Δρ. Ιωάννης Βολανάκης: Κούμινον το κύμινον (Cuminum cyminum), κοινώς κύμινο

Δρ. Ιωάννης Βολανάκης: Κούμινον το κύμινον (Cuminum cyminum), κοινώς κύμινο

Δρ. Ιωάννης Βολανάκης: Κούμινον το κύμινον (Cuminum cyminum), κοινώς κύμινο

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 962 ΦΟΡΕΣ

Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Ελλάδας

Γράφει o
Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης
Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων

Το Κούμινον το κύμινον (Cuminum cyminum), κοινώς κύμινο, αρτυσία ή αρτυσιά (Κύπρος), είναι γνωστό και ως καμούν, τζίρα ή τζέρα κ.λπ. Η ονομασία αυτού κύμινον είναι αρχαιότατη και απαντά για πρώτη φορά στην Μυκηναϊκή γραμμική συλλαβική γραφή Β (β΄ μισό της δεύτερης χιλιετηρίδας π.Χ.), ως “ku-mi-no”. Φαίνεται ότι για τους αρχαίους κατοίκους της Μινωϊκής Κρήτης το κύμινο αποτελούσε σπουδαιότατο προϊόν. Επίσης οι αρχαίοι Αιγύπτιοι το εχρησιμοποιούσαν ευρύτατα, τόσο ως καρύκευμα, όσο και ως συντηρητικό κατά τη διαδικασία της μουμιοποίησης των νεκρών.

Οι αρχαίοι Σουμέριοι ονόμαζαν το κύμινο “gamun”, οι Ακκάδιοι “kamuenu”, οι Εβραίοι “kammon”, οι Ρωμαίοι “cuminum”, οι ΄Αραβες “kammuen”. Οι Γερμανοί σήμερα το ονομάζουν “Κuemmel” και οι ΄Αγγλοι “cumin”, ονόματα, τα οποία προέρχονται προφανώς από την λατινική ονομασία “cuminum”.


Γνωστή είναι η φράση, η οποία χρησιμοποιείται και σήμερα «ώσπου να πεις κύμινο» και σημαίνει κάτι που γίνεται ταχύτατα.


Το κύμινο ανήκει στην Συνομοταξία Αγγειόσπερμα (Angiosperms), στην Ομοταξία Ευδικοτυλήδονα (Eudicots), στην Τάξη Αστερίδες (Asterids), στην Οικογένεια Απιίδες (Apiaceae), στο Γένος Κούμινον (Cuminum) και στο Είδος Κύμινον (Cyminum).
Το κύμινο είναι φυτό, το οποίο απαντά ως αυτοφυές από τις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου Θαλάσσης έως και την Ινδία. Επειδή οι σπόροι αυτού χρησιμεύουν και ως τροφή των άγριων πτηνών, το κύμινο απαντά σε άγρια μορφή σε πολλές ακόμη χώρες του κόσμου, έχει δε διαπιστωθεί ότι σποραδικά φύεται και μέχρι τις νήσους της Μεγάλης Βρετανίας.


Σήμερα το κύμινο καλλιεργείται μεταξύ άλλων και στις επόμενες χώρες : Ινδία, Κίνα, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν, Ιράν, Τουρκία, Συρία, Αίγυπτο, Μαρόκο, Μεξικό, Χιλή κλπ. Πρόκειται για φυτό ποώδες, μονοετές (ύψους 0,30 – 0,50 μ.), με ένα λεπτό και λείο στέλεχος, το οποίο είναι διακλαδισμένο. Έκαστος κλάδος έχει δύο ή τρεις υποκλάδους.

΄Ολοι οι κλάδοι φθάνουν περίπου στο ίδιο ύψος, ώστε η κόμη αυτού να εμφανίζεται κανονική και ομοιόμορφη. Το στέλεχος του κυμίνου έχει πράσινο χρώμα. Τα φύλλα του είναι πολυσχιδή (μήκους 0,05-0,10 μ.), πτεροειδή ή διπλοπτεροειδή, με νηματόμορφα φυλλάρια. Τα άνθη αυτού είναι μικρά, λευκά ή ροζ και είναι διατεταγμένα κατά σκιάδια.


Οι καρποί του κυμίνου είναι πλευρικοί, ατρακτοειδείς ή ωοειδείς, αχαίνια (διαστ. 4-5 χιλιοστών), οι οποίοι περιέχουν δύο μερικάρπια με έναν μόνο σπόρον. Οι σπόροι του κυμίνου έχουν οκτώ κορυφογραμμές, με κανάλια ελαιοφόρα. Αυτοί έχουν σχήμα επίμηκες, με ραβδώσεις κατά μήκος και χρώμα κίτρινο-καστανό.

Συστατικά κυμίνου
Κύρια συστατικά του κυμίνου είναι τα εξής: το κυμένιο (p-Cymene), η Ceminaldehyde και τα τερπενοειδή (Terpenoids), τα οποία έχουν αντιοξειδωτικές, αντιμικροβιακές και αντιμυκητιακές ιδιότητες.

Χρήσεις
Το κύμινο κυρίως χρησιμοποιείται ως καρύκευμα σε φαγητά : σε διάφορα κυρίως πιάτα, σε σαλάτες, σούπες κ.λπ.

Φαρμακευτικές ιδιότητες
Στα σανσκριτικά το κύμινο ονομάζετο : “jina ή jeera” = αυτό, το οποίο βοηθεί στην πέψη, το ευστόμαχο.
Στο σύστημα «Αγιουρβέδα», οι αποξηραμένοι σπόροι του κυμίνου, ακέραιοι ή αλεσμένοι, χρησιμοποιούνται ποικιλοτρόπως, τόσο για εσωτερική, όσο και για εξωτερική χρήση. Από αυτούς παρασκευάζεται αφέψημα. Πιστεύεται, ότι η χρήση αυτού ενισχύει την όρεξη, αρωματίζει την αναπνοή, ενισχύει την αντίληψη της γεύσης, βοηθεί την όραση, ενισχύει τη σωματική δύναμη και ευνοεί τη γαλουχία.


Επίσης θεωρείται αντιπυρετικό, χρησιμοποιείται κατά της διάρροιας, κατά του εμέτου, κατά του φουσκώματος της κοιλιάς, θεραπεύει διάφορα οιδήματα και επιλόχιες διαταραχές κ.λπ. Επίσης, σύμφωνα με νεότερες έρευνες, διαπιστώθηκε ότι, το κύμινο βελτιώνει την έκκριση σιέλου και ανακουφίζει από διάφορες διαταραχές του πεπτικού συστήματος.

Αρχαία Γραμματεία
Το κύμινο αναφέρεται συχνά σε αρχαία κείμενα. Ενδεικτικά αναφέρονται οι ακόλουθες περιπτώσεις :
Α) Παλαιά Διαθήκη
1) «Σπείρει μικρόν μελάνθιον και κύμινον» (Ησαίας 28, 25).
2) «Το δε κύμινον μετά άρτου βρωθήσεται» (Ησαϊας 28, 28).


Β) Καινή Διαθήκη


«Ουαί υμίν Γραμματείς και φαρισαίοι υποκριταί, ότι αποδεκατούτε το ηδύοσμον και το άνηθον και το κύμινον» (Ματθαίου 23, 23).
Με τα λόγια αυτά ο Ιησούς Χριστός στηλιτεύει την ανθρώπινη γενικά υποκρισία, όπου οι άνθρωποι δίνουν μεγάλη σημασία στα μικρά και επουσιώδη και παραβλέπουν τα μεγάλα και ουσιώδη.


Γ) Θεόφραστος ο Ερέσιος
1)«Γυμνοσπέρματα δε των λαχάνων πολλά, καθάπερ άνηθον, κορίαννον, άνησον, κύμινον, μάραθον και έτερα πλείω».


(Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 1, 11, 2).
2)«Τα δε σπέρματα διαφέρει τοις σχήμασι. Τα μεν γαρ πλείστα στρογγύλα, τα δε προμήκη, τα δ΄ αυ πλατέα και φυλλώδη, καθάπερ τα της αδραφράξεως. ΄Ομοιον γαρ του σιλφίου. Τα δε στενά και γραμμώδη, καθάπερ του κυμίνου».
(Θεόφραστος, έ.α., 7, 3, 2).


3) « Το δ΄ υποφυόμενον ευθύς εκ της ρίζης τω κυμίνων και τω βουκέρω το αιμόδωρον καλούμενον, μάλλον ιδία».
(Θεόφραστος, έ.α., 8, 8, 5).
Δ)Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος ή ο Αναζαρβεύς
«1)59.Κύμινον το ήμερον
Ευστόμαχον και τούτου μάλλον το Αιθιοπικόν, όσπερ Ιπποκράτης (V 490 L) βασιλικόν εκάλεσεν. Δευτερεύει δε το Αιγύπτιον, είτα το λοιπόν. Φύεται δε εν Γαλατία και Σπανία και εν Κιλικία και εν άλλοις πλείστοις τόποις.


Δύναμιν δε έχει θερμαντικήν, ξηραντικήν, στυπτικήν, αρμόζουσαν προς στρόφους και εμπνευματώσεις εγκλυζόμενον εφθόν συν ελαίω και καταπλασσόμενον συν ωμή λύσει.
Δίδοται δε και ορθοπνοϊκοίς συν οξυκράτω, θηριοδήκτοις δε συν οίνω, διδύμων τε φλεγμοναίς αρήγει συν σταφίδι και αλεύρω ερεγμίνω ή κηρωτή επιτεθέν. Επέσχει δε και ρουν γυναικών και τας εκ μυκτήρων αιμορραγίας συν όξει λείον προσενεχθέν. Τρέπει δε και χρώτα επί το ωχρότερον πινόμενόν τε και επιχριόμενον.
60.Κύμινον άγριον


Φύεται μεν πλείστον και ενεργέστερον εν Καρχηδόνι της Σπανίας, καυλίον σπιθαμιαίον, λεπτόν έχον, φυλλάρια τέσσαρα ή πέντε λεπτά, οιονεί πεπρισμένα την κατάσχισιν ως γογγύδιον. Κεφάλια δε επ΄ άκρου πέντε ή εξ στρογγύλα, μαλακά έχει, εν οις ο καρπός αχυρώδης, γευομένω δε δριμύτερος του ημέρου. Φύεται εν γεωλόφοις.


Πίεται δε το σπέρμα προς στρόφους και εμπνευματώσεις συν ύδατι, συν όξει δε λυγμούς παύει, προς δε τα ιοβόλα και πλάδον στομάχου συν οίνω. Αίρει δε και υπώπια <δια>μασηθέν και καταπλασθέν συν μέλιτι και σταφίδι, φλέγμονάς τε διδύμων ιάται μετά των αυτών καταπλασσόμενον.


61. ΄Εστι δε και έτερον γένος αγρίου κυμίνου, εμφερές τω ημέρω. Εξ εκάστου δε άνθους αφίησι κεράτια μετέωρα, εν οις έστι σπέρμα όμοιον μελανθίω.
Τούτο πινόμενον προς ερπετοδήκτοις άριστον αλέξημα. Βοηθεί και στραγγουριώσι και λιθιώσι και αίματος θρόμβους ουρούσιν. Επιπινέτωσαν δε σελίνου σπέρμα».
(Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής ΙΙΙ, 59, 1-2 έως ΙΙΙ, 61).-
Ε) Γαληνός ο Περγαμηνός


«Επί δε των εξαίφνης ήχων όξος μετά ροδίου έγχεε <εις τα ώτα> ή κύμινον και έλαιον».
(Γαληνός, Περί συνθέσεως φαρμάκων 12, 644, 6).
ΣΤ) Ψευδο-Γαληνός
«Κύμινον και έλαιον ως μέλιτος πάχος ποιήσας έγχει <εις τα ώτα>».
(Ψευδο-Γαληνός, Περί ευπορίστων, 14, 332, 12).

Λαϊκή Ιατρική
1)«Εις βοήν ωτίου
Μέλι, ξύδι και σαπούνι ένοσον, στάξον εις το αυτί ζεστά, κύμινον, απήγανον ροδόλαδον, και ξύδι ένοσον, ζέστανέ τα, στάξε εις το οτίον».
(Ν. Εμμ. Παπαδογιανάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αιώνα, [Ρέθυμνο 2001], σ. 70).


2) «Εις χοιρόλαιμον, ήγουν κόρακα
Εις ένα νεράντζι μέσα βάλε κύμινον, ψήσον καλά και βάλε έξωθεν του λαιμού».
(Ν. Εμμ. Παπαδογιαννάκης, έ.α., σ. 78-79).
3)Εις καρδιόπονον και κοιλιόπονον
«Όταν πιάσι τον άνθρωπον πόνος εις την καρδίαν και εις την κοιλίαν και τον σφάζη, κύμινον κοπάνησον και βάλε μέλι, ανακάτοσον να φάγι <ο πάσχων>».
(Ν. Εμμ. Παπαδογιαννάκης, έ.α, σ. 90).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ι. Ηλ. Βολανάκης, Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Δωδεκανήσου, περιοδικό «ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ», τ. ΚΔ΄ (Ρόδος 2010), σ. 712-749.
Ν. Εμμ. Παπαδογιαννάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αιώνα (Ρέθυμνον 2001), σ. 164.


Ευ. Φραγκάκι, Η Δημώδης Ιατρική της Κρήτης (Αθήναι 1978).
Γ. Χριστόπουλος (Επιμέλεια), Εκδοτική Αθηνών (Αθήνα 1990).
Βotanica. Das Abc der Planzen. 10.000 Arten in Text und Bild (Koeln 1998), σ. 308.
R. Scheppelmann, Flora Graeca. Sibthorpiana, Volksausgabe, Edition Kentavros, (Hamburg 2017).

Διαβάστε ακόμη

Φίλιππος Ζάχαρης: Ίχνη στα βάθη του χρόνου

Χρήστος Γιαννούτσος: Η (Νέα) Δημοκρατία ο χαμένος των Ευρωεκλογών

Γιάννης Παρασκευάς: "Ευρωπαϊκή Ένωση: Ο μεγάλος χαμένος των εκλογών"

Φώτης Κωστόπουλος: Σκέψεις για τη Νέα Αγορά

Φίλιππος Ζάχαρης: Κίνδυνος για την Ευρώπη τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών

Νότης Μαριάς: Να δοθεί άδεια για την εκτέλεση της απόφασης του Διστόμου για τις γερμανικές αποζημιώσεις

Λευτέρης Γλεντής: Χρηματοδοτικά εργαλεία για τις μεγάλες τουριστικές επενδύσεις, ο ρόλος του ΤΕΕ

Κοσμάς Σφυρίου: Η πλευρά των ηττημένων και η πλευρά των νικητών στις Ευρωεκλογές της 9ης Ιουλίου