Παρουσίαση του βιβλίου «Δωδεκανησιακά ιστορικά ανάλεκτα» του Μιλτιάδη Λογοθέτη
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1327 ΦΟΡΕΣ
Γράφει ο Νίκος Φαρμακίδης
Ο Μιλτιάδης Λογοθέτης, ανήκει στη γενιά εκείνη που για πρώτη φορά μετά από πολλούς αιώνες σκλαβιάς ανέλαβε ελεύθερη την διαχείριση του τόπου μας. Μετά τις καταστροφές και την πείνα του πολέμου, οι άνθρωποί έπρεπε να διανύσουν ένα πολύ δύσκολο δρόμο για να φέρουν στην ζωή τους την ποθούμενη ευημερία. Τα μοναδικά όπλα τους ήταν η αισιοδοξία και η αγάπη για τον τόπο τους.
Οι διάφοροι επαγγελματίες την δεκαετία του 1950, που προέρχονταν από όλα τα νησιά της Δωδεκανήσου, έδωσαν ολόκληρο τον εαυτό τους και κατάφεραν να ανεβάσουν το οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο της Δωδεκανήσου σε πολύ υψηλά επίπεδα. Την έκαναν αξιοζήλευτη, όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο Μιλτιάδης Λογοθέτης εκτός των άλλων, ήταν και πρωτοπόρος που κατάφερε να πείσει εκείνη τη γενιά πως η ανάπτυξη έχει ανάγκη την επιστήμη. Μια επιστήμη όμως που δεν είναι ακριβώς καταγραμμένη στις πανεπιστημιακές σχολές και που ο μόνος τρόπος για να την κατακτήσεις είναι η οξύνοια και η διορατικότητα. Μεταξύ των άλλων κατανόησε πως ένα από τα βασικά εργαλεία για την πρόβλεψη της ανάπτυξης ενός τόπου είναι η σωστή και ενδελεχής γνώση της ιστορίας του.
Το βιβλίο του «ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΑΝΑΛΕΚΤΑ», παρουσιάσει διαλεκτικά τα ιστορικά θέματα που τον απασχόλησαν κατά την διαδρομή του και που του έδωσαν τα στηρίγματα εκείνα που χρειάζονταν για να αναλύσει καλύτερα τα δεδομένα του τόπου μας. Με τον όρο «Ανάλεκτα», δηλαδή συλλογή, θέλει να δείξει ότι δεν ήταν αυτά τα μοναδικά στηρίγματά του στην υποστήριξη των θέσεων του, αλλά πως είναι ένα δείγμα αυτών που αποτέλεσαν την σφαιρική αντιμετώπιση των θεμάτων που στήριξαν τις επιστημονικές θέσεις του και προτάσεις του για το αύριο του τόπου μας.
Άλλωστε χωρίς μια τέτοια ενδελεχή ανάλυση δεν μπορεί κανείς να υπερασπίζεται προοπτικές και ο Μιλτιάδης έχει αποδείξει ότι κατέχει πολύ καλά αυτό το θέμα. Σταχυολογεί λοιπόν 12 θέματα, που τα κατανέμει στα κεφάλαια που αποτελούν το βιβλίο του: μια περιληπτική ιστορία της Ιταλοκρατίας, ο ρόλος του Τύπου των Δωδεκανησίων της διασποράς κατά την Ιταλοκρατία, η αναφορά στο περιοδικό «Ορθόδοξος Διδαχή», μια ομιλία του κατά την απονομή του τιμητικού τίτλου του διδάκτορα του Πανεπιστημίου του Αιγαίου με τίτλο «Δωδεκάνησα, 70 χρόνια ελεύθερου βίου», η συμβολή των Δωδεκανησίων στην Απελευθέρωση και την Ενσωμάτωση, η διαχείριση των θειοχωμάτων του Ηφαιστείου της Νισύρου, η παρουσία των Δωδεκανησίων στην Ερμούπολη της Σύρου κατά τα επαναστατικά και μετεπαναστατικά χρόνια, τα εκπαιδευτικά πράγματα της Δωδεκανήσου κατά την Ιταλοκρατία, η πανδημία και η ανταγωνιστικότητα του Ροδιακού Τουρισμού, μια πρόταση για τη δημιουργία Ιστορικού Μουσείου Ρόδου, η σπογγαλιευτική δραστηριότητα διαχρονικά στα Δωδεκάνησα και τέλος η γεωθερμία στη Νίσυρο, που μας φανερώνουν το εύρος των αναζητήσεών του.
Φαινομενικά, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι αυτά τα θέματα δεν έχουν σύνδεση μεταξύ τους, ούτε βέβαια με το παρόν και το μέλλον του τόπου. Όμως εδώ ακριβώς έγκειται και η οξυδέρκεια του συγγραφέα. Αυτό το βιβλίο λοιπόν μας δίνει την δυνατότητα να κατανοήσουμε γιατί όλα αυτά τα θεμελιώδη θέματα που απασχόλησαν τον τόπο μας, χρησιμοποιήθηκαν ως βάση στις μελέτες του.
Βέβαια δεν θα μπορούσε να συμπεριλάβει όλο των όγκο των μελετών του ο Μιλτιάδης Λογοθέτης, ούτε και τον προβληματισμό του ή τον τρόπο με το οποίον οδηγήθηκε στο να προτείνει την διαμόρφωση του μέλλοντος του τόπου μας. Παρόλα αυτά το βιβλίο είναι ένα εγχειρίδιο σκέψης, που φωτίζει το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει κανείς για να φτάσει σε σωστά συμπεράσματα.
Κατά κύριο λόγο αναφέρεται λοιπόν στην Ιταλοκρατία, αφού αυτή καθόρισε τη σημερινή εξέλιξη της Ρόδου και γενικότερα της Δωδεκανήσου. Περιγράφει κατ’ αρχήν στα συγκρουσιακά γεγονότα που συνέβησαν κατά την διάρκειά της και που είχαν ως αίτια, πρώτα και πάνω από όλα το έμφυτο συναίσθημα του Έλληνα της Ελευθερίας, και δευτερευόντως την διαφορετικότητα των δύο πολιτισμών που οι Ιταλοί προσπάθησαν να συμπτύξουν.
Αυτοί δεν είχαν καταλάβει ότι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν είχαμε πόλεις ή ένα συνεκτικό πολιτισμό, αλλά έθνη (Μιλιέτ) και παράλληλες ζωές. Έτσι ο Ιταλός στρατιωτικός διοικητής που νόμιζε πως θα διοικούσε αυτός τη Δωδεκάνησο βρήκε μπροστά του τον θρησκευτικό Ηγέτη των Ελλήνων, που ήταν και ο φυσικός τους Ηγέτης και εκ τούτου εξανίσταται όπως σημειώνει ο συγγραφέας.
Οι Ιταλοί λοιπόν, νομίζοντας πως ο δυτικός πολιτισμός είναι ανώτερος, προσπάθησαν να τον επιβάλουν σε ένα λαό που αυτόν τον πολιτισμό τον κατανοούσε ως παρείσακτο. Άλλωστε όπως λέει και ο Νίτσε ο κάθε νέος πολιτισμός του κόσμου είναι μια καρικατούρα του ελληνικού. Έτσι οι αντιπαραθέσεις ήταν λογικές και οδήγησαν σε αγεφύρωτες ρίξεις.
Όλα αυτά λοιπόν φαίνονται ανάγλυφα από τους αγώνες όπως καταγράφτηκαν στον τύπο της διασποράς των Δωδεκανησίων. Ο Μιλτιάδης Λογοθέτης, που η προσωπική του συμβολή ξεκινά από το τέλος της Ιταλοκρατίας, όταν δηλαδή οι ελεύθεροι Έλληνες ανέλαβαν με τόλμη και αρετή να υπηρετήσουν την Ελευθερία τους και ο οποίος ακολούθησε όλη την μέχρι σήμερα εξέλιξη του τόπου μας, γνωρίζει και είναι υποχρεωμένος να αναδείξει αυτή την περίοδο και πως όλα αυτά τα προβλήματα καθόρισαν την μετέπειτα ζωή μας, την ανάπτυξη των νησιών και πως η γενιά τους τα αντιμετώπισε.
Είναι θλιβερή πράγματι η σημερινή πραγματικότητα, όπου οι πολιτικοί σκιαμαχούν μέσω των εφημερίδων και των Μ.Μ.Ε., υποβαθμίζοντας έτσι την κοινωνική μας ζωή και πιστεύω πως η γενιά που εκπροσωπεί ο Μιλτιάδης Λογοθέτης θα ντρέπεται για μας.
Θέματα που εμπεριέχονται στο βιβλίο, όπως η σπογγαλιεία και τα θειούχα χώματα της Νισύρου καθώς και η γεωθερμία, δείχνουν τη σφαιρικότητα με την οποία προβληματίστηκε ο συγγραφέας στην αντιμετώπιση των τότε και των μελλοντικών προβλημάτων του τόπου. Άλλωστε ήδη μας αναμένουν πολλά ακόμη συναφή θέματα τα οποία δεν φαίνεται να τα αντιμετωπίζουμε με την δέουσα σοβαρότητα.
Στο βιβλίο αυτό, συνοψίζοντας κατά κάποιο τρόπο τους προβληματισμούς του ο Μιλτιάδης, αναφέρεται και στα θέματα του Τουρισμού της Ρόδου και τέλος στη δημιουργία ενός Μουσείου με την Ιστορίας της. Οι ελληνικές λέξεις, όπως αυτή του Μουσείου, έχουν χάσει την έννοια τους, αλλά εν προκειμένω αυτό το Μουσείο το σκέπτεται ως ένα διδακτήριο για τις γενιές που έρχονται, έστω και σε περιορισμένο βαθμό, όπως το επισημαίνει και ο τίτλος του βιβλίου με τον όρο «Ανάλεκτα».