Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Κηρίνθη η μείζων (Cerinthe major), κοινώς σκαλιζονάκι, πολυδρακούλι, νερολάχανο, κουβάκι (Κρήτη) κ.λπ.

Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Κηρίνθη η μείζων (Cerinthe major), κοινώς σκαλιζονάκι, πολυδρακούλι, νερολάχανο, κουβάκι (Κρήτη) κ.λπ.

Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Κηρίνθη η μείζων (Cerinthe major), κοινώς σκαλιζονάκι, πολυδρακούλι, νερολάχανο, κουβάκι (Κρήτη) κ.λπ.

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 936 ΦΟΡΕΣ

Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Ελλάδας:

Γράφει ο
Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης
Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων

Πρόκειται για γένος φυτών δικότυλο, της οικογενείας των Βοραγινιδών (Boraginaceae), με επτά (7) περίπου είδη, τα οποία φύονται στην Ευρώπη, τη Δυτική Ασία και στη Βόρεια Αφρική.


Ως προς την προέλευση του ονόματος «Κηρίνθη, η», πρόκειται για σύνθετη λέξη: «Κηρός + άνθος» = Κηρίνθη και προήλθε από τη μορφή και το χρώμα των ανθέων του φυτού αυτού. Σημειωτέον, ότι κατά την αρχαιότητα απαντά το κύριο όνομα «Κήρινθος, ο».

΄Ενας εκ των πρώτων Γνωστικών (αρχαιότατης χριστιανικής αιρέσεως) ήταν και ο Κήρινθος (τέλη 1ου -αρχές 2ου αι. μ. Χ.), ο οποίος, σύμφωνα με τον Ειρηναίο, Επίσκοπο Λουγδούνου (σημερινής Λυώνος ης Γαλλίας, περίπου μέσα 2ου – αρχές 3ου αι. μ. Χ.), εθεωρείτο υπό ορισμένων ως ο συγγραφέας του βιβλίου της Αποκαλύψεως, το οποίο από την Εκκλησία αποδίδεται στον Ιωάννη τον Θεολόγο (Β. Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα 1959, σ. 62 και 64).


Το φυτό «Κηρίνθη η μείζων» είναι μονοετής ή πολυετής πόα, κατά το μάλλον ή ήττον γλαυκόχροη, με βλαστό όρθιο, λείο, διακλαδιζόμενο στην κορυφή αυτού. Φέρει φύλλα επαλλάσσοντα, από τα οποία τα κατώτερα είναι επιμήκη, αντοωοειδή, ενώ τα ανώτερα είναι καρδιόσχημα ή καρδιοειδή, επιφυή και περίβλαστα.


Τα άνθη είναι κίτρινα, στικτά, ενίοτε με χρώμα πορφυρό ή κυανίζον, κατά επάκριους βότρυς διατεταγμένα, φυόμενα από πλατειών, φυλλομόρφων βρακτίων. Ο κάλυκας των ανθέων είναι βαθέως πεντάλοβος, με λοβούς ανισομήκεις, φυλλοειδείς. Η στεφάνη είναι σωληνοειδής, με πέντε βραχείς, ορθίους ή κυρτούς προς τα έξω οδόντες. Οι ανθήρες είναι βελονοειδείς, με οξεία κορυφή και λοβούς της βάσεως διεστώτες. Ο στύλος των ανθέων είναι νηματοειδής με στίγμα κατά κεφαλίδα. Ο καρπός αποτελείται από δύο καρπίδια ωοειδή, λεία, δίχωρα.

Στην Ελλάδα απαντούν αυτοφυή τα επόμενα τρία είδη:
1) Κηρίνθη η μείζων (Cerinthe major)
Πρόκειται για φυτό ποώδες, ετήσιο (ύψους 0,20-0,50 μ.), ερμαφρόδιτο, το οποίο φέρει φύλλα (τα προς τη βάση κείμενα) αντιστρόφως ωοειδή και (τα προς την κορυφή κείμενα) ωοειδή, αμβλεία, καρδιόσχημα. Τα άνθη αυτού ποικίλλουν ως προς το χρώμα, από κιτρίνων βιολετί μέχρι ερυθρού.

Οι ανθήρες είναι ισοϋψείς προς τους στήμονες.
Τα άνθη του φυτού είναι μελιττογόνα και τα επισκέπτονται τόσο οι μέλισσες, όσο και διάφορα άλλα έντομα, συμβάλλοντας διά του τόπου αυτού στην γονιμοποίηση.
Η ύπαρξη του φυτού αυτού στην Μέση Ευρώπη παρατηρήθηκε για πρώτη φορά και εμελετήθηκε κατά τον 16ον αι. μ.Χ. Έκτοτε υπάρχουν αναφορές σε σχετικά βοτανολογικού χαρακτήρα συγγράμματα, ενώ από παλαιότερα του είδους αυτού βιβλία παρόμοιες αναφορές απουσιάζουν.

2) Κηρίνθη η ελάσσων (Cerinthe minor ή acuta)
Φυτό ποώδες διετές, σπανιότερα μονοετές ή πολυετές, ερμαφρόδιτο, κατά τι διακλαδούμενο, το οποίο φέρει μακρές και σκληρές ίνες χρώματος βαθέος καστανού, κορμό ευθυτενή, χρώματος ερυθρωπού, φύλλα επιμήκη, αντιστρόφως ωοειδή, άνθη πυκνά, κιτρινωπά και καρπούς ωοειδείς, φαιού ή καστανού χρώματος.
Απαντά αραιά σε ξηρά εδάφη, σε αμπελώνες, λειμώνες, άκρες δρόμων, γήπεδα κ.λπ.

3) Κηρίνθη η στρεπτή (Cerinthe retorta)
Πρόκειται για φυτό ποώδες (ύψους 0,30-0,50 μ.), με φύλλα γλαυκόχροα, συνήθως στικτά, χρώματος λευκού ή ερυθρού. Τα κατώτερα φύλλα είναι αντωοειδή, προμήκη-καρδιοειδή, περίβλαστα, τα οποία βαθμιαίως γίνονται μικρότερα και πλησιέστερα, εφόσον πλησιάζουν προς την κορυφή, όπου αρχίζουν τα ιώδη βράκτια, τα οποία είναι καρδιοειδή, ισομήκη και ολίγον μακρότερα του κάλυκα του άνθους.
Τα άνθη είναι μακρότερα των βρακτίων, διατεταγμένα κατά πυκνούς βότρυς. Η στεφάνη των ανθέων είναι σωληνοειδή - ροπαλόμορφος, κιτρίνη, με ιώδεις γραμμές και ιώδες χείλος.


Το φυτό αυτό απαντά σε βραχώδεις θέσεις της Θεσσαλίας, της Στερεάς Ελλάδος, της Πελοποννήσου και των νήσων Κερκύρας, Ρόδου και Κρήτης. Πολλαπλασιάζεται δια σποράς.

4) Κηρίνθη η φαιά (Cerinthe glabra) ή Κηρίνθη η αλπική (Cerinthe alpina)
Φυτό πολυετές, έρπον, που φέρει μέγιστα φύλλα επί γυμνού καυλού (ύψος 0,20-030 μ.), τα οποία στην κορυφή αυτών είναι στρογγύλα. Τα άνθη του φυτού αυτού είναι μικρά, με πέντε χρυσοκίτρινα πέταλα. Ο καρπός του είναι ωοειδής, οξύς (μήκους 0,03 μ.) και χρώματος βαθέος καστανού.


Το φυτό αυτό αναπτύσσεται, τόσο σε υγρές περιφέρειες, όσο και σε ορεινές περιοχές, οι οποίες μπορούν να φθάσουν στο υψόμετρο μέχρι και των δύο χιλιάδων (2000) μ.
Τα φύλλα του χρησιμεύουν ως φαρμακευτικό κατάπλασμα, προς επούλωση πληγών, τραυμάτων, διαφόρων δερματικών παθήσεων κ.λπ.

Ιατρικές ιδιότητες και χρήσεις
Νεότερες επιστημονικές έρευνες, οι οποίες έλαβαν χώρα σε ερευνητικά κέντρα του Πανεπιστημίου της Ιένης (Jena) της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, διεπίστωσαν μεταξύ άλλων, ότι η Κηρίνθη η μείζων (Cerinthe major), περιέχει σημαντικές ποσότητες λιπαρών οξέων (SDA και GLA), με έντονες αντιοξειδωτικές ιδιότητες. Επίσης το φυτό αυτό έχει διουρητικές ιδιότητες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην θεραπεία της αναιμίας και του σκορβούτου.


Επίσης το φυτό αυτό περιέχει μικρές ποσότητες (0,7 %) σε γ-λινολενικό οξύ. Πρόκειται για ένα λιπαρό οξύ της σειράς ωμέγα-6, με μεγάλη θεραπευτική αξία, αφού είναι πρόδρομος της προσταγλαδίνης Ε1 (PGE1), την οποία χρησιμοποιεί το ανθρώπινο σώμα για την αντιμετώπιση γενικά των φλεγμονών και για την άμυνα εναντίον των παθήσεων, όπως ο καρκίνος, οι καρδιοπάθειες, οι αλλεργίες, το άσθμα και οι αυτοάνοσοι ασθένειες, καθώς και για την αποφυγή της πρόωρης γήρανσης.

Λαϊκή Ιατρική
Θεωρείται ότι τα φύλλα του φυτού αυτού έχουν φαρμακευτικές και θεραπευτικές ιδιότητες και χρησιμοποιούνται ως εξωτερικά επιθέματα στην επούλωση πληγών, τραυμάτων και διαφόρων δερματικών παθήσεων.


Τα φύλλα, οι βλαστοί και τα άλλα μέρη του φυτού αυτού έχουν επίσης τοξικές και δηλητηριώδεις ιδιότητες, γι’ αυτό και εφιστάται μεγάλη προσοχή και η χρήση αυτού να γίνεται μόνο ύστερα από συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό, προς αποφυγή δυσαρέστων καταστάσεων. Η χρήση του φυτού γίνεται μόνο εξωτερικά, για επούλωση πληγών και δερματικών παθήσεων.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Δ. Σ. Καββάδας, Φυτολογικόν - Βοτανολογικόν Λεξικόν, τ. 4 (Αθήνα αν. χρ. εκδ.), Εκδόσεις ΠΗΓΑΣΟΣ, σ. 1900.
Μυρσ. Λαμπράκη, Τα Χόρτα, Αθήνα 2000.


N. Eμμ. Παπαδογιαννάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αιώνα, Ρέθυμνο 2002.
Κ. Παπαθεοφίλου, ΜΕΕ, τ. ΙΔ΄ (Αθήναι αν. χρ. εκδ.), σ. 336.
Ευ. Κ. Φραγκάκι, Η Δημώδης Ιατρική της Κρήτης, Αθήνα 1978.
BOTANICA. Das Abc der Pflanzen. 10.000 Pflanzen in Text und Bild, Koeln 1998.
R. Scheppelmann, Flora Graeca. Sibthorpiana, Volksausgabe, Hamburg 2017.

Διαβάστε ακόμη

Ηλίας Καραβόλιας: Περί της δομής των πραγμάτων

Γιώργος Γεωργαλλίδης: Η ανάγκη επιστροφής της ελπίδας

Θεόδωρος Παπανδρέου: Έχει θέση η τιμωρία στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού;

Πέτρος Κόκκαλης: Εθνική Πράσινη Συμφωνία για την ευημερία

Γιάννης Ρέτσος: Υπερτουρισμός: μύθοι και αλήθειες

Δημήτρης Κατσαούνης: Αυτές οι Eυρωεκλογές χτίζουν γέφυρα με τον Ελληνισμό της Διασποράς

Γιάννης Σαμαρτζής: Τα τεκμήρια διαβίωσης των φορολογουμένων και η δυνατότητα αποφυγής τους

Φίλιππος Ζάχαρης: Εσωτερικός κόσμος, εικόνες και ορισμός του χρόνου