Οι Ινδιάνοι που ζουν στη Ρόδο και παίζουν μουσική!

Οι Ινδιάνοι που ζουν στη Ρόδο και παίζουν μουσική!

Οι Ινδιάνοι που ζουν στη Ρόδο και παίζουν μουσική!

Pοδούλα Λουλουδάκη

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 6061 ΦΟΡΕΣ

Ο Λουίζ κι ο Μάρκο από το Περού και τις φυλές του Αμαζονίου

Δύο πραγματικοί Ινδιάνοι, που ζουν στη Ρόδο, παίζουν τη μουσική τους, κι είναι τόσο διαφορετικοί στην εμφάνιση, και στην κουλτούρα, αλλά έχουν τους ρυθμούς τους δικούς μας!
Ο Xόρχε-Λουίζ Καρέρα Ζαπάτα, δύο μικρά ονόματα, δύο επίθετα έχουν όλοι οι Λατινοαμερικάνοι, με τη χαρακτηριστική κοτσίδα, τον ασημένιο κρίκο για σκουλαρίκι, ήρθε από τον Αμαζόνιο στη Ρόδο όταν τη μία φορά έβρεχε κι έκανε κρύο και την άλλη είχε καλοκαίρι και υγρασία, με πολύ κόσμο. Άλλος κόσμος δηλαδή από το δικό του, στα 3.200 μέτρα στην πόλη των Ινδιάνων, κοντά στην πρωτεύουσα Λίμα του Περού.
Τώρα, 11 χρόνια μετά δεν αναρωτιέται πια πώς ζει ο κόσμος εδώ, παίζει μουσική στα μαγαζιά με τον αδελφό του Μάρκο, την Ινδιάνικη φλογέρα και την κιθάρα τσαράνγκο, θυμάται τους προγόνους του και τον αφανισμό τους από τον πλανήτη γη και παραξενεύεται όταν πηγαίνει στο Περού, κι ακόμα σ΄ όλα τα σπίτια το ραδιόφωνο παίζει στη διαπασών μουσική!

Φύγατε από το Περού, περάσατε από πολλές χώρες και καταλήξατε στην Ελλάδα. Γιατί;
Από το Περού έφυγα το 1992, λόγω των πολιτικών αναταράξεων. Έπαιζα στο δρόμο και ταξίδευα στη Γερμανία, την Ιταλία, τη Γαλλία και λίγο στην Ισπανία. Όταν ήρθα στην Ελλάδα και αργότερα ήρθε και ο αδελφός μου, είδαμε ότι υπάρχει κάτι κοινό, κι αυτό είναι οι πιο χαλαροί ρυθμοί! Και η νοοτροπία είναι κοντά, τα γλέντια… που ό,τι και να συμβαίνει μπορεί μετά να σχηματιστεί μια παρέα και κάποιος να πιάσει μια κιθάρα ή ένα μπουζούκι ή ένα μπαγλαμά…

Πριν έρθετε στην Ελλάδα είχατε ακούσει μπουζούκι; Τι μαθαίνατε για τη χώρα μας;
Άκουσα μπουζούκι όταν ήμουν στη Γερμανία ή στην Ιταλία νομίζω και μου είχε κάνει εντύπωση. Το σχήμα του, ο ήχος του… Μου προξένησε την περιέργεια, αλλά το είχα ακούσει και στο Περού νωρίτερα, χωρίς να έχω καταλάβει τι είναι. Υπήρχε ένα τραγούδι που ήταν επιτυχία όπου έπαιζε μπουζούκι. Με το πέρασμα των χρόνων κατάλαβα ότι αυτό το τραγούδι που άκουγα στο Περού ήταν αφιερωμένο στη Μελίνα Μερκούρη και τους αγώνες που έδινε, αλλά εμείς τότε που δεν ξέραμε, νομίζαμε ότι ήταν ερωτικό και μιλούσε για μία Μελίνα! Στο Περού, στο σχολείο, μαθαίναμε για τον αρχαίο πολιτισμό της χώρας σας. Για την σημερινή Ελλάδα δεν μαθαίναμε κάτι από τις ειδήσεις.

Πολλά ονόματα έχετε! Από δύο μικρά, από δύο επίθετα, τέσσερα ο καθένας!
Η συνήθεια στη Λατινική Αμερική είναι να δίνονται δύο ονόματα στον καθένα και προστίθενται και τα επίθετα και των δύο γονιών. Εμένα με λένε Χόρχε-Λουίζ Καρέρα Ζαπάτα και τον αδελφό μου Μάρκο-Αντόνιο Καρέρα Ζαπάτα.

Όμως με άλλο όνομα σας φωνάζουν! Σας λένε Gato!
Ναι, Gato είναι ισπανική λέξη και σημαίνει «γάτα». Έτσι με ξέρουνε και οι φίλοι. Μικρός όταν ήμουν μ΄ άρεσε να σκαρφαλώνω στις σκεπές, ανέβαινα στα δέντρα, κι από εκεί πηδούσα στις στέγες και πολλές φορές μ΄ έπαιρνε ο ύπνος εκεί πάνω και με ψάχνανε. Στην απελπισία του ο παππούς μου έλεγε «το παιδί είναι γάτος».


Η χώρα σας, το Περού από τις πιο όμορφες στον κόσμο, όπως όλες οι χώρες της Λατινικής Αμερικής έχει παράδοση στη μουσική! Κι εσείς είστε από περιοχή που ζουν Ινδιάνοι, είστε Ινδιάνοι!
Ναι, το Περού έχει βουνά, θάλασσα, τον ποταμό Αμαζόνιο... Η Ουανκάγιο, η πόλη μου είναι στα 3.200 μέτρα υψόμετρο και βρίσκεται ανάμεσα στην πρωτεύουσα Λίμα και τον Αμαζόνιο. Τα χρόνια που ζούσα εγώ εκεί ο κόσμος ασχολείτο με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, έβγαζε γαλακτοκομικά προϊόντα και είχε και ορυχεία για αργυρό, ψευδάργυρο και χαλκό. Στα περισσότερα σπίτια στο Περού, ένα όργανο είναι κρεμασμένο είτε είναι κιθάρα, είτε είναι το τσαράνγκο, το οποίο είναι έγχορδο παραδοσιακό, της οροσειράς των Άνδεων, κάτι σαν μικρή κιθάρα με χαρακτηριστικό ήχο… Εσείς είχατε τους Τούρκους, κι εμείς είχαμε 300 χρόνια τους Ισπανούς που φέρανε την κιθάρα, η οποία ενσωματώθηκε στη μουσική μας. Στην πόλη μου, ακούς μουσική παντού και τώρα που γυρίζω εκεί όλα τα σπίτια έχουν στη διαπασών το ραδιόφωνο να παίζει μουσική. Όλες οι δουλειές του σπιτιού γίνονται μετά μουσικής και στο σπίτι της μάνας μου το ίδιο. Εκεί το σπίτι της γιαγιάς επεκτείνεται ανάλογα με το πόσο μεγάλη οικογένεια κάνουν τα παιδιά της. Τώρα οι πολυκατοικίες έχουν εμφανιστεί κι εκεί. Στις γιορτές οι άνθρωποι παίζουν κιθάρα και τσαράνγκο και το πρώτο παιχνίδι που δίνουν στα παιδιά είναι Ινδιάνικες φλογέρες.

Φύγατε όμως από την πόλη των Ινδιάνων!
Όταν έφυγα, ο προορισμός μου ήταν η Πράγα της Τσεχοσλοβακίας. Έφτασα εκεί Δεκέμβριο, είχε ομίχλη και ήταν όνειρο. Εμείς στη χώρα μου έχουμε ήλιο και μετά αμέσως βροχή, έτσι είναι στο νότιο ημισφαίριο, στον Αμαζόνιο. Όμως η περιπλάνησή μου, μ΄ έφερε στην Αθήνα όπου άφησα τους δρόμους, κι έπαιζα με παιδιά από το Περού, τη Χιλή, τη Βολιβία παίζαμε μέχρι και παραδοσιακά τραγούδια, τα πασίγιος, ένα είδος μουσικής που στη δεκαετία του ΄50 και του ΄60 είχε απαγορευτεί γιατί οδήγησε κάποιους στην αυτοκτονία. Έχουν πολύ παθιασμένους στίχους, οδυνηρούς, κι αν ήσουνα χάλια σ΄ έκαναν ακόμα χειρότερα. Ένα βήμα ήταν ο γκρεμός. Μπορώ να πω ότι ο ρυθμός τους μοιάζει με τα ρεμπέτικα. Αν δεν προσέχεις τα λόγια ο ρυθμός τους μοιάζει.


Πώς είναι τα τραγούδια σας, μιλάνε για τον έρωτα;
Τα τραγούδια μας υμνούν τον έρωτα, κι έχουν και πόνο και θρήνο όπως έχει συνήθως ο έρωτας, αλλά υπάρχουν και χαρούμενοι έρωτες, δεν είναι πολλοί, αλλά υπάρχουν. Το άλλο είδος μουσικής μας, μιλάει για τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση, το νερό, για τα πουλιά, τα δέντρα. Ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια παγκοσμίως μιλάει για τον κόνδορα, για το πέταγμά του, λέει «πως θα θελα να έχω τα μάτια σου, για να βλέπω από εκεί ψηλά τους δικούς μου ανθρώπους, πού φτάνει το ποτάμι, πού χάνονται τα δέντρα…»… Κι έγινε πολύ γνωστό τραγούδι με τον Πολ Σάιμον και τον Αρτ Γκαρφάνκελ, ο οποίος ήταν λάτρης της Ινδιάνικης κουλτούρας. Όσοι λαοί ζουν στα ύψη των Άνδεων όπως εγώ έχουν προγόνους τους αυθεντικούς ιθαγενείς, τους Ινδιάνους τους Ουάγκας και από εκεί προέρχεται και το όνομα της πόλης μου. Όταν ήμουν μικρός τα σπίτια ήταν πέτρινα, οι σκεπές αχυρένιες και υπήρχαν και κτίσματα από πηλό, δηλαδή από χώμα και νερό. Ήρθαν οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι και αφάνισαν τους Ινδιάνους της Λατινικής Αμερικής. Οι Άγγλοι και οι Γάλλοι έχουν τη δική τους μεγάλη ευθύνη για τον αφανισμό των Ινδιάνων από τη Βόρειο Αμερική μέχρι τη Γη του Πυρός. Απ΄ άκρο σ΄ άκρο οι Ινδιάνοι που αφανίστηκαν ήταν 100 εκατομμύρια. Η μεγαλύτερη γενοκτονία!

Και εμφανίστηκαν στις ταινίες ως οι κακοί!
Ναι, γιατί η ιστορία γράφεται από τους νικητές.

Κάνατε σημαντική καριέρα στην Αθήνα, παίζατε με τον Νταλάρα και με άλλα μεγάλα ονόματα!
Είχα έρθει στην Ελλάδα το 1998 το καλοκαίρι, στα Επτάνησα. Προέκυψαν πολλές δουλειές μου είπαν να πάω στην Αθήνα. Έπαιξα με τον Νταλάρα στο Ηρώδειο, στο Τελ Αβίβ, και στη Βιέννη, με το Γεράσιμο Ανδρεάτο… Το 2004 με τους Ολυμπιακούς Αγώνες είχα τόση πολλή δουλειά, έφερα στην Ελλάδα και το Μάρκο. Από το 2007 ήρθα στη Ρόδο και από το 2012 έφερα και το Μάρκο

Πώς σας φάνηκε η Ρόδος και τι είναι σήμερα για εσάς;
Την πρώτη χρονιά που ήρθα ήταν Δεκέμβρης, ομίχλη πολύ, κρύο, παίξαμε στο Εθνικό Θέατρο και αναρωτήθηκα «πώς να ζει ο κόσμος εδώ»… Την επόμενη χρονιά ήρθα καλοκαίρι, είχε πολλή υγρασία, κόσμο πολύ, είχαμε έρθει να παίξουμε στον «Ηριδανό» του Στάθη και ξαναέκανα την ίδια ερώτηση στον εαυτό μου. Αλλά ποτέ μην πεις ποτέ. Τα live που είχαμε κάνει πάντα άρεσαν στον κόσμο. Μετά από 11 χρόνια η Ρόδος είναι πατρίδα μου και τώρα πια κατάλαβα πώς μπορεί ένας βουνίσιος όπως εγώ να κατέβει στη θάλασσα και πώς ζει ο κόσμος εδώ!

Διαβάστε ακόμη

Ο 89χρονος Ροδίτης που έχει 6 παιδιά, 66 εγγόνια και δισέγγονα

Γιάννης Παππάς: «Οι Eυρωεκλογές δεν είναι επίδειξη επαναστατικής γυμναστικής»

Νίκος Παντελής: Ο κωμικός από τη Ρόδο, είναι το πιο «φρέσκο» πρόσωπο της ελληνικής stand-up σκηνής

Αυξημένοι οι ατμοσφαιρικοί ρύποι στο κέντρο της Ρόδου το καλοκαίρι

Άφησε την Αδελαΐδα για να μεγαλώσει την οικογένειά της στη Λαχανιά

Όλγα Κεφαλογιάννη: Το 2024 θα είναι ακόμα μία εξαιρετική χρονιά για τον ελληνικό Tουρισμό

Γ. Χατζής: Πρέπει να καθίσουμε όλοι σε ένα τραπέζι και να συνθέσουμε ένα εθνικό σχέδιο υποδομών

Αντώνης Ζερβός: Ξεκίνησε ως «παιχνίδι» και κατέληξε ως στοίχημα με τον εαυτό μου