Μ. Τεχνίτης: Τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας αποτυπώνουν μία γενικότερη κρίση της κοινωνίας

Μ. Τεχνίτης: Τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας αποτυπώνουν μία γενικότερη κρίση της κοινωνίας

Μ. Τεχνίτης: Τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας αποτυπώνουν μία γενικότερη κρίση της κοινωνίας

Ελευθερία Πελλού

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 763 ΦΟΡΕΣ

Υπάρχει αύξηση και στην περιοχή μας, όπως τονίζει ο δικηγόρος Μάνος Τεχνίτης

Μία άκρως επίκαιρη και ενδιαφέρουσα συνέντευξη που αφορά την έμφυλη και ενδοοικογενειακή βία, παραχώρησε ο γνωστός δικηγόρος κ. Μάνος Τεχνίτης, στη «Ροδιακή».

Δυστυχώς τα τελευταία δύο χρόνια, καταγράφεται αύξηση τέτοιων περιστατικών, τα οποία σε αρκετές περιπτώσεις είχαν δραματική κατάληξη για τα θύματα. Η αύξηση επίσης των περιστατικών γυναικοκτονίας, οι οποίες πλέον από την αρχή του έτους αριθμούν τις 13 στη χώρα μας (μία εκ των οποίων σημειώθηκε στο νησί μας), έχουν προκαλέσει έντονο προβληματισμό και ανησυχία.

Ο κ. Τεχνίτης, υποψήφιος Διδάκτωρ Νομικής Σχολής Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, με μεταπτυχιακό Εγκληματολογίας από τη Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου, τακτικός Επιστημονικός Συνεργάτης στο Κέντρο Μελέτης του Εγκλήματος, συντονιστής έκδοσης του Crime Times.gr, περιοδική επιθεώρηση ποινικού δικαίου και εγκληματολογίας, και Διδάσκων στο Μητροπολιτικό Κολέγιο, Σχολή ψυχολογίας σε συνεργασία με το University of East London, κλήθηκε να απαντήσει σε μία σειρά ερωτήσεων που απασχολούν ιδίως το τελευταίο διάστημα με την αύξηση περιστατικών έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, τόσο τοπικά όσο και σε πανελλαδικό επίπεδο.

«Υπάρχει αύξηση περιστατικών βίας στην περιοχή μας, πόσο μας επηρεάζει «ο φόβος του εγκλήματος» στην καθημερινότητά μας, υπάρχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που φέρουν οι άνθρωποι που επιδεικνύουν ή πρόκειται να επιδείξουν παραβατική συμπεριφορά και πώς μπορούμε να προφυλαχθούμε» είναι μερικά από τα ερωτήματα που τέθηκαν στον κ. Τεχνίτη.

Τα τελευταία χρόνια πληροφορούμαστε όλο και περισσότερο για περιστατικά βίας, διαφόρων μορφών, στην περιοχή μας. Είναι πράγματι έτσι και αν ναι, πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η αύξηση;
Η Ρόδος πράγματι την τελευταία περίοδο έχει τραβήξει τα φώτα πάνω της, κυρίως λόγω των δολοφονιών γυναικών και μάλιστα από πρώην ή νυν συντρόφους. Η εκδήλωση περιστατικών βίας αποτυπώνει μια γενικότερη κρίση της κοινωνίας, όμως το κίνητρο και το πλαίσιο κάθε εγκληματικής πράξης μπορεί να διαφέρει.

Όμως, η δημοσίευση περιστατικών βίας από τα ΜΜΕ δεν σημαίνει αυτόματα ότι αυτά έχουν αυξηθεί και αυτό χρειάζεται να τονιστεί. Στην εγκληματολογία υπάρχει ο όρος “crime waves”, που χρησιμοποιείται αναφορικά με την εσφαλμένη αίσθηση ότι υπάρχει αύξηση εγκληματικότητας, ενώ στην πραγματικότητα είτε ήταν συγκυριακό, είτε σχετίζεται με το τρόπο που τα ΜΜΕ προβάλλουν τις ειδήσεις.

Επίσης, τα περιστατικά βίας είναι μια μεγάλη ομπρέλα που μπορεί να περιλαμβάνει πολλών ειδών αξιόποινες πράξεις, οπότε ποικίλλει και η σοβαρότητά τους ως προς τις συνέπειες, αλλά και σε σχέση με το πώς αυτές προσλαμβάνονται από τους πολίτες. Σαφώς, κάθε είδους παραβατική ή εγκληματική πράξη έχει τη σημασία της, όμως χρειάζεται να εξετάζεται ανάλογα με τη φύση της. Παραδείγματος χάριν, η δολοφονία μιας γυναίκας δεν μπορεί να εξεταστεί πλάι σε μια κλοπή.

Κάθε φορά, λοιπόν, που ξετυλίγεται μια ιστορία δολοφονίας μιας γυναίκας παρατηρούμε ότι πριν από την κορύφωση της βίας, υπήρχαν κι άλλα περιστατικά ή συμπεριφορές από τη μεριά του δράστη που δείχνουν ότι δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό ή τουλάχιστον δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Εκεί, λοιπόν, χρειάζεται να σταθούμε και να δούμε πως η βία συνήθως έχει μια ακολουθία. Επίσης, οποιοσδήποτε γίνεται μάρτυρας βίαιων περιστατικών καλό θα ήταν να μιλάει, να καταγγέλλει κι από εκεί και πέρα και οι αρχές να κάνουν σωστή έρευνα, χωρίς παραλείψεις.

Αρκετές φορές, οι γυναίκες που βρίσκονται σε μια κακοποιητική σχέση δεν έχουν υποστηρικτικό περιβάλλον και γι’ αυτό οποιοσδήποτε που αντιλαμβάνεται μια τέτοια κατάσταση έχει τη δύναμη να βοηθήσει.

Πόσο, κατά τη γνώμη σας, επηρεάζει τη ζωή μας «ο φόβος του εγκλήματος», ανεξάρτητα από το αν είχαμε ποτέ εμπλακεί σε τέτοιου είδους υποθέσεις και με δεδομένο ότι είμαστε μία «κλειστή» κοινωνία;
Ο φόβος του εγκλήματος είναι μια έννοια που δεν συναρτάται πάντοτε με τα επίπεδα εγκληματικότητας μιας περιοχής. Για παράδειγμα, εγώ μπορεί να φοβάμαι μήπως πέσω θύμα ληστείας στην περιοχή που μένω, όμως αν κοιτάξει κανείς τα στατιστικά εγκλημάτων της περιοχής μπορεί οι ληστείες να είναι ελάχιστες ή και ανύπαρκτες.

Βέβαια, υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που επηρεάζουν τον φόβο του εγκλήματος όπως: αν έχει ξαναϋπάρξει θύμα, το γεγονός ότι κάποιος αισθάνεται ευάλωτος (λόγω ηλικίας, φύλου, εθνικότητας κ.λπ.) και διάφορα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά μιας περιοχής (π.χ. μειωμένος φωτισμός, εγκαταλελειμμένα κτήρια).

Δίπλα σε όλα αυτά, σίγουρα κομβικό ρόλο διαδραματίζουν και τα ΜΜΕ, ως την κύρια πηγή πληροφόρησης.

Η υπερπροβολή περιστατικών βίας, η εμμονή με τις λεπτομέρειες ενός ακραίου εγκλήματος και η αναπαράστασή τους σαν να πρόκειται για θρίλερ, διαστρεβλώνει πολλές φορές την αντίληψη του κοινού για την εγκληματικότητα γενικότερα. Πρέπει να τονιστεί ότι ο φόβος αυτός, που πυροδοτείται από διάφορους παράγοντες, διαμορφώνει τις στάσεις των πολιτών, που ως απόρροια θα είναι περισσότερο τιμωρητικές, ενώ μπορεί να στοχοποιούν συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων που θεωρούνται «επικίνδυνες».

Το γεγονός ότι η Ρόδος είναι μια κλειστή κοινωνία λειτουργεί σε δύο επίπεδα. Από τη μια πλευρά, λειτουργεί αρνητικά, ως προς τον φόβο του εγκλήματος, διότι «νιώθω το έγκλημα πιο κοντά μου» απ’ ό,τι πραγματικά είναι. Στην πραγματικότητα, όμως, λειτουργεί θετικά, διότι σε περιοχές, όπως η Ρόδος, τα επίπεδα παραβατικότητας είναι, λόγω κοινωνικής συνοχής, χαμηλότερα σε σχέση με τις μεγάλες πόλεις, όπου οι κάτοικοι είναι άγνωστοι μεταξύ αγνώστων.

Υπάρχουν τρόποι προφύλαξης – προστασίας από περιστατικά βίας και ποιοι είναι αυτοί;
Δεν υπάρχει κάποιο εγχειρίδιο, ούτε συγκεκριμένη συνταγή για το πώς να προστατευτούμε από περιστατικά βίας. Μάλιστα, εμείς, ως πολίτες, επ’ ουδενί δεν πρέπει να επωμιστούμε αποκλειστικά την ευθύνη της προστασίας μας και άρα το φταίξιμο, εάν θυματοποιηθούμε.

Το σημαντικό είναι η πρόληψη. Στην εγκληματολογία μιλάμε για δύο ειδών προλήψεις: την ποινική και την κοινωνική. Η ποινική αφορά την ορθή εφαρμογή των νόμων με την επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες, ώστε να αποτελεί παραδειγματισμό για εν δυνάμει παραβάτες.

Η κοινωνική, αφορά τη γενική πρόληψη μέσα από τη σωστή διαπαιδαγώγηση και την κοινωνικοποίηση των μελών μιας κοινωνίας, ώστε να ενισχύονται οι παράγοντες που θα κρατούν κάποιον μακριά από το έγκλημα. Εδώ εντάσσεται και η περιστασιακή πρόληψη, δηλαδή η τοποθέτηση φυσικών εμποδίων, όπως τα συρματοπλέγματα, οι κάμερες, οι συναγερμοί και διάφορα άλλα συστήματα ασφαλείας. Εδώ το βάρος πάλι μετακυλίεται στον πολίτη και ουσιαστικά θέλει να αποτρέψει, όχι το έγκλημα εν γένει, αλλά τη δική του θυματοποίηση. Λαϊκά μιλώντας, όποιος πληρώνει, προστατεύεται, όποιος δεν έχει λεφτά, γίνεται «εύκολη λεία».

Επίσης, αναφορικά με τις πιθανότητες να καταστεί κάποιος θύμα, παίζει σημαντικό ρόλο ο τρόπος ζωής και η καθημερινότητά του. Για παράδειγμα, οι παρέες που κάνει, οι σύντροφοι που επιλέγει, τα μέρη που διασκεδάζει και φυσικά ο τρόπος που προστατεύει τον εαυτό του. Να το πω απλά, αυτός που επισκέπτεται μπαρ στα οποία συχνάζουν «παραβατικοί» είναι πιθανότερο να μπλεχτεί έστω και άθελά του σε έναν καβγά. Κοινώς, αυτό που μας λέγαν οι παππούδες μας «πρόσεχε τα μέρη που πηγαίνεις» είναι απολύτως σωστό.

Κάνοντας έναν γρήγορο απολογισμό, διαπιστώνουμε ότι στην πλειονότητα των εγκλημάτων (σεξουαλικών, πάθους, ενδοοικογενειακής βίας κ.α.) ο φερόμενος ως «δράστης» είναι άνδρας. Ισχύει πράγματι αυτό και αν ναι, πού πιστεύετε ότι οφείλεται;
Αν μιλήσουμε στατιστικά, με βάση τα ετήσια στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ., πράγματι οι συλληφθέντες είναι ως επί το πλείστον άνδρες και αυτό είναι κάτι που ισχύει διαχρονικά. Και αν μιλήσω από εμπειρία ως δικηγόρος, στα ποινικά ακροατήρια όντως οι περισσότεροι κατηγορούμενοι είναι άνδρες.

Τώρα, αν μιλήσουμε για συγκεκριμένα είδη εγκλημάτων, χρειάζεται κι εκεί να δούμε τα στοιχεία. Για παράδειγμα, σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, πράγματι καταγράφονται περισσότεροι άνδρες δράστες. Αυτό πάλι σχετίζεται με πολλούς παράγοντες, κοινωνικούς και ψυχολογικούς. Παραδείγματος χάριν, ο εγκλεισμός στο σπίτι λόγω τον απανωτών «λοκντάουν» έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για την αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας και αυτό αποτυπώθηκε και σε ερευνητικό επίπεδο. Όμως, πολλές φορές οι δράστες είναι βίαιες προσωπικότητες ανεξαρτήτως συνθηκών.

Η βία των ανδρών προς τις γυναίκες μπορεί να πάρει πολλές μορφές και να έχει ποικίλα κίνητρα, ενίοτε να σχετίζεται και με μια αίσθηση ανωτερότητας (μυϊκής, επαγγελματικής, κοινωνικής, οικονομικής) προς αυτές. Στον αντίποδα, για πολλά χρόνια, συνηθίζαμε να αντιμετωπίζουμε τις γυναίκες μόνο ως θύματα, αφού με βάση βαθιά ριζωμένα στερεότυπα, θεωρούμε τη «γυναίκα εγκληματία» ως μη-γυναίκα, διότι δήθεν το έγκλημα δεν ταιριάζει με τη γυναικεία φύση, άποψη βέβαια εντελώς σεξιστική.

Από την άλλη, η αλήθεια είναι ότι και το έγκλημα είναι σε ένα μεγάλο βαθμό ανδροκρατούμενο. Ακόμα και στο οργανωμένο έγκλημα πολύ σπάνια θα βρεθεί γυναίκα σε υψηλόβαθμη θέση. Επίσης, αν το δούμε και από κοινωνικής απόψεως, οι γυναίκες έχουν λιγότερες ευκαιρίες να εγκληματίσουν σε σχέση με τους άνδρες ακόμα και στα οικονομικά εγκλήματα. Όταν οι άνδρες είναι εκείνοι που βρίσκονται στις υψηλόβαθμες θέσεις στον ιδιωτικό τομέα, είναι λογικό να είναι και περισσότεροι οι άνδρες δράστες οικονομικών εγκλημάτων.

Τέλος, για να συνδέσω το ζήτημα με την προηγούμενη ερώτηση, το πρόβλημα στις μέρες μας είναι ότι πράγματι οι γυναίκες νιώθουν τρομερά ευάλωτες ως εν δυνάμει θύματα, κάτι που τους επιφέρει ανασφάλεια και άγχος και κατ’ επέκταση έχει ως αποτέλεσμα κοινωνικούς τριγμούς.


Υπάρχουν στοιχεία που μπορούν να μας οδηγήσουν σε ενδείξεις ότι κάποιος – με τον οποίο πιθανώς και να συναναστρεφόμαστε- μπορεί να εμφανίσει μελλοντική παραβατική συμπεριφορά;
Δυστυχώς και ευτυχώς, η παραβατική συμπεριφορά δεν μπορεί να προβλεφθεί μαθηματικά. Ωστόσο, όπως είπα και παραπάνω, η εκδήλωση μιας βίαιης και ακραίας συμπεριφοράς, όπως ο βιασμός ή η ανθρωποκτονία, αποτελεί συχνά την κορύφωση μιας σειράς βίαιων περιστατικών. Μπορεί η δολοφονία μιας γυναίκας από τον σύζυγό της να είναι αποτέλεσμα μιας συστηματικής κακοποίησης, που όμως δεν είχε φτάσει μέχρι τώρα να γίνει τόσο ακραία. Όταν υπάρχει συστηματική εκδήλωση βίαιης συμπεριφοράς, τότε θα πρέπει να ανησυχήσει όσους συναναστρέφονται με αυτό το άτομο. Έχει, λοιπόν, να κάνει με τη συμπεριφορά και σίγουρα δεν μπορεί να προβλεφθεί, αλλά σίγουρα μπορεί να εντοπιστεί προτού φτάσει σε οριακό σημείο.

Στα εγκλήματα βίας μεταξύ συντρόφων, που απασχολούν περισσότερο και τους συμπολίτες μας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι πολύ σημαντικό για το ευάλωτο μέρος της σχέσης να είναι περισσότερο «υποψιασμένο». Μικρές ή φαινομενικά ακίνδυνες συμπεριφορές όπως κάποιες εκρήξεις θυμού, κτητικότητα, υπερβολική ζήλια ή κακώς εννοούμενη «αρρενωπότητα» που εκφράζεται με επιθετικότητα (ο τύπος που είναι πάντα έτοιμος να τσακωθεί), καθώς και ο τρόπος ζωής που ρέπει προς την αυτοδιακινδύνευση και τις εξαρτήσεις (κατανάλωση αλκοόλ, χρήση ουσιών, τζόγος, ταχύτητα στον δρόμο), πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπ’ όψιν.
Στα παραπάνω μπορούμε να συμπεριλάβουμε και άλλες ενδείξεις, όπως ότι το πρόσωπο αυτό δυσκολεύεται να έχει μια σταθερή δουλειά, έχει κακές σχέσεις με τους γονείς του ή κάνει παρέα με άτομα τα οποία είναι γνωστά για την παραβατική τους συμπεριφορά.

Όντας και δικηγόρος, πιστεύετε ότι ο τρόπος απονομής της δικαιοσύνης σε τέτοιου είδους υποθέσεις, δικαιώνει το «θύμα» ή ακόμη και το κοινό αίσθημα.
Η αλήθεια είναι ότι στη χώρα μας, μετά τη διάπραξη ενός εγκλήματος, η περισσότερη σημασία κατά την απονομή της δικαιοσύνης δίνεται στον δράστη. Και συνήθως, μια ικανοποίηση που περιμένουμε να πάρει το θύμα είναι η καταδίκη του. Η επιβολή μιας αυστηρής ποινής και η πολυετής φυλάκιση όμως, δεν είναι γεγονότα που θα απαλλάξουν το θύμα, από την εμπειρία και τις επιπτώσεις της θυματοποίησής του. Εκτός δε τούτου, η ιστορία έχει δείξει ότι από ένα πλαίσιο αυστηρότητας και πάνω, η αυστηροποίηση της ποινής δεν αποτρέπει την τέλεση του εγκλήματος.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι τα θύματα εγκληματικών ενεργειών χρειάζονται άλλου είδους στήριξη από την Πολιτεία, που δεν έχουν πια να κάνουν με την ποινή του δράστη, αλλά με την παροχή ψυχολογικής βοήθειας και κάθε είδους βοήθειας, ανάλογα με τις ανάγκες του. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα είναι μεν σημαντικό, από την άλλη δεν μπορεί να λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο απονομής της Δικαιοσύνης, όπου οι εκπρόσωποι της αποφασίζουν με πολύ συγκεκριμένα κριτήρια και βάσει νόμου.
Αυτό, όμως, που προσωπικά εντοπίζω ως κάτι πολύ θλιβερό, είναι η ψυχική ταλαιπωρία που υφίσταται πολλές φορές το θύμα από τη στιγμή που θα καταγγείλει το έγκλημα έως και την τελεσίδικη καταδίκη. Ως εμπλεκόμενο μέρος, του ζητείται κατάθεση προανακριτικά, στον πρώτο βαθμό εκδίκασης και στο δεύτερο βαθμό εκδίκασης. Προσθέστε τώρα και τις ενδιάμεσες αναβολές στην εκδίκαση, καθώς και ότι το θύμα πρέπει κάθε φορά να ανακαλεί τις λεπτομέρειες του εγκλήματος. Το θύμα πολλές φορές καταλήγει να μετανιώνει που αποφάσισε να μπει στη διαδικασία να καταγγείλει το έγκλημα.

Δύο από τα περιστατικά που σημειώθηκαν στο νησί μας και που έχουν απασχολήσει και σε πανελλαδικό επίπεδο το τελευταίο διάστημα, έχουν να κάνουν με μορφή βίας. Και αναφέρομαι στη δολοφονία της 32χρονης εκπαιδευτικού στο Ροδίνι από τον 40χρονο πρώην φίλο της, ο οποίος και στη συνέχεια αυτοκτόνησε, αλλά και στην περίπτωση του 8χρονου κοριτσιού που οι αρχές βρίσκονται ακόμη σε έρευνες για το αν τελικά κακοποιήθηκε ή όχι.Θα θέλαμε ένα δικό σας σχόλιο.
Είναι δύο πολύ διαφορετικές μεταξύ τους περιπτώσεις. Όσον αφορά το θλιβερό περιστατικό της δολοφονίας της 32χρονης κοπέλας από τον πρώην σύντροφο, που έγραψε τέλος με την αυτοχειρία του δεύτερου, από τα σχετικά ρεπορτάζ, μάθαμε ότι ο δράστης είχε και στο παρελθόν εμπλοκή με τις αρχές και είχε εκφράσει ξανά βίαιη συμπεριφορά. Άρα, επιβεβαιώνει δυστυχώς όσα αναφέραμε παραπάνω, πως πολλές φορές η ανθρωποκτονία είναι η κορύφωση μιας γενικότερης κακοποιητικής συμπεριφοράς.

Όσον αφορά το δεύτερο περιστατικό, θα αρκεστώ να πω ότι η «κλειστή κοινωνία» που αναφέρατε, έχει μια μεγαλύτερη ευθύνη αφού είναι η ίδια παράγοντας κοινωνικού ελέγχου. Συνήθως είναι αρκετοί αυτοί που γνωρίζουν αλλά ελάχιστοι αυτοί που μιλούν. Ο Έλληνας έχει ακόμη μέσα του «τον φόβο του ραγιά» και την ανησυχία του «μη με πουν ρουφιάνο». Αν θέλουμε πράγματι να αλλάξει κάτι, πρέπει να υποψιαζόμαστε, να μιλάμε και να καταγγέλλουμε τέτοιου είδους περιστατικά.

Διαβάστε ακόμη

Ελευθερία Βασιλειάδη - Άθενα: "Τα προβλήματα των μηχανικών βρίσκονται πέρα και πάνω από τα κόμματα"

Ιάκωβος Γρύλλης: Το ΤΕΕ Δωδεκανήσου χρειάζεται ένα νέο ξεκίνημα

Χατζής (πρόεδρος ΠΟΞ): Ποιότητα δεν σημαίνει μόνο τετράστερα ή πεντάστερα ξενοδοχεία

Δήμαρχος Μεγίστης: «Έχουμε ανάγκη για έναν τουλάχιστον γιατρό γενικής ιατρικής»

Βάιος Καλοπήτας: «Εμείς παλεύουμε για το νησί μας κι εκείνοι παλεύουν για τις καρέκλες τους»

Ο 89χρονος Ροδίτης που έχει 6 παιδιά, 66 εγγόνια και δισέγγονα

Γιάννης Παππάς: «Οι Eυρωεκλογές δεν είναι επίδειξη επαναστατικής γυμναστικής»

Νίκος Παντελής: Ο κωμικός από τη Ρόδο, είναι το πιο «φρέσκο» πρόσωπο της ελληνικής stand-up σκηνής