Ο άνθρωπος που κάνει πετυχημένα μαγαζιά!

Ο άνθρωπος που κάνει πετυχημένα μαγαζιά!

Ο άνθρωπος που κάνει πετυχημένα μαγαζιά!

Pοδούλα Λουλουδάκη

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 20470 ΦΟΡΕΣ

Ο Στάθης Τριανταφύλλου, μιλά για πρώτη φορά για την πορεία του και τη νύχτα της Ρόδου

Ο πατέρας μου έλεγε «να γίνετε χρήσιμοι άνθρωποι, καλοί άνθρωποι, ρουφιάνοι και ψεύτες να μην είστε. Θέλεις κάτι κέρδισέ το. Έχει την ομορφιά του, έχει την γοητεία του και δεν θα σε κοιτάξει κανείς με μισό μάτι». Είναι ωραίος τύπος μου είπαν και κάνει πετυχημένα μαγαζιά! «Πέρα βρέχει», «Ηριδανός», «Μέθεξη» τώρα… Τριάντα χρόνια είναι πολλά. Έκανε την Απολακκιά μόδα όταν το 1981 έφτιαξε το μοναδικό μπαρ σε όλη την περιοχή, τα δεκάμιση χρόνια που δούλεψε τον Ηριδανό έζησε μέρες ανεπανάληπτες, κι έγιναν live εκεί που δεν τα ξαναείδε η Ρόδος, κι όταν αναγκάστηκε να φύγει από το μαγαζί έστησε τη «Μέθεξη», σ΄ ένα νεοκλασικό όπου στεγαζόταν μέχρι τότε ο αξονικός τομογράφος! Και η πορεία συνεχίζεται! Φώτα, χρώματα, τζαζ μουσική, χαλαροί άνθρωποι και τα βράδια της Παρασκευής το αδιαχώρητο, εννιά χρόνια τώρα με μπουζούκι και μπαγλαμά… Ο Στάθης Τριανταφύλλου, μια ιδιαίτερη περίπτωση επιχειρηματία και ανθρώπου που φεύγει με το τροχόσπιτο στο εξωτερικό, οδηγεί ένα desevo και διαβάζει Ναζίμ Χικμέτ, δέχτηκε να τα πει όλα! Δεν θέλετε να μιλάτε… Γιατί με βάζεις σ΄ αυτή τη γαλαρία, δεν τα μπορώ εγώ αυτά τα πράγματα, είναι στενάχωρα. Γι αυτό παίρνετε το τροχόσπιτό σας και φεύγετε; Το φευγιό μ΄ αρέσει, βασικά το ταξίδι μ΄ αρέσει χωρίς προορισμό. Μέχρι Μασσαλία έφτασα με το τροχόσπιτο. Εμένα μ΄ αρέσει να ταξιδεύω μόνος, βρίσκεις τον εαυτό σου, κι η μοναξιά σε κάνει να σκέφτεσαι πολλά πράγματα, συν το ότι γνωρίζεις πολύ κόσμο. Μια φορά είχα φύγει, πήγα στον Πειραιά χωρίς προορισμό χωρίς τίποτα, κι έριξα κέρμα για βορρά ή νότο. Το ΄χω κάνει κι αυτό. Το τροχόσπιτο πως προέκυψε; Ήταν απ΄ αυτά τα παιδικά όνειρα που παλεύεις, παλεύεις και κάποια στιγμή τα ψιλοκαταφέρνεις. Το ΄χω και για τις δουλειές του μαγαζιού, αλλά και σαν καθημερινό αυτοκίνητο, δεν είναι μεγάλο. Έχετε κι ένα desevo όμως! Κι αυτό ιδιαίτερο! Είναι αυτό που σου λέω, κάποια πράγματα τα αγαπάς από μικρός. Μου’ λεγε ο πατέρας μου: «το ξερα ότι θα πάρεις τροχόσπιτο, όταν ήσουν μικρός σε συγκινούσε, έτρεχες από πίσω τους». Ήμουνα τυχερός, μεγάλωσα σε μια οικογένεια αγροτών που ο πατέρας μου ήταν κι οργανοπαίκτης, έπαιζε βιολί σε γάμους, πανηγύρια, μαζί με τ΄ αδέλφια του. Μεγάλωσα με μουσικές, κι έτσι κόλλησα το μικρόβιο. Στο Γυμνάσιο άλλαξα ακούσματα, με πήγε ο ξάδελφός μου ο Διαμαντής Διαμαντής από το χέρι να δω το Γούνστοκ. ʼλλαξαν τα ακούσματά μου άλλαξαν όλα. Ψάχτηκα περισσότερο στη μουσική από την ελληνική μέχρι την ξένη. Το «Πέρα βρέχει» πως το ξεκινήσατε; Το 1981 μου λέει ο πατέρας μου που είχε φτιάξει ένα εστιατόριο στο χωριό «έλα να δουλέψεις, μπορεί και να σ΄ αρέσει». Πέρασα καλά, αλλά έχω ένα μικρό πρόβλημα, δεν είμαι άνθρωπος του καφενείου με την έννοια ότι δεν παίζω τάβλι, χαρτιά, θέλω να πιω το ποτάκι μου με τους φίλους μου, να κουβεντιάσουμε…. Ήταν αυτό που έλειπε από το χωριό. Κι έτσι του λέω «για να ξανάρθω το καλοκαίρι να δουλέψω θέλω να κάνω ένα μπαρ»! Στην αρχή έπαθε σοκ μετά το δέχτηκε, κι έτσι μαζί με μερικούς φίλους που ζούσαν τότε στο χωριό έστησα το «Πέρα βρέχει» στην Απολακκιά που μάζευε κόσμο κι απ΄ τα γύρω χωριά και το σαββατοκύριακο κι από την πόλη. Δεν υπήρχαν άλλα μπαράκια τότε στη γύρω περιοχή; Υπήρχαν τα μπαρ της πόλης, υπήρχαν μπαρ στη Λίνδο και το «Πέρα βρέχει» στην Απολακκιά. Έγινε μόδα η Απολακκιά τότε. Παίζαμε ροκ, παίζαμε επιλεγμένη ελληνική μουσική, φτάναμε μέχρι Σαββόπουλο, λίγο Παπάζογλου και φυσικά τον αγαπημένο Χατζιδάκι. Κάναμε τα περίφημα White Party, όπου δεν έμπαινε κανείς που να μην φοράει άσπρα. Τον πρώτο χρόνο λίγο δυσκολεύτηκαν, τον δεύτερο οι περισσότεροι στο χωριό φορούσαν άσπρα για να μπουν στο «Πέρα βρέχει», αλλιώς τους αλευρώναμε. Και φυσικά το γλέντι μέχρι το πρωί. Ωραία γλέντια, καλές μουσικές και καθαρές σχέσεις. Ωραίες αναμνήσεις αυτές, με τσιγκλάς. Έχουνε περάσει και τριάντα χρόνια… Αλλά όχι από πάνω μας (γέλια). Και ήρθατε στην πόλη κι αναλάβατε τον «Ηριδανό». Ο Χρήστος που είχε το Ηριδανό τον άφηνε κι έψαχνε έναν άνθρωπο στον ίδιο «δρόμο» μ΄ εκείνον. ʼδειασα τις τσέπες μου, σε συνεννόηση με τη γυναίκα μου τη Μαρία και τόλμησα να έρθω στην πόλη. Μου φαινόταν δύσκολο στην αρχή, μετά άρχισα να συνηθίζω. Σκέφτηκα τι ζητώ εγώ ως πελάτης από ένα μαγαζί και άρχισα να το δίνω στον πελάτη: καλό περιβάλλον, καλές μουσικές και επομένως καλός κόσμος. Ο Ηριδανός χάραξε τομές στη νύχτα της Ρόδου. Τόλμησα να παίξω ελληνική μουσική που θεωρείτο τότε προπατορικό αμάρτημα για ένα μπαρ, κι η λογική μου ήταν η εξής: δεν μπορεί στο σπίτι να ακούμε όλοι ελληνική μουσική και να μην ακούμε στο μπαράκι. Μπορεί να ακούγεται αυτονόητο τώρα αυτό αλλά τότε δεν ήταν. Κι έτσι ακούγαμε Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Μικρούτσικο, μόλις ξεκινούσε ο Μάλαμας, αλλά ήταν βινύλιο, δεν ήταν πολλές οι επιλογές, χρειαζόταν ιδρώτας για να βγάλεις οκτάωρο. Το κάθε μαγαζί έχει την ιστορία του, όμως ο Ηριδανός ήταν έρωτας, ντάντεψε γενιές και γενιές. Κάνατε live από τότε! Τόλμησα να κάνω live με καλλιτέχνες που τότε δεν ήταν ακόμα πρώτης γραμμής, όπως είναι ο Μάλαμας. Με τον οποίο έχετε και προσωπική φιλία! Αδελφός. Όποτε έρχεται στη Ρόδο θα πάμε στο χωριό, θα φάμε ντολμαδάκια στη μάνα μου και θέλει να ακούει ιστορίες, του αρέσει πάρα πολύ, όπως κι ο Μίλτος Πασχαλίδης, κάνουμε κουβέντα με τις ώρες. Απ΄ τον Ηριδανό περάσαν πάρα πολλοί: Χαΐνηδες, Μελίνα Κανά, Λιζέτα Καλημέρη, Μικρές Περιπλανήσεις, Γεράσιμος Ανδρεάτος, Παντελής Θαλασσινός, η Μελίνα Μποτέλη με μόνο κεριά και μια κιθάρα, μια φωνή… Ήταν το στέκι του Νίκου Παπάζογλου όσες φορές ερχόταν στη Ρόδο, ένας πολύ αξιόλογος συζητητής, καθόσουν κι άκουγες πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Τι να θυμηθώ, πολλά γλέντια στον Ηριδανό, πολλά γλέντια… Όταν έπρεπε να φύγετε, να το αφήσετε το μαγαζί; Πόνεσα. Τον κάθε χώρο τον αισθάνομαι σαν παιδί μου, κι όταν τον χάνω… Τι ήταν αυτός εδώ ο χώρος πριν κάνετε εσείς τη «Μέθεξη»; Αξονικός τομογράφος! Ακόμα δεν το ΄χω βγάλει από το κουδούνι. Το κουδούνι γράφει «Σύγχρονο Διαγνωστικό Κέντρο Δωδεκανήσου». Το άφησα γιατί με εκφράζει λιγάκι, υπάρχει μια σχέση διάγνωσης. Η δουλειά της νύχτας είναι πάρα πολύ σκληρή. Είναι σαν το ταξίδι του Οδυσσέα, σαν μια Οδύσσεια που συναντάς τα πάντα από λωτοφάγους μέχρι την Κίρκη και τις Σειρήνες οπότε πρέπει να είσαι καθημερινά δεμένος στο μεσιανό κατάρτι για ν΄ αποφύγεις τα κακοτράχαλα. Αν για κάτι νιώθω πραγματικά καλά για μένα είναι για το ότι στα 30 χρόνια που έχω τα μαγαζιά δεν έγινε ποτέ καμιά φασαρία, ένδειξη του κλίματος που επικρατεί. Οι άνθρωποι αλλάζουν τη νύχτα; (Γέλια). Ήθελα να το αποφύγω αυτό γιατί θα δεχτώ βέλη. Όποιος τη νύχτα περπατά βλέπει τον κόσμο πιο καλά! Οι άνθρωποι την ημέρα θεατρινίζουν, ζουν μια υποκριτική κατάσταση. Το βράδυ ξεγυμνώνονται με την καλή έννοια, είναι ο εαυτός τους, αυτός που πρέπει να είναι. Μέσα στα 30 χρόνια έχω δει πολλά πράγματα, από τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο μέχρι τον απελπισμένο. Η χαρά είναι πιο δυνατή ή η λύπη; Η λύπη. Σας μιλούν οι άνθρωποι; Αν καθόμουν κι έγραφα για αυτά που μου λένε, κι όχι αυτά που ακούω γενικά, θα έγραφα βιβλία. Αλλιώς θα έγραφα τόμους. Ναι, εξακολουθούμε να παίζουμε τον ρόλο του ψυχολόγου. Έχει συμβεί πολλές φορές να φύγω απ΄ το μαγαζί χάλια επειδή άκουσα την ιστορία κάποιου. Το φλερτ έχει αλλάξει με τα χρόνια; Καταρχήν γίνεται; Γίνεται, αλλά έχουν αλλάξει οι κώδικες. Είναι όμορφη εικόνα να βλέπεις μικρά παιδιά αγκαλιά, να ερωτεύονται, να ΄ρχονται να ζητάνε συμβουλές απ΄ τον πιο μεγάλο. Έχουμε και τέτοια και πολλές φορές μένεις κι αμήχανος. Οι γυναίκες πως είναι, έχουν αλλάξει κι αυτές; Εγώ επειδή είμαι σ΄ ένα τρίγωνο- η γυναίκα μου, η κόρη μου, η μάνα μου- με τις γυναίκες πάντα έχω πολύ καλή σχέση. Όσες διαφορές και να έχουν οι άντρες με τις γυναίκες αυτό δεν αλλάζει. Λέει κάτι ο Ρασούλης, σ΄ ένα τραγούδι: «Από τη γυναίκα ούτε μια χαρά δεν είδα, μα πίστεψέ με είναι η μόνη μου ελπίδα»… Αν και ο στίχος είναι ωραίος θα διαφωνήσω γιατί εγώ τουλάχιστον από τις γυναίκες είδα πολλές χαρές και ζω τον μεγάλο έρωτα με την κόρη μου βέβαια. Τι θα λέγατε για τον εαυτό σας; Δουλεύω από 12 χρονών παιδί. Ο πατέρας μου έλεγε «να γίνετε χρήσιμοι άνθρωποι, καλοί άνθρωποι, ρουφιάνοι και ψεύτες να μην είστε. Θέλεις κάτι κέρδισέ το. Έχει την ομορφιά του, έχει την γοητεία του και δεν θα σε κοιτάξει κανείς με μισό μάτι». Πάνω σ΄ αυτές τις ράγες βάδισα. Εμείς εκεί στην Απολακκιά είμαστε περίεργη φυλή ανθρώπων. Είμαστε αλληλέγγυοι. Ένας στίχος, ένα ποίημα που σας αρέσει; Του Χικμέτ, έχω κολλήσει! «Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν έχω ακόμα ταξιδέψει, τα πιο όμορφα παιδιά δεν έχουνε μεγαλώσει ακόμα… κι αυτό που θέλω να σου πω το πιο όμορφο απ΄ όλα, δεν στο ΄χω πει ακόμα»... Για τους ανθρώπους που αγαπώ είναι αυτό.

Διαβάστε ακόμη

Γιάννης Παππάς: «Οι Eυρωεκλογές δεν είναι επίδειξη επαναστατικής γυμναστικής»

Νίκος Παντελής: Ο κωμικός από τη Ρόδο, είναι το πιο «φρέσκο» πρόσωπο της ελληνικής stand-up σκηνής

Αυξημένοι οι ατμοσφαιρικοί ρύποι στο κέντρο της Ρόδου το καλοκαίρι

Άφησε την Αδελαΐδα για να μεγαλώσει την οικογένειά της στη Λαχανιά

Όλγα Κεφαλογιάννη: Το 2024 θα είναι ακόμα μία εξαιρετική χρονιά για τον ελληνικό Tουρισμό

Γ. Χατζής: Πρέπει να καθίσουμε όλοι σε ένα τραπέζι και να συνθέσουμε ένα εθνικό σχέδιο υποδομών

Αντώνης Ζερβός: Ξεκίνησε ως «παιχνίδι» και κατέληξε ως στοίχημα με τον εαυτό μου

Ο ελληνικός Τουρισμός χρειάζεται εθνικό σχέδιο για να διατηρηθεί στην κορυφή, δηλώνει ο Γιάννης Ρέτσος