Θύμος ο κεφαλωτός (Thymus capitatus)

Θύμος  ο κεφαλωτός  (Thymus capitatus)

Θύμος ο κεφαλωτός (Thymus capitatus)

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 3353 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης Έφορος Αρχαιοτήτων ε.τ. Ο Θύμος ο κεφαλωτός (Thymus capitatus), γνωστό με το κοινό όνομα θυμάρι, είναι θάμνος, που ανήκει στο Γένος θύμος (Thymus), το οποίο υπάγεται στην οικογένεια Χειλανθή ή Χειλωτά (Labiatae) και περιλαμβάνει περίπου 120 είδη. Στην Ελλάδα απαντούν περίπου 25, από τα οποία συνηθέστερον είναι ο θύμος ο κεφαλωτός. Το θυμάρι είναι θάμνος (ύψους 0,30-0,40 μ.). ο οποίος προτιμά τα ξηρά, άγονα και πετρώδη εδάφη. Είναι πολύκλαδος θάμνος, έχει φύλλα μικρά, σχεδόν άμισχα, με χρώμα φωτεινό πράσινο-γκριζωπό, χνοώδη εκ των κάτω και με τα άκρα ελαφρώς τυλιγμένα στην επάνω επιφάνεια. Τα άνθη του είναι μωβ, κόκκινα, ρόδινα ή λευκά, τοποθετημένα κατά σπονδύλους ή σφαιρικές επάκριες κεφαλωειδείς ταξιανθίες. Πρόκειται για φυτό με πολύ αρωματική οσμή. Οι ανθοφόροι βλαστοί, νωποί ή ξηροί, δίδουν με απόσταξη απέριο έλαιο (1-2,5%), το θυμέλαιο. Αυτό περιέχει μεγάλη ποσότητα θυμόλης, η οποία είναι αντισηπτική, ανθελμινθική, βακτηριοστατική, με ποικίλες χρήσεις (αντισηψία στόματος, οδοντόπαστας κ.λπ.). Το θυμάρι απαντά ως αυτοφυές σε όλη την Ελλάδα και στις άλλες παραμεσόγειες χώρες. Επίσης σε ορισμένες χώρες καλλιεργείται, είτε ως καλλωπιστικό, είτε για την παραγωγή θυμελαίου, είτε για να χρησιμοποιηθεί ως άρτυμα σε διάφορα φαγητά. ʼλλα είδη θυμαριού είναι: α) θύμος ο έρπυλλος (Thymus serpyllum) β) θύμος ο κοινός (Thymus vulgaris) γ) θύμος ο χλοερός (Thymus caespititius) δ) θύμος ο καμφορώδης (Thymus camphoratus) ε) θύμος ο παννώνιος (Thymus pannonicus) στ) θύμος ο πολύτριχος (Thymus polytrichus) ζ) θύμος ο χνοώδης (Thymus lanuginosus) κ.ά. Ο άνθρωπος εγνώριζε από πολύ παλαιά, τόσο τις αρωματικές, όσο και τις φαρμακευτικές ιδιότητες και χρήσεις του θυμαριού και το εχρησιμοποιούσε ποικιλοτρόπως. Κατά την διάρκεια των ανασκαφών στο Ακρωτήρι της Θήρας (Σαντορίνη) διεπιστώθη, ότι οι κάτοικοι του οικισμού εχρησιμοποιούσαν ως καρύκευμα και το θυμάρι (1.500 π.Χ. περίπου). (Ν. Κοντράρου-Ρασσιά, Ντελικατέσεν στην εποχή του χαλκού, εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ” αρ. φύλλου 10.664/4-02-2011, σ. 23). Ο Θεόφραστος αναφέρει συχνά τον Θύμον: “‘Εχει δε και η των δένδρων αυτών υγρότης, ώσπερ ελέχη, διάφορα είδη· ... αί δέ ήδη δριμύτητα τινα έχουσι, καθάπερ ή του θύμου και της θύμβριας”. (Θεόφραστος, περί φυτών ιστορίας 1, 12, 2). Ο αυτός συγγραφέας αλλού σημειώνει: “Όταν γάρ από των πνευμάτων εις τους εχομένους τόπους ο καρπός απενέχθη, φύεσθαι φαίσι. Παραπλήσιον δε έοικεν είναι το συμβαίνον, ο και επί των φρυγανικών και ποιωδών τινών έστιν· ουκ εχόντων γάρ σπέρμα φανερόν, αλλά των μέν οιον χνούν των δ’ ανθός, ώσπερ το θύμον, όμως από τούτων βλαστάνουσιν”. (Θεόφραστος, περί φυτών ιστορίας 3, 1, 3). Και αλλαχού: “Και θυμόν το μέν λευκόν το δέ μέλαν ευανθές δε σφόδρα· περί τροπάς γάρ ανθεί θερινάς. Αφού και η μέλιττα λαμβάνει το μέλι και τούτων φασίν οι μελιττουργοί δήλον είναι πότερον ευμελιτούσι ή ού· καλώς γάρ απανθήσαντος ευμελιτείν· βλάπτει δέ και απόλλυσι την άνθησιν εάν ύδωρ επιγένηται. Σπέρμα δε κάρπιμον ή μεν θύμβρα και έτι μάλλον η ορίγανος έχει φανερόν, του θύμου, δ’ ούκ έστι λαβείν, άλλ’ εν τω άνθει πως αναμέμικται· σπείρουσι γάρ τούτο και αναβλαστάνει. Ζητούσι δέ και λαμβάνουσιν οι εξάγειν Αθήνησι βουλόμενοι το γένος. Ίδιον δε έχει και προς ταύτα και σχεδόν προς τα άλλα το κατά τούς τόπους· ού γάρ φασι δύνασθαι φύεσθαι και λαμβάνει, όπου μη αναπνοή διϊκνειται ή από της θαλάσσης”. (Θεόφραστος, περί φυτών ιστορίας 6, 2, 3-4). Ο Πεδάνιος Διοσκουρίδης Αναζαρβεύς, αναφερόμενος στον θύμον, γράφει: “Θύμος· γινώσκεται υπό πάντων. Θαμνίσκιον φρυγανοειδές, φυλλαρίοις, στενοίς και πολλοίς περιειλημμένον, έχον επ’ άκρου κεφάλια άνθους περίπλεα, πορφυρίζοντα. Μάλιστα δέ φύεται εν πετρώδεσι και λεπτογείοις τόποις. Δύναμιν δε έχει πινόμενον μετά άλων και όξους άγειν φλεγματώδες κατά κοιλίαν. Το δε αφέψημα αυτού μετά μέλιτος ορθοπνοϊκοίς και ασθματικοίς βοηθεί, ελμινθάς τε εξάγει και έμμηνα και δεύτερα και έμβρυα άγει· έστι δέ και ουρητικών, μηγέν δέ μέλιτι και εκλειχθέν ευανάγωγα τά εκ θώρακος ποιεί. Διαφορεί δέ οιδήματα πρόσφατα καταπλασθέν μετ’ όξους και αίματος θρύμβους διαλύει και θύμους και ακροχορδόνας αίρει και ισχιδιακοίς μετ’ οίνου και αλφίτου επιτεθέν αρμόζει, αμβλυωπούντας τε ωφέλει-εσθιόμενον εν τροφή. Εύχρηστον δέ και προς την εν υγεία χρήσιν αντί αρτύματος”. (Διοσκουρίδης, περί ύλης ιατρικής 3, 36, 1-2). Ο αυτός συγγραφέας αναφερόμενος στον “θυμίτην οίνον γράφει: “Θυμίτης (οίνος)· θύμου κεκομμένου και σεσησμένου ρ’ ενδήσας είς οθόνιον κάθες είς γλεύκους κεράμιον. Αρμόζει προς δυσπεψίας, ανορεξίας, δυσενεργείας, νεύρων, πόνους υποχονδρίων, φρίκας χειμερινάς και προς ιοβόλα τα ψύχοντα και πήττοντα”. (Διοσκουρίδης, περί ύλης ιατρικής 4, 49). Επίσης ο Διοσκουρίδης αναφέρεται στην “θυμοξάλμην”, γράφων: “Θυμοξάλμη, εχρώντο οι αρχαίοι επί των ασθενή τον στόμαχον εχόντων, κατά τρεις ή τέσσαρας κυάθους προς ύδωρ θερμόν κεραννύντες και διδόντες, και επί αρθριτικών και πνευματουμένων· άγει δέ παχέα και μέλανα. Σκευάζεται δε ούτω· Θυμουλείου οξύβαφον, άλων ίσον, αλφίτου, πηγάνου, γλήχωνος, εκάστου ολίγον, βαλών εις άγγος επίχει ύδατος κοτύλας στ’, όξους ημικοτύλιον, περιθείς τε οθόνιον εξαιρθίαζε”. (Διοσκουρίδης, περί ύλης ιατρικής 5, 16). Τα φύλλα και οι ανθισμένες κορυφές του θυμαριού χρησιμοποιούνται σήμερα, είτε ως άρτυμα σε διάφορα φαγητά, είτε στην αρωματοποιΐα, είτε τέλος στην φαρμακευτική). Η θυμόλη, η οποία περιέχει το αιθέριο έλαιο, χρησιμοποιείται ως αντισηπτικό σε παθήσεις των αναπνευστικών οργάνων, σε πληγές, αλλά και για την καταπολέμηση των παρασίτων σκουληκιών των εντέρων και γενικώς σε παθήσεις του πεπτικού συστήματος. Επίσης ο θυμός χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό των βαρελιών και άλλων δοχείων, όπου πρόκειται να αποθηκευτεί μούστος, ο οποίος θα υποστεί την ζύμωση και θα γίνει κρασί ή το ίδιο το κρασί, ύστερα από την διαδικασία της απολάσπωσης ή μετάγγισης. Ξηρά φύλλα και άνθη θύμου, αποτελούν άριστο καρύκευμα ή μπορουν να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή αφεψήματος. Συνηθέστερον αναμειγνύονται αυτά με φύλλα θρύμπης και άλλων αρωματικών βοτάνων και αποτελούν καρύκευμα για διάφορα εδέσματα.

Διαβάστε ακόμη

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου (Γ' Μέρος)

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου (β' μέρος)

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου

Η Ρόδος, ο Γρίβας και ο απελευθερωτικός αγώνας της Κύπρου

Δωδεκάνησα: Η Ενσωμάτωση, η ημερομηνία που δεν άλλαξε και μια προσωπική μαρτυρία

Η ιστορία της Αρχαγγελίτισσας Παρασκευής Γιακουμάκη: Στη Στράτα του Προφήτη Ηλία

Σελίδες Ιστορίας: Ο δρόμος των Παθών με τα γλυπτά, ο Σταυρός του Φιλερήμου και η κατάληψη της Μονής στις 20 Σεπτεμβρίου 1947

Τήλος: Οι πρώτοι γάμοι ομοφύλων το 2008, όπως τους έζησαν 3 από τους πρωταγωνιστές τους