Παντελής Γεωργάκης: Σκέψεις για τις «Στιγμές Ιστορίας» του Βασίλη Μηναΐδη
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 714 ΦΟΡΕΣ
Γράφει ο Παντελής Γεωργάκης
Οικονομολόγος
Πριν λίγες μέρες, σε μία μεγαλειώδη και σεμνή όπως του αρμόζει τελετή, παρουσιάσθηκε η βιογραφία του πρωτοπόρου ξενοδόχου και όχι μόνο, κ. Βασίλη Μηναΐδη. Διαβάζοντας το βιβλίο, που αποτελεί παρακαταθήκη της σύγχρονης ιστορίας των Δωδεκανήσων και παρακολουθώντας την παρουσίαση του, θεωρώ ότι πρέπει να δοθεί έμφαση σε ένα στοιχείο που καθόρισε την πορεία του συγγραφέα και αυτό είναι η Οικονομική του σκέψη.
Κατά την ταπεινή μου άποψη, ο Β. Μηναΐδης είναι ένα αμάλγαμα οξύνοιας, παιδείας, εντιμότητας και γενναιοψυχίας, έντονης μαχητικότητας σε αυτά που πιστεύει και απαράμιλλου χιούμορ. Αυτά τα στοιχεία σε συνδυασμό με τα έντονα βιώματα που έζησε καθόρισαν την ιδιοσυγκρασία του. Απέκτησε όμως στην πορεία και άλλο ένα χάρισμα, την ορθή κρίση, που του επέφερε εν πολλοίς η οικονομική του μόρφωση.
Υπάρχει στο βιβλίο του ένα κεφάλαιο που περιγράφεται ως «Μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας», το οποίο θεωρώ υπόδειγμα πρακτικής Οικονομικής, απαραίτητο για κάθε άνθρωπο της αγοράς.
Η Οικονομία συνήθως διακρίνεται στην Μακροοικονομία , που αναφέρεται στα μεγάλα μεγέθη (Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, Πληθωρισμός Ανεργία, Δημοσιονομικά Ελλείμματα, κ.λπ.) και στην Μικροοικονομία που ασχολείται με την οικονομική των επιχειρήσεων (προσφορά και ζήτηση, Λογιστική, Marketing, Management, κοκ.).
Συνήθως όσοι ασχολούνται με Μακροοικονομία έχουν πλήρη άγνοια για το τι συμβαίνει στις επιχειρήσεις. Για αυτό βλέπετε ας πούμε αυτούς που αποφασίζουν για τους φόρους ,να βρίσκονται σε τόση αναντιστοιχία με το τι ζητάει η αγορά που είναι να απορείς. Παράλληλα, όσοι ασχολούνται με Μικροοικονομία έχουν στην συντριπτική τους πλειοψηφία «μαύρα μεσάνυχτα» από μάκρο μεγέθη. Πως π.χ. αλλαγές στην προσφορά χρήματος ή στις συναλλαγματικές ισοτιμίες επηρεάζουν την επιχείρησή τους.
Όμως η Οικονομία είναι ενιαία και για να έχεις πλήρη εικόνα πρέπει να γνωρίζεις πως τα μεγέθη αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Ο νεαρός Μηναΐδης αποφοιτώντας από την Α.Σ.Ο.Ε.Ε. προβληματίστηκε για αυτές τις θεωρίες, τις εφάρμοσε στην επιχειρηματική του δραστηριότητα και τις εμπέδωσε. Απετέλεσαν δε την κινητήρια δύναμη για την πετυχημένη επιχειρηματική του πορεία και είναι αυτές οι ίδιες Οικονομικές Αρχές που καθορίζουν μέχρι και σήμερα τις αποφάσεις του στην αγορά.
Μου περιέγραφε πριν πάρα πολλά χρόνια το πώς δημιουργήθηκε το τουριστικό θαύμα της Ρόδου. Τι νομίζεις μου έλεγε, ότι τη δεκαετία του ‘60 οι πρώτοι ξενοδόχοι σπούδασαν τουρισμό; Αλεξιπτωτιστές ήταν που έπεσαν πάνω στο νησί όταν ο τουρισμός ξεκινούσε. Και ο καθένας με το μυαλό του, τις σπουδές του, τα χρήματα του, τις ιδιοκτησίες που είχε, το ρίσκο που έπαιρνε, έφτιαξε ξενοδοχείο. Όμως οι Ροδίτες ήμασταν επίμονοι και δουλευταράδες και σε μία δεκαετία όχι μόνο μάθαμε , αλλά γίναμε πρωτοπόροι του τουριστικού θαύματος σε ολόκληρη την Ελλάδα. Και αυτό ισχύει μέχρι σήμερα.
Ο Βασίλης Μηναΐδης έπεσε στον τουρισμό με αλεξίπτωτο την οικονομική του παιδεία. Αυτή ήταν η ειδοποιός διαφορά και αυτή καθόρισε την εξέλιξή του και στη συνδικαλιστική και κοινωνική του δράση.
Αφιερώνει ένα μακροσκελές κεφάλαιο στην Τράπεζα Δωδεκανήσου, όπου διαφαίνεται η έντονη πικρία του και η οργή του, για το ότι δεν κατάφερε η Δωδεκάνησος να κρατήσει για τα νησιά της το μοναδικό αυτό εργαλείο Ανάπτυξης. Αποδίδει δε πολύ καλά την κοινωνική διάσταση της Τράπεζας και την πολιτική χροιά της.
Η Τράπεζα Δωδεκανήσου ήταν το μεγαλύτερο, επιτυχέστερο και καθαρότερο εγχείρημα κοινής συλλογικής δράσης των Δωδεκανησίων. Δεν υποστηρίχθηκε όμως από την Ελληνική Πολιτεία και διαχρονικά ο θεσμός έχει ατροφήσει πλήρως , αφού σήμερα υπάρχουν 3 μόνο Συνεταιριστικές Τράπεζες που και αυτές είναι υπό εξαγορά.
Με την απόσταση των 12 ετών από το κλείσιμο της μπορώ με σιγουριά να πω ότι μοναδική αιτία για αυτό, ήταν η αγωνιώδης προσπάθεια του τότε Διοικητή της Τράπεζας Ελλάδος να δώσει τη ρευστότητα των καταθέσεων της Τράπεζας Δωδεκανήσου σε συστημική Τράπεζα που την είχε ανάγκη, σε συνάφεια με το γεγονός του ότι είχε οξυνθεί ο τοπικός ανταγωνισμός και η Τράπεζα των Δωδεκανησίων ενοχλούσε. Αυτά ήταν και τίποτε περισσότερο.
Το θέμα είναι ότι ως Δωδεκανήσιοι δεν καταφέραμε να την κρατήσουμε. Γνωρίζω την ιστορία της Τράπεζας καλύτερα ίσως από τον καθένα, για τις μεγάλες προσπάθειες που έγιναν και έγιναν πολλές, καθώς για το κατά πόσο βοήθησε καθένας παράγοντας ξεχωριστά. Καταλήγω όμως ότι για το ότι δεν έγινε το κάτι παραπάνω η ευθύνη είναι συλλογική και δυστυχώς δεν εξαιρεί κανέναν μας.
Οι Δωδεκανήσιοι και δει οι Ροδίτες πάσχουμε από μια «ενδογενή παθογένεια» σε ό,τι αφορά τις συλλογικές διεκδικήσεις. Φθάνουμε ως ένα σημείο και δεν το προχωρούμε πέρα από αυτό. Το χαρακτηριστικό αυτό πιστεύω προέρχεται από το ίδιον του χαρακτήρα μας. Οι Ροδίτες είμαστε άνθρωποι μετριοπαθείς. Μην σας παρασύρουν φιοριτούρες και μεγαλοστομίες ορισμένων. Ο Ροδίτης είναι ο άνθρωπος του «μέτρον άριστον» και αυτό τον εμποδίζει να φθάσει στα άκρα. Όμως η πολιτική και το lobbying απαιτεί να πας πέρα από τα όρια πολλές φορές.
Είναι επίσης και ο έντονος ατομικισμός μας. Δεν μας αρέσει η συλλογική δράση για αυτό δεν ευδοκιμούν εύκολα οι κοινές προσπάθειες. Στην επιχειρηματική ζωή μικροσυμφέροντα και στην πολιτική μικροκομματισμοί, δεν μας επιτρέπουν να έχουμε αποτελεσματική κοινή δράση. Ο προσωπικός ανταγωνισμός, ακόμα και η ζηλοφθονία είναι ανθρώπινα. Σε εμάς είναι πάνω από το μέτρο που χρειάζεται για να είμαστε συλλογικά αποτελεσματικοί.
Αυτά είναι πιστεύω τα βαθύτερα αίτια της αναποτελεσματικότητας μας. Και αυτό δεν είναι σύγχρονο φαινόμενο. Το παρουσιάζουμε τουλάχιστον 40 χρόνια τώρα, με όλες τις κυβερνήσεις και σε κάθε γενεά που περνά και βέβαια αφορά όλους μας ανεξαιρέτως.
Αυτή την ενδογενή παθογένεια στηλιτεύει με τις ιστορίες του και τις παρεμβάσεις του ο κ. Β. Μηναΐδης στο βιβλίο του. Αυτή η παθογένεια, που είναι γνωστή στα κέντρα αποφάσεων, επέτρεψε να μας κλείσουν την Τράπεζα και να διερωτάται ο συγγραφέας «Αν ήταν Κρητικοί θα το έκαναν;». Όχι δεν θα το έκαναν.
Αυτή η παθογενής αδράνεια παρουσιάζεται παντού. Πάρτε παράδειγμα την πρόσφατη απόφαση για τους μειωμένους συντελεστές Φ.Π.Α. Ολόκληρη η ακριτική νησιωτική Ελλάδα με ακτογραμμή προς την Τουρκία, από τη Σαμοθράκη ως το Καστελλόριζο κέρδισε πίσω τους μειωμένους συντελεστές Φ.Π.Α., τους τόσο απαραίτητους για την τοπική ανάπτυξη και επιχειρηματικότητα. Όλοι πλην της Ρόδου. Σε αυτή την κατ’ εμέ ως Ροδίτη ευθεία προσβολή, η απάντησή μας ήταν υποτονική ως μηδαμινή.
Στο θέμα της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου που επίσης στηλιτεύει ο κ. Μηναΐδης. Μας επιβλήθηκε προ 20ετίας ένας αταίριαστος, λευκός γάμος με τους κατά τα άλλα συμπαθείς Κυκλαδίτες, με πρόφαση τη δυνατότητα άντλησης περισσοτέρων Ευρωπαϊκών κονδυλίων και αιτία μικροκομματικά βραχυπρόθεσμα οφέλη.
Έτσι βρέθηκε η Ρόδος των 3.000 χρόνων ιστορίας, των 120.000 κατοίκων και της μεγαλύτερης τουριστικής βιομηχανίας στην Ελλάδα, να υποσκελιστεί από την Σύρο της κατά τεκμήριο περιορισμένης ιστορικής επίδρασης, των 20.000 κατοίκων και της συγκριτικά ελάχιστης οικονομικής δραστηριότητας. Και αυτό το δεχθήκαμε με ελάχιστες διαμαρτυρίες.
Να καταθέσω και κάτι αιρετικότερο, που απηχεί εμένα όχι τον συγγραφέα. Παρατηρείστε τα τελευταία 40 έτη, με κάθε χρώματος Κυβερνητικό σχηματισμό, πόσους Δωδεκανήσιους και ειδικότερα Ροδίτες υπουργούς είχαμε σε σημαντικά υπουργεία. Κανέναν. Μας βολεύανε με περιφερειακά κυρίως υφυπουργεία, άντε και κάποιο υπουργείο Αιγαίου για ξεκάρφωμα. Ήταν όλοι οι κοινοβουλευτικοί μας εκπρόσωποι επί 40 έτη ανίκανοι για αυτές τις θέσεις; Δεν νομίζω. Την απάντηση μπορεί να την δώσει ο καθένας μας αρκεί να ανατρέξει μόνος του στο ποιοι διετέλεσαν υπουργοί αυτή την περίοδο. Θα βρει μεταξύ άλλων ονόματα προσώπων παντελώς ακατάλληλων για τέτοιες θέσεις.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί δεν μας υπολογίζουν συνολικά, όσο πρέπει. Γιατί αυτή η ενδογενής παθητικότητα μας, δεν μας επιτρέπει να είμαστε διεκδικητικοί στον βαθμό που επιβάλλεται.
Δυστυχώς, οι προηγούμενες γενιές έχασαν αυτό το στοίχημα. Η δική μου γενιά κρίνοντας από την τρέχουσα επικαιρότητα έχει και αυτή χάσει την δυνατότητα της συλλογικής δράσης ανεπιστρεπτί. Ας ελπίσουμε η γενιά που θα έρθει να προτάξει το συλλογικό συμφέρον από τον έντονο ατομικισμό, επιχειρηματικά και πολιτικά, για να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε περισσότερα για τον τόπο, όπως προτρέπει ο κ. Β. Μηναΐδης.
Ζούμε σε έναν ευλογημένο τόπο. Θα εξακολουθούμε να ζούμε σε ευλογημένο τόπο, όμως οι συνθήκες αλλάζουν τόσο δραματικά σε επίπεδο διεθνούς ανταγωνισμού, που αυτός ο τόπος θέλει τη διαρκή μας υποστήριξη. Ας φροντίσουμε να την παράσχουμε όλοι μας. Στη συλλογική δράση αναφερόμαστε όλοι μας. Δεν αρκεί να κριτικάρουμε μόνο τον εύκολο στόχο των πολιτικών. Ας δούμε και ο καθένας μας πώς θα συμμετέχει στη διεκδίκηση των κοινών συμφερόντων ενεργά, με παρρησία.
Ο Βασίλης Μηναΐδης συνδύασε στη ζωή του φιλοπατρία, εντιμότητα, έντονη κοινωνική και συνδικαλιστική δράση και απόλυτα επιτυχημένη επιχειρηματική παρουσία. Αυτή την παρακαταθήκη αξίζει οι νεότεροι να τη συνεχίσουν.
Η ιστορία σε βάθος χρόνου σίγουρα θα κατατάξει τον Βασίλη Μηναΐδη εκεί που του αρμόζει. Σε όσους όμως είχαν και την τύχη να το γνωρίσουν, θα παραμένει υπόδειγμα ο αδέκαστος χαρακτήρας του, η ευρύτητα του πνεύματός του και η αίσθηση δικαίου και γενναιοδωρίας που τον κατηύθυνε σε όλη του τη ζωή.