Στέλιος Π”Ηλία Κωτιάδης

Στέλιος Π”Ηλία Κωτιάδης

Στέλιος Π”Ηλία Κωτιάδης

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1049 ΦΟΡΕΣ

Του Αναστάσιου Νικ. Γιαρενάκη Δεν πρόκειται να προσφέρουμε εκδούλευση γράφοντας αυτές τις γραμμές γιατί νομίζω πως είναι τόσο γνωστά τα αισθήματα και η αμεροληψία μας προς πρόσωπα και πράγματα, αλλ’ ούτε βέβαια και να διαφημίσουμε τον κ. Κωτιάδη, εφ’ όσον τούτο γίνεται ύστερα απ’ την περήφανη νίκη του στις βουλευτικές εκλογές. Απλούστατα είναι τόσο επίκαιρο αν επί τέλους πρέπει -που πρέπει- να πούμε κι εμείς κάτι, και σαν συμπατριώτες, για τον ευγενέστατον αυτόν νέο, που τον καλεί η Πατρίδα του πάντα πρώτο, μέσα στους πρώτους να την εξυπηρετήση μα και γιατί τον γνωρίζομεν όσο πολύ ολίγοι. Με τον κ. Κωτιάδη γνωριζόμαστε απ’ το μαθητικό θρανίο του Δημοτικού Σχολείου Σιαννών. Εκεί απάνω στο στενόμακρο σκαμνί, περάσαμε πλάι-πλάι μια ζωή γεμάτη μαθητικό συναγωνισμό, και φιλότιμη προσπάθεια ποιος να περάση τον άλλο στις εξετάσεις. Από τότε μικρό παιδί, θρεμμένος απ’ τον δάσκαλο πατέρα του, και ποτισμένος από μία οικογενειακή παράδοσι, γεμάτη χριστιανοσύνη και αυστηρή ηθική, ξεχώριζε ανάμεσα στα άλλα παιδιά. Αργότερα η ευγενικιά φιλοδοξία ενός φιλοστόργου πατέρα σαν του μακαρίτη του Παπαηλία, μα πιο πολύ η μεγάλη κλίσις του ίδιου του κ. Κωτιάδη στη μόρφωσι, και η ακατάβλητος επιμονή του προς κάθε ανώτερο και ευγενές, τον έφεραν κατ’ επανάληψιν στην πρώτη γραμμή των εις την Ευρώπην Μετεκπαιδεύσεων, για να καταλήξη εις εκλεκτόν επιστήμονα. Εκείνο που τον διακρίνει και τον ανεβάζει στην συνείδησιν του κοινού είναι ο απόλυτος θετικισμός του, και ο ήρεμος και πράος χαρακτήρας του. Όσοι τον γνώρισαν από κοντά δεν μπορούν να του αρνηθούν ανωτερότητα και λεπτότητα ψυχής. Μαζί του εγώ βρίσκομαι σαν με τον εαυτόν μου. Τον φωνάζω Στέλιο, γιατί αισθάνομαι πως αν κρατήσω τους τύπους μαζί του, θα τον λυπήσω. Έτσι τον φώναζα στο θρανίο του Σχολείου όταν είμαστε παιδιά, έτσι τον φώναζα κι όταν ήταν αυτός υποδήμαρχος κι εγώ υπάλληλος στον δήμον Ροδίων, επί δημαρχίας του σεβασμίου και ανεξίκακου πατριώτη κ. Α. Καζούλλη. Εκείνη η εποχή ιδίως (θα μιλήσουμε σχετικά άλλωστε σ’ άλλα μας σημειώματα αργότερα) μας άφησε τόσα και τόσα αποδεικτικά της πραγματικής ψυχοσυνθέσεως και αξίας ανθρώπων, που πέρασαν τόσο κοντά μας και μας έδωσαν την ευκαιρία να τους χαρακτηρίσουμε χωρίς να βιαστούμε σε συμπεράσματα...Ήταν τότε μία περίοδος τόσο ρευστή, τόσο λεπτή, που χρειαζόντουσαν χέρια στιβαρά, για το τιμόνι του «Καραβιού», στου οποίου την καρίνα άγγιζε ο ύφαλος, και στα πλευρά του, ήσαν σφινωμένα τα όστρακα... Όσο για τον κ. Κωτιάδη τότε γνωστή, πολύ γνωστή είναι για κάθε καλής πίστεως άνθρωπο η πολιτεία και οι ενέργειές του, για την ανακούφισι τόσων δυστυχισμένων Δωδεκανησίων, που γύριζαν γυμνοί, ξυπόλυτοι και σκελετωμένοι και απ’ την προσφυγιά, κι απ’ την αδυσώπητη κατοχή... Δεν θέλω να επιμείνω περισσότερον σ’ αυτή την εποχή...γιατί είναι τόσο νωπή, όσο νωπή και για πάντα αξέχαστη θα μείνη μέσα στην ψυχή μου, μια άλλη εποχή. Η εποχή εκείνη κατά την οποίαν το σύμπαν εσαρώνετο ανάλγητα, και που η ζωή του ανθρώπου είχε καταντήση σωστή δαιμονισμένη κόλασι. Ήταν τότε στον καιρό της Γερμανοκρατίας...Ο υποφαινόμενος μαζί με είκοσι άλλους σάπιζε στα αποκρουστικά κελιά της περίφημης CASERMA REGINA. Κανένας δεν τολμούσε και να ρωτήση ακόμα για μας, γιατί ασφαλώς θάβρισκε μπελά... Και όμως ο κ. Κωτιάδης, (εν συνεργασία μετά του νυν Πατριαρχικού Επιτρόπου και τότε Πρωτοσυγκέλλου κ. Αποστόλου) δεν εδίστασε να παρουσιασθή στον στρατηγόν WAGENER, και να τον παρακαλέση για την αποφυλάκισίν μας. Ο τραχύς γερμανός του συνέστησε να μην εγγυάται για την αθωότητα ιδίως εμού...ωστόσο επέμεινε και στο τέλος κατόρθωσε να μας αποφυλακίση την παραμονή των Χριστουγέννων του 1944. Ήταν βράδυ το θυμάμαι σαν νάναι αυτή η στιγμή και συναθροιστήκαμε μπροστά στην σημερινήν Δ/σιν Αεροπορίας, πούταν τότε, η Δ/σις της Γερμανικής Ασφαλείας, για να περιμένουμε το αυτοκίνητο που θα μας μετέφερνε στο χωριό. Εκεί ήρτε ο κ. Κωτιάδης κι ανάμεσα στα άλλα πούπαμε ήταν και το εθνικό μας όνειρο της απελευθερώσεως. Και πόσα δεν θα μπορούσε κανείς να θυμηθή και να αναφέρη, έτσι καθώς γοργοκυλάνε σήμερα οι στιγμές ανάμεσα στα περασμένα. Αυτά ακριβώς τα περασμένα, στον κ. Κωτιάδη, τον απλοϊκόν και σεμνόν Ρόδιον, που περπατάει ταπεινός και σκυφτός, σαν το στάχυ το μεστωμένο και βαρύ, που γέρνει το κεφάλι του στη Γη, και σου μιλάει καλόκαρδα κι απερηφάνευτα. Στο καθάριο, το διαυγές βλέμμα του, που αντικατοπτρίζονται οι ευγενικές και αγνές προθέσεις του, έτσι καθώς σε κοιτάζει, σου γεμίζει την ψυχή με απόλυτη εμπιστοσύνη. Την εμπιστοσύνην με την οποίαν τον περιέβαλε ο λαός και τον κάλεσε να τον αντιπροσωπεύση στην Βουλή των Ελλήνων, μια εμπιστοσύνη την οποίαν, οι πολυπληθείς φίλοι του είναι βέβαιοι ότι ξέρει να εκτιμά και να σέβεται ο κ. Κωτιάδης. Το μέλλον δεν θα τους διαψεύση. Το κείμενο του Αναστασίου Γιαρενάκη δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στη ΡΟΔΙΑΚΗ στις 17 Μαρτίου 1950. Η επιστολή είναι από το προσωπικό αρχείο του Στ. Κωτιάδη. Το βιογραφικό σημείωμα του επιστολογράφου επιμελήθηκε ο Αντώνης Αγγελής.

Διαβάστε ακόμη

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου (Γ' Μέρος)

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου (β' μέρος)

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου

Η Ρόδος, ο Γρίβας και ο απελευθερωτικός αγώνας της Κύπρου

Δωδεκάνησα: Η Ενσωμάτωση, η ημερομηνία που δεν άλλαξε και μια προσωπική μαρτυρία

Η ιστορία της Αρχαγγελίτισσας Παρασκευής Γιακουμάκη: Στη Στράτα του Προφήτη Ηλία

Σελίδες Ιστορίας: Ο δρόμος των Παθών με τα γλυπτά, ο Σταυρός του Φιλερήμου και η κατάληψη της Μονής στις 20 Σεπτεμβρίου 1947

Τήλος: Οι πρώτοι γάμοι ομοφύλων το 2008, όπως τους έζησαν 3 από τους πρωταγωνιστές τους