Η παρουσία τριών σχολιαζόντων Πατριαρχών στην Κωνσταντινούπολη, Ιωαννίκιου, Κυρίλου Γ’ και Αθανασίου, ήταν μόνιμη ενόχληση.
Οι διάφοροι Αρχιερείς: «περιερχόμενοι ένθεν κακείθεν, πή μεν τω Πατριαρχεύσαντι κυρ-Ιωαννικίω, πή δε και Πατελλάρω τω κυρ-Αθανασίω, τυχόν, δε, τούτων έσχατον και Κυρίλλω τω Σπανώ, λαθραίως και εν παραβίετω ομιλείν», τολμώντες, εδημιούργουν πάσης φύσεως ζητήματα και ο Παΐσιος έλαβε μέτρα επ’ αυτών. Με Συνοδικό τόμο, κατά τον Σεπτέμβριο του 1652, παρήγγειλε ένα «μηδείς τολμήση υπισιέναι εν τω καταλύματι, εν ω εισίν ο τε κυρ-Ιωαννίκιος...».
(Τ. Γριτσόπουλος, ευθ’ αν., σελ. 14)

Μετά τον Παΐσιον επανήλθε ο σεμνός Ιωαννίκιος για τρίτη φορά τον θρόνο. Η τρίτη Πατριαρχία δεν ήταν απλώς άκαρπος, αλλά υπήρξε και περισσότερο ταραχώδης. Γιατί μέσα στη γενική αθλιότητα των οικονομικών του Πατριαρχείου και τις απεγνωσμένες προσπάθειες του Ιωαννίκιου ανοιγόταν γι’ αυτόν η φυλακή. Από τον Ιούλιο του 1653, άρχισε να τελειώνει τη 17η Μαρτίου 1954 η τρίτη Πατριαρχία.

Για τα χρέη προς την πολιτεία ο Ιωαννίκιος «τη ειρκτή εμβάλλεται υπό του καίστορος» και η φυλάκιση διήρκεσε δύο ή τρεις εβδομάδες. Κατόπιν αυτού εσκέπτετο να παραιτηθεί και την παραίτησή του τη δικαιολογία ως προερχομένη ένεκα γήρατος και των καιρών χαλεπότητας. Εδήλωνε, μάλιστα ότι, αν κάποτε επιδιώξει ξανά το Πατριαρχείο, θα επέβαλλε αυτός στον εαυτό του την ποινή του αφορισμού.

Αφού αντιλήφθηκε τις προθέσεις του Ιωαννίκιου να παραιτηθεί ο ταραξίας Κύριλλος Γ’ ο Σπανός κατορθώνει και εισπηδά πάλι στον Οικουμενικό Θρόνο. Τότε ο Ιωαννίκιος παραιτήθηκε υπέρ του Παΐσιου, ενώ είχε ήδη γίνει η εγκατάσταση αυτού και εκείνος περιοριζόταν προς ζωαρκείαν του στις ζητείες των Κυκλάδων (Τ. Γριτσόπουλος, ενθ. αν. σ. 18). Γ. Μαζαράκης, Συμβολή στην Ιστορία της εν Αιγύπτω Ορθοδόξω Εκκλησίας. Αλεξάνδρεια 1932, σ. 365, 700).

Στη Χίο, όπου φαίνεται ότι εγκαταστάθηκε ο Ιωαννίκιος, μετά τη δεύτερη απομάκρυνση του Παΐσιου, παρά τις ρητές του διαβεβαιώσεις ανέλαβε για τέταρτη φορά τις ευθύνες του Πατριαρχείου από το Μάρτιο 1655 έως τον Ιούλιο του 1655, οπότε καθαιρέθηκε και απομακρύνθηκε.

Συγχρόνως με Συνοδική ψήφο του δόθηκε η Επαρχία Τζίας και Θερμίων και όπως αναφέρει η ψήφος που του δόθηκε «επί των καρπούσθαι τα εισοδήματα αυτής κατά Προεδρίαν εφ’ όρου ζωής» (Εις Δοσιθέου Νομ. Συναγωγήν φ. 267α από 26 Ιουλίου 256 αβ αχρονολόγητη απόφασις περί Τζίας και Θερμίων).

Ο θάνατος βρήκε τον κουρασμένο και ταλαιπωρημένο από την τελευταία, μάλιστα, Πατριαρχία Ιωαννίκιο, καθώς ο ίδιος έγραψε προς τον φίλο του Αλεξανδρείας Ιωαννίκιον.
(Γ. Μαζάκης, ενθ. αν., σ.403 κ.εξ.), λήγοντος του 1659 ή αρχομένου του 1660).
Στη συνέχεια παρατίθεται το κείμενο που βρίσκεται καταχωρημένο στο λήμμα της Εγκυκλπαίδειας Ελευθερουδάκη, είναι δυνατό τη φρασεολογία του κειμένου της.

Ο Λίνδιος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης: Ιωαννίκιος Β’
Γεννήθηκε στη Λίνδο της Ρόδου, κατά τέλος του ΙΣΤ’ αιώνα και χειροτονήθηκε υπό του Πατριάρχου Κυρίλλου του Λουκάρεως Μητροπολίτης Γάνου και Χώρας το 1624 και κατά το 1636 προβιβάστηκε στη Μητρόπολη Ηρακλείας.

Κατά το 1646, με την καθαίρεση και εξορία του Παρθένιου Β’ ανήλθε στον Πατριαρχικό Θρόνο ο Ιωαννίκιος Β’, ο οποίος μετά δύο έτη, άγνωστο για ποιον λόγο παύθηκε και απήλθε από την Κωνσταντινούπολη πιθανότατα στο Άγιο Όρος. Το 1651 κλήθηκε υπό Κλήρου, ανήλθε το δεύτερο στον Πατριαρχικό Θρόνο και ύστερα από ένα έτος ξαφνικά τον εγκατέλειψε.

Το 1653 παραιτήθηκε και τον Μάρτιο του 1654 «ένεκα γηρατειών και σε καιρούς χαλεπότητας, καθώς έλεγε, επέβαλε στον εαυτόν του, ποινή αφορισμού «αν ποτέ γνωμασιμαχήσας ζητήση του θρόνου». Δεν πέρασε όμως ένα έτος και κατά το μήνα Μάρτιο του 1655, γνωμασιμαχήσας κατέλαβε κατά τέταρτη φορά τον Πατριαρχικό Θρόνο, αλλά αποσύρθηκε γιατί έβλεπε ότι με το γήρας του ήταν ανίκανος να κυβερνήσει κάτω από δυσμενείς οικονομικές συνθήκες πιεζομένην Μητέρα Εκκλησία. Πήρε, δε, Προεδρικός την Αρχιεπισκοπή Τζίας και Θερμίων, αποσύρθηκε εκεί και ολίγον προ του 1660.

Ο Ιωαννίκιος Β’ κατά το 1646 καθήρεσε τον Αρχιεπίσκοπο Σινά Ιωάσαφ που λειτουργούσε ακανόνιστα στην Αίγυπτο, απαγόρευσε την μετάβαση Αρχιερέων χωρίς την άδεια του Πατριάρχη, ανασυνέστησε τη Μητρόπολη Μαρωνείας και προσάρτησε σε αυτήν και την Θάσον και Σαμοθράκη και υπήγαγε υπό την Μητρόπολη Αθηνών την Αρχιεπισκοπήν Ταλαντίου και Διαυλίας.
Τη διάρκεια της θητείας μας ως προέδρου της Κωμόπολης Λίνδου (1995-1998) δώσαμε ανάλογο ενδιαφέρον και για τους δύο συμπολίτες μας.

(Υποσημείωση): 1. Τα περισσότερα στοιχεία αντλήφθηκαν από τη «Θρησκευτική και ηθική εγκυκλοπαίδεια», τόμος 7ος.

Διαβάστε ακόμη

Πάνος Δρακόπουλος: «Στη θέση των διωκόμενων εκπαιδευτικών – ο καθένας»

Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Λονικέρα η ιαπωνική (Lonicera japonica), κοινώς αιγόκλημα, αγιόκλημα

Δημήτρης Προκοπίου: Θαλάσσιος τουρισμός

Ηλίας Καραβόλιας: Το συμβάν που έγινε σημείο

Αργύρης Αργυριάδης: Απορίες για μία φαραωνική μεταρρύθμιση στον χώρο της Δικαιοσύνης

Ηλίας Καραβόλιας: Οι νέοι μεγάλοι πόλεμοι

Κυριάκος Μιχ. Χονδρός: 109 χρόνια από ένα μεγάλο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού

Χρήστος Γιαννούτσος: Ψηφίζουμε στις Ευρωεκλογές επειδή δεν υπάρχει Planet B