Οι έρωτες, οι μνήμες, οι άνθρωποι στη Ρόδο στα χρόνια του πολέμου

Οι έρωτες, οι μνήμες, οι άνθρωποι  στη Ρόδο στα χρόνια του πολέμου

Οι έρωτες, οι μνήμες, οι άνθρωποι στη Ρόδο στα χρόνια του πολέμου

Pοδούλα Λουλουδάκη

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 2300 ΦΟΡΕΣ

Ο κ. Αντώνης Μανούσος θυμάται γεγονότα και πρόσωπα που χαρακτήρισαν μια ολόκληρη εποχή

Άρωμα άλλης εποχής, άνθρωποι άλλοι με μια καλλιέργεια που έδιναν οι πολλαπλές επιρροές:Τούρκοι, Ενετοί, Ιταλοί, Άγγλοι πέρασαν από δω, 600 χρόνια, που δεν τους άλλαξαν, μόνο όπου γινόταν τους έκαναν καλύτερους.
Ο κ. Αντώνης Μανούσος στα 85 του σήμερα έχει μυαλό κοφτερό, απαγγέλλει Άμλετ, θυμάται τα χρόνια του πολέμου, του θυμίζω τον έρωτα που συζητιόταν χρόνια στις γειτονιές του Νιοχωριού, κι είναι οι θύμησες γλυκές και τα λόγια βάλσαμο. Μ΄ αρέσει η συντροφιά των μεγάλων ανθρώπων, που έζησαν πολέμους και πείνα και κατοχή και δεν τους “αγγίζει” τίποτα σήμερα γιατί είναι σκληραγωγημένοι αυτοί, κι έχουν πια μια σοφία και μια απόσταση από τα πράγματα που τους κάνει ψύχραιμους χωρίς να έχει σβήσει τη φλόγα, τη φλόγα που τους κάνει εφήβους στην πραγματικότητα και τους κρατά ζωντανούς.



Είστε καλά κ. Μανούσο;
Δεν φανταζόμουν ότι θα δω δημοσιογράφο και ωραία δημοσιογράφο. Καλά είμαι. Στην οικογένειά μου οι μισοί πεθαίνουν από σάκχαρο και οι μισοί υποφέρουν από υπογλυκαιμία, χωρίς να πεθαίνουν. Εγώ έμοιασα της μητέρας μου, τέσσερις κουταλιές ζάχαρη βάζω στον καφέ.

Πότε γεννηθήκατε;
Γεννήθηκα το 1929 μια μέρα σημαδιακή 23 Οκτωβρίου ημέρα Τετάρτη και ώρα 4:30 το απόγευμα. Το είδα γραμμένο σ΄ ένα κιτρινισμένο δευτεράκι. Κείνη την ημέρα, κείνη την ώρα στην Αμερική έκλεισε το χρηματιστήριο, έγινε το μεγάλο Κραχ. Είμαι παιδί της κρίσης και γι αυτό είπα ότι θα γίνω οικονομολόγος για να επανορθώσω το κακό που έφερα στον κόσμο (γέλια).

Κάθε μέρα έρχεστε στο ξενοδοχείο τ΄ απογεύματα;
Έρχομαι στο ξενοδοχείο κάθε μέρα ως φάρμακο, για να περπατώ. Έκανα εγχείρηση και στα δύο πόδια, ενάμιση μέτρο όλες μαζί. Τρεις μήνες στο γύψο, αποτέλεσμα της εκπαίδευσης στις καταδρομές πάνω στα χιόνια στο Λιτόχωρο της Ολύμπου στον Αλιάκμονα ποταμό, εναντίον του ρεύματος και στις αερογέφυρες όταν ξαπλώναμε στο σχοινί απλή, διπλή, τριπλή... Δικαιολογία θυμάτων 3%. Από το 1952 έως το 1954 ήταν 27 μήνες ο στρατός. Δεν μας δίνανε αναβολή λόγω στρατεύσεως, χρωστούσα ένα μάθημα το οποίο έδωσα μετά από 27 μήνες.

Η οικογένειά σας ζούσε στη Ρόδο;
Έξη αδέλφια, πέντε γιοί, μια κόρη, ζούσαμε, γεννηθήκαμε στο Μονόλιθο. Πηγαίναμε στο δημοτικό σχολείο του χωριού που είχε μόνο μέχρι Δ΄ τάξη. Όταν αποφάσισαν οι Ιταλοί να κλείσουν τα ελληνικά σχολεία ήμουν Β΄ δημοτικού και υποχρεωτικώς πήγα πάλι στη Β΄ τάξη, αλλά στα ιταλικά. Τα ελληνικά εγώ τα έμαθα πια σαν ξένη γλώσσα παρότι ήταν η μητρική μου. Όταν τελείωσα την Δ΄ τάξη του Δημοτικού ο δάσκαλος είπε στον πατέρα μου “Στάθη τον Αντώνη να τον σπουδάσεις”. Ήρθα στην πόλη στη γιαγιά μου για την Ε΄ Δημοτικού. Η γιαγιά μαγείρευε για τρεις από τους γιους της, δύο εργάτες που φιλοξενούσαμε, κι εμένα που ήμουν 12 χρονών. Εγώ έτρωγα, αλλά πεινούσα ακόμα. Όταν έκανε φασολάδα και μας έβαζε εγώ ζητούσα περίσσευμα και μου λεγε “πιες νερό να γεμίσει η κοιλιά σου”! Πόλεμος ήτανε, 1942. Στης γιαγιάς φιλοξενούντο κι οι μεγαλύτεροί μου αδελφοί ο Θωμάς κι ο Σταύρος. Σαν μεγαλύτερος ο Σταύρος με πήγε στο σχολείο την πρώτη μέρα. Με παρουσιάζει στο δάσκαλό μου μέσω του επιστάτη του Φιλήμονα που ήταν πρώην δάσκαλος του ελληνικού σχολείου και τον έκαναν επιστάτη. Ό,τι μου συνέβαινε το γραφα στο δάσκαλό μου στο χωριό το Γιώργο Διακοσάββα, πέθανε 90 χρονών. Τα ΄χω ακόμα τα γράμματα του Νοεμβρίου του 1942 τα οποία είναι μισά στα ελληνικά και μισά στα ιταλικά.

Τι έγινε με τη δασκάλα σας, την εκτέλεσαν οι Γερμανοί;
Ήταν Σεπτέμβρης του 1943 όταν έγινε η ανακωχή των Ιταλών. Συνθηκολόγησαν με τους συμμάχους ,κι έφυγε ο Μουσολίνι. Ανέλαβαν οι Γερμανοί οι οποίοι κυνηγούσαν τους Ιταλούς. Την ώρα που η Ιταλοεβραία δασκάλα μας ήταν στον πίνακα και μας δίδασκε τη φράση του Σωκράτη “γνώθι σ΄ αυτόν” ανοίγει η πόρτα μπαίνουν μέσα δυό Γερμανοί οπλισμένοι, την παίρνουνε, την έβαλαν σ΄ ένα αυτοκίνητο ανοιχτό, αυτά τα στρατιωτικά τα δικά τους την πήρανε. Είχαμε κολλήσει τα πρόσωπά μας στο τζάμι, ήτανε ράπισμα για μας, έτσι το αισθανθήκαμε, ήμασταν Β΄ Γυμνασίου.

Μάθατε κάτι για εκείνην μετά;
Ακούσαμε πως ήταν κατάσκοπος των Άγγλων,.Μυστήριο τι έγινε, θα την εκτέλεσαν, δεν μάθαμε ποτέ. Είχε ωραίο στυλ σαν το δικό σου, πιο μελαχρινή, οι Εβραίες είναι μελαχρινές.

Στη συνέχεια σε τι γλώσσα διδάσκονταν στα σχολεία τα Ροδιτόπουλα;
Όταν οι Ιταλοί έκλεισαν τα ελληνικά σχολεία πηγαίναμε στο κρυφό σχολειό. Ο Παντελίδης, ο Σελλάς γέροι τότε μας έκαναν δήθεν κατηχητικό, αλλά ήταν μάθημα ελληνικής. Μετά ήρθαν οι Άγγλοι, κι αυτοί το βιολί τους. Σου λέει, γιατί να μην μείνουμε κι εμείς, μας βάλανε να κάνουμε αγγλικά. Η δασκάλα μας ήταν η κ. Hill. Το σχολείο μας ήταν απέναντι από την Ακαδημία, εκεί που σήμερα πάνε οι πρόσκοποι. Έρχονται οι Έλληνες, μου λέει ο διευθυντής μια μέρα ενώ με κοιτούσε από πάνω μέχρι κάτω “έχεις μπλε κοστούμι”; Λέω “ράβω”. Είχα ένα θείο ράφτη, ήμουν 1.80 μου λέει “θα κρατάς τη σημαία”, τελειόφοιτος. Όταν τελείωσα το Γυμνάσιο 18 χρονών έρχεται η στρατιωτική ελληνική διοίκηση, φεύγουν οι Άγγλοι. Στη συνδιάσκεψη στη Γιάλτα της Κριμαίας αποφασίστηκε να δοθούν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα. Ο Ρούσβελτ, ο Τσώρτσιλ, ο Στάλιν αποφάσισαν να παραχωρηθεί η Δωδεκάνησος ύστερα από 600 χρόνια στην μητέρα Ελλάδα.

Με τις σπουδές σας τι έγινε, δεν συνεχίσατε;
Ο Στάθης, ο πατέρας μου θυμήθηκε αυτό που του είπε ο δάσκαλος. Τ΄ αδέλφια μου αντέδρασαν εκείνο τον πρώτο χρόνο, είχε πια εργαστήριο ο πατέρας μου, κι έκανε κρασιά, ούζο, λικέρ το “κοριαντολίνο” που έχει μέσα το δέντρο. Τον πρώτο χρόνο δούλεψα στο δικαστήριο είχαμε ακόμα τον ιταλικό αστικό κώδικα. Επέστρεψαν οι άλλοι φοιτητές τον πρώτο χρόνο που γύρισαν, είπα στον πατέρα μου “και 70 χρονών να πάω θα σπουδάσω”! Μ΄ έστειλε στην Αθήνα.

Οι παλιοί ξέρουν για τον έρωτα του Νιοχωριού, την Αντονιέτα την Ιταλίδα κι εσάς! Εσείς θα μου πείτε;
Ήταν το 1948, ο πατέρα της ήταν φούρναρης ο Τζιοβάννι στο Νιοχώρι, εκεί που μένανε είναι τώρα ένα περίπτερο.΄Έπρεπε οι Ιταλοί να διαλέξουν ή να γίνουν Έλληνες υπήκοοι ή να φύγουν. Η μητέρα της ήταν Ελληνίδα η Πελαγία. Εκείνη ήθελε να είναι η κόρη της μαζί μου για να μείνουνε, ο πατέρας της δεν ήθελε. Ο Ιταλός με κυνηγούσε στις 100 Χουρμαδιές. Ήμουν με το ποδήλατο, πετούσα το ποδήλατο, έτρεχα στα στενά του Νιοχωριού. Εμείς μέναμε στο Μόντε Σμιθ ο πατέρας μου είχε αγοράσει από έναν Ιταλό ένα παμπάλαιο τούρκικο σπίτι, που μετά το έκανε εργαστήριο. Με την Τοτό ήμουν τόσο ερωτευμένος που όργωνα το Νιοχώρι κάθε μέρα με το ποδήλατο. Έμενε κοντά στη βρύση στην εκκλησία του Νιοχωριού Τα Εισόδια, της Θεοτόκου, από την πίσω μεριά. Ερχόταν, την φιλούσα έφευγε. Μας έβλεπε ένας ηλικιωμένος έκανε το σταυρό του.

Για την καντάδα να μου πείτε, τη σερενάτα που της κάνατε ένα βράδυ με τους φίλους σας!
Η παρέα μου ήταν ο Αλέκος ο κουρέας που μίλησες μαζί του προχθές, ο Παναγιώτης Αγιακάτσικας, ο αδελφός του Μίνωας... Ο Παναγιώτης έπαιζε βιολί, ο Αλέκος ακορντεόν, ο Μίνως κρατούσε τη θήκη του ακορντεόν. Πήγαμε κάτω από τα παράθυρα της Τοτό και ξεκινήσαμε να παίζουμε. Όταν άκουσε τη μουσική άνοιξε το παράθυρό της, αλλά άνοιξε και η κάτω πόρτα και βγήκε ο πατέρας της. Από το φόβο μας παίζαμε και κάναμε βήματα πίσω, κι ακούω τον Παναγιώτη να λέει: “Μίνω, τη θήκη....”! Έμεινε στην ιστορία η φράση αυτή, αν την πεις στον Αλέκο ακόμα θα γελά. Σου λέει ο Παναγιώτης ο Ιταλός θα σπάσει το βιολί έχε έτοιμη τη θήκη.... Οπισθοχωρώντας τρέξαμε και χαθήκαμε στα στενά του Νιοχωριού. Την άλλη μέρα ο Τζιοβάνι πήγε στον Αλέκο να κουρευτεί. Τρομάρα ο Αλέκος! Τώρα να κουρευτεί πήγε, να μάθει πήγε, πάντως δεν μας είδε καλά και δεν ήταν σίγουρος γι αυτό και τη γλιτώσαμε.

Φύγατε για σπουδές κι αυτός ο έρωτας τελείωσε;
Όχι, εκεί που πήγα σε κάθε σπίτι μ΄ έβλεπαν σαν γαμπρό. Όταν τα πράγματα γίνονταν σκούρα έριχνα μια κουβέρτα κάτω, όλα μου τα πράγματα μέσα, παντελόνια, παπούτσια, έδενα την κουβέρτα την έριχνα στον ώμο κι έφευγα. Όταν γύρισα στη Ρόδο το 1952 η Αντονέττα ήταν ακόμα εδώ. Την είδα στο Ταχυδρομείο, πήγα να στείλω ένα γράμμα κι εκείνη έβγαινε. Έφευγαν εκείνες τις μέρες για Ιταλία για μόνιμη εγκατάσταση. Μετά από 46 χρόνια με ειδοποίησε μια φίλη ότι ήρθε η Τοτό! Το είπε μπροστά στη γυναίκα μου. Οι κουνιάδες μου ανησύχησαν. Η γυναίκα μου, ανώτερος άνθρωπος λέει “να πας να τη δεις”. Τηλεφώνησα στο ξενοδοχείο της, απάντησε ο άντρας της απόστρατος στρατηγός, του λέω “Είμαι ο Αντώνης. Sono Antonio”, μου απαντά “So Tutto, τα ξέρω όλα....”! Βγήκαμε για φαγητό οι δύο οικογένειες. Ενώ κάναμε τη βόλτα μας μπροστά στην εκκλησία του Ευαγγελισμού καταλαβαίνω πως κάτι θέλει να μου πει η Τοτό. Κοντοστάθηκα, μείναμε λίγο πίσω μου λέει “Η πρώτη μας αγάπη...Antonio, il Nostro Primo Amore”... Έφυγε, έμαθα ότι ήταν άρρωστη, ήθελε να ρθει στη Ρόδο, πέθανε αργότερα.”

Τώρα πως ζείτε;
Το πρωί κάνω δύο ώρες για να φτιάξω το πρωινό μου και για να κάνω το μπάνιο μου πάει 1 η ώρα. Πέθανε η γυναίκα μου, δεν θέλω να φέρω άνθρωπο στο σπίτι να με βοηθά, μου λέει ο γιος μου “πάρε μια γυναίκα για βοηθό...”, μα πρέπει να της δώσω και κλειδί. Το σπίτι είναι γεμάτο γράμματα, φωτογραφίες, βιβλία, αυτά είναι τα υπάρχοντά μου που δίνουν χαρά στη ζωή μου. Έγραψα κάτι: “Λένε ο χρόνος γιατρεύει τις πληγές, λένε είναι εύκολο το χθες να λησμονήσεις, μα στην καρδιά μου λες και ήταν χθες τα δάκρυα, οι χαρές, οι συγκινήσεις”...

Για τη ζωή πιο συμπέρασμα βγάλατε, τι είναι;
Η ζωή είναι μια ανάσα. Έγινα αντιδήμαρχος επί δημαρχίας Αυγουστάκη, επί πολλά χρόνια δημοτικός σύμβουλος, έβαλα τις φωνές στον πρωθυπουργό Καραμανλή τότε που ήθελε να δώσει το “Ρόδων “στον Αστέρα. Έχω δύο παιδιά, πέντε εγγόνια. Εγώ έμεινα ο πατριάρχης των Μανουσαίων της δεύτερης γενιάς. Τα δυό μου αδέλφια ο Σταύρος κι ο Παναγιώτης ζουν στην Αμερική. Επί το αμερικανικότερον ο Στηβ και ο Πήτερ. Λένε ότι το χιούμορ είναι υψίστης μορφής ευφυΐα που σου επιτρέπει να βλέπεις τα γεγονότα από απόσταση και να μην τα βιώνεις.

Τι μου λέγατε πριν ξεκινήσουμε από το “Να ζει κανείς ή να μη ζει” του Άμλετ! Θα το πείτε πάλι;
Το μονόλογο του Άμλετ στο έργο του Σαίξπηρ: “Φρονιμότερο στο νου λογιέται να ανέχεσαι τα βέλη και τις πετριές μιας ανελέητης μοίρας ή αντιτάσσοντας όπλα σε ένα πέλαγο από βάσανα και αψηφώντας τα, δίνεις τέλος; Πεθαίνεις-κοιμάσαι-κοιμάσαι; Και με τον ύπνο του θανάτου τι όνειρα να ξεπροβάλλουν; Η συνείδησή μας, μας κάνει δειλούς και η ζωή τραβάει στον όλεθρο”...


Διαβάστε ακόμη

Ο 89χρονος Ροδίτης που έχει 6 παιδιά, 66 εγγόνια και δισέγγονα

Γιάννης Παππάς: «Οι Eυρωεκλογές δεν είναι επίδειξη επαναστατικής γυμναστικής»

Νίκος Παντελής: Ο κωμικός από τη Ρόδο, είναι το πιο «φρέσκο» πρόσωπο της ελληνικής stand-up σκηνής

Αυξημένοι οι ατμοσφαιρικοί ρύποι στο κέντρο της Ρόδου το καλοκαίρι

Άφησε την Αδελαΐδα για να μεγαλώσει την οικογένειά της στη Λαχανιά

Όλγα Κεφαλογιάννη: Το 2024 θα είναι ακόμα μία εξαιρετική χρονιά για τον ελληνικό Tουρισμό

Γ. Χατζής: Πρέπει να καθίσουμε όλοι σε ένα τραπέζι και να συνθέσουμε ένα εθνικό σχέδιο υποδομών

Αντώνης Ζερβός: Ξεκίνησε ως «παιχνίδι» και κατέληξε ως στοίχημα με τον εαυτό μου