Λεξιστορείν: Το χάσμα!
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 190 ΦΟΡΕΣ
Με τη λέξη χάσμα κυριολεκτικά ονομάζουμε ένα βαθύ ρήγμα στη γη. Μεταφορικά ως χάσμα χαρακτηρίζουμε κάθε ευρύ άνοιγμα ή απόσταση (π.χ. χάσμα γενεών).
Η λέξη χάσμα προέρχεται από το ρήμα χάσκω/χαίνω= ανοίγω έντονα.