17 Νοεμβρίου 1973: Αφιέρωμα στο Πολυτεχνείο

17 Νοεμβρίου 1973: Αφιέρωμα στο Πολυτεχνείο

17 Νοεμβρίου 1973: Αφιέρωμα στο Πολυτεχνείο

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1245 ΦΟΡΕΣ

Τα σημερινά «Κείμενα» είναι αφιερωμένα στην επέτειο του ξεσηκωμού της νεολαίας στο Πολυτεχνείο. Στη θυσία και τον αγώνα των νέων, θυσία που ήταν το πρώτο και μάλιστα μεγάλο ρήγμα, στο σκοτάδι που πλάκωνε τη χώρα «απ’ άκρου εις άκρον» όπως καυχιόταν ο δικτάτορας.

Τόγραψε ο Θουκυδίδης αιώνια και πανανθρώπινη παρακαταθήκη: ότι θεμέλιον της ευτυχίας είναι η ελευθερία, και της ελευθερίας η ευψυχία [Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δε ελεύθερον το εύψυχον. Θουκ. Β 43 μτφ Ελ. Βενιζέλου]. Άρχισε λοιπόν, μετά τη θυσία να φωτίζει, να κλονίζεται η αθλιότητα που επιβλήθηκε από το ’67 στην Πατρίδα, έχει γραφεί άλλωστε: Δεν υπάρχει πόλη που να είναι πιο άθλια, από αυτήν που έχει τυραννικό πολίτευμα [ Ότι τυραννουμένη μεν (πόλις) ουκ έστιν αθλιωτέρα. Πλατ. Πολιτεία 576 Ε]

Χρειάσθηκε όμως, για νάρθει το φως, για να χαράξει, να ματώσει η Πατρίδα μας «χρειάσθηκε» η θυσία της Κύπρου μας, που η πληγή της είναι ακόμη ανοιχτή, μισόν αιώνα τώρα, για να επιβεβαιωθεί ο Γ. Σεφέρης, που έγκαιρα προειδοποίησε, αλλά δεν εισακούσθηκε.

Με όπλο, κινητήρια δύναμη την ελευθερία, έκτοτε, καταφέραμε πολλά, - θα μπορούσαμε ασφαλώς περισσότερα- πίσω δεν πήγαμε, για να επιβεβαιωθεί η ρήση του ιερού Αυγουστίνου: «προτιμώ μίαν ταραχώδην ελευθερίαν, από μίαν ήρεμον δουλείαν».

Τα σημερινά κείμενα περιλαμβάνουν αποσπάσματα από το άρθρο του αείμνηστου καθηγητή μου Βασίλη Φίλια: «Το Πολυτεχνείο», την επιστολή του Γιάννη Κομνηνού πατέρα του Διομήδη, με τίτλο «Σκέπτομαι τη μάνα του...» που δημοσιεύθηκε στην Εφημ. «Τα Νέα» στις 17 Νοεμβρίου 1975.

Ακολουθούν κείμενα που αξιολογούν «Το Πολυτεχνείο» και καταγράφουν τη σημασία και την επίδρασή του στα χρόνια που ακολούθησαν, πρώτο στη σειρά το κείμενο του Μάριου Πλωρίτη με τίτλο «Τα Σύμβολα και τα Έμβολα» [εφημ. «Το Βήμα της Κυριακής» 16.11.1975], το ποίημα του Μανόλη Αναγνωστάκη «Φοβάμαι» που δημοσίευσε η εφημ. «Αυγή» τον Νοέμβριο του 1983. Στη συνέχεια παρατίθεται το κείμενο του Μίμη Ανδρουλάκη με τίτλο «Ο κίνδυνος μιας γενιάς που λησμονεί το “χθες”» και ολοκληρώνουμε με το κείμενο του Μάνου Χατζηδάκι «Πολιτικές τελετουργίες ή το τραπέζι του Ινδιάνου», κείμενο επίκαιρο, «πικρό» και αληθινό.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΓΓΕΛΗΣ

Βασίλη Φίλια: Το Πολυτεχνείο
(«Ελευθεροτυπία», 13.11.1975)

Τρεις μέρες υπολείπονται ως τη δεύτερη επέτειο του Πολυτεχνείου. Πέρυσι, ένα εκατομμύριο Έλληνες σε μια γιγάντια εκδήλωση υποκλίθηκαν μπροστά σ’ αυτούς τους νέους ανθρώπους, που είχαν τη δύναμη και την τόλμη ν’ αρνηθούν τις πραγματικότητες του φασισμού και τις «ρεαλιστικότητες» των πολιτικά, ψυχικά και ηθικά ηττημένων δυνάμεων του κόσμου, που είχε σαρώσει σε μια νύχτα η 21η Απριλίου 1967.

Σήμερα, ένα χρόνο μετά, οι δήμιοι του Πολυτεχνείου κάθονται στα εδώλια των κατηγορουμένων και τα θύματα παρελαύνουν σε μια ατελεύτητη σειρά, δείχνοντας τις τρύπες από τις σφαίρες, τις πληγές, τα τραύματα και τα σπασμένα κόκκαλα από το φοβερό τριήμερο, που κούνησε συθέμελα το καθεστώς της επταετίας.

Κρίκοι σε μια αλυσίδα χωρίς τέλος από ατομικές τραγωδίες, που αφήνουν τα εκατομμύρια των Ελλήνων, που έζησαν απ’ έξω σαν θεατές, όχι σαν πρωταγωνιστές τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Υπάρχει ένας κίνδυνος στην υπόθεση αυτή, που θέλουμε να επισημάνουμε. Ο κίνδυνος να ξεχαστεί το μεγάλο δράμα της ιστορίας μέσα από τον κυκεώνα των ατομικών τραγωδιών.

Ο κίνδυνος να παραγνωριστεί ή να μπει σε δεύτερο πλάνο το γεγονός ότι το Πολυτεχνείο είναι και θα παραμείνει μεγάλη στιγμή της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Και η αλήθεια αυτή δεν επιτρέπεται να συγκαλυφθεί-συνειδητά ή ασυνείδητα- από την τραγικότητα της ανθρώπινης μοίρας, που ακολουθεί αναπόσπαστα κάθε μεγάλο ιστορικό σπασμό.

Ούτε οι αναθυμιάσεις από το Απριλιανό έλος της προδοσίας και της κτηνωδίας, πρέπει να μας εμποδίσουν να διακρίνουμε σωστά και να καταλάβουμε το παιχνίδι, που παίχθηκε εκείνες τις κρίσιμες μέρες. Μέχρι την ώρα του Πολυτεχνείου, η διαμάχη γύρω από την εξουσία και μέσα στην ίδια τη Χούντα και έξω από αυτή, ήταν διαμάχη κορυφής. Παπαδόπουλος και Ιωαννίδης, σκληροί και μαλακοί μέσα στη Χούντα από τη μια μεριά.

Γεφυροποιοί από τον Μαρκεζίνη ως τον Αβέρωφ στη μέση. Οι αντιπολιτευόμενοι και αντιστασιακοί κύκλοι όλων των αποχρώσεων στην άλλη άκρη. Και πίσω από όλους και από όλα, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι, «προστάτες», «φίλοι» και «σύμβουλοι» που επιχειρούσαν ο καθένας για λογαριασμό του να επηρεάσουν την πορεία των πραγμάτων προς την ή την β κατεύθυνση.

Η αντιπολίτευση και η αντίσταση βρίσκονταν σε ολοκληρωτική αδυναμία και πλήρη σύγχυση. ΟΙ οργανωτικές δομές των αντιστασιακών οργανώσεων βρίσκονταν ακόμα μετά από αλλεπάλληλα χτυπήματα σε σπαργανώδη κατάσταση, ανίκανες να εκμεταλλευτούν το κύριο ατού που είχαν στα χέρια τους, την εχθρότητα του λαού προς το καθεστώς. Ανίκανες να στρέψουν αυτό το τρομακτικό απόθεμα της οργής, που υπήρχε διάχυτο σ’ όλα τα στρώματα του λαού σε ενεργητικές μορφές αντίστασης κατά της δικτατορίας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το περίφημο επιχείρημα για «πολιτικοποίηση» του αγώνα εναντίον του καθεστώτος είχε κερδίσει έδαφος.

Τα νόμιμα μέσα
Τι εσήμαινε στην πραγματικότητα «πολιτικοποίηση»;
Εσήμαινε εγκατάλειψη κάθε μορφής παράνομης πάλης και προσπάθεια υπονόμευσης της δικτατορίας με «νόμιμα» μέσα, δηλαδή στα περιθώρια, που υποχρεωνόταν – για λόγους σκοπιμότητας- ν’ αφήνει το καθεστώς. Με τον τρόπο αυτό φυσικά έμεναν οι πρωτοβουλίες τελείως στα χέρια των Απριλιανών.

Η αντιπολιτευόμενη ηγεσία μετά την αποτυχία της τελευταίας δυναμικής αναμέτρησης με τη Χούντα – το κίνημα του Ναυτικού – ασκούσε πιέσεις προς τους ισχυρούς «προστάτες», «φίλους» και την παγκόσμια κοινή γνώμη. Κι εκεί έμενε το πράγμα. Οι στόχοι του Παπαδόπουλου ήταν σαφείς και τους περνούσε με μεγάλη άνεση και από «θέσεως ισχύος». Και αυτός «πολιτικοποίηση» υποτίθεται ότι ήθελε. Αλλά «πολιτικοποίηση» πάνω σε προκαθορισμένες γραμμές, που τις είχε ξεκαθαρίσει στο «Σύνταγμά» του.

Στρατός ανεξέλεγκτος και επικυρίαρχος, εξωτερική πολιτική και άμυνα στα στιβαρά χέρια του Προέδρου της Δημοκρατίας, συνδικαλισμός κατευθυνόμενος από τη γενική Ασφάλεια και τα κόμματα κάτω από τον εξουσιαστικό έλεγχο του «Συνταγματικού Δικαστηρίου». Κατά τα άλλα, πλήρης Δημοκρατία, ακόμα και νομιμοποίηση του Κομμουνιστικού Κόμματος – το μεγάλο δόλωμα – έτσι μας διαβεβαίωνε ο «πρωθυπουργός» Σπύρος Μαρκεζίνης.

Τέλειο σκηνικό, θαυμάσια μεθόδευση. Ο Παπαδόπουλος κινούσε τα νήματα, οι μαριονέττες χόρευαν. Το παιχνίδι είχε αρχίσει να γίνεται «φορσέ», δηλαδή υποχρεωτικό, για τις αντιπολιτευόμενες δυνάμεις, από την ώρα, που κι αυτές στην πλειοψηφία τους ζητούσαν «πολιτικοποίηση». Τι θέλετε να γίνει; Έλεγαν οι σοφοί αναλυτές.

Ο λαός δεν τους θέλει αλλά δεν κάνει τίποτε. Η νεολαία ενδιαφέρεται μόνο για ποδόσφαιρο, κοιτάτε τι γίνεται στα γήπεδα. Στο κάτω-κάτω νέο Βιετνάμ δεν θέλουμε εδώ. Αυτά και πολλά άλλα «λογικά» και «ρεαλιστικά» έλεγαν και ο Παπαδόπουλος περίμενε. Περίμενε τη στιγμή που δεν θ’ αργούσε νάρθει, που με σκυμμένο το κεφάλι, παρά τις πολλές «αντιρρήσεις» και τις ακόμα περισσότερες «επιφυλάξεις» θα περνούσαν ένας-ένας, εις φάλαγγα κατ’ άνδρα, οι αντιπολιτευόμενοι, εκτός από τους «τρελούς», το γεφυράκι, που είχε στήσει ο Μαρκεζίνης προς την «υγιά» Δημοκρατία παπαδοπουλικού τύπου.

Η νεολαία αρνήθηκε
Τι είχε να φοβηθεί ο Παπαδόπουλος από τους εκτός Χούντας αντιπάλους του; Τίποτα. Μέχρι την ώρα εκείνη δεν είχε κάνει κανένα σοβαρό πολιτικό λάθος. Δεν είχε χύσει αίμα, είχε «συγχωρέσει» τους κινηματίες του Ναυτικού, είχε αμνηστεύσει τους πολιτικούς κρατουμένους.

Η στρατηγική της αντιπολίτευσης ήταν να πείσουν τους ισχυρούς αυτού του κόσμου, ότι ο Παπαδόπουλος ήταν κακός κι έπρεπε να φύγει. Δεν ήταν ποτέ η οργάνωση μορφών πάλης εναντίον της δικτατορίας σε κλίμακα τέτοια, που θα την υποχρέωνε να κάνει πολιτικά λάθη στο εσωτερικό και το εξωτερικό, που θα την κλόνιζαν. Γι’ αυτό ο Παπαδόπουλος είχε χωρίς κόπο διατηρήσει αυτό, που το γερμανικό επιτελείο ονόμαζε «υπεροχή επιχειρήσεων». Έδινε δηλαδή πάντοτε τη μάχη εκεί και όταν αυτός ήθελε.

Έτσι είχαν τα πράγματα όταν άρχισαν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Παιδιά ουσιαστικά ακαθοδήγητα από τους κομματικούς και ιδεολογικούς φορείς, νέοι άνθρωποι, που ενηλικιώθηκαν μέσα στη δικτατορία κι έμαθαν να σκέφτονται παρά την ύπαρξής της αρνήθηκαν τους όρους του παιχνιδιού, αρνήθηκαν την «υπεροχή επιχειρήσεων» του απριλιανού στρατηγείου.

Αρνήθηκαν όχι μόνον την απάτη της δημοκρατικής μεταμφίεσης της δικτατορίας, αλλά και όλο εκείνο το κλίμα της ηττοπάθειας και των συμβιβασμών, που καλλιεργούσαν οι ηττημένες δυνάμεις του Απριλίου του 1967. Από τη στιγμή, που η άρνηση αυτή έγινε έμπρακτη πολιτική πράξη και πήρε μαζική διάσταση, η δικτατορία δέχθηκε αποφασιστικά χτυπήματα σ’ όλα τα κρίσιμα μέτωπα.

Το παιχνίδι της πολιτικής μεταμφίεσης μπλοκαρίστηκε και η δικτατορία υποχρεώθηκε να δείξει πάλι τα δόντια της. Το όπλο του τρόμου που ως τότε κρατούσε αποτελεσματικά καθηλωμένο και ακίνητο τον ελληνικό λαό, αχρηστεύθηκε. Ο λαός ξαναβρήκε μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα την αυτοπεποίθησή του, που είχε χάσει μετά την «αναίμακτη» επικράτηση του πραξικοπήματος και την αποτυχία των πολιτικών ηγεσιών να το προβλέψουν και ν’ αντιδράσουν έγκαιρα. Ως την ώρα εκείνη είχαμε την αντίσταση των επώνυμων που γύρω απ’ τα ονόματά τους πλεκόταν – δίκαια ή άδικα- ένας θρύλος.

Το Πολυτεχνείο έδωσε τη νέα διάσταση, που ταιριάζει σε μια μαζική κινητοποίηση. Το Πολυτεχνείο ήταν η αντίσταση των χιλιάδων ανώνυμων, που με τη θυσία τους έσπασαν το φράγμα και ξαναβρήκε ο λαός τον εαυτό του. Το Πολυτεχνείο είναι η εκρηκτικά συσσωρευμένη έκφραση ενός λαού απέναντι σ’ ό,τι τον καταπίεζε και τον εξευτέλιζε.

Είναι γεγονός πρωτοπορίας και σημείο αναφοράς. Γι’ αυτό κι εκείνοι που το είδαν σαν μια πράξη παραφροσύνης, που χάλασε τις δυνατότητες «ομαλοποίησης», δεν τολμούν ούτε θα τολμήσουν ποτέ ανοιχτά να το επικρίνουν. Ακόμα κι αυτοί, που βλέπουν στην υπόθεση του Πολυτεχνείου «προβοκάτσια» Ιωαννίδη για να πάρει την εξουσία, θα έρθει μια μέρα, που θα καταλάβουν ότι έπρεπε να έρθει ο «άφρων» Ιωαννίδης μετά τον «σώφρονα» Παπαδόπουλο, έπρεπε δηλαδή να υποχρεωθεί η δικτατορία να κάνει λάθη, για να οδηγηθεί – στο βαθμό που οδηγήθηκε- στη συντριβή της. Ασφαλώς και ο πιο κακόπιστος δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι το Πολυτεχνείο άνοιξε τον κύκλο των θανάσιμων λαθών της δικτατορίας.

 

Γιάννης Κομνηνός: Σκέπτομαι τη μάνα του…
[Κείμενο του κ. Γιάννη Κομνηνού, πατέρα του 17χρονου Διομήδη, που σκοτώθηκε τη νύχτα της 16ης Νοεμβρίου στην οδό Αβέρωφ, με σφαίρα των «38» που παραδόθηκε στην προανάκριση για τη σφαγή του Πολυτεχνείου]

Ο δράστης παραμένει ακόμη άγνωστος…

Πρόκειται για τη φωτογραφία που εκτίθεται στο Πολυτεχνείο με τον υπότιτλο: «Ευθεία βολή εξ αποστάσεως 6-8 μέτρων»
Πρόκειται για τη φωτογραφία που εκτίθεται στο Πολυτεχνείο με τον υπότιτλο: «Ευθεία βολή εξ αποστάσεως 6-8 μέτρων»

ΣΚΕΠΤΟΜΑΙ τη μάνα που δεν την έχει ακόμα δει. Μα είχα υποχρέωση να δώσω απάντηση αποστομωτική σ’ εκείνους τους καλοπροαίρετους που έχουν παρά ταύτα υποστή σύγχυση από σωρεία αντιφατικών κειμένων, που είδαν το φως της δημοσιότητος.

ΜΑ ΤΟ ΟΥΣΙΩΔΕΣΤΕΡΟ είναι ετούτο: 14 μήνες μας χωρίζουν από την αρχή της προανακρίσεως. Και η πολιτεία αδράνησε και δεν διέταξε πραγματογνωμοσύνη για την ανακάλυψη του φυσικού αυτουργού- ενώ η σφαίρα υπάρχει και τα μέσα υπάρχουν και… χρησιμοποιούνται για τη διαλεύκανση του πιο κοινού εγκλήματος.

ΑΦΗΝΟΝΤΑΣ όμως κατά μέρος την προσωπική μου περίπτωση, που ήταν φυσικό να με κλονίση, αισθάνομαι σαν ύψιστο χρέος ν’ αναφερθώ στα άλλα θέματα της επταετίας. Οι σφαίρες πάλι που βρέθηκαν από το τραγικό τριήμερο στα σώματα των σκοτωμένων ή τραυματισμένων δεν ηλέγχθησαν ποτέ – ακόμα κι’ όταν ο τόπος και ο χρόνος που ερρίφθησαν δεν αφήνει καμμιά αμφιβολία στις Αρχές για το ποια ομάδα εντεταλμένων χτυπούσε στο ψαχνό. Πρόκειται περί αίσχους.

ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ αυτές της Β΄ επετείου, είναι σωστό και δίκαιο να έχουμε τη σκέψη μας στραμμένη στους πολλούς που αγωνίστηκαν, επώνυμα ή ανώνυμα. Σε όλους τους νεκρούς, τους σακατεμένους, τους τραυματίες, αλλά και σ’ εκείνους που μια καλή τύχη τους γλύτωσε από τις ορδές του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου.

ΕΙΝΑΙ ακόμα σωστό και δίκαιο να τονίσουμε με κάθε τρόπο πως η Ελλάδα ολόκληρη νοιώθει ιερό δέος μπροστά στα όσα αποτρόπαια αποκαλύπτονται στη Δίκη του Πολυτεχνείου, στις δίκες των βασανιστών. Εμπιστεύεται τους δικαστές, όμως αμφιβάλλη για πόσο θα κρατήση η έκτιση των ποινών… Γιατί παλιά οδυνηρή εμπειρία, έρχεται να μας θυμίση πως η κάθειρξη διακόπτεται και η είδηση περνάει στα ψιλά των εφημερίδων.

ΝΑ ΗΡΕΜΗΣΗ ο τόπος μας για να προχωρήση στο μέλλον, ναι! Αλλά δεν μπορεί να ηρεμήση αν άλλοι αποφασίσουνε για μας πως πρέπει να ξεχάσουμε τα Έπη, που κάνουμε μεγάλη ετούτη τη χώρα.

Γ.Μ.

Μάριου Πλωρίτη: Τα Σύμβολα και τα Έμβολα
[Εφημ. «Το Βήμα», Κυριακή 16 Νοεμβρίου 1975, αφ 9330]

Η αυριανή διπλή επέτειος – του ολοκαυτώματος του Πολυτεχνείου και των πρώτων μεταδικτατορικών εκλογών- έρχεται σε ώρα πολλαπλά κρίσιμη. Και πολλαπλό συμβολισμό παίρνει ο συνδυασμός των «Νοεμβριανών» του 1973, του 1974 και του 1975.

Μονάχα οι ασπάλακες της αόμματης αντίδρασης ή του πολυόμματου συμφέροντος, θα τολμούσαν πια ν’ αρνηθούν πως το Πολυτεχνείο στάθηκε το όργανο μια ιστορικής «νέμεσης», πως λειτούργησε όχι μόνο σαν «κρηπίδα ελευθερίας» και θυσιαστήριο, αλλά και σαν καταλύτης.

Κορυφαία σύνοψη και επιτομή των σχέσεων της δικτατορίας με τους Έλληνες, έδωσε την πιο γενναία και την πιο ωραία, την πιο ομαδική και την πιο σεισμική έκφραση στην άρνηση αυτού του λαού να ενδώσει στο τυραννικό καθεστώς. Παράλληλα ανάγκασε την τυραννία ν’ αποκαλυφθεί στην πιο εγκληματική (δηλαδή, στην πιο γνήσια) μορφή της: τη μορφή του ψυχρού δολοφόνο, του χυδαίου δολιοφθορέα (με τους «προβοκάτορές» της) του ασύστολου συκοφάντη (με τις καταστροφές που η ίδια χάλκευσε, για να τις «φορτώσει» στους «αναρχικούς»). Και, ταυτόχρονα, έγινε η αιτία ν’ αποκορυφωθούν οι εσωτερικές αντινομίες και αδυναμίες του καθεστώτος, που έσπρωχναν το ένα στόμα της δικτατορικής Λερναίας να κατασπαράζει το άλλο.

Κι αν τούτες οι δονήσεις, οι αποκαλύψεις κι’ αλληλοσπαραγμοί σήμαναν την αρχή του τέλους της, το τέλος στάθηκε αποκαλυπτικά αντάξιο της αρχής: η ποινική «εσχάτη προδοσία» της 21.4.67 πήρε τις πραγματικές διαστάσεις της με την πελώρια εθνική προδοσία στην Κύπρο… η απάτη της 21.4.67 γέννησε, με απόλυτη συνέπεια, την τερατώδη ιουλιανή απάτη… το αίμα της «αναίμακτης» 21.4.67 και των «τυχαίων» θυμάτων του Πολυτεχνείου απλώθηκε, με αναπότρεπτη νομοτέλεια, σε ποταμούς αιμάτων και εκατόμβες θυμάτων στη Μεγαλόνησο. Συγκλονίζοντας συθέμελα τη δικτατορία, εξωθώντας την ν’ αποκτηνωθεί και ν’ απογυμνωθεί, το Πολυτεχνείο άνοιξε το δρόμο για να καταποντισθεί η τυραννία, σκέλεθρο πια οικτρό κι αποτρόπαιο, μέσα στον αιματηρό βούρκο των ανομημάτων της.

ΧΩΡΙΣ το Νοέμβρη 1973 δεν θα ερχόταν (ή δεν θα ερχόταν τόσα γρήγορα) ο Νοέμβρης 1974 – οι εκλογές που «συνέπεσαν» με την επέτειο της σφαγής. Μπορεί άλλες να ήταν, τότε, οι σκοπιμότητες αυτής της «σύμπτωσης». Σήμερα, ωστόσο, ακόμα και η «σύμπτωση» παίρνει διαστάσεις συμβολικές - αφού, χάρη στη θεληματική θυσία των ελεύθερων πολιορκημένων, μπόρεσαν οι Έλληνες, ένα μόλις χρόνο αργότερα, να εκδηλώσουν ελεύθερα την πολιτική θέλησή τους και να βάλουν «κρηπίδα Δημοκρατίας» πάνω στα συντρίμμια που είχε σωριάσει η «Δημοκρατία» των αρμάτων και των εγκλημάτων.

Μιλώντας για τα επιστημονικά και παιδευτικά επιτεύγματα του Ιδρύματος, ο διάσημος μαθηματικός Κ. Καραθεοδωρής έλεγε: πριν μισό περίπου αιώνα: «Το Πολυτεχνείον απέδειξε ότι δεν πρέπει να απελπιζώμεθα ότι εις την Ελλάδα δεν ημπορεί να γίνη τίποτε». Πρόπερσι «οι τούτου μαθηταί, των άλλων διδάσκαλοι γεγόνασι», κι απέδειξαν στους απελπισμένους Έλληνες της δικτατορίας πως, στην Ελλάδα, μπορούν να γίνουν τα πάντα: και δικτατορίες... και Πολυτεχνεία... και Δημοκρατία... ελπίζουμε...

ΚΑΙ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ πάντα... Όσες κι αν είναι οι απογοητεύσεις κι οι ανησυχίες που κυκλώνουν σήμερα τους Έλληνες… Και δεν μιλάμε καν για τις ανησυχίες που τις προκαλούν λόγοι πέρα από τη θέλησή μας: η ιμπεριαλιστική κακοβουλία και βουλιμία των ξένων «πατρώνων» μας ή η ληστρική κακοπιστία και πλιατσικολογία των γειτόνων μας. Αιώνες τώρα, έχουμε αποστηθίσει την υπουλότητα των «προστατών» μας και την αρπακτικότητα των συνοριτών μας. Μιλάμε για τις απογοητεύσεις και τις ανησυχίες που εμείς οι ίδιοι προκαλούμε με την πολιτεία μας.

Στο γύρισμα τούτο και στο ζύγισμα του χρόνου, ας παραμερίσουμε, για την ώρα, όλα τ’ άλλα κι ας σταθούμε στο πιο καίριο: Στην ενότητα που τόσο αξιοζήλευτα είχε συντελεστεί κάτω απ’ την τυραννία και που τόσο αξιοκατάκριτα κινδυνεύει να διαλυθεί μέσα στη δημοκρατία. Στην ενότητα που όλοι ευαγγελίζονται με θερμούς λόγους και που ελάχιστα την πραγματοποιούν με θερμά έργα. …

ΤΟ ΝΟΕΜΒΡΗ 1973 το Πολυτεχνείο έγινε σύμβολο και δίδαγμα, γιατί οι νέοι του «έκριναν πως καλό δεν είναι το να ζεις ή το να πεθαίνεις, αλλά το να επιτελείς καλά και το ένα και το άλλο» (ου το ζην θέμενοι καλόν ουδέ το θνήσκειν, αλλά το ταύτα καλώς αμφότερ’ εκτελέσαι). Η «σύμπτωση των εκλογών συμβόλισε την καταξίωση του αγώνα τους...

Σήμερα, εμείς όλοι, θα είμαστε ανάξιοί τους, αν δεν δίναμε την πρεπούμενη προέκταση στον συμβολισμό εκείνον, αν δεν πραγματοποιούσαμε αυτό που οι κρίσιμες ώρες μας ζητούν επιτακτικά: την ενότητα στον αγώνα, που έχει απέναντί του τους ίδιους εχθρούς και τους ίδιους «φίλους»: τους δυναμιτιστές των θολών νερών και της λάσπης, που καραδοκούν να χώσουν τα φονικά έμβολά τους στο νεαρό σκαρί της Δημοκρατίας μας.

Αλλά ενότητα δε σημαίνει, βέβαια, τυφλή ομοφωνία, ούτε αδιαμαρτύρητη υπακοή στον ένα ή στους λίγους. Σημαίνει- και τότε μόνο έχει αξία- συμφωνία ελεύθερη μα και διαφωνία καλόπιστη, με κίνητρο και στόχο το κοινό καλό, κι όχι το κομματικό ή ταξικό συμφέρον, ή το προσωπικό πάθος.

Σήμερα προπάντων, πολιτικοί και πολίτες «θα πρέπει να μαλώνουμε- καθώς είπε ο Αριστείδης στο Θεμιστοκλή, λίγο πριν απ’ τη ναυμαχία της Σαλαμίνας- ποιος από μας θα κάμει στην πατρίδα του περισσότερο καλό»... (Ημέας στασιάζειν χρεόν... περί του οκότερος ημέων πλέω αγαθά την πατρίδα εργάσεται) Αυτές οι διαφωνίες, και μόνον αυτές, συνθέτουν την αληθινή δημοκρατική, δηλαδή εθνική, ενότητα.

 

Μανόλης Αναγνωστάκης
«Φοβάμαι τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία – μεσούντος κάποιου Ιουλίου –
βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
“Δώστε τη χούντα στο λαό”.
Φοβάμαι τους ανθρώπους που με καταλερωμένη τη φωλιά
πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους που σου 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους που γέμιζαν τις ταβέρνες
και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια κάθε βράδυ
και τώρα τα ξανασπάζουν όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο».

Το ποίημα «Φοβάμαι» γράφτηκε τον Νοέμβρη του 1983 και δημοσιεύτηκε στην εφημ. «Αυγή».

 

Μίμης Ανδρουλάκης: Ο κίνδυνος μιας γενιάς που λησμονεί το «χθες»

[Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο «Έθνος» στις 16/11/2002, με επιμέλεια του Γιάννη Φλώρου, με τίτλο «Εμείς είμαστε η 17η Νοέμβρη»]

Το «Πολυτεχνείο» άλλαξε την Ελλάδα. Όχι υποχρεωτικά σύμφωνα με τις τότε πεποιθήσεις ή και τις ψευδαισθήσεις των πρωταγωνιστών του. Έτσι συμβαίνει όμως πάντα με τις εξεγέρσεις και αυτό δεν δικαιολογεί καμιά μοδάτη κατήφεια για τα οράματα που υποτίθεται ότι χάθηκαν.

Κι εμείς, κομμένοι στη μέση, ξέρουμε ότι το καλύτερο κομμάτι μας βρίσκεται σ’ εκείνες τις μέρες του ’73, ενώ πασχίζουμε να ξεφύγουμε από την παγίδα της νοσταλγίας, από την καθήλωση στο παρελθόν, ώστε να δούμε το καινούριο που έρχεται. Διαφορετικά, οι επαναστάτες του «χθες» θα γίνουμε οι συμβατικοί, οι συντηρητικοί του «σήμερα».

Οι νέοι δεν τιμούν το Πολυτεχνείο όταν αντιγράφουν ένα κακέκτυπό του. Στην εποχή μας οι νέοι, μαζί με τι συλλογικές τους προσπάθειες και τα κινήματα, πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη του εαυτού τους, να αναπτύξουν μια πλούσια σε περιεχόμενο προσωπικότητα, να καλλιεργήσουν τη γνώση, να φέρουν στις σπουδές, στην εργασία και στη ζωή τους την ανατρεπτική καινοτομία, τη δημιουργική ανυπακοή, την ακόρεστη πνευματική περιέργεια.

Ειδικά στην Ελλάδα είκοσι εννέα χρόνια μετά το Πολυτεχνείο, και στην Ευρώπη τριάντα πέντε μετά το Μάη, υπάρχει ένα απαράδεκτο ηλικιακό status quo στην αγορά εργασίας, στην επιχειρηματικότητα, στη διοίκηση, στον πολιτισμό και στην πολιτική. Ένα status quo σε βάρος των νέων, που το αναπαράγουν όχι μόνο οι δυνάμεις του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου, αλλά και αυτές που αυτοπροσδιορίζονται ως αριστερές και ριζοσπαστικές.

 

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ:
«Πολιτικές τελετουργίες ή το τραπέζι του Ινδιάνου»

Ο Μάνος Χατζιδάκις, τον Δεκέμβριο του 1985 δημοσίευσε στο περιοδικό «Τέταρτο», το κείμενο με τίτλο «Πολιτικές τελετουργίες ή το τραπέζι του Ινδιάνου», το οποίο αργότερα συμπεριλήφθηκε στη συλλογή κειμένων του Μάνου Χατζιδάκι «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι», 1988 από τις Εκδόσεις Ίκαρος.

«Οι εθνικές γιορτές έχουν καταλήξει να είναι τελετουργίες χωρίς αντίκρισμα και με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο.
Οι εθνικές γιορτές έχουν καταλήξει να είναι τελετουργίες χωρίς αντίκρισμα και με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου είναι πρόσφατα – γιορτάζουμε μόλις τη 12η επέτειο – κι όμως μοιάζει η γιορτή σαν τον χρυσό σταυρό που κοσμεί τους λαιμούς νεαρών ερωτιδέων ή ηλιοκαμένων καμακιών. Καμιά επαφή με το ουσιαστικό περιεχόμενο του σταυρού.

Στολίδι, ένταση του αισθησιασμού. Έτσι και οι γιορτές του Πολυτεχνείου κατέληξαν σε εκτόνωση, σε κομματικό σφετερισμό και σε συνθήματα άσχετα από το ιδεολογικό περιεχόμενο των γεγονότων που η μνήμη τους συνέθεσε τους επί “εθνικού” επιπέδου εορτασμούς της επετείου.

12η σήμερα, 30η μεθαύριο, 50η και θα χαθεί μες στην ανυποληψία των μελλοντικών στολών και επετείων με μερικά λογύδρια στα σχολεία και παρελάσεις στους ασφαλτοστρωμένους δρόμους των ενόπλων δυνάμεων, διαολοστέλνοντας οι στρατιώτες τη γιορτή και την ταλαιπωρία των παρελάσεων, κάτω απ’ τις επίπονες προετοιμασίες και τις στερήσεις των αδειών τους. Όμως το τραγικό δεν είναι αυτό.

Το τραγικό είναι που κάθε κυβέρνηση βρίσκει τον τρόπο να συνδεθεί κατευθείαν με τις επετείους αυτές, αγνοώντας τα αληθινά μηνύματα των γεγονότων που τις συνέθεσαν. Θα θυμάστε τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και την επί επταετίαν χούντα του και με πόση άνεση οικειοποιούντο τις εθνικές εορτές της 25ης Μαρτίου και της 28ης Οκτωβρίου.

Τις ίδιες γιορτές στις οποίες οι εφημεριδογράφοι σήμερα ανακαλύπτουν σοσιαλιστικές τάσεις και προθέσεις των πολεμιστών προγόνων μας του ’21 και του ’40. Γι’ αυτό νιώθω την ανάγκη να εκμυστηρευτώ. Σέβομαι βαθιά αυτές τις γιορτές γι’ αυτούς που χάθηκαν κι όχι για τους εναπομείναντες που προσπαθούν να τις επωφεληθούν στο έπακρον.

Τα γεγονότα της 17ης Νοεμβρίου μας παρέχονται με περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτούς που επέζησαν παρά γι’ αυτούς που χάθηκαν οριστικά. Οι εναπομείναντες παρελαύνουν επικεφαλής, βγάζουν λόγους, πραγματοποιούν τηλεοπτικές συνεντεύξεις και δεν τους άκουσα ούτε μια φορά να μνημονεύουν αυτούς που χάθηκαν οριστικά, που δεν είναι σε θέση να μιλήσουν σήμερα.

Έτσι, έρχεται η σειρά να δούμε από κοντά το τραπέζι ενός Ινδιάνου που αμέριμνος με την παραδοσιακή τεχνική αμύνης , υπερασπιζόταν το σπιτικό του και τον τόπο του από τους εισβολείς, ήσυχος για το δίκαιό του και για τον Θεό του. Όμως οι πιονέροι με τον δικό τους Θεό κατασκευάσανε ένα δικό τους δίκαιο και κατέκτησαν τους Ινδιάνους. Κι αφού τους εξαφάνισαν, άρχισαν να γυρίζουν ταινίες με το δίκαιο αμφίρροπο ανάμεσα στους Ινδιάνους και τους Αμερικανούς στρατιώτες.

Όμως η κατάληψη είχε επιτελεστεί. Η Αμερική στους Αμερικανούς. Και η 17η Νοεμβρίου στους επιζήσαντες. Αύριο – καθόλου απίθανο – μια μελλοντική δικτατορία να οικειοποιηθεί την επέτειο του Πολυτεχνείου ως σύμβολο αντιστάσεως εναντίον των αντιπάλων της.

Μήπως δεν έγινε παρόμοια πλαστοπροσωπία στα ανατολικά «σοσιαλιστικά» κράτη; Αγώνες νέων παιδιών μήπως δεν έγιναν σύμβολο εορτασμού τυραννικών καθεστώτων; Τα ’χουμε δει αυτά και τα ’χουμε-αλίμονο-συνηθίσει. Δεν είχα τελειώσει καλά καλά το σχόλιο αυτό και ήλθε η είδηση. Ένας αστυνομικός, ο Αθανάσιος Μελίστας, σκότωσε πυροβολώντας τον δεκαπεντάχρονο Μιχάλη Καλτεζά. Κατασκευάζεται ήδη σενάριο με βάση το κατά πόσον ο νεαρός δεκαπεντάχρονος ήταν ή δεν ήταν “επικίνδυνος” αναρχικός. Ώστε η κτηνωδία του αστυνομικού να γίνει… νόμιμη άμυνα. Αρκετά. Με αηδία μέσα μου έκλεισε η 12η επέτειος του Πολυτεχνείου. Τα γεγονότα εξακολουθούν. Ποιος θα τα επωφεληθεί;

Μάνος Χατζιδάκις»

 

Διαβάστε ακόμη

Το CONCENTRAMENTO της Ρόδου και το μνημείο που στήθηκε στο νησί μας

Ιστορικά στοιχεία από τη δημιουργία του Τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών-Η πορεία τους ως τη Ρόδο

«Στέλιος Κωτιάδης: Βουλευτής -Υπουργός 1912-1971»

ΚΕΙΜΕΝΑ. Για 28η Οκτωβρίου

Στα χρόνια της Κατοχής και του πολέμου

Ευαγγελία Παναή "Μηνάς Μάρκου Μαλλιαράκης: Ένας Αιγυπτιώτης δικηγόρος από την Κάσο, στη Βιλλανόβα Ρόδου του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα"

Αντίλαλος

105 χρόνια από τη θυσία των Προσκόπων στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας