Πως κατοικήθηκαν οι Λειψοί

Πως κατοικήθηκαν οι Λειψοί

Πως κατοικήθηκαν οι Λειψοί

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 883 ΦΟΡΕΣ

Μια συναρπαστική ιστορία 280 ετών από τον ομογενή Κωνσταντίνο Καλύμνιο

Της
Βίβιαν Μόρρις
από την εφημερίδα της Αυστραλίας “Νέος Κόσμος”

Ετοιμαστείτε για ένα συναρπαστικό ταξίδι που θα σας πάει τρεις αιώνες σχεδόν πίσω. Οδηγός ο ομογενής Κωνσταντίνος Καλύμνιος, από το Wollogong της Αυστραλίας, ο οποίος, εντελώς τυχαία, το 1991, είχε την ευκαιρία να βρεθεί σ΄ένα μονοπάτι του νησιού Λειψοί που θα τον οδηγούσε στο ξέφωτο όπου θα συναντούσε τους προγόνους πολλών δεκαετιών και θα τού αποκάλυπτε πώς, πριν 280 χρόνια, κατοικήθηκε για πρώτη φορά, το πανέμορφο αυτό νησί.

Ο Κωνσταντίνος Καλύμνιος, συγγραφέας του βιβλίου "Kalypso 1820 - The Secret Garden Unveiled", θα πει: "Νοιώθω πολύ περήφανος να σας φέρω χρόνια πίσω, στο νησί, σ' έναν μυστικό κήπο όταν η πόρτα του οποίου άνοιξε παρουσιάστηκε μια σχεδόν ξεχασμένη ιστορία. Μια ιστορία που ξεκινά από την Κρήτη και ολοκληρώνεται στην άλλη άκρη της γης. Πρόκειται για μια σειρά γεγονότων, ένα χρονολογικό αίνιγμα που ταξιδεύει μέσα σε παλιές εποχές, φωτίζοντας γενιές που πέρασαν και χάθηκαν. Επιπλέον, φωτίζει με τα πιο λαμπρά φώτα το μαγευτικό νησί της Καλυψώ (όπως λέγονταν οι Λειψοί τότε) και τους ανθρώπους της".
Αποδίδεται σε μορφή ημερολογίου, με τον συγγραφέα να δίνει την ουσία -όπως τη βλέπει ο ίδιος- κάθε κεφαλαίου, και μετά να βάζει τον καθένα από τους προγόνους-πρωταγωνιστές ιστορικών περιόδων - να αφηγούνται οι ίδιοι την προσωπική τους ζωή η οποία δένεται με σημαντικά ιστορικο-κοινωνικά γεγονότα.
Ας ακούσουμε, όμως, τον ίδιο: "Αυτό το οποίο πρόκειται να διαβάσετε, είναι μια αναφορά σε μοναδικούς ανθρώπους, των οποίων οι ιστορίες, οι αναμνήσεις και οι εμπειρίες, ζωντανεύουν, ύστερα από εκατοντάδες χρόνια που έμειναν θαμμένες στη σιωπή. Επιτέλους, η ιστορία της οικογένειας Δασιμανάκη αποκτά μια φωνή που άξιζε να ακουστεί από τότε που γεννήθηκε".

...ΚΑΙ ΕΓΕΝΕΤΟ ΦΩΣ!
Υπάρχει μια τάξη στην αφήγηση, η οποία δεν αφαιρεί τίποτε από τη φρεσκάδα που τη χαρακτηρίζει και τη ζωντάνια που αποπνέει.
Διακρίνει κανείς απόλυτο σχεδόν σεβασμό στο χώρο και τον χρόνο που απαιτείται για να ολοκληρωθούν οι χαρακτήρες του. Ο ίδιος θα πει ότι πρόκειται για ένα γενεαλογικό δένδρο που η ανακάλυψή του γεννήθηκε από μια σειρά συμπτώσεων. Σύμπτωση το ταξίδι του στους Λειψούς, σύμπτωση και η διακοπή του ρεύματος ένα βράδυ που τον έφερε κοντά στη γιαγιά Ελένη απ' όπου γεννήθηκε και στη συνέχεια φούντωσε η επιθυμία, αλλά κυρίως η αίσθηση καθήκοντος, να φέρει στο φως μια ιστορία - αυτή της ίδιας της οικογένειάς του, ηλικίας 280 χρόνων!
"Στο νησί έγινε διακοπή ρεύματος. Αντί, όμως, να βυθιστεί στο απόλυτο σκοτάδι, θυμάμαι την αντανάκλαση εκατομμυρίων άστρων στο λιμάνι, μπροστά μας. Δεν εκινείτο τίποτε. Η επιφάνεια της θάλασσας ήταν σαν από γυαλί και έκανε φοβερή ζέστη. Ήταν 28ο. Η εμπειρία, σου έκοβε την ανάσα. Είχαμε την αίσθηση ότι πλέαμε στο διάστημα, περιβαλλόμενοι από άστρα, από παντού". Στη συνέχεια, χωρίς ν' αφήνει κενά στο δρόμο που τον έφερε στη γιαγιά Ελένη, μιλά για τη στιγμή που πήρε το πρώτο ερέθισμα, αλλά και πολύτιμο υλικό για το χτίσιμο του γενεαλογικού του δένδρου.

"Όταν μπήκα στο σπίτι και προχώρησα στο μπαλκόνι, η γιαγιά καθόταν εκεί μόνη της. Μια ζακέτα ήταν ριγμένη στους ώμους της και ένα κερί έριχνε το πορτοκαλί του φως στο τραπέζι δίπλα της. Η γιαγιά ατένιζε το χωριό και φαινόταν σαν να ήταν βυθισμένη στις δικές της σκέψεις, σ' έναν κόσμο εντελώς δικό της".
"...για ώρες συνεχίστηκε η συζήτηση και η γιαγιά ξετύλιγε μπροστά μου αμέτρητες ιστορίες για την οικογένειά μας, που μεταδόθηκαν από γενιά σε γενιά, σχηματίζοντας ένα μοναδικό οικογενειακό δέντρο".
Δεν σταμάτησε εκεί, όπως περιγράφει: "... την επόμενη μέρα άρχισα να εξερευνώ τα πάντα. Να μιλώ με τα αδέλφια της γιαγιάς, τους θείους και τις θείες, έναν-έναν, τους απογόνους των πρωτοπόρων που πάτησαν σ' αυτό το νησί, δεκάδες και δεκάδες χρόνια πριν. Κατέγραψα αναρίθμητες ιστορίες και αναφορές στην εποχή εκείνη.
Μετά, άρχισα να μιλώ με πάρα πολλούς από τους ντόπιους, άτομα που περίμεναν με ανυπομονησία να μου μιλήσουν. Ηλικιωμένοι μεν, πρόθυμοι όμως να διηγηθούν πολύ παλιές ιστορίες. Ιστορίες οι οποίες, σαν κομμάτια μωσαϊκού, πήραν τη θέση τους σε μια χρονολογική σειρά γεγονότων που σχημάτισαν την ιστορία του νησιού. Μια ιστορία που ποτέ, όπως μου έχουν πει, δεν ερευνήθηκε τόσο διεξοδικά και δεν γράφτηκε ποτέ".

Η ΡΙΖΑ ΣΤΑ ΣΦΑΚΙΑ
Η ρίζα του δέντρου βρίσκεται στα Σφακιά, όταν εν έτει 1830 γεννιέται ο γιος του Γιακουμή Δασιμανάκη, Νικόλας.
Ο Γιακουμής είναι ο πρώτος στον οποίο ο συγγραφέας δίνει φωνή για να μιλήσει για τη γέννηση, των παιδιών και τι σημαίνει για τους γονείς, για τις αξίες της εποχής και για τον τόπο που λάτρεψε, τα Σφακιά, καθώς και τους λόγους που τον ανάγκασαν να τον εγκαταλείψει.
Στο τρίτο κεφάλαιο, ο συγγραφέας, περνά το νήμα της αφήγησης, στον γιο του Γιακουμή, Νικόλα, ο οποίος φέρει στους ώμους του και όλη την ευθύνη της φυγής από τα πατρογονικά εδάφη.
"... Αρχίσαμε να πλέουμε βόρεια. Τα Σφακιά ήταν τώρα πίσω μας. Μακριά ήταν τώρα ο πόνος, η απανθρωπιά και σκληρότητα, το κυριότερο όμως όλων, είχαμε σωθεί. Μας κυνηγούσαν. Γι' αυτό και χρειάστηκε να φύγουμε μακριά. Όσο πιο μακριά ήταν δυνατόν.
Κάτω στην καμπίνα ήταν η οικογένειά μου, αγκαλιασμένοι ο ένας με τον άλλον. Γεμάτοι απορία και αγωνία για το μέλλον, που φάνταζε μπροστά μας γεμάτο αβεβαιότητα. Δεν υπήρχαν χαμόγελα, ούτε κουβέντες και γέλια που χαρακτήριζαν την οικογένειά μου. Όλοι ήταν κατάκοποι, φοβισμένοι, χωρίς καμιά απολύτως ελπίδα για το μέλλον".

Με ζωντάνια περιγράφει το ξεκίνημα της οικογένειας στο ακατοίκητο, μέχρι τότε, νησί.
"Σε χρόνο μηδέν, το νησί και η σπηλιά έγιναν ο καινούργιος, υπέροχος κόσμος μας. Ήταν ο κρυφός μας παιχνιδότοπος, όπου ζούσαμε με απλότητα και ασφάλεια. Απέραντες εκτάσεις, κοιλάδες, βουνά και ακρογιαλιές που για χιλιάδες χρόνια ήταν εκεί σωπηλά, ξαφνικά ξύπνησαν και γέμισαν από χαρούμενες φωνές, όπως τα ανακαλύπταμε, το ένα μετά το άλλο. Στην αρχή, όταν φθάσαμε εκεί φθινόπωρο, δεχτήκαμε κατάσαρκα όλη τη σφοδρότητα των στοιχείων της φύσης, ιδιαίτερα όταν ζούσαμε στη σπηλιά. Δεν υπήρχε τρόπος να προφυλαχθούμε από το διαπεραστικό κρύο”, η κατάσταση δε επιδεινώθηκε, όσο προχωρούσε ο χειμώνας.
Η ειρωνεία ήταν, ότι δραπετεύσαμε από την Κρήτη, δεν υπήρχε όμως τρόπος να δραπετεύσουμε από τον χειμώνα, ακόμη και μέσα στη σπηλιά".

ΠΝΕΥΜΑ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑΣ
Τα πρώτα στάδια της ζωής των προγόνων του συγγραφέα στους Λειψούς, όσο κι' αν υπήρξαν σκληρά, διαπνέονται από μία αύρα αισιοδοξίας και δύναμης.
"Ποτέ δεν άκουσα, έστω και ένα μέλος της οικογένειας να παραπονεθεί" συνεχίζει την αφήγησή του ο Νικόλας Δασιμανάκης.
"Αντίθετα, όλοι ήταν πράοι, υπομονετικοί και ζούσαν ειρηνικά και αρμονικά. Από τη μέρα που φύγαμε από τα Σφακιά, δεν πέρασε ούτε μια μέρα ο ένας μακριά από τον άλλον. Περισσότερο από ποτέ, είχαμε γίνει τώρα μια σφιχτά δεμένη οικογένεια. Επικοινωνούσαμε αρμονικά ο ένας με τον άλλον, σχηματίσαμε δε ένα δεσμό που ήταν δυνατός και μοναδικός. Αυτό το δέσιμο, σε συνδυασμό με μια έντονη αισιοδοξία, κουράγιο και αποφασιστικότητα, μας έδωσε τη δυνατότητα να επιβιώσουμε και να υπερνικήσουμε όλα αυτά τα εμπόδια τα οποία φαινόταν πραγματικά ανυπέρβλητα. Κατορθώσαμε δηλαδή να μετατρέψουμε το αδύνατο σε δυνατό και να ζήσουμε για οχτώ ολόκληρους μήνες στην σπηλιά που έγινε το σπίτι μας".
Ένα χρόνο αργότερα, την Άνοιξη του 1821, χτίζεται, από την οικογένεια Δασιμανάκη, το πρώτο σπίτι στο νησί. Εδώ, τονίζεται και και το στοιχείο της απομάκρυνσης των μελών της οικογένειας που φέρνει συχνά η απόκτηση άνεσης.

"Μαζί με τον Ηλία (αδελφός του Νικόλα), διαλέξαμε ένα επίπεδο κομμάτι γης πάνω στο λόφο που πρόσφερε μια μοναδική θέα στο φυσικό λιμάνι του νησιού.
Εκεί ο Ηλίας, με βοήθησε να χτίσω το σπίτι για την οικογένειά μου και μετά, τον βοήθησα να χτίσει κι εκείνος το δικό του. Παρ' ότι ήταν μια ευχάριστη εμπειρία, την ίδια ώρα όμως ήταν και λυπηρή. Λυπηρή, από την πλευρά, ότι οι οικογένειές μας, μετά από τόσους μήνες μαζί, στη σπηλιά, θα έπρεπε τώρα, να ζήσουν χωριστά. Περάσαμε τόσα μαζί, ενωμένοι και ξέραμε πάρα πολύ καλά, πως όταν θα πηγαίναμε στα δικά μας σπίτια, το δέσιμο αυτό, αναγκαστικά, θα κοβόταν σε κάποιο βαθμό".

ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ
Με την ίδια προσήλωση και σεβασμό στην ιστορία και τα βιώματα των προγόνων του που ερεύνησε για δύο σχεδόν δεκαετίες, ο συγγραφέας φθάνει και στο κλαδί του οικογενειακού δέντρου που είναι πλησιέστερα στον ίδιο, τη μητέρα του, Δέσποινα Καλύμνιου.
"Όπως χιλιάδες άλλες γυναίκες, η Δέσποινα ήλθε στην Αυστραλία πολύ νέα, χωρίς καν να γνωρίζει τη γλώσσα, αποφασισμένη να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για μια νέα αρχή.
Όπως θα δείτε παρακάτω, η μητέρα μου συνάντησε δυσκολίες, αβεβαιότητα και φόβο, κατανοητό βέβαια, αφού ερχόταν σε μία νέα χώρα. Κατόρθωσε, εντούτοις, να αποκτήσει -και να επιδείξει- πίστη, δύναμη και αποφασιστικότητα, προκειμένου να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία αυτή που της παρουσιαζόταν και να επιτύχει τους στόχους της.

Η γενναιότητά της έλαμψε και κατά τη γνώμη μου η μητέρα μου μετέτρεψε την πρόκληση να μεταναστεύσει, σε επιτυχία. Από την άφιξή της, ξεκίνησε μια καινούρια ζωή η οποία της πρόσφερε ανεκτίμητες ευκαιρίες οι οποίες, πριν, μόνο στη φαντασία της μπορούσαν να υπάρξουν. Μπορούσε κάλλιστα να είχε επιλέξει να μείνει στην Ελλάδα. Δέχτηκε όμως την πρόκληση να αρχίσει μια νέα ζωή στα ξένα".
Το βιβλίο του Κωνσταντίνου Καλύμνιου το οποίο σύντομα θα επανεκδοθεί, αποτελεί ένα πολύτιμο ιστορικο κοινωνικό ντοκουμέντο το οποίο θέλγει τον αναγνώστη με τη ζωντάνια της αφήγησης, την πειστικότητα του λόγου και τη συνέπεια με την οποία χτίζει με ευσυνειδησία, σεβασμό και προσήλωση στην αλήθεια, το οικογενειακό του δέντρο.

Διαβάστε ακόμη

Χρήστος Γιαννούτσος: Τελικά ψηφίζουμε στις Ευρωεκλογές με κριτήριο την πολιτική ή το lifestyle;

Ηλίας Καραβόλιας: Το αφανές κόστος του δυνητικού

Θεόδωρος Παπανδρέου: Διορθωτικές παρεμβάσεις στο Αναλυτικό και Ωρολόγιο πρόγραμμα του Δημοτικού Σχολείου

Γιατί να ψηφίσουμε στις Ευρωπαϊκές εκλογές του 2024;

Στην Ηλιούπολη για τα μπαράζ ανόδου ο ΠΑΟΚ Ρόδου

Ηλίας Καραβόλιας: Παγκόσμια ημέρα βιβλίου

Δρ. Μελίνα Φιλήμονος - Τσοποτού: Τα νησιά, τα μουσεία και οι φύλακες

Σπύρος Συρόπουλος: "Δωριέας: Ο αρχιτέκτονας του πολιτικού μεγαλείου μιας διαχρονικής πόλης"