Ηλίας Καραβόλιας: Μια συλλογική μη αναστρέψιμη νεύρωση
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 246 ΦΟΡΕΣ
Γράφει ο Ηλίας Καραβόλιας
Καθώς ανέβαιναν μετά τη μεταπολίτευση τα ψηφία στο βιβλιάριο καταθέσεων («το μεγαλύτερο βιβλίο του αιώνα», το έλεγε ο Balzac), οι νεοέλληνες ένιωθαν ότι επιτέλους μπήκαν στην Ευρώπη, ότι το «ανήκομεν εις τη Δύση» τελικά πήρε σάρκα και οστά. Τα σπίτια χτίζονταν ολοένα και ψηλότερα, οι δρόμοι γέμιζαν ακριβά γερμανικά αυτοκίνητα και η χώρα ευημερούσε – τι πιο φυσιολογικό.
Σήμερα – με τα μηδενικά, είναι αλήθεια, αυξημένα στο e-banking για πολλούς πλέον – η κατανάλωση ξορκίζει τα επίσης αυξημένα χρέη, το hybrid SUV φορτίζει χωρίς κόστος (άσχετα αν μπήκε σε δόσεις η εξόφληση του), οπότε καμία έγνοια δεν υπάρχει για την καλά προστατευμένη διαφθορά, για τον ευτελισμό σε θεσμούς και δικαιοσύνη, για τις ανισότητες και την ακρίβεια.
Ο νεοέλληνας θεωρεί ότι όλα αυτά τα δεινά της Πολιτείας του είναι μακριά από τον οικογενειακό του κόσμο, ότι έχουν ρίζα βαθιά πίσω στο χρόνο, ότι επαναλαμβάνονται, ότι δεν μπορούν να εξαλειφθούν – άρα δεν ευθύνονται μόνο οι τωρινοί της εξουσίας, οπότε και τους εμπιστεύεται ελλείψει εναλλακτικής.
Η συνενοχή στο σκηνικό αυτό είναι, φυσικά, μια μαζική νεύρωση. Είναι μια βολική ιδεολογική στάση, μια εμμονική, συνειδητή επιλογή που έχει ριζώματα ψυχοκοινωνικά.
Πάσχουμε όχι ακριβώς από αυτό που το κομμουνιστικό δόγμα ονομάζει «έλλειψη ταξικής συνείδησης» (αυτό είναι παγκόσμια σταθερά μέσα στο καπιταλιστικό φαντασιακό), αλλά από κάτι διαφορετικό, αν και συγγενές.
Η χώρα ως συλλογικό κοινωνικό υποκείμενο που εργάζεται, παράγει, καταναλώνει (και «καταναλώνεται» ταυτόχρονα) έχει βυθιστεί πολλές δεκαετίες τώρα σε μια ιδιόμορφη «ταξική νεύρωση».
Και εξηγούμαι: η γενιά της μεταπολίτευσης εισήχθη στον καταναλωτισμό βίαια αλλά πάντως απολαυσιακά. Ο καταναλωτικός ηδονισμός συμβάδιζε με την πολιτικοποίηση και οι περισσότεροι είχαν ως βάση αυτοπεποίθησης το παραγωγικό τους αποτύπωμα. Και φυσικά την κατάκτηση του κοινωνικού status (π.χ. με Mercedes, με Rolex, με μεζονέτα).
Η νεοελληνική αυτή «νίκη» απάλλαξε πολλούς από νεανικά μαρξιστικά φαντάσματα (όπως έλεγε ο Derrida) από αγκυλωμένες πεποιθήσεις και στερεοτυπικές θεωρίες για έναν δήθεν «καλύτερο κόσμο».
Το brand name στη ζακέτα και το καλό φαγητό στο bistro θολώνουν τα όρια αριστεράς – δεξιάς, φαινόμενο παγκόσμιο φυσικά.
Τα δε μνημόνια ήταν μια κακή παρένθεση και σήμερα, ως «καλά χρυσόψαρα», οι Έλληνες κατάφεραν να θυμούνται μόνο το Α’ εξάμηνο του 2015 – όχι τα 40 χρόνια εγκληματικής δημοσιονομικής διαχείρισης του κομματικού κράτους.
Η ελληνική κατάκτηση λοιπόν της «ταξικής ανόδου» έγινε το ιδανικό ορμητήριο εναντίον του όποιου αρνητικού βιώματος. Και επειδή οι περισσότεροι πλούτισαν επί Ανδρέα σε αυτόν τον τόπο, δεν έπαψαν να νιώθουν μέσα τους (δήθεν) «αριστεροί που πρόκοψαν».
Οπότε, δεν χρειάζεται σήμερα να δηλώσουν ευθέως (ταυτιζόμενοι με την υποκριτική αλλά βολική για αυτούς περσόνα του κυβερνήτη) αυτό που ήταν πάντα: δεξιοί μικροαστοί, και αρκετοί μάλιστα εξ αυτών κλασικοί «νεόπλουτοι».
Το έγραψε καλύτερα ως φαινόμενο στο βιβλίο του (για την ευρωπαϊκή κοινωνία γενικότερα) προ 35 ετών, ο σπουδαίος γάλλος κοινωνιολόγος De Gaulejac: «Η άρνηση του υπαρξιακού ήταν μια παγίδα: η κοινωνιολογία από τη συγκρότησή της ήταν αντίθετη προς το μοναδικό, το προσωπικό, το υπαρξιακό».
Σήμερα εξακολουθούμε να έχουμε οι περισσότεροι την ανικανότητα να κατανοήσουμε το γιατί επιλέγει η (δήθεν) πλειοψηφία να επιμένει στο ίδιο. Εδώ είναι που η νεοελληνική ταξική νεύρωση αξίζει να μελετηθεί στην ρίζα της, στην ουσία της. Και το βιβλίο του Γάλλου επιστήμονα προσφέρεται για θεωρητικό υπόβαθρο αναφοράς.
Είναι μια νεύρωση που έχει – οριζόντια και κάθετα – μεταμορφώσει τον καθένα και την καθεμιά σε επίπεδο πολιτισμικό, διανοητικό, ιδεολογικό. Δημοσιογράφοι και αναλυτές (καλοπληρωμένοι της εξουσίας με αναθέσεις και λίστες) συμπράττουν ψυχικά με τους άνευ κόστους, στα λεγόμενά τους, δημοσιολόγους στα social media, και όλοι μαζί απονευρώνουν την εποχή και τις πεποιθήσεις των εκτός εξουσίας υποκειμένων (για την ακρίβεια: των εκτός «του χρήματος της εξουσίας»).
Η ταξική νεύρωση είναι η βάση πάνω στην οποία συντηρητικοποιείται η κοινωνία και εκφασίζεται. Η ιδιοκτησία, οι ροές στην επιχείρηση, το μεγάλωμα της οικογένειας στην θαλπωρή της ασφαλούς είσπραξης εσόδων, δεν χωράνε καμία έγνοια, καμιά έμφαση και παρατηρήσεις πάνω στην αλλοίωση της κοινωνικής ισορροπίας.
Η ταξική νεύρωση πατάει φυσικά πάνω στον διανοητικό και θεωρητικό ακρωτηριασμό της μυωπικής αρτηριοσκληρωτικής αριστεράς, που επειδή απενοχοποιεί την κατανάλωση και τον πλουτισμό, αποφορτίζεται ως ιδεολογία, εξαϋλώνεται ως περιττός θεωρητικός στοχασμός.
Θα συνεχιστεί προφανώς ένας εντελώς απροκάλυπτος εκφασισμός, και δεν είναι τυχαία η άρνηση της εξουσίας στη διδασκαλία της κοινωνιολογίας: οι νέοι του δικτυωμένου κόσμου πρέπει να πάρουν υπόψη τους το «υποκειμενικό βίωμα» της προσπάθειας για ανέλιξη – όχι την συλλογική του αναπαράσταση στο κοινωνικό και αξιακό επίπεδο.
Ειδικά μετά τα μνημόνια, οι επικοινωνιολόγοι της συγκεκριμένης σήμερα δεξιάς ηγετικής ομάδας έπιασαν το νόημα αυτής της ταξικής νεύρωσης που εγκαταστάθηκε μεταπολιτευτικά και ρίζωσε βαθιά στα χρόνια της κρίσης.
Κοιτάξτε όμως: αν δεν κατανοήσουν οι νέες γενιές – όσο και αν περνούν καλά με smartphones και την έτοιμη ζωή – ότι οι υπαρξιακές συγκρούσεις έχουν τη γένεσή τους στην κοινωνική ιστορία αυτού του τόπου, τόσο θα αλλοτριώνονται μπροστά στις ανισότητες (τα έτοιμα τελειώνουν κάποτε, και ο εισπράκτορας του χρέους ποτέ δεν πεθαίνει).
Μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να γοητεύει τους νέους που ξέρουν ότι 30 εκατομμύρια τουρίστες αφήνουν τον οβολό τους στον τόπο (άρα φθάνει για όλους το χρήμα), όμως το πρόβλημα της «μετατόπισης» μέσα στην κοινωνία θα φανεί σύντομα.
Και λέω μετατόπιση, και όχι κινητικότητα, ώστε να δείξω αυτό που δυστυχώς συμβαίνει συστηματικά από την παρούσα εξουσία (που ποντάρει στο φαινόμενο της μαζικής ταξικής νεύρωσης): φράζει το δρόμο στους μη έχοντες ώστε να μην θιχτούν οι έχοντες. Αλλά επειδή οι δεύτεροι είναι πλέον πολλοί, οι πρώτοι (που είναι φυσικά πολύ περισσότεροι) δεν τους αφορούν…


Ακολουθήστε τη Ροδιακή στο Google News