Βρούχος, Κωσταρίδης εις θάνατον διά κατασκοπείαν

Βρούχος, Κωσταρίδης εις θάνατον διά κατασκοπείαν

Βρούχος, Κωσταρίδης εις θάνατον διά κατασκοπείαν

Pοδούλα Λουλουδάκη

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 2572 ΦΟΡΕΣ

Το χρονικό της σύλληψης, η εκτέλεση από τους Γερμανούς, τα τελευταία λόγια τους, από την μοναδική εν ζωή αδελφή του Μιχάλη Βρούχου κ. Πόπη Βρούχου-Χρυσοχόου

Στη μαρμάρινη πλάκα είναι χαραγμένο το εξής επίγραμμα: «Στις 20 Σεπτεμβρίου 1944 εκτελέστηκαν εδώ από τους Γερμανούς οι Γιώργος Κωσταρίδης και Μιχάλης Βρούχος, άνδρες που είχαν το θάρρος και ήξεραν το χρέος τους προσφέροντας στην πατρίδα το πιο ακριβό που μπορούσαν να δώσουν»! Καταδικάστηκαν εις θάνατον «δια συνδρομήν προς την υπηρεσίαν πληροφοριών του εχθρού οι κατηγορούμενοι: Κωσταρίδης, Βρούχος, και οι τρεις Ιταλοί Ρεμόττι, Λέβιτς, Τσελλίνι. Επίσης οι κατηγορούμενοι Δενδρινός, Γέροντας, Χατζηγεωργίου, εις δεκαετή κάθειρξην. Ωστόσο για παραδειγματισμό εκτελέστηκαν κι αυτοί όταν δραπέτευσαν κάποιοι από τις σκληρές φυλακές της Μέγκαβλης και οι Γερμανοί προχώρησαν σε αντίποινα! Για τους τρεις αυτούς δεν θα μιλήσουμε σήμερα, τα ιστορικά στοιχεία είναι καταγεγραμμένα άλλωστε. Σήμερα παραμονή 28ης Οκτωβρίου θα θυμηθούμε την εκτέλεση Βρούχου-Κωσταρίδη μέσα από την αφήγηση της μοναδικής εν ζωή αδελφής του Μιχάλη Βρούχου της κ. Πόπης Βρούχου-Χρυσοχόου. Οκτώ-εννιά χρονών ήταν αλλά θυμάται και κανείς στην οικογένεια δεν την άφησε να ξεχάσει. Σύμφωνα με τα καταγεγραμμένα ιστορικά στοιχεία πρώτα έπιασαν τον Ιταλό Ρεμόττι ο οποίος βασανίστηκε και μίλησε. Έδωσε τα ονόματα όσων γνώριζε. Δύο ακόμη Ιταλών και των Βρούχου και Κωσταρίδη. Τους εκτέλεσαν όλους, ως κατάσκοπους. Όμως «τον θάνατον στον πόλεμον τιμήν τον έχουν όλοι»… Ήσασταν μεγάλη οικογένεια, πως ζούσε αυτή η οικογένεια της Ρόδου πριν την εκτέλεση του Μιχάλη Βρούχου; Δέκα άνθρωποι στο σπίτι. Οκτώ παιδιά, τέσσερα αγόρια, τέσσερα κορίτσια, μεγάλη οικογένεια, σωστή. Ζούσε μαζί μας κι η μία αδελφή της γιαγιάς μας η Παρασκευούλα, έντεκα. Εγώ η πιο μικρή! Από την αδελφή μου τη μεγάλη είχα 20 χρόνια διαφορά, με κάνανε το 1934. Νικόλαος Βρούχος ο πατέρας μου, Παρασκευή Παλιού η μητέρα μου. Μέναμε στο σπίτι στο Νιοχώρι και τα καλοκαίρια σ΄ έναν πύργο στα Τριάντα, έτσι τους λέγανε λόγω του σχήματός τους και του πάνω ορόφου, κι όχι επειδή ήταν μεγάλοι. Ήταν μπροστά στη θάλασσα εκεί που είναι σήμερα το ξενοδοχείο «Ιξιά». Μέσα στον πόλεμο τον πούλησε ο πατέρας μου. Όσα παιδιά γεννιόντουσαν χειμώνα γεννιόντουσαν στο Νιοχώρι, εμείς του καλοκαιριού γεννηθήκαμε στα Τριάντα. Ποια ήταν τ’ αδέλφια; Ήμασταν η Χριστίνα, ο Κώστας, ο Σάββας, ο Μιχάλης, η Αμαλία, η Μαρίκα, ο Γιώργος κι εγώ η Πόπη. Σήμερα δεν είναι κανείς εν ζωή. Η τελευταία μου αδελφή η Αμαλία, πέθανε στην Αθήνα πριν δύο χρόνια, στα 87 της. Πιο νωρίς απ΄ όλους πέθανε ο Κώστας στα 54 του. Ο Σάββας τελείωσε το Γυμνάσιο και το ιταλικό και το ελληνικό, σπουδαίος μαθητής, του έδιναν υποτροφία να πάει να σπουδάσει στην Ιταλία και δεν πήγε, έπρεπε να βοηθήσει την οικογένεια. Ήταν τότε που εκτέλεσαν τον Μιχάλη. Ο Μιχάλης τι άνθρωπος ήταν, τι θυμάστε από κείνον; Ο Μιχάλης δεν πρόλαβε να τελειώσει το σχολείο γιατί οι Ιταλοί έκλεισαν τα ελληνικά σχολεία, κι άρχισε να δουλεύει σ΄ έναν Ιταλό ως ραδιοτεχνίτης. Έμαθε να διορθώνει ραδιόφωνα, ήξερε τα εξαρτήματα. Τότε έφτιαξε και τον ασύρματο, μπήκε στο Κλιμάκιο, κι ο ρόλος του ήταν αυτός του ασυρματιστή. Δούλευε στο Μαντράκι, έμαθε την τέχνη, κι όταν έφυγε ο Ιταλός το αγόρασε το μαγαζί, κι έγινε δικό του. Τον θυμάστε; Ήταν όπως όλα μου τα αδέλφια, τρυφερός και προς τη μαμά μας που της είχε αδυναμία και προς όλους μας. Ήταν όμορφος! Η μαμά μας ήταν τρυφερή γυναίκα, παρά τα οκτώ παιδιά όλους μας έλεγε με τα χαϊδευτικά. Όταν τον εκτέλεσαν μια βδομάδα μετά πέρασε ένα φορτηγό από το δρόμο που είχε μέσα ένα νεαρό ο οποίος έμοιαζε στο Μιχάλη. Καθόμασταν έξω, κι η μαμά μας έβαλε φωνή μεγάλη… τη θυμάμαι αυτή τη φωνή. Ένα μήνα μετά έπεσε στο κρεβάτι. Εκτέλεσαν τον Μιχάλη Σεπτέμβρη του 1944, κι εκείνη πέθανε το Μάιο του 1945, στα 52 της. Γνώριζε η οικογένεια τη δράση του; Ότι ήταν στο ελληνικό κατασκοπευτικό κλιμάκιο που στεγαζόταν στη Σπηλιά της Μονολίθου, ότι χειριζόταν τον ασύρματο… Ήμουν μικρή, ξέρω όμως ότι τα δύο τελευταία χρόνια δεν ερχόταν τα βράδια στο σπίτι, τουλάχιστον όσο εγώ ήμουν ξύπνια δεν τον έβλεπα. Έλεγε ότι δούλευε. Κανένας δεν ήξερε για τις κινήσεις του, δεν ξέρω τ΄ αγόρια αν ήξεραν. Υπήρχε μεγάλη κίνηση στο σπίτι, πολύς κόσμος, έλειπε ένας, αλλά δεν έβλεπα ανησυχία. Η ανησυχία η μεγάλη ξεκίνησε όταν συνέλαβαν τον Κωσταρίδη και ψάχνανε τον Μιχάλη. Πού τον έψαξαν; Ήρθαν στο σπίτι όχι στο Νιοχώρι, σ΄ αυτό είχε πέσει βόμβα των Ιταλών, το 1940. Νύχτα ήταν κοιμόμασταν, όπως ήμασταν την ίδια στιγμή φύγαμε όλο το τσούρμο, εγώ τότε ήμουν έξι χρονών, θυμάμαι που με σηκώσανε στα χέρια και τρέχανε. Ούτε στον πύργο ήμασταν, δεν μας χωρούσε πια, μας παραχώρησε η Μαρίτσα Βενετοκλή ένα νεοκλασικό πάνω στο δρόμο στην Ιξιά, εκεί ήρθαν οι Γερμανοί. Ξημερώματα, βροντούσαν την πόρτα, ξύπνησε όλη η οικογένεια. Ήταν πολλοί... Πρόλαβε κάποιος να μου πει εμένα την πιο μικρή αν ζητήσουν το Μιχάλη να τους πω ότι είναι στο χωριό, κι ότι έχει δουλειά! Ούτε πιο είναι το χωριό μου είπαν ούτε τι δουλειά. Οι Γερμανοί μας έβαλαν έναν-έναν μέσα σ΄ ένα δωμάτιο και ρωτούσαν «πού είναι ο Μιχάλης», ακόμα κι εμένα που ήμουν 8 χρονών. Σε μια στιγμή τους βλέπω να κρατούν τις δυό μεγάλες μου αδελφές τη Χριστίνα και την Αμαλία και να τις παίρνουν. Φώναζε η μαμά μου, φώναζε ο μπαμπάς μου “πάρτε εμένα”, τίποτα αυτοί. Εγώ να κλαίω και να κλαίνε και όλοι οι άλλοι. Ήταν φυλακισμένος κι ο άλλος αδελφός σας, γιατί; Έλειπε κι ο Κώστας τον είχανε στη φυλακή για άλλο λόγο. Όταν θέλανε αυτοί λόγο βρίσκανε, ήτανε μήνες μέσα, δεν θυμάμαι πόσο. Όταν πήραν και τις αδελφές μου μείναμε από τα παιδιά μόνο ο Σάββας, η Μαρίκα, ο Γιώργος κι εγώ. Τότε μάθαμε γιατί τον ψάχνουν! Τις αδελφές μου τις κράτησαν δύο μέρες, δεν τις βασάνισαν, το έκαναν για να παραδοθεί ο Μιχάλης. Και παραδόθηκε. Ποια ήταν η κατηγορία; Κατασκοπεία εις βάρος του γερμανικού στρατού και υπέρ των ʼγγλων. Με τον Κωσταρίδη είχαν σχέσεις, κοινή δράση, το γνωρίζατε; Είχαμε σχέσεις με την οικογένεια Κωσταρίδη. Ο αδελφός μου ο Κώστας δούλευε στο μαγαζί του πατέρα Κωσταρίδη και αργότερα παντρεύτηκε την αδελφή του Γιώργου Κωσταρίδη που εκτελέστηκε. Δεν έλεγε τίποτα ο Μιχάλης, με ποιους βρισκόταν, τι κάνανε… Ο Κωσταρίδης ήταν πιο εκδηλωτικός, ο Μιχάλης όχι. Τι έγινε μετά; Μάθαμε ότι ο Μιχάλης παραδόθηκε. Τον πήγαν στη φυλακή που ήταν κι ο Κώστας, (πίσω από το δήμο σήμερα), πρόλαβαν και αγκαλιάστηκαν. Μετά τον έβαλαν στην απομόνωση. Για τέσσερις- πέντε μέρες στο σπίτι υπήρχε θρήνος. Όταν έγινε το δικαστήριο και αποφασίστηκε η εκτέλεση η μαμά εμένα και το Γιώργο, τους δύο μικρότερους, μας έβαλε πάνω σε άμαξα και πήγαμε στον Γερμανό διοικητή να τον παρακαλέσει για τον Μιχάλη. Δεν θυμάμαι τι έγινε εκεί. Ο πατέρας μου μαζί με τον Σάββα πήγαν στις φυλακές Καζέρμα Ρεγγίνα (στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου σήμερα), αλλά τον είχαν μεταφέρει τον Μιχάλη σε άλλες φυλακές για να είναι μαζί με τον Κωσταρίδη. Εκείνο το πρωί τους είχαν εκτελέσει στη θέση «Μπελ Πάσο» (στα οικόπεδα της ΚΑΙΡ, εκεί που σήμερα υπάρχει μνημείο), αλλά ο πατέρας μου δεν το ήξερε. Πριν πάρουν τον Μιχάλη για το απόσπασμα έγραψε κάποιες λέξεις για την οικογένειά του και έδωσε το γράμμα στον στρατιωτικό παπά για να το παραδώσει. Το έκανε; Το γράμμα αυτό το έδωσαν στον μπαμπά μου. Δυό-τρία λόγια έγραψε και τα μάτια του μπαμπά μου γεμίσαν δάκρυα. «Αγαπημένοι μου γονείς σας παρακαλώ να με συγχωρέσετε για τη μεγάλη λύπη που σας προξενώ. Όταν μπήκα σ’ αυτή την υπόθεση ήξερα ποιο θα είναι το τέλος μου. Παπά (έτσι λέγαμε τον μπαμπά μας) εσύ μ’ έμαθες ότι πάνω απ’ όλα τιμιότερων και σεβαστότερων εστίν η Πατρίς. Χριστίνα, Κώστα, Σάββα, Αμαλία, Μαρίκα, Γιώργο, Πόπη, σας φιλώ όλους. Να προσέχετε τη μαμά». Καζέρμα Ρεγγίνα 20 Σεπτεμβρίου 1944, ο υιός σας Μιχάλης… Καταλαβαίνετε τι ήταν αυτό για τον πατέρα μου όταν το διάβασε. Η μητέρα σας; Εκείνη δεν είχε ακούσει, αλλά είχε καταλάβει τι ήταν αυτό που έδωσαν στον πατέρα μου. Δεν άντεξε, ο πόνος της ο μεγάλος ήταν που δεν τον πήρε νεκρό να του κάνει ένα τάφο, να του πηγαίνει λουλούδια… Λίγους μήνες μετά έγινε η συνθηκολόγηση. Εμένα για δυό χρόνια που πήγαινα σχολείο μου φόραγαν μαύρα. Τον πατέρα μου τον θυμάμαι με τα γένια χρόνια, η μαμά πέθανε σε λίγους μήνες. Με μεγάλωσε η μεγάλη μου αδελφή, αλλά και με την Αμαλία είχα δέκα χρόνια διαφορά και με τη Μαρίκα οκτώ…

Διαβάστε ακόμη

Ελευθερία Βασιλειάδη - Άθενα: "Τα προβλήματα των μηχανικών βρίσκονται πέρα και πάνω από τα κόμματα"

Ιάκωβος Γρύλλης: Το ΤΕΕ Δωδεκανήσου χρειάζεται ένα νέο ξεκίνημα

Χατζής (πρόεδρος ΠΟΞ): Ποιότητα δεν σημαίνει μόνο τετράστερα ή πεντάστερα ξενοδοχεία

Δήμαρχος Μεγίστης: «Έχουμε ανάγκη για έναν τουλάχιστον γιατρό γενικής ιατρικής»

Βάιος Καλοπήτας: «Εμείς παλεύουμε για το νησί μας κι εκείνοι παλεύουν για τις καρέκλες τους»

Ο 89χρονος Ροδίτης που έχει 6 παιδιά, 66 εγγόνια και δισέγγονα

Γιάννης Παππάς: «Οι Eυρωεκλογές δεν είναι επίδειξη επαναστατικής γυμναστικής»

Νίκος Παντελής: Ο κωμικός από τη Ρόδο, είναι το πιο «φρέσκο» πρόσωπο της ελληνικής stand-up σκηνής